Έχοντας διανύσει αισίως το πρώτο μισό του Οκτώβρη, ένας μήνας που
κατά παράδοση σηματοδοτεί την έναρξη της νέας θεατρικής περιόδου,
ζητήσαμε από τους συντάκτες μας να ρίξουν μια γρήγορη ματιά στον
προηγούμενο θεατρικό χειμώνα και να μας γράψουν λίγες γραμμές για εκείνη
την παράσταση και για εκείνη την ερμηνεία που έχει μείνει ανεξίτηλη
στην μνήμη τους, τόσους μήνες μετά.
Γράφει ο Γιώργος Μάριος Πετρής:
Σε μια θεατρική χρονιά που διακρίθηκε από κάποιες άκρως καλλιτεχνικές
και ευφάνταστες παραστάσεις κατά τη χειμερινή περίοδο, αλλά και κάποιες
λιγότερο δημιουργικές και μάλλον απογοητευτικές κατά τη θερινή περίοδο,
υπήρξαν έργα που έκαναν εντύπωση χωρίς όμως να ακουστούν ή να
διαφημιστούν, όπως θα άξιζαν. Μιλώντας πάνω σε αυτό το πλαίσιο θεατρικών
παραστάσεων, θα ξεχωρίζα τον «Γάμο του Καραχμέτη» στο Από Μηχανής Θέατρο.
Ίσως δεν είναι ο ορισμός της παράστασης της χρονιάς, και πως να
είναι άλλωστε όταν μιλάμε για ενα θεατρικό λιγότερο της μιας ώρας, με
περιοσμένο budget, χωρίς να παίζουν τα «μεγάλα ονόματα» επί σκηνής, από
την άλλη όμως αν μια παράσταση θα μπορούσε να
συρρικνώσει μέσα της όλη την ιδέα του Θεάτρου νομίζω πως θα ήταν αυτή.
Το πάθος των δυο ηθοποιών (Ιφ. Γρίβα, Ν. Χαλδαιάκης) που έπαιζαν και
επιπλέον ρόλους, τα
ευφάνταστα ευρήματα επί σκηνής που έκαναν να φαίνεται πως
παίζουν επιπλέον ηθοποιοί, αλλά προπαντός η υπέροχη μεταφορά του έργου
σε μια διασκευή που σεβόταν τη γλώσσα και το ύφος του Παπαδιαμάντη και
όπου σε ταξίδευε στο χώρο της δράσης σαν οι ηθοποιοί να ξεπηδούσαν ως
φανταστικά πλάσματα από τις σελίδες του μεγάλου διηγηματογράφου.
Θεατρική μαγεία.
Ερμηνευτικά ξεχωρίζω την απόδοση τού (κατά τη γνώμη μου) πιο ταλαντούχου νέου Έλληνα ηθοποιού, Κωνσταντίνου Μπιμπή, στη θεατρική παράσταση «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για 2»
σε μια μοναδική εμηνεία ψυχής που, όπως και στον «Ίων», υποδύεται
πολλαπλούς ρόλους με μεγάλες συναισθηματικές διακυμάνσεις, προκαλώντας
πληθώρα συναισθημάτων στον θεατή. Μοναδικός!
*****
Γράφει η Άννα Παπαδάκη:
Η «Βοσκοπούλα», ένα κείμενο του 16ου αιώνα -της Κρητικής Αναγέννησης, έλαβε χώρα την προηγούμενη Άνοιξη στο Δώμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου από την ομάδα Elephas tiliensis.
Το αποτέλεσμα ήταν κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό, καθώς οι ερμηνείες
των Πηνελόπης Τσιλίκα και Γιώργου Παπαδόπουλου ήταν σπουδαίες. Το
Κρητικό ιδίωμα διατηρήθηκε με την προσθήκη κάποιων νεολογισμών, που
ωστόσο δεν απέκλιναν καθόλου από το ύφος. Το σκηνικό μαγευτικό. Λιτό και
λειτουργικό με σχοινιά να κρέμονται από την στέγη αποκτώντας
διαφορετικές λειτουργίες κάθε φορά. Τα κοστούμια ήταν φροντισμένα, ώστε
να αγγίζουν την εποχή με σεβασμό και να μην υπερβάλλουν. Η μουσική της
Σαββίνας Γιαννάτου με τη συνοδεία επί σκηνής του Παντελή Νικηφόρου
έντυνε με λεπτότητα το κείμενο. Όπως είχα γράψει ξανά, πρόκειται για μία
παράσταση λεπτής δαντέλας, υψηλής αισθητικής μα κυρίως λεπτής
σκηνοθετικής ευαισθησίας!
Το θέατρο του Νέου Κόσμου έχει την τιμητική του, αφού η ερμηνεία που ξεχώρισα ήταν εκείνη της Ελένης Κοκκίδου στην παράσταση «Σου φυλάξαμε μια θέση» σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριντζήλα. Ένα δημιούργημα των δύο γυναικών που μιλά για το τι συμβαίνει όταν το τραγούδι εισέρχεται στο θέατρο και vice versa, καθώς και όλα όσα ακολουθούν. Η ερμηνεία της Ελένης Κοκκίδου ήταν απόλυτη και ανά περιόδους σπαραξικάρδια. Ερμήνευσε εκπέμποντας μία αύρα θετική, επικοινωνώντας όλα όσα της προσφέρουν το θέατρο και το τραγούδι, οι δύο μεγάλες της αγάπες που τόσο ταλαντούχα υπηρετεί. Ειλικρινής και φυσική, σε αφοπλίζει και δεν σε αφήνει να ησυχάσεις λεπτό. Αλλάζει συνεχώς εκφράσεις, ύφος, ένταση, κάποτε και ρούχα, όπως είχα αναφέρει και τότε. Η φωνή της ιδιαίτερη ανταποκρίθηκε σε ποικίλα μουσικά είδη, ενώ δεν έπαψε να αντιμετωπίζει με χιούμορ τα όποια προβλήματα προέκυπταν κατά τη διάρκεια της παράστασης.
Το θέατρο του Νέου Κόσμου έχει την τιμητική του, αφού η ερμηνεία που ξεχώρισα ήταν εκείνη της Ελένης Κοκκίδου στην παράσταση «Σου φυλάξαμε μια θέση» σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριντζήλα. Ένα δημιούργημα των δύο γυναικών που μιλά για το τι συμβαίνει όταν το τραγούδι εισέρχεται στο θέατρο και vice versa, καθώς και όλα όσα ακολουθούν. Η ερμηνεία της Ελένης Κοκκίδου ήταν απόλυτη και ανά περιόδους σπαραξικάρδια. Ερμήνευσε εκπέμποντας μία αύρα θετική, επικοινωνώντας όλα όσα της προσφέρουν το θέατρο και το τραγούδι, οι δύο μεγάλες της αγάπες που τόσο ταλαντούχα υπηρετεί. Ειλικρινής και φυσική, σε αφοπλίζει και δεν σε αφήνει να ησυχάσεις λεπτό. Αλλάζει συνεχώς εκφράσεις, ύφος, ένταση, κάποτε και ρούχα, όπως είχα αναφέρει και τότε. Η φωνή της ιδιαίτερη ανταποκρίθηκε σε ποικίλα μουσικά είδη, ενώ δεν έπαψε να αντιμετωπίζει με χιούμορ τα όποια προβλήματα προέκυπταν κατά τη διάρκεια της παράστασης.
*****
Γράφει Σπύρος Σουρβίνος:
Σχεδόν στις «καθυστερήσεις» της περσινής, θεατρικής σεζόν, είχα την τύχη να βρεθώ στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, παρακινούμενος, οφείλω να ομολογήσω, απ’ την περιέργειά μου να παρακολουθήσω μια παράσταση με τίτλο «ΑΡΙΣΤΟΣ» για την οποία μιλούσε όλη η Αθήνα. Χωρίς καν να έχω καταλάβει πού τονίζεται ο τίτλος, άρχισα την έρευνα μου γύρω απ’ το έργο. Ο
«Αρίστος», λοιπόν, βασισμένος στο μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνου, «Ο
γύρος του θανάτου», πραγματεύεται την υπόθεση του Δράκου του Σέιχ Σου,
ενός κατά συρροή δολοφόνου που έδρασε στη Θεσσαλονίκη του ’60. Πιο
συγκεκριμένα, στο έργο προσεγγίζεται με διερευνητικό ύφος η, από
πολλούς, άδικη κατηγορία και καταδίκη σε θάνατο, ενός νεαρού,
εκδιδόμενου αγοριού ονόματι Αριστείδη Παγκρατίδη.
Απαριθμώντας
τα όσα με ενθουσίασαν στη συγκεκριμένη παράσταση, θα μπορούσα να γράφω
για ώρες τόσο για τη δραματουργική επεξεργασία της Θεοδώρας Καπράλου και
την εξαιρετική και γεμάτη χρώμα σκηνοθεσία του Γιώργου Παπαγεωργίου,
όσο και για τους τρεις ηθοποιούς, Ελένη Ουζουνίδου, Μιχάλη Οικονόμου και
Γιώργο Χριστοδούλου. Εκείνοι, στη διάρκεια του έργου, όργωσαν ολόκληρη
τη σκηνή, αλλάζοντας τουλάχιστον τρεις χαρακτήρες ο καθένας,
παρουσιάζοντας ποικίλες πτυχές της συγκριμένης ιστορίας απ’ τη σκοπιά
διαφόρων μαρτύρων και έχοντας για συνοδεία τις αρμονικότατες νότες του
μουσικού επί σκηνής Γιώργου Δούσου. Το στοιχείο που με εντυπωσίασε,
όμως, περισσότερο ήταν η τόσο ρεαλιστική, ειλικρινής και πολύπλευρη
αναπαράσταση της υπόθεσης του Δράκου, αφήνοντας, ταυτόχρονα, την
ετυμηγορία σε εμάς, τους θεατές. Το καλοκουρδισμένο και γεμάτο
ζωντάνια, σύνολο του «Αρίστου», που με έκανε να αισθανθώ πως
παρακολουθούσα Θέατρο Δρόμου ή διαδραστικό, Λαϊκό Δικαστήριο, αποτελεί
την επιλογή μου ως «Παράσταση της χρονιάς». Ο «Αρίστος» θα επαναληφθεί
και τη φετινή σεζόν στο ίδιο θέατρο. Ξέρετε τι σημαίνει αυτό, ε..;
Ως ερμηνεία της χρονιάς, ομολογουμένως δυσκολεύομαι να επιλέξω μία. Η Κάτια Γέρου στο ρόλο της Σολάνς από τις «Δούλες» του Ζενέ ήταν συγκλονιστική, ειδικά στον τελικό της μονόλογο. Όμως, στο «Μισάνθρωπο» της Ιόλης Ανδρεάδη, υπήρξα θεατής και μάρτυρας μιας
ερμηνείας τουλάχιστον αξιοσημείωτης. Ο Μιλτιάδης Φιορέντζης,
πρωταγωνιστής στο αριστούργημα του Μολιέρου, παρουσίασε μια προσέγγιση
του Άλκηστου με ιδιαίτερη έμφαση στη σωματική φόρμα και το λυρισμό του
χαρακτήρα. Ενσάρκωσε έναν ήρωα ειλικρινά πληγωμένο απ’ τη ζωή, ο
οποίος, τελικά, το μόνο που ζητάει είναι λίγη αγάπη. Εύθραυστος, αλλά
και κυνικός, πολλές στιγμές ο ηθοποιός επικοινωνούσε την ιδιοσυγκρασία
του μέσω της εξαιρετικά δουλεμένης και προσεγμένης σκηνοθετικά
σωματικότητάς του. Σε μια παράσταση δίχως οποιαδήποτε μουσική συνοδεία,
οι χορογραφημένες κινήσεις του Μ. Φιορέντζη και η μουσικότητα που
προσέδιδε στο κείμενο με τη βαθιά φωνή, πρόσφεραν χρώμα και διάχυτη
ενέργεια στην τεράστια σκηνή του Σύγχρονου Θεάτρου. Όλα τα παραπάνω
είχαν ως αποτέλεσμα τη σύνθεση ενός πολύ ενδιαφέροντος πορτραίτου της
διαχρονικής και πολυπαιγμένης φιγούρας του κεντρικού ήρωα του
«Μισάνθρωπου».
*****
Γράφει η Κατερίνα Αδαμοπούλου:
Αν
σκοπός κάθε δημιουργού είναι να κατασκευάζει με κλασικά υλικά κάτι
καινούργιο, αν η ψυχή του θεάτρου είναι να δημιουργήσει συναίσθημα, η Ομάδα ΙΔΕΑ (Κωνσταντίνος Μπιμπής, Αθηνά Μουστάκα και Κώστας Γάκης) εκπλήρωσε τους στόχους αυτούς, παρουσιάζοντας πέρυσι για έκτη και τελευταία χρονιά στο Θέατρο Άλφα Ιδέα μια παράσταση που ξεχύλιζε από χαρά και λυπή! Ο λόγος φυσικά για τον «Ρωμαίο και Ιουλιέτα για 2»,
μια παράσταση που αν και βασίστηκε στο κλασικό κείμενο του Σαίξπηρ
έφερε έντονα μια σύγχρονη οπτική στην αφήγηση της ιστορίας, παντρεύοντας
το σαιξπηρικό δράμα με το έξυπνο χιούμορ και την κουλτούρα της εποχής
μας. Τρεις ηθοποιοί επί σκηνής αποδείχθηκαν υπεραρκετοί για να αφηγηθούν
το διασημότερο love story όλων των εποχών, με τους Άννα Μουστάκα και
Κωνσταντίνο Μπιμπή να υποδύονται όλα τα πρόσωπα που εμφανίζονται στο
έργο του Άγγλου συγγραφέα.
*****
Γράφει η Ηρώ Μαούνη:
Η αλήθεια είναι ότι τη θεατρική σεζόν που διανύσαμε δυστυχώς είδα αισθητά
λιγότερες παραστάσεις εν συγκρίσει με τα τρία τελευταία χρόνια λόγω έλλειψης
χρόνου, ωστόσο νομίζω πως όσες παραστάσεις και αν είχα καταφέρει να
παρακολουθήσω, η παράσταση στην οποία θα αναφερθώ σίγουρα θα βρισκόταν σε εκείνες που ξεχώρισα. Μιλώ για τον λαογραφικό και βιογραφικό μονόλογο,«Αγγέλικα Νίκλη Σολωμού η Διάφανη», ο οποίος αφορά στη ζωή της μητέρας του εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού, και κατ' επέκταση και στη ζωή του ιδίου. Η παράσταση ανέβηκε στον Πολυχώρο Vault, σε κείμενο και σκηνοθεσία Περικλή Μοσχολιδάκη με μία εξαιρετική Μάγδα Κατσιπάνου. Μαζί της επί σκηνής βρέθηκε ο μουσικός Κωνσταντίνος Χίνης.
Στο σχετικό άρθρο μου είχα καταγράψει αναλυτικά την άποψή μου για την
παράσταση, το κείμενο, τους συντελεστές, την ερμηνεία της πρωταγωνίστριας, γι' αυτό και δεν θα επαναληφθώ (μπορείτε να ανατρέξετε εδώ). Θα σταθώ λοιπόν στο ότι έξι μήνες μετά, η άποψή μου αυτή παραμένει αναλλοίωτη και τα συναισθήματα που μού δημιουργήθηκαν κατά την παρακολούθηση του έργου έχουν φωλιάσει στην καρδιά μου. Γι' αυτό και μπορώ να πω με σιγουριά ότι ήταν η καλύτερη παράσταση που είδα τη χρονιά που μας πέρασε. Είναι νομίζω μια παράσταση για την οποία όλοι οι συντελεστές (Περικλής Μοσχολιδάκης, Μάνος Γερωνυμάκης, Μάγδα Κατσιπάνου, Κωνσταντίνος Χίνης, Μάριος Βουτσινάς, Άκης Σαμόλης) και το θέατρο που την φιλοξένησε και ανέλαβε την παραγωγή πρέπει να αισθάνονται περήφανοι και ταυτόχρονα τυχεροί, μια και είναι από αυτές τις καλλιτεχνικές συγκυρίες, όπου μία μικρή ομάδα ανθρώπων συνεργάζεται και παράγει -αυτό που λέμε- ένα μικρό «θαύμα». Χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς ψεύτικα φτιασίδια ή εμπορική προώθηση, όλες οι παραστάσεις της «Αγγέλικας» ήταν ασφυκτικά γεμάτες και οι θεατές έφευγαν βαθιά συγκινημένοι, παίρνοντας μαζί τους όσα έμαθαν και άκουσαν αυτές τις δύο ώρες. «Δεν είναι υπέροχο το θέατρο και αυτά που μας προσφέρει;»: έτσι σκέφτομαι κάθε φορά που παρακολουθώ μια τέτοια παράσταση. Μακάρι το αθηναϊκό και όχι μόνο κοινό να έχει την ευκαιρία να έρθει ή και να ξαναέρθει σε επαφή με το έργο αυτό.
παράσταση, το κείμενο, τους συντελεστές, την ερμηνεία της πρωταγωνίστριας, γι' αυτό και δεν θα επαναληφθώ (μπορείτε να ανατρέξετε εδώ). Θα σταθώ λοιπόν στο ότι έξι μήνες μετά, η άποψή μου αυτή παραμένει αναλλοίωτη και τα συναισθήματα που μού δημιουργήθηκαν κατά την παρακολούθηση του έργου έχουν φωλιάσει στην καρδιά μου. Γι' αυτό και μπορώ να πω με σιγουριά ότι ήταν η καλύτερη παράσταση που είδα τη χρονιά που μας πέρασε. Είναι νομίζω μια παράσταση για την οποία όλοι οι συντελεστές (Περικλής Μοσχολιδάκης, Μάνος Γερωνυμάκης, Μάγδα Κατσιπάνου, Κωνσταντίνος Χίνης, Μάριος Βουτσινάς, Άκης Σαμόλης) και το θέατρο που την φιλοξένησε και ανέλαβε την παραγωγή πρέπει να αισθάνονται περήφανοι και ταυτόχρονα τυχεροί, μια και είναι από αυτές τις καλλιτεχνικές συγκυρίες, όπου μία μικρή ομάδα ανθρώπων συνεργάζεται και παράγει -αυτό που λέμε- ένα μικρό «θαύμα». Χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς ψεύτικα φτιασίδια ή εμπορική προώθηση, όλες οι παραστάσεις της «Αγγέλικας» ήταν ασφυκτικά γεμάτες και οι θεατές έφευγαν βαθιά συγκινημένοι, παίρνοντας μαζί τους όσα έμαθαν και άκουσαν αυτές τις δύο ώρες. «Δεν είναι υπέροχο το θέατρο και αυτά που μας προσφέρει;»: έτσι σκέφτομαι κάθε φορά που παρακολουθώ μια τέτοια παράσταση. Μακάρι το αθηναϊκό και όχι μόνο κοινό να έχει την ευκαιρία να έρθει ή και να ξαναέρθει σε επαφή με το έργο αυτό.
Άλλες παραστάσεις που ξεχώρισα: Επιτέλους είδα τη «Μεγάλη Χίμαιρα» και την «Κατερίνα» και δεν νομίζω ότι χρειάζονται συστάσεις. Η πρώτη δεν χαρακτηρίστηκε τυχαία παράσταση - φαινόμενο με θεατές που ξεπέρασαν τους 100.000! Η «Κατερίνα» από την άλλη δεν θεωρείται άδικα κομβική στιγμή των Αύγουστου Κορτώ, Γιώργου Νανούρη και Λένα Παπαληγούρα. Δεν επέλεξα να γράψω
γι' αυτές, μια και τις είδα στις τελευταίες παραστάσεις που δόθηκαν το
2017, επομένως θεωρώ πως ανήκουν στις προηγούμενες σεζόν. Και οι δύο
όμως μού άρεσαν πραγματικά πολύ. Οι τίτλοι των παραστάσεων της σεζόν που
ξεκίνησε μόλις φαίνονται πολλά υποσχόμενοι και ανυπομονώ να
παρακολουθήσω ήδη αρκετές!
*****
Γράφει η Φωτεινή Καϊλάρη:
Στη θεατρική ανασκόπηση της χρονιάς που μας πέρασε, δικαιωματικά μια σημαντική θέση ανήκει στη «Μαντάμ Σουσού», την πλέον αναμενόμενη και πολυσυζητημένη παράσταση της προηγούμενης σεζόν. Η δημοφιλής κωμωδία του Δημήτρη Ψαθά, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, κείμενα Δήμητρας Παπαδοπούλου και παραγωγή των Θεατρικών Σκηνών,
ήταν η εναρκτήρια παράσταση του Παλλάς για τη σεζόν 2017-2018. Μια
μεγάλη θεατρική παραγωγή, ένα τολμηρό και ακριβό εγχείρημα, που
αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες του περασμένου
χειμώνα στην Αθήνα. Η «Μαντάμ Σουσού» σε διάστημα τριών μηνών στο Παλλάς
ξεπέρασε τα 110.000 εισητήρια, ενώ ακολούθησε μία εξίσου επιτυχημένη
καλοκαιρινή περιοδεία του έργου σε όλη την Ελλάδα. Η σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα μέσα από μία κινηματογραφική ματιά, με ροή, έμφαση στη λεπτομέρεια,
πολλά σκηνοθετικά ευρήματα χωρίς υπερβολές, μας τοποθέτησε επιτυχώς στο
κλίμα εκείνης της εποχής. Ιδιαιτέρως συγκινητικό ήταν το σκηνοθετικό
εύρημα στο φινάλε του έργου, όπου ο «συγγραφέας» συναντά το δημιούργημά
του. Τα εντυπωσιακά σκηνικά, τα εκθαμβωτικά κοστούμια της παράστασης,
αλλά και οι υπέροχες χορογραφίες, στάθηκαν αντάξια ενός μεγάλου
θεάματος. Στα θετικά προστίθενται η εξαιρετική διανομή των μικρότερων
ρόλων, η απουσία μελοδραματισμών στις ερμηνείες των ηθοποιών, καθώς
και η μουσική και τα τραγούδια της παράστασης.
Η Δήμητρα Παπαδοπούλου στάθηκε επάξια στο σανίδι ενσαρκώνοντας τη διάσημη ηρωίδα του μεγάλου Δημήτρη Ψαθά.
Η αγαπημένη ηθοποιός ερμήνευσε με το δικό της ιδιαίτερο τρόπο τον
χαρακτήρα της Σουσούς, χαρίζοντάς μας άφθονο γέλιο και δυνατές
συγκινήσεις. Η αδιάκοπη εναλλαγή των κοστουμιών, δεν πτόησε την
αγαπημένη ηθοποιό. Η διαχρονικότητα και η δύναμη του έργου σε συνδυασμό
με όσα ανέφερα ήδη δικαιολογούν την πρωτόγνωρη κοσμοσυρροή που θυμίζει
άλλες εποχές.
Σχετικό θέμα