Οι Αντίπαλοι (Challengers)
(Luca Guadagnino)
Βαθμολογία:
8
Το "Challengers" ξεκινά με την Tashi (Zendaya), μια πολλά υποσχόμενη τενίστρια που έγινε προπονήτρια και το σύζυγό της Art (Mike Faist), ο οποίος είναι πρωταθλητής Grand Slam στη μέση ενός σερί ηττών. Για να τονώσει την αυτοπεποίθησή του, η Tashi δηλώνει το σύζυγό της σε ένα τουρνουά Challenger χαμηλότερης κατάταξης, πιστεύοντας ότι μερικές εύκολες νίκες μπορεί να τον βοηθήσουν να βγει από αυτή την κατάσταση. Ωστόσο, σε αυτό το τουρνουά βρίσκεται και ο Patrick (Josh 'O Connor), ο οποίος ήταν φίλος και συμπαίχτης του Art στο διπλό και πρώην φίλος της Tashi. Καθώς αυτοί οι δύο ανταγωνίζονται μεταξύ τους για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, η ταινία κοιτάει πίσω στο τι οδήγησε σε αυτόν τον αγώνα και στις σχέσεις που εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο και στους τρεις αυτούς τενίστες.
Από νωρίς, η κάμερα του Luca Guadagnino ζουμάρει πάνω στα σώματα των τριών χαρακτήρων, δείχνοντας τα σημάδια που φέρει ο καθένας από τα χρόνια της ενασχόλησης με το παιχνίδι. Η Tashi έχει μια κατακόρυφη ουλή από τραυματισμό που φτάνει μέχρι το γόνατό της (και της στοίχισε την καριέρα), ενώ ο Art έχει πολλά χτυπήματα στα χέρια του, που υποθέτουμε ότι είναι από χρόνια τένις υψηλού ανταγωνισμού. Υπάρχουν, όμως, και οι ουλές με τις οποίες πρέπει ακόμα να παλέψουν μέσα τους και οι χαμένες ευκαιρίες που τους έκαναν αυτό που είναι σήμερα. Για την Tashi, αυτή μπορεί να είναι μια ιστορία για το τένις και το τι χρειάζεται για να κερδίσεις, αλλά για τον Art και τον Patrick πρόκειται για πολύ βαθύτερες ουλές που δεν επουλώνονται τόσο εύκολα.
Ο Guadagnino, δουλεύοντας με ένα εξαιρετικό σενάριο του Justin Kuritzkes (σύζυγο της Celine Song του "Past Lives"), ξεδιπλώνει το παρελθόν για να εξηγήσει το μέλλον. Το "Challengers" πηγαίνει πίσω δεκατρία χρόνια, καθώς βλέπουμε αυτούς τους τρεις ως νέους αθλητές. O Art και ο Patrick είναι κολλητοί, γνωστοί ακόμη και ως Fire & Ice από πολλούς, οι οποίοι και οι δύο ελκύονται από το ταλέντο στο τένις της Tashi και από την ομορφιά της. Την πρώτη φορά που την παρακολουθούν να παίζει, το υπόλοιπο πλήθος κουνάει τα κεφάλια του μπρος-πίσω μεταξύ των παικτριών, αλλά αυτοί δεν μπορούν να πάρουν τα μάτια τους από πάνω της. Για την Tashi, όμως, η εστίασή παραμένει στο τένις και θα κάνει ό,τι χρειάζεται για να παρακολουθήσει "good fucking tennis", όπως το θέτει. Το αν ενδιαφέρεται ή όχι πραγματικά για αυτούς τους δύο παίκτες ή αν θέλει να τους βάλει να κοντραριστούν για να εξασφαλίσει το σκοπό της είναι μέρος αυτού που κάνει το "Challengers" τόσο συναρπαστικό.
Αφού είδαν την Tashi να παίζει για πρώτη φορά, ο Art και ο Patrick την προσκαλούν πίσω στο κοινόχρηστο δωμάτιο του ξενοδοχείου τους, όπου αρχίζουμε να βλέπουμε πόσο επηρεάζει η Tashi αυτή τη σχέση. Ο Guadagnino δημιουργεί την ένταση σε αυτές τις σκηνές, καθώς είμαστε εξίσου αβέβαιοι με οποιοδήποτε από τους τρεις για το πού θα φτάσουν στην πραγματικότητα. Το "Challengers" εκλύει σεξουαλικότητα στο μέγιστο βαθμό, καθώς μια άλλη σκηνή έχει τον Patrick και τον Art να κάθονται πολύ κοντά τρώγοντας ο ένας τα churros του άλλου.
Η Tashi κρατά τα συναισθήματά της για εκείνη και αυτό την κάνει έναν συναρπαστικό χαρακτήρα. Ως αθλήτρια του τένις, ξέρει ότι είναι εξαιρετική και έχει το μέλλον μπροστά της, αλλά όταν αυτό αφαιρείται σε μια στιγμή, χρησιμοποιεί αυτή τη δύναμη με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Έχει ακόμα μακροπρόθεσμους στόχους, απλά πρέπει να επιστρατεύσει χειραγώγηση και προσεκτική στρατηγική για να τους πετύχει. Σε κάθε σκηνή, ο Art και ο Patrick προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν αυτό που πραγματικά προσπαθεί να κάνει και η Zendaya παίζει αυτόν τον ρόλο στην εντέλεια.
