Υπό άλλες συνθήκες, θα μπορούσα να γράψω ένα σωρό λέξεις εξυμνώντας ένα live που έχει ως κύριο πρόσωπο μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες του ελληνικού ροκ. Το θείο Νώντα ή αλλιώς τον μεγάλο Δημήτρη Πουλικάκο. Το βράδυ της Παρασκευής στη μουσική σκηνή Μεθοδία πολλά ήταν αυτά που με έκαναν να μην περάσω και την πιο σούπερ βραδιά μου.
Λόγω κάποιων άλλων υποχρεώσεων έτρεχα να προλάβω να είμαι εννέα η ώρα στο χώρο (όπως είχε ανακοινωθεί και στο πρόγραμμα), γιατί ήθελα οπωσδήποτε να παρακολουθήσω τις Σκοτεινές Ακτές. Ήταν το πρώτο support, δεν τους γνώριζα και από περιέργεια ήθελα να πάρω μια πρωτη γεύση.
Μπαίνω στο χώρο λίγο μετά τις εννέα και τι αντικρίζω! Ένα άδειο μαγαζί. Με βία, μαζί με μένα, δέκα άτομα. "Δεν ξεκινάμε καλά" λέω από μέσα μου. Άλλα μετά σκέφτηκα "έλα μωρέ νωρίς είναι και σε κανένα μισάωρο θα βγουν οπότε θα μαζέψει κόσμο". Βγήκαν πολύ αργότερα από μισάωρο και δεν μπορώ να πω ότι μάζεψε κόσμο. Όσο κόσμο είχε, την έβγαζε στο μπαρ με κουβεντούλα και ποτάκι.
Βγήκαν, λοιπόν, οι Σκοτεινές Ακτές και το μόνο που μου άφησαν σαν εντύπωση ήταν μια φλατ μονότονη παρουσία που ακόμα και σε μια διασκευή Τρύπες που έκαναν, παραλίγο να μην την καταλάβω. Δεν θα τους έλεγα κακούς. Άλλα δεν μου έδιναν κάτι που δεν είχα ξανακούσει και είχαν ένα πολύ μονότονο και σχετικά υποτονικό στυλ. Σε αυτό σίγουρα συνέβαλε και ο ήχος που ήταν μπουκωμένος. Τα πρώτα φίδια αρχίζουν να με ζώνουν.
Μετά από μια γρήγορη αλλαγή της σκηνής έρχονται οι δεύτεροι της βραδιάς πριν τον μεγάλο Μήτσο, που ήταν οι Σέλας. Συγκρότημα που το έχω παρακολουθήσει αρκετές φόρες ζωντανά και παρόλο που δεν είμαι φανατικός του στυλ που παίζουν, είναι μια αρκετά καλά δουλεμένη μπάντα. Εδώ τα πράγματα κάπως ζωήρεψαν αλλά ο ήχος παρέμεινε πάλι όχι στα καλύτερα επίπεδα. Τα φωνητικά ήταν λίγο ψιλοθαμένα (σε κάποιες περιπτώσεις) και υπήρχαν μπουκώματα στον ήχο (λιγότερα από τις Σκοτεινές Ακτές). Τέλος πάντων, στην ώρα που τους αναλογούσε έκαναν ό,τι μπορούσαν για να κρατήσουν το κοινό ζωντανό.
Ποιο κοινό όμως; Η προσέλευση μεν συνεχιζόταν, αλλά με το σταγονόμετρο. Επίσης και οι Σκοτεινές Ακτές και οι Σέλας παρακινούσαν τον κόσμο να έρθει πιο κοντά στην σκηνή και όχι να αράζει στο μπαρ. Οι προσπάθειες τους, όμως, δεν έπιασαν τόπο. Ήταν το κοινό αδιάφορο; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Πάντως μέχρι και το τέλος των Σέλας, η συναυλία θύμιζε σαν είχε κλείσει κάποιος σχήματα για να παίξουν live και να έρθει κόσμος για να πιει ένα ποτό και να περιφέρεται στο χώρο σαν να είναι δεξίωση.
Μετά το πέρας των Σέλας άρχισαν οι ετοιμασίες για το Θείο Νώντα και τη Σπυριδούλα. Ναι, δυο μεγάλα ονόματα της ελληνικής ροκ σκηνής, που, πάρα πολλά συγκροτήματα μέχρι τώρα οφείλουν την ύπαρξη τους σε αυτούς. Μεγάλωσαν και μεγαλώνουν ακόμα γενιές ακροατών και μουσικών. Και η προσέλευση είναι λίγο καλύτερη αλλά σε γενικές γραμμές ήμασταν λίγοι.
Εδώ τα πράγματα στον ήχο ήταν πολύ καλύτερα. Είχαμε ένα θέμα στην αρχή με κάποιους μικροφωνισμούς αλλά μέχρι εκεί. Το κοινό ζωντάνεψε, ήρθε φυσικά πολύ πιο κοντά στο Μήτσο. Ο Μήτσος στο κέντρο καθιστός με την κιθάρα του και δίπλα του (αριστερά και δεξιά) οι δυο Σπυρόπουλοι. Γερασμένος μεν, το είχε όμως. Όχι να σκίσω τα ρούχα μου αλλά ήταν αξιοπρεπής. Οι Σπυρόπουλοι ήταν ακμαίοι, αυτή είναι η αλήθεια.
Θα ξαναμπώ πάλι στο γνωστό τριπάκι των συγκρίσεων. Είχα να δω τον Πουλικάκο από το 1999 ή το 2000 από ένα Live στην ΑΣΟΕΕ με τον Πιλαλί και τον Τσίγκο. Είχα περάσει πάρα πολύ καλά. Πάει και μια δεκαπενταετία πίσω όπου ήδη ο Θείος Νώντας ήταν μεγάλος (τώρα είναι 72) . Είναι δύσκολο για ένα καλλιτέχνη και μάλιστα γνήσιο ρόκερ να εγκαταλείψει τη σκηνή, αλλά θα ήταν κάλο κάποια στιγμή, να υπάρξει ένα τέλος. Δεν είδα κάτι απογοητευτικό που να μου προκαλέσει θλίψη, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να λες και ως εδώ.
Κατά τα αλλά εννοείται ότι ακούστηκαν πολλά γνωστά τραγουδια από την πορεία και των δυο καλλιτεχνών, αλλά και διασκευές όπως το Going Down του Freddie King. Δεν ακούστηκε το Crazy Love που ζητούσε επίμονα μια φίλη μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο, αλλά έτσι είναι τα live.
Ο Πουλικάκος μαζί με τη Σπυριδούλα ρόκαραν πραγματικά. Και το εννοώ. Αυτό που ακούσαμε είναι ροκ με όλη τη σημασία της λέξεως. Από εμφάνιση, από στυλ, από φιλοσοφία. Ήταν κάλο για όσους δεν γνώριζαν τι είναι το ροκ και το έχουν μπερδεμένο στο μυαλό τους. Απλά, θα μπορούσε να ήταν μια πραγματικά αξέχαστη βραδιά αν μάζευε περισσότερο κόσμο και είχε λίγο περισσότερο παλμό. Νομίζω ότι και ο θείος Νώντας μέσα του θα το επιζητούσε. Νομίζω!
Λόγω κάποιων άλλων υποχρεώσεων έτρεχα να προλάβω να είμαι εννέα η ώρα στο χώρο (όπως είχε ανακοινωθεί και στο πρόγραμμα), γιατί ήθελα οπωσδήποτε να παρακολουθήσω τις Σκοτεινές Ακτές. Ήταν το πρώτο support, δεν τους γνώριζα και από περιέργεια ήθελα να πάρω μια πρωτη γεύση.
Μπαίνω στο χώρο λίγο μετά τις εννέα και τι αντικρίζω! Ένα άδειο μαγαζί. Με βία, μαζί με μένα, δέκα άτομα. "Δεν ξεκινάμε καλά" λέω από μέσα μου. Άλλα μετά σκέφτηκα "έλα μωρέ νωρίς είναι και σε κανένα μισάωρο θα βγουν οπότε θα μαζέψει κόσμο". Βγήκαν πολύ αργότερα από μισάωρο και δεν μπορώ να πω ότι μάζεψε κόσμο. Όσο κόσμο είχε, την έβγαζε στο μπαρ με κουβεντούλα και ποτάκι.
Βγήκαν, λοιπόν, οι Σκοτεινές Ακτές και το μόνο που μου άφησαν σαν εντύπωση ήταν μια φλατ μονότονη παρουσία που ακόμα και σε μια διασκευή Τρύπες που έκαναν, παραλίγο να μην την καταλάβω. Δεν θα τους έλεγα κακούς. Άλλα δεν μου έδιναν κάτι που δεν είχα ξανακούσει και είχαν ένα πολύ μονότονο και σχετικά υποτονικό στυλ. Σε αυτό σίγουρα συνέβαλε και ο ήχος που ήταν μπουκωμένος. Τα πρώτα φίδια αρχίζουν να με ζώνουν.
Μετά από μια γρήγορη αλλαγή της σκηνής έρχονται οι δεύτεροι της βραδιάς πριν τον μεγάλο Μήτσο, που ήταν οι Σέλας. Συγκρότημα που το έχω παρακολουθήσει αρκετές φόρες ζωντανά και παρόλο που δεν είμαι φανατικός του στυλ που παίζουν, είναι μια αρκετά καλά δουλεμένη μπάντα. Εδώ τα πράγματα κάπως ζωήρεψαν αλλά ο ήχος παρέμεινε πάλι όχι στα καλύτερα επίπεδα. Τα φωνητικά ήταν λίγο ψιλοθαμένα (σε κάποιες περιπτώσεις) και υπήρχαν μπουκώματα στον ήχο (λιγότερα από τις Σκοτεινές Ακτές). Τέλος πάντων, στην ώρα που τους αναλογούσε έκαναν ό,τι μπορούσαν για να κρατήσουν το κοινό ζωντανό.
Ποιο κοινό όμως; Η προσέλευση μεν συνεχιζόταν, αλλά με το σταγονόμετρο. Επίσης και οι Σκοτεινές Ακτές και οι Σέλας παρακινούσαν τον κόσμο να έρθει πιο κοντά στην σκηνή και όχι να αράζει στο μπαρ. Οι προσπάθειες τους, όμως, δεν έπιασαν τόπο. Ήταν το κοινό αδιάφορο; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Πάντως μέχρι και το τέλος των Σέλας, η συναυλία θύμιζε σαν είχε κλείσει κάποιος σχήματα για να παίξουν live και να έρθει κόσμος για να πιει ένα ποτό και να περιφέρεται στο χώρο σαν να είναι δεξίωση.
Μετά το πέρας των Σέλας άρχισαν οι ετοιμασίες για το Θείο Νώντα και τη Σπυριδούλα. Ναι, δυο μεγάλα ονόματα της ελληνικής ροκ σκηνής, που, πάρα πολλά συγκροτήματα μέχρι τώρα οφείλουν την ύπαρξη τους σε αυτούς. Μεγάλωσαν και μεγαλώνουν ακόμα γενιές ακροατών και μουσικών. Και η προσέλευση είναι λίγο καλύτερη αλλά σε γενικές γραμμές ήμασταν λίγοι.
Εδώ τα πράγματα στον ήχο ήταν πολύ καλύτερα. Είχαμε ένα θέμα στην αρχή με κάποιους μικροφωνισμούς αλλά μέχρι εκεί. Το κοινό ζωντάνεψε, ήρθε φυσικά πολύ πιο κοντά στο Μήτσο. Ο Μήτσος στο κέντρο καθιστός με την κιθάρα του και δίπλα του (αριστερά και δεξιά) οι δυο Σπυρόπουλοι. Γερασμένος μεν, το είχε όμως. Όχι να σκίσω τα ρούχα μου αλλά ήταν αξιοπρεπής. Οι Σπυρόπουλοι ήταν ακμαίοι, αυτή είναι η αλήθεια.
Θα ξαναμπώ πάλι στο γνωστό τριπάκι των συγκρίσεων. Είχα να δω τον Πουλικάκο από το 1999 ή το 2000 από ένα Live στην ΑΣΟΕΕ με τον Πιλαλί και τον Τσίγκο. Είχα περάσει πάρα πολύ καλά. Πάει και μια δεκαπενταετία πίσω όπου ήδη ο Θείος Νώντας ήταν μεγάλος (τώρα είναι 72) . Είναι δύσκολο για ένα καλλιτέχνη και μάλιστα γνήσιο ρόκερ να εγκαταλείψει τη σκηνή, αλλά θα ήταν κάλο κάποια στιγμή, να υπάρξει ένα τέλος. Δεν είδα κάτι απογοητευτικό που να μου προκαλέσει θλίψη, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να λες και ως εδώ.
Κατά τα αλλά εννοείται ότι ακούστηκαν πολλά γνωστά τραγουδια από την πορεία και των δυο καλλιτεχνών, αλλά και διασκευές όπως το Going Down του Freddie King. Δεν ακούστηκε το Crazy Love που ζητούσε επίμονα μια φίλη μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο, αλλά έτσι είναι τα live.
Ο Πουλικάκος μαζί με τη Σπυριδούλα ρόκαραν πραγματικά. Και το εννοώ. Αυτό που ακούσαμε είναι ροκ με όλη τη σημασία της λέξεως. Από εμφάνιση, από στυλ, από φιλοσοφία. Ήταν κάλο για όσους δεν γνώριζαν τι είναι το ροκ και το έχουν μπερδεμένο στο μυαλό τους. Απλά, θα μπορούσε να ήταν μια πραγματικά αξέχαστη βραδιά αν μάζευε περισσότερο κόσμο και είχε λίγο περισσότερο παλμό. Νομίζω ότι και ο θείος Νώντας μέσα του θα το επιζητούσε. Νομίζω!