Μ. Μπερτολούτσι: Η ταινία που μου άλλαξε τη ζωή

"Ήμουν δεκαεννιά-είκοσι χρονών όταν είδα για πρώτη φορά τον Κανόνα του Παιχνιδιού, του Ζαν Ρενουάρ."
Διαβάστηκε φορες



Το παρακάτω κείμενο ανήκει στον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι και έχει δημοσιευτεί στον Guardian.

Ο Κανόνας του Παιχνιδιού του Ζαν Ρενουάρ

"Ήμουν δεκαεννιά-είκοσι χρονών όταν είδα για πρώτη φορά τον Κανόνα του Παιχνιδιού, του Ζαν Ρενουάρ. Από κείνη τη μέρα μπορεί και να πέρασαν πέντε χρόνια μέχρι να ξαναδώ την ταινία, είχε μείνει σφηνωμένη όμως μέσα στο μυαλό μου σαν όνειρο. Λεπτομέρειες δεν είχα συγκρατήσει, μου είχε μείνει μόνο η αίσθηση της ταινίας. Πανίσχυρη. Ήταν σταθμός για μένα, ήταν γεγονός, ένα γεγονός κινηματογραφικό. Τη δεκαετία του ’60 άλλωστε δεν ήταν εύκολο να δεις τέτοιες ταινίες. Υπήρχαν κάμποσες μεν εκδόσεις, δεν υπήρχε όμως ούτε το βίντεο, ούτε το DVD. Ίσως μόνο κάποια εξαιρετικά ενημερωμένη κινηματογραφική λέσχη να μπορούσε να τη βρει... πάλι όμως, ήταν πολύ δύσκολο τότε να πέσει στα χέρια τους ο Κανόνας. Αργότερα, το ’70, έγιναν πιο εύκολα τα πράγματα και την ξαναείδα. Έκτοτε, κάθε λίγα χρόνια πήγαινα και την ξανάβλεπα, μέχρι που έφτασα τα 50.

Γυρίστηκε το 1938, λίγο πριν από το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Έχει μια σκηνή στην ταινία με μια παρέα να μαζεύεται για Σαββατοκύριακο σε μια βίλα στην Αλσατία. Ύστερα βγαίνουν όλοι μαζί για κυνήγι. Σκοτώνουν πουλιά και λαγούς και η σκηνή καταλήγει να μοιάζει με κανονική σφαγή. Δεν μπορείς παρά να σκεφτείς ότι αυτό ήταν ένα είδος προφητείας, μια προφητεία για το μακελειό που αργότερα θα ισοπέδωνε την Ευρώπη.

Ο Ρενουάρ είναι σαν ένα σμίξιμο του γαλλικού ιμπρεσιονισμού (της Γαλλίας του πατέρα, του Ογκύστ Ρενουάρ) και της Γαλλίας του 20ου αιώνα. Μοιάζει μάλιστα μερικές φορές να έχτιζε ταινίες με χαρακτήρες απ’ τους πίνακες του πατέρα του. Αυτό που είναι όμως εκπληκτικό στον Ρενουάρ, και ειδικά στον Κανόνα, είναι το ότι αγαπά εξίσου όλους τους χαρακτήρες της ταινίας. Και τους καλούς και τους κακούς, αυτούς που χρεώνονται τα σοβαρά λάθη. Αγαπά ακόμα κι εκείνους που περνούν απ’ την ταινία ίσα-ίσα για δυο λεπτά. Τούτο είναι κάτι που πάντα προσπαθούσα να πετύχω κι εγώ. Την εποχή που έκανα την πρώτη μου ταινία, 21 χρονών τότε, δεν είχα καταφέρει να δω δεύτερη φορά τον Κανόνα. Δεν έφυγε ποτέ όμως απ’ το πίσω μέρος του μυαλού μου. Αργότερα, όταν έκανα πια το ιταλικό έπος Νοβετσέντο (κυκλοφόρησε με τον τίτλο 1900), κινηματογραφούσα τη σκηνή ενός γάμου, μια μεγάλη σεκάνς, κι εκεί για μια στιγμή αισθάνθηκα πόσο βαθιά μ’ έχει επηρεάσει ο Ρενουάρ. Στο τέλος λοιπόν της σκηνής, ο Μπομπ Ντε Νίρο είπε: «Πέρασε η ώρα, θα ξεκινήσει σε λίγο να βρέχει, ας μπούμε όλοι μαζί στο σπίτι». Έτσι ακριβώς τελειώνει και ο Κανόνας.

Έκανα το καστ για μια ταινία στο Λος Άντζελες κι έλαβα ένα τηλεφώνημα που έλεγε ότι ο Ρενουάρ έχει δει μία ταινία μου, ότι του άρεσε πολύ και πως θα ήθελε να με γνωρίσει από κοντά. Πήγα λοιπόν με τη γυναίκα μου στο σπίτι του, στο Μπελ Αιρ. Ήταν 1974 κι ο Ρενουάρ τότε είχε φτάσει 80, η εγρήγορση στην οποία βρισκόταν ωστόσο ήταν το κάτι άλλο. Εκείνη τη μέρα μιλήσαμε για ζητήματα πρακτικά, για πράγματα που αντιμετωπίζει κανείς εν ώρα γυρίσματος. Ήταν λες και συνομιλούσα μ’ έναν νεαρό."
Διαβάστε ακόμα