Με πολύ καλές ερμηνείες και από τους τρεις πρωταγωνιστές, σίγουρη σκηνοθετική ματιά από τον Guadagnino και ένα απολύτως λειτουργικό σενάριο από τον Kuritzkes, η ταινία ξεχωρίζει με χαρακτηριστική άνεση μέχρις στιγμής στην φετινή κινηματογραφική παραγωγή. Άξιο αναφοράς και το εντυπωσιακό, κλιμακούμενο soundtrack από τον Trent Reznor (Nine Inch Nails) και τον Atticus Ross, που κατά τη διάρκεια των σκηνών του τένις μας βάζει κυριολεκτικά δίπλα στους παίκτες, σαν να είμαστε η μπάλα του τένις που περνάει από ρακέτα σε ρακέτα, σε ένα εκρηκτικό φινάλε που πραγματικά κόβει την ανάσα.
Ματωμένος Δεσμός (Love Lies Bleeding)
(Rose Glass)
Βαθμολογία:
6,5
Το "Love Lies Bleeding" επικεντρώνεται στις Lou (Kristen Stewart) και Jackie (Katy O'Brian). Η Lou, μανιώδης καπνίστρια, λεσβία «βαθμού Α», όπως η ίδια χαρακτηρίζεται, ζει απομονωμένη σε μια μικρή πόλη του Νέου Μεξικού και διαχειρίζεται ένα κακόφημο γυμναστήριο που ανήκει στον αποξενωμένο πατέρα της, τον τοπικό γκάνγκστερ που κρατά το εμπόριο όπλων και έχει το όνομα Lou Sr (Ed Harris). Όταν η Jackie περνά από την πόλη με προορισμό έναν διαγωνισμό bodybuilding στο Las Vegas, γνωρίζει την Lou και η έλξη είναι αστραπιαία και αμοιβαία. Η Lou προσφέρει στην Jackie μερικά από τα στεροειδή που της έρχονται στο γυμναστήριο. Πριν το καταλάβουν, έχουν γίνει εράστριες και η Jackie μετακομίζει στο διαμέρισμα της Lou.
Όπως στην κλασική ταινία "Thelma & Louise", οι πρωταγωνίστριες αντιμετωπίζουν γρήγορα την πατριαρχική βία κακοποιητικών ανδρών. Η Jackie αρχίζει να επιβάλλει τις δικές της βίαιες τιμωρίες. Ενώ οι ενέργειές της τροφοδοτούνται από την αυξανόμενη εξάρτηση από τα στεροειδή που της προμηθεύει η Lou, και οι δύο γυναίκες έχουν μια οργή που υπερβαίνει τη χημική επίδραση. Τα στεροειδή φαίνεται να απελευθερώνουν κάτι που ήταν ήδη ακριβώς κάτω από την επιφάνεια. Είναι, όμως, και το αποτέλεσμα της επαναλαμβανόμενης περιθωριοποίησης, της αδικίας και της αναξιοπρέπειας, τόσο των δικών τους όσο και των γύρω τους. Ωστόσο, οι χαρακτήρες δεν είναι ποτέ απλοί εκδικητές. Η ταινία συνειδητά επιλέγει μια πιο βρώμικη και πιο διφορούμενη τροχιά για τους χαρακτήρες της από το τυπικό τροπάριο της «δυνατής γυναίκας».
Πράγματι, τα σώματα βρίσκονται στο επίκεντρο της ταινίας. Γίνονται όμορφα και άθλια, τεντώνονται, δυναμώνουν, ευχαριστιούνται και σπάνε. Οι ερμηνείες της Stewart (χρόνια τώρα πολλά παραπάνω από την Bella του Twilight σύμπαντος) και της O' Brian φέρνουν μια οικειότητα που προσδίδει πόντους στην ταινία. Παρά τις γενικές συμβάσεις των χαρακτήρων τους, υπάρχει μια ωμότητα στις ερμηνείες που συντηρεί το ενδιαφέρον μας σε αυτές, ακόμα και αν οι επιλογές τους είναι προβλέψιμες.
Το νοσταλγικό σκηνικό στο οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία είναι μια κλισέ φαντασίωση περί της εργατικής τάξης της αγροτικής Αμερικής, με συνέπεια οι χαρακτήρες να μένουν κάπως μετέωροι. Για κάποιους η ταινία μπορεί να αποτελεί την επιτομή του στυλ έναντι της ουσίας, ή εναλλακτικά, του στυλ ως ουσίας. Μια κομβική σκηνή είναι ταυτόχρονα εκπληκτικά γκροτέσκα και άβολα κωμική. Οι μύες της Jackie φουσκώνουν και τρίζουν, το σώμα της ολοένα και πιο υπερβολικά δυνατό. Αυτό φαίνεται θεαματικά στην κορύφωση της ταινίας, που γειτνιάζει με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού. Η υποβλητική και δυναμωτική παρτιτούρα του Clint Mansell συνδυάζεται ωραία με τα στυλιζαρισμένα ηχητικά εφέ από τον σχεδιαστή ήχου Paul Davies.
Συνολικά μια καλή ταινία με παλαιότερες και ταυτόχρονα επίκαιρες θεματικές, περασμένες μέσα από την ιδιαίτερη σκηνοθετική ματιά της Αγγλίδας Rose Glass (της οποίας το ντεμπούτο "Saint Maud" αξίζει να ανακαλύψετε).