Τι θα ακούσεις:
Ηλεκτρονική, downtempo, trip hop
Τραγούδια που ξεχωρίζουν:
"No Reason" (feat. Nick Murphy), "Break Apart" (feat. Rhye), "Kerala"
Βαθμολογία:
7,6/10
Στις 13 Ιανουαρίου ο Bonobo κυκλοφόρησε τον έκτο προσωπικό δίσκο του με τίτλο Migration στην εταιρεία Ninja Tune. Ο τίτλος φαίνεται να ταιριάζει στα σημεία των καιρών από όλες τις απόψεις (μετακινήσεις πληθυσμών από την αφρικανική και ασιατική προς την ευρωπαϊκή ήπειρο, διάταγμα Trump, Brexit κλπ.), παρόλα αυτά όμως απέχει αρκετά από αυτήν την πραγματικότητα, αφού ο δημιουργός με τον συγκεκριμένο τίτλο θέλησε να δηλώσει τη δική του προσωπική εμπειρία. Έχοντας περάσει σχεδόν δύο χρόνια ως περιπατητής του κόσμου στο πλαίσιο της περιοδείας του για το North Borders επέστρεψε στο Λος Άντζελες, όπου έπρεπε να επαναπροσδιοριστεί σε όλους τους τομείς. Ο τρόπος για να επικοινωνήσει την εσωτερική του εξέλιξη ήταν να τη διοχετεύσει σε ένα καινούριο άλμπουμ.
Το Migration με δώδεκα τραγούδια και διάρκεια περί τη μία ώρα ξεκινά με ένα πέρασμα από την πάτρια ορχηστρική ηλεκτρονική μουσική (Migration) θυμίζοντας πιανιστικές συνθέσεις της Βρετανής Poppy Ackroyd. Αποτυπώνει τις ώρες απομόνωσής του σε βουνά και ερήμους με afrobeat ρυθμούς (Bambro Koyo Ganda, feat. Innov Gnawa) και ήχους από την Ινδονησία (Ontario). Αναμειγνύει το προσωπικό του στυλ με απόκοσμα φωνητικά (Grains) και αφοσιώνεται στη δημιουργία του επικών (για τα δικά του δεδομένα) διαστάσεων Outlier υπογραμμίζοντας την επιρροή του από τον Four Tet. Πιθανόν να δηλώνει με αυτόν τον τρόπο την αποκοπή του από τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, την αποστασιοποίηση του από το κοινωνικοπολιτικό σύστημα και την ανάγκη του να πάρει θέση μόνο με τη μουσική του (απουσία στίχων στο Outlier). Σε αντίθεση με τους Spoon που με το δικό τους Outlier (από τον δίσκο They Want My Soul) τόνισαν αυτήν την απομάκρυνση και κιθαριστικά και στιχουργικά (π.χ. You were smart, you played no part ή All alone, alone and lost, you never played us wrong or stayed too long).
Οι συνεργασίες με τους (κατά σειρά εμφάνισης) Rhye, Nicole Miglis, Innov Gnawa και Nick Murphy (a.k.a. Chet Faker) αποδεικνύονται από τις πιο επιτυχημένες στιγμές του άλμπουμ, με το No Reason να ξεχωρίζει ως το καλύτερο τραγούδι. Στο Pitchfork χαρακτηρίστηκε ως λιγότερο ενδιαφέρον και με το κατάλληλο remix επιτυχία για nightclubs. Στο χορευτικό δε θα διαφωνήσω, αλλά οι εναλλαγές και οι μελωδικές διακυμάνσεις που προσφέρει μέσα σε αυτά τα εφτάμισι λεπτά ξεπερνούν την απλή dupstep. Τα εξαιρετικά βραχνά φωνητικά του Nick Murphy, δε, το απογειώνουν.
Ενδιαφέρον έχει και το βίντεο κλιπ του συγκεκριμένου τραγουδιού, το οποίο γυρίστηκε χωρίς τη χρήση πρόσθετων εφέ μέσω υπολογιστή, παρά μόνο με κάμερα μινιατούρα (περισσότερες πληροφορίες εδώ).
Στο σύνολο του το Migration αποδεικνύεται αξιοπρεπές κι εμπνευσμένο, με εσωτερική ενότητα, συνθετικές διακυμάνσεις και προσεγμένη παραγωγή. Η ποικιλία των οργάνων μεγάλη. Η καλλιτεχνική και ατομική εξέλιξη του Bonobo είναι εμφανής. Ο ήχος του καθαρός, γεμάτος και ώριμος. Δεν ξεπερνά τον εαυτό του, απλώς τον μεταβάλλει. Αν και νωρίς ακόμα, θα μπορούσε να διεκδικήσει μια θέση στους 50 καλύτερους δίσκους της χρονιάς.
Ηλεκτρονική, downtempo, trip hop
Τραγούδια που ξεχωρίζουν:
"No Reason" (feat. Nick Murphy), "Break Apart" (feat. Rhye), "Kerala"
Βαθμολογία:
7,6/10
Στις 13 Ιανουαρίου ο Bonobo κυκλοφόρησε τον έκτο προσωπικό δίσκο του με τίτλο Migration στην εταιρεία Ninja Tune. Ο τίτλος φαίνεται να ταιριάζει στα σημεία των καιρών από όλες τις απόψεις (μετακινήσεις πληθυσμών από την αφρικανική και ασιατική προς την ευρωπαϊκή ήπειρο, διάταγμα Trump, Brexit κλπ.), παρόλα αυτά όμως απέχει αρκετά από αυτήν την πραγματικότητα, αφού ο δημιουργός με τον συγκεκριμένο τίτλο θέλησε να δηλώσει τη δική του προσωπική εμπειρία. Έχοντας περάσει σχεδόν δύο χρόνια ως περιπατητής του κόσμου στο πλαίσιο της περιοδείας του για το North Borders επέστρεψε στο Λος Άντζελες, όπου έπρεπε να επαναπροσδιοριστεί σε όλους τους τομείς. Ο τρόπος για να επικοινωνήσει την εσωτερική του εξέλιξη ήταν να τη διοχετεύσει σε ένα καινούριο άλμπουμ.
Το Migration με δώδεκα τραγούδια και διάρκεια περί τη μία ώρα ξεκινά με ένα πέρασμα από την πάτρια ορχηστρική ηλεκτρονική μουσική (Migration) θυμίζοντας πιανιστικές συνθέσεις της Βρετανής Poppy Ackroyd. Αποτυπώνει τις ώρες απομόνωσής του σε βουνά και ερήμους με afrobeat ρυθμούς (Bambro Koyo Ganda, feat. Innov Gnawa) και ήχους από την Ινδονησία (Ontario). Αναμειγνύει το προσωπικό του στυλ με απόκοσμα φωνητικά (Grains) και αφοσιώνεται στη δημιουργία του επικών (για τα δικά του δεδομένα) διαστάσεων Outlier υπογραμμίζοντας την επιρροή του από τον Four Tet. Πιθανόν να δηλώνει με αυτόν τον τρόπο την αποκοπή του από τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, την αποστασιοποίηση του από το κοινωνικοπολιτικό σύστημα και την ανάγκη του να πάρει θέση μόνο με τη μουσική του (απουσία στίχων στο Outlier). Σε αντίθεση με τους Spoon που με το δικό τους Outlier (από τον δίσκο They Want My Soul) τόνισαν αυτήν την απομάκρυνση και κιθαριστικά και στιχουργικά (π.χ. You were smart, you played no part ή All alone, alone and lost, you never played us wrong or stayed too long).
Οι συνεργασίες με τους (κατά σειρά εμφάνισης) Rhye, Nicole Miglis, Innov Gnawa και Nick Murphy (a.k.a. Chet Faker) αποδεικνύονται από τις πιο επιτυχημένες στιγμές του άλμπουμ, με το No Reason να ξεχωρίζει ως το καλύτερο τραγούδι. Στο Pitchfork χαρακτηρίστηκε ως λιγότερο ενδιαφέρον και με το κατάλληλο remix επιτυχία για nightclubs. Στο χορευτικό δε θα διαφωνήσω, αλλά οι εναλλαγές και οι μελωδικές διακυμάνσεις που προσφέρει μέσα σε αυτά τα εφτάμισι λεπτά ξεπερνούν την απλή dupstep. Τα εξαιρετικά βραχνά φωνητικά του Nick Murphy, δε, το απογειώνουν.
Ενδιαφέρον έχει και το βίντεο κλιπ του συγκεκριμένου τραγουδιού, το οποίο γυρίστηκε χωρίς τη χρήση πρόσθετων εφέ μέσω υπολογιστή, παρά μόνο με κάμερα μινιατούρα (περισσότερες πληροφορίες εδώ).
Στο σύνολο του το Migration αποδεικνύεται αξιοπρεπές κι εμπνευσμένο, με εσωτερική ενότητα, συνθετικές διακυμάνσεις και προσεγμένη παραγωγή. Η ποικιλία των οργάνων μεγάλη. Η καλλιτεχνική και ατομική εξέλιξη του Bonobo είναι εμφανής. Ο ήχος του καθαρός, γεμάτος και ώριμος. Δεν ξεπερνά τον εαυτό του, απλώς τον μεταβάλλει. Αν και νωρίς ακόμα, θα μπορούσε να διεκδικήσει μια θέση στους 50 καλύτερους δίσκους της χρονιάς.