Ένα από τα πλέον αναμενόμενα μουσικά ντοκιμαντέρ του φετινού φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας ήταν το The Beatles: Eight Days A Week – The Touring Years του Ron Howard, το οποίο καταφέραμε να δούμε, παρόλο που έγινε sold out αρκετές ημέρες νωρίτερα. Η αίθουσα του Όπερα ήταν γεμάτη από αναγνωρίσιμους και μη θαυμαστές των Beatles, πρόθυμοι όλοι να μπουν για λίγο στο γοητευτικό τους κόσμο.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία του γκρουπ και των ζωντανών τους εμφανίσεων κατά τη διάρκεια των ετών 1962 – 1966, δηλαδή ακριβώς τότε που επικρατούσε υστερία και μόνο στο άκουσμα του ονόματός τους. Παρακολουθούμε πώς οι τέσσερις Beatles μεταμορφώθηκαν από καλά παιδιά με κουστουμάκια σε ώριμους μουσικούς με διάθεση για πειραματισμό και εξέλιξη της τέχνης τους, εν μέσω εκδηλώσεων απόλυτης λατρείας από θαυμαστές και θαυμάστριες – κυρίως το δεύτερο – που θα είχαν εύκολα οδηγήσει πολλούς άλλους σε διαφορετικά μονοπάτια, πολύ μακριά από την τέχνη.
Οι Beatles σχηματίστηκαν το 1960 από τους John Lennon, Paul McCartney και George Harrison, οι οποίοι συνεργάστηκαν με διαφορετικούς drummers, μέχρι να συμπληρωθεί το μαγικό τους παζλ με τον Ringo Starr. Ο μάνατζερ Brian Epstein και ο παραγωγός George Martin – και οι δύο συχνά αναφερόμενοι ως ‘ο πέμπτος Beatle’ – τελειοποίησαν την εικόνα και το αποτέλεσμα ήταν ότι το γκρουπ απέκτησε τη μέγιστη επιρροή διεθνώς και διαχρονικά, τόσο στη μουσική, όσο και στον πολιτισμό γενικότερα. Δεν υπάρχουν πολλές τόσο αναγνωρίσιμες μορφές, ούτε τόσο αναγνωρίσιμες φωνές και μουσικές φόρμες. Η επιτυχία τους οφείλεται προφανώς σε αυτόν το μαγικό συνδυασμό των έξι ανθρώπων, και βέβαια στο κατάλληλο timing, που παρέμεινε τέτοιο για μια δεκαετία, έως τη διάλυση του γκρουπ το 1970.
Εκείνο που δεν είναι και τόσο γνωστό και στο οποίο εστιάζει η ταινία είναι ότι από το 1966, οι Beatles είχαν σταματήσει τις ζωντανές εμφανίσεις, απολύτως συνειδητά. Το κοινό τους όλο και μεγάλωνε, οι συναυλίες πραγματοποιούνταν σε όλο και μεγαλύτερα στάδια, με όλο και ισχυρότερα μηχανήματα, κάποια εκ των οποίων κατασκευασμένα ειδικά γι’ αυτούς, αλλά το στοιχείο που διαφοροποιούνταν περισσότερο ήταν η αντίδραση του κοινού. Οι κοπέλες έκλαιγαν και ούρλιαζαν, πράγμα που δεν μπορούσαν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες να εξηγήσουν, όπως αναφέρουν επανειλημμένως σε ερωτήσεις δημοσιογράφων στο φιλμ. Τα αγόρια προσπαθούσαν να τους μιμηθούν για να κερδίσουν τα κορίτσια και οι γονείς, από κάποια στιγμή και μετά ανησυχούσαν για την επιρροή των τεσσάρων, της μουσικής τους, της ιδεολογίας τους, της νοοτροπίας τους στα παιδιά τους – ή μήπως αναστάτωναν και τους ίδιους;
Μετά από την άρνησή τους να συναντήσουν τη σύζυγο του δικτάτορα Marcos στις Φιλιππίνες, ο κόσμος εξεγέρθηκε και τους κυνήγησε, αναγκάζοντάς τους να εγκαταλείψουν τη χώρα, σχεδόν ως φυγάδες. Παράλληλα, στις ΗΠΑ είχε προκληθεί σάλος από συνέντευξη του Lennon, στην οποία ανέφερε ότι τη δεδομένη στιγμή οι Beatles ήταν δημοφιλέστεροι από τον Ιησού. Τηλεοπτικές εκπομπές διοργάνωναν μαζική καύση των δίσκων και των φωτογραφιών τους και κάθε λογική είχε χαθεί. Στις τελευταίες τους συναυλίες, αγωνίζονταν για να ακουστούν μέσα στα πλήθη που ούρλιαζαν – καθένας για τους δικούς τους λόγους, υποθέτω. Συνειδητοποιώντας, λοιπόν, ότι η μουσική ήταν πια το τελευταίο πράγμα που ενδιέφερε τους παρευρισκόμενους, αποφάσισαν να σταματήσουν κάθε ζωντανή εμφάνιση. Και το τήρησαν. Και αυτό είναι περισσότερο από αξιοσέβαστο.
Η ταινία μάς μεταφέρει για λίγο και στα επόμενα χρόνια της δημιουργίας τους, τα οποία κατά τη γνώμη μου είναι και τα πιο ενδιαφέροντα από μουσικής άποψης, και μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε στιγμιότυπα από μια τελευταία εμφάνιση στην ταράτσα της Abbey Road κάποια στιγμή το 1969, όπου όλοι τους ήταν φανερά αλλαγμένοι, και κλείνει με ένα ημίωρο δωράκι, βιντεοσκοπημένο στη θρυλική τους συναυλία στο Shea Stadium της Νέας Υόρκης στις 15 Αυγούστου 1965, όπου σημειώθηκε το ρεκόρ των 55.600 εκστασιασμένων θεατών!
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να παρακολουθείς πώς τέσσερα παιδιά από το Liverpool, με το ταλέντο, τη δουλειά και τις κατάλληλες συνθήκες βρέθηκαν να επηρεάζουν βαθύτατα ολόκληρο τον κόσμο. Να ακούς τις ατάκες που αντάλλαζαν μεταξύ τους και με τους δημοσιογράφους, να ‘κρυφοκοιτάζεις’ το σπάνιο αρχειακό υλικό, να παρατηρείς την αριστοκρατική φιγούρα του Brian Epstein, άγρυπνου φρουρού δίπλα τους και τις καταλυτικές παρεμβάσεις του George Martin. Να τους βλέπεις να δένονται, να πειραματίζονται μουσικά, να συνεργάζονται, να προσέχουν ο ένας τον άλλον, να μεγαλώνουν και να προχωρούν… Η ταινία ευτυχώς κυκλοφορεί στις αίθουσες από 13/10 και τη συστήνουμε ανεπιφύλακτα.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Ron Howard
Σύμβουλοι: Mark Monroe, P.G. Morgan
Με τις αφηγήσεις των: Whoopi Goldberg, Elvis Costello, Sigourney Weaver κ.ά.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία του γκρουπ και των ζωντανών τους εμφανίσεων κατά τη διάρκεια των ετών 1962 – 1966, δηλαδή ακριβώς τότε που επικρατούσε υστερία και μόνο στο άκουσμα του ονόματός τους. Παρακολουθούμε πώς οι τέσσερις Beatles μεταμορφώθηκαν από καλά παιδιά με κουστουμάκια σε ώριμους μουσικούς με διάθεση για πειραματισμό και εξέλιξη της τέχνης τους, εν μέσω εκδηλώσεων απόλυτης λατρείας από θαυμαστές και θαυμάστριες – κυρίως το δεύτερο – που θα είχαν εύκολα οδηγήσει πολλούς άλλους σε διαφορετικά μονοπάτια, πολύ μακριά από την τέχνη.
Οι Beatles σχηματίστηκαν το 1960 από τους John Lennon, Paul McCartney και George Harrison, οι οποίοι συνεργάστηκαν με διαφορετικούς drummers, μέχρι να συμπληρωθεί το μαγικό τους παζλ με τον Ringo Starr. Ο μάνατζερ Brian Epstein και ο παραγωγός George Martin – και οι δύο συχνά αναφερόμενοι ως ‘ο πέμπτος Beatle’ – τελειοποίησαν την εικόνα και το αποτέλεσμα ήταν ότι το γκρουπ απέκτησε τη μέγιστη επιρροή διεθνώς και διαχρονικά, τόσο στη μουσική, όσο και στον πολιτισμό γενικότερα. Δεν υπάρχουν πολλές τόσο αναγνωρίσιμες μορφές, ούτε τόσο αναγνωρίσιμες φωνές και μουσικές φόρμες. Η επιτυχία τους οφείλεται προφανώς σε αυτόν το μαγικό συνδυασμό των έξι ανθρώπων, και βέβαια στο κατάλληλο timing, που παρέμεινε τέτοιο για μια δεκαετία, έως τη διάλυση του γκρουπ το 1970.
Εκείνο που δεν είναι και τόσο γνωστό και στο οποίο εστιάζει η ταινία είναι ότι από το 1966, οι Beatles είχαν σταματήσει τις ζωντανές εμφανίσεις, απολύτως συνειδητά. Το κοινό τους όλο και μεγάλωνε, οι συναυλίες πραγματοποιούνταν σε όλο και μεγαλύτερα στάδια, με όλο και ισχυρότερα μηχανήματα, κάποια εκ των οποίων κατασκευασμένα ειδικά γι’ αυτούς, αλλά το στοιχείο που διαφοροποιούνταν περισσότερο ήταν η αντίδραση του κοινού. Οι κοπέλες έκλαιγαν και ούρλιαζαν, πράγμα που δεν μπορούσαν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες να εξηγήσουν, όπως αναφέρουν επανειλημμένως σε ερωτήσεις δημοσιογράφων στο φιλμ. Τα αγόρια προσπαθούσαν να τους μιμηθούν για να κερδίσουν τα κορίτσια και οι γονείς, από κάποια στιγμή και μετά ανησυχούσαν για την επιρροή των τεσσάρων, της μουσικής τους, της ιδεολογίας τους, της νοοτροπίας τους στα παιδιά τους – ή μήπως αναστάτωναν και τους ίδιους;
Μετά από την άρνησή τους να συναντήσουν τη σύζυγο του δικτάτορα Marcos στις Φιλιππίνες, ο κόσμος εξεγέρθηκε και τους κυνήγησε, αναγκάζοντάς τους να εγκαταλείψουν τη χώρα, σχεδόν ως φυγάδες. Παράλληλα, στις ΗΠΑ είχε προκληθεί σάλος από συνέντευξη του Lennon, στην οποία ανέφερε ότι τη δεδομένη στιγμή οι Beatles ήταν δημοφιλέστεροι από τον Ιησού. Τηλεοπτικές εκπομπές διοργάνωναν μαζική καύση των δίσκων και των φωτογραφιών τους και κάθε λογική είχε χαθεί. Στις τελευταίες τους συναυλίες, αγωνίζονταν για να ακουστούν μέσα στα πλήθη που ούρλιαζαν – καθένας για τους δικούς τους λόγους, υποθέτω. Συνειδητοποιώντας, λοιπόν, ότι η μουσική ήταν πια το τελευταίο πράγμα που ενδιέφερε τους παρευρισκόμενους, αποφάσισαν να σταματήσουν κάθε ζωντανή εμφάνιση. Και το τήρησαν. Και αυτό είναι περισσότερο από αξιοσέβαστο.
Η ταινία μάς μεταφέρει για λίγο και στα επόμενα χρόνια της δημιουργίας τους, τα οποία κατά τη γνώμη μου είναι και τα πιο ενδιαφέροντα από μουσικής άποψης, και μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε στιγμιότυπα από μια τελευταία εμφάνιση στην ταράτσα της Abbey Road κάποια στιγμή το 1969, όπου όλοι τους ήταν φανερά αλλαγμένοι, και κλείνει με ένα ημίωρο δωράκι, βιντεοσκοπημένο στη θρυλική τους συναυλία στο Shea Stadium της Νέας Υόρκης στις 15 Αυγούστου 1965, όπου σημειώθηκε το ρεκόρ των 55.600 εκστασιασμένων θεατών!
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να παρακολουθείς πώς τέσσερα παιδιά από το Liverpool, με το ταλέντο, τη δουλειά και τις κατάλληλες συνθήκες βρέθηκαν να επηρεάζουν βαθύτατα ολόκληρο τον κόσμο. Να ακούς τις ατάκες που αντάλλαζαν μεταξύ τους και με τους δημοσιογράφους, να ‘κρυφοκοιτάζεις’ το σπάνιο αρχειακό υλικό, να παρατηρείς την αριστοκρατική φιγούρα του Brian Epstein, άγρυπνου φρουρού δίπλα τους και τις καταλυτικές παρεμβάσεις του George Martin. Να τους βλέπεις να δένονται, να πειραματίζονται μουσικά, να συνεργάζονται, να προσέχουν ο ένας τον άλλον, να μεγαλώνουν και να προχωρούν… Η ταινία ευτυχώς κυκλοφορεί στις αίθουσες από 13/10 και τη συστήνουμε ανεπιφύλακτα.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Ron Howard
Σύμβουλοι: Mark Monroe, P.G. Morgan
Με τις αφηγήσεις των: Whoopi Goldberg, Elvis Costello, Sigourney Weaver κ.ά.