
Η υπόθεση
Είναι κάπως ουτοπικό να περιμένει κανείς να εντυπωσιαστεί από την υπόθεση και την πλοκή σε ένα σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα. Οι βάσεις του είδους έχουν τεθεί εδώ και πολλές δεκαετίες και ελάχιστοι τολμηροί επιχειρούν καινοτομίες. Ας μη λησμονούμε, άλλωστε, ότι η αστυνομική λογοτεχνία είναι ως επί το πλείστον εμπορική, τροφοδοτώντας την αγορά βιβλίων με ευπώλητα. Ο κίνδυνος της εκδοτικής αποτυχίας είναι πάντοτε ορατός, αν απογοητευτούν οι κριτικοί και πολύ περισσότερο οι αναγνώστες.

Ένα ακόμα στοιχείο που ξεχωρίζει το Nesbø από συγγραφείς της γενιάς του είναι ο τρόπος που εμπλουτίζει τις ιστορίες του με στοιχεία από τα ταξίδια και τις εμπειρίες του. Στήνει έναν χάρτη με ακτίνα δράσης από το Όσλο και την Ταϊλάνδη ως το Κονγκό και την Αυστραλία και δανείζεται χαρακτηριστικά των πολιτισμών τα οποία αναπλάθει για τις ανάγκες της ιστορίας του. Δυστυχώς δεν επιτυγχάνει πάντα το αρμονικό συνταίριασμα ανάμεσά τους και ορισμένες φορές ο πολυποίκιλος καμβάς του μοιάζει περισσότερο με αίθουσα ενός αποτυχημένου λαογραφικού μουσείου χωρίς ελεύθερη είσοδο.
Η αφήγηση
Αν η υπόθεση και η πλοκή σε ένα σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα δεν μπορούν να αποτελέσουν ασφαλές κριτήριο αξιολόγησης λόγω της έλλειψης καινοτομίας, δεν ισχύει το ίδιο για την αφήγηση της ιστορίας. Η ανάπτυξη τεχνικών μη γραμμικής αφήγησης είναι παλιά όσο κι η λογοτεχνία. Μπορεί ένας δεξιοτέχνης συγγραφέας να μην έχει κάτι πρωτότυπο να διηγηθεί, αλλά να το προσεγγίσει με τέτοιο τρόπο που να εξάψει το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Ο Alfred Hitchcock έδινε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη διαφορά μεταξύ των εννοιών “mystery” και “suspense” (δεν επιχειρώ μετάφραση γιατί θα διαστρεβλώσει το νόημα). Ο Jo Nesbø, δεδομένα, δεν κάνει ούτε “mystery” ούτε “suspense”. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι δεν κάνει ούτε κλασικό “whodunit/whodunnit”, δηλαδή να στήσει μια ιστορία στην οποία οι αναγνώστες μπορούν να συμμετέχουν στη διαδικασία εύρεσης του ενόχου ή αθώωσης κάποιου κατηγορούμενου. Για την ακρίβεια, οι ιστορίες του έχουν ένα χαρακτήρα παιχνιδιού, το οποίο συχνά φτάνει στα όρια της κοροϊδίας -αν όχι τα ξεπερνά. Ο Nesbø στήνει διαρκώς παγίδες στον αναγνώστη, τον κάνει να πιστεύει ότι έχει όλα τα δεδομένα για να επιλύσει το γρίφο, καθώς λόγω της ιδιότυπης γνώσης που έχει ο αναγνώστης (μέσω της διαδικασίας που περιγράφηκε παραπάνω) μπορεί να θεωρήσει λανθασμένα ότι γνωρίζει περισσότερα από τους πρωταγωνιστές (ένα είδος ... ανεστραμμένης τραγικής ειρωνείας). Ωστόσο, την τελευταία στιγμή ο συγγραφέας τού αποκαλύπτει ένα στοιχείο που του είχε εσκεμμένα αποκρύψει (όχι πάντως πάντα τεχνηέντως). Και τελικώς ο αναγνώστης καταλήγει να νιώθει κάπως έτσι.
Από μόνο του το γεγονός αυτό δεν θα ήταν κατακριτέο, αν το συγκεκριμένο σχήμα «Αυτός είναι ο ένοχος»/«Υπάρχει ένα νέο στοιχείο»/«Τελικά δεν είναι αυτός ο ένοχος» δεν επαναλαμβανόταν με τόσο εκνευριστική συχνότητα ακόμα και κατά τη διάρκεια της ίδιας ιστορίας. Μια στιγμή όμως. Δεν είναι αναμενόμενη μια ανάλογη διαδικασία στις αστυνομικές έρευνες; Όχι ακριβώς. Η αλληλουχία γεγονότων που οδηγούν (αν όχι εξαναγκάζουν) τον αναγνώστη στην σιγουριά για την ενοχή κάποιου δεν είναι κοινή με την αφηγηματική ευθεία κανενός από τους κύριους χαρακτήρες της ιστορίας του. Και αυτό σχετίζεται με τον τρόπο αφήγησης. Στον κόσμο του Nesbø ο αναγνώστης δεν βιώνει την ιστορία μέσα από τα μάτια ενός συγκεκριμένου χαρακτήρα, ούτε καν του Χάρι Χόλε που είναι ο βασικός πρωταγωνιστής του. Και κάπως έτσι, ο αναγνώστης βρίσκεται εγκλωβισμένος στον φαύλο κύκλο της προβληματικής αφήγησης του Nesbø.
Διαβάστε το δεύτερο μέρος της «αποδόμησης» του Jo Nesbø με ιστορίες περί σεξισμού και άλλων τινών.