Ο Φεβρουάριος μας αποχαιρέτησε με τον καλύτερο τρόπο, καθώς είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την πρεμιέρα της παράστασης Αναφορά στον Γκρέκο στο Θέατρο Ιλίσια σε θεατρική προσαρμογή, σκηνοθεσία κι ερμηνεία Τάκη Χρυσικάκου με συνεργάτιδα σκηνοθέτη την Εμμανουέλα Αλεξίου. Ο ίδιος ο Τάκης Χρυσικάκος μάς καθήλωσε με την ερμηνεία του, ενώ οι μουσικοί Γεωργία Νταγάκη και Μανώλης Ανδρουλιδάκης μάς έκαναν να ανατριχιάσουμε, με μία κιθάρα, μία λύρα και μία μαγική φωνή σε μουσικές επιλογές του χαΐνη Δημήτρη Αποστολάκη. Πρόκειται για μία από τις καλύτερες παραστάσεις της χρονιάς που τοποθετεί τον πήχη πολύ ψηλά, δημιουργώντας στους θεατές υψηλές προσδοκίες για τις επικείμενες παραστάσεις της χρονιάς.
"Αλάκερη η ψυχή μου μια κραυγή κι όλο μου το έργο το σχόλιο στην κραυγή αυτή. Φωνάζω τη μνήμη να θυμηθεί, περμαζώνω από τον αέρα τη ζωή μου, στέκουμαι σαν στρατιώτης και κάνω την αναφορά μου στον Γκρέκο, γιατί αυτός είναι ζυμωμένος από το ίδιο κρητικό χώμα με μένα και καλύτερα απ’ όλους τους αγωνιστές που ζουν η που έχουν ζήσει μπορεί να με νιώσει".
Ν. Καζαντζάκης
Ν. Καζαντζάκης
Η Αναφορά στον Γκρέκο είναι το τελευταίο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, όπου φαίνεται να δίνει αναφορά στον «παππού» του Γκρέκο, Δομήνικο Θεοτοκόπουλο για τη ζωή του. Δεν είναι σαφές αν πρόκειται για μία πνευματική αυτοβιογραφία του συγγραφέα, αν και ο ίδιος είχε δηλώσει πως δεν είναι. Σίγουρα όμως μπορεί να αναγνωρίσει κανείς στοιχεία από τη ζωή του, όπως εξάλλου συμβαίνει και στα υπόλοιπα έργα του, κυρίως την περίοδο των μυθιστορημάτων του από το 1941 και μετά, οπότε έγραψε το Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά. Ξεκινώντας από τα παιδικά του χρόνια και φτάνοντας ως τη σύλληψη της Οδύσσειας, αναφέρεται σε πρόσωπα και καταστάσεις που