Τι θα ακούσετε:
Blues, Jazz, Calypso, Gupsy Swing: μία ποικιλία από έντονα (ή όχι και τόσο) Tom Waits μελωδίες
Βαθμολογία:
7,5
Οκτώβριος 1978, Λος Άντζελες. Στο μπαρ του Tropicana Motel ο Tom Waits κάθεται στο πιάνο συνθέτοντας καινούργια μουσική. Σε μέρη σαν και αυτό και για σχεδόν όλη τη δεκαετία του '70 έγραψε πολλά από τα κλασσικά πια albums του και δημιούργησε την καλλιτεχνική του εικόνα. Με τα χαμηλά καπέλα γυρισμένα μπροστά, τα μεταχειρισμένα κουστούμια και μια φωνή αντίστοιχη ενός φορτηγού που προσπαθεί να ανέβει μια λασπωμένη ανηφόρα, ο Tom Waits έδινε την εντύπωση ενός άντρα παραδομένου ολοκληρωτικά στο αλκοόλ, τις καταχρήσεις και τα θέλγητρα της νύχτας, τραγουδώντας για ανεκπλήρωτους έρωτες, απραγματοποίητα όνειρα και παράξενες ιστορίες.
Στις αρχές της δεκαετίας του '80 ο Waits υπέστη μια μουσική μεταμόρφωση. Αισθανόμενος προσωπικά και καλλιτεχνικά εξουθενωμένος από τον ρόλο του ως o Charles Bukowski της μουσικής, απομακρύνθηκε από το Tropicana Motel, βρήκε δουλειά γράφοντας τη μουσική για την ταινία του Francis Ford Coppola "One From The Heart" και παντρεύτηκε μια βοηθό σεναριογράφου στο Coppola's Zoetrope Studios, την Kathleen Brennan, που θα τον ωθούσε να εξερευνήσει ένα βαθύτερο φάσμα ήχων και διαθέσεων. Τα άλμπουμ που αποτελούν την τριλογία "Swordfishtrombones", "Rain Dogs" και "Frank's Wild Years" αντικατέστησαν το jazz lounge στυλ της μουσικής του με μια «ενορχήστρωση σκουπιδιών», όπως αποκαλούνταν. Τύμπανα φρένων, μεταλλικά παράξενα μουσικά όργανα, μαρίμπα, Hammond και γυάλινες φυσαρμόνικες συνδυάζονται με τη φωνή του Waits που γρυλίζει για να δημιουργήσει μια εκπληκτική και περιστασιακά παράφωνη σειρά από αρμονίες. Κανένα μουσικό είδος δεν φαινόταν απλησίαστο, από σάμπα μέχρι πόλκα και μπλουζ.
Αυτά τα άλμπουμ σημάδεψαν επίσης μια αλλαγή στην εξέλιξη του Waits ως τραγουδοποιού, όπως σημείωσε στο tourbook για το "Frank's Wild Years": «Παλιότερα, ένιωθα ότι αυτό το τραγούδι είμαι εγώ. Προσπαθώ να ξεφύγω από αυτό το συναίσθημα και να αφήσω τα τραγούδια να έχουν τη δική τους ανατομία, τη δική τους διαδρομή, τα δικά τους "ρούχα"». Αυτό που δεν άλλαξε ήταν η προσκόλληση του Waits στους περιθωριακούς κατοίκους των αστικών περιοχών. Η ένταση αυτών των άλμπουμ έκανε τις νυχτερινές σκηνές τους στους δρόμους να φαίνονται πιο σκοτεινές και πιο άμεσες, με τους πρωταγωνιστές των τραγουδιών αυτών να βρέχουν τα σπίτια τους με βενζίνη και να παρακολουθούν με χαρά ενώ καίγονταν ολοσχερώς.
Τα "Alice" και "Blood Money" κυκλοφόρησαν ταυτόχρονα στις 7 Μαΐου 2002, αλλά γράφτηκαν με διαφορά σχεδόν μιας δεκαετίας. Η «Αλίκη» ήταν αρχικά ένα έργο που έκλεισε μια εξαιρετικά πολυάσχολη χρονιά για τον Waits. Κυκλοφόρησε το μουσικό σάουντρακ της ταινίας του Jim Jarmusch "Night On Earth" τον Απρίλιο του 1992, ακολουθούμενο από το "Bone Machine" τον Αύγουστο. Η "Alice", η δεύτερη συνεργασία του με τον avant-garde θεατρικό σκηνοθέτη Robert Wilson, έκανε πρεμιέρα στο Thalia Theater στο Αμβούργο της Γερμανίας τον Δεκέμβριο. Η "Alice" βασίστηκε στη σχέση μεταξύ του ενήλικου άνδρα Charles Dodgson (γνωστoύ και ως Lewis Carroll) και της Alice Liddell, της γειτόνισσας που ήταν η έμπνευσή του για το "Alice's Adventures In Wonderland". Τα τραγούδια που έγραψε ο Waits είναι ένα μείγμα από δηλώσεις καταδικασμένης αγάπης, παρατηρήσεις ενός ξεπεσμένου κόσμου και κομμάτια που περιγράφουν φρικιά και παραμορφωμένους ανθρώπους ("Table Top Joe", "Poor Edward"). Όμως, μετά την πρεμιέρα του έργου τα τραγούδια χάθηκαν. Το αυτοκίνητο του Waits παραβιάστηκε το 1992 και ένα CD με demo των συνθέσεων κλάπηκε. Έπρεπε να αγοράσει ο ίδιος ένα αντίγραφο (bootleg) χρόνια αργότερα, για να το ξαναδουλέψει για το άλμπουμ.
Οι συνθέσεις του δίσκου θυμίζουν όλα όσα είχε κάνει από τις αρχές της δεκαετίας του '80, αλλά υποβόσκει και μια αίσθηση σκοτεινών, ευρωπαϊκών ήχων του τέλους του 19ου/αρχών του 20ου αιώνα. Η επιρροή του Kurt Weill στα τραγούδια είναι εμφανής. Πολλά από τα κομμάτια ακούγονται σαν οπερέτα ηχογραφημένη σε όργανα εποχής. Είναι το λιγότερο «ροκ» άλμπουμ του Waits με διαφορά, γεμάτο μελαγχολία και μοναξιά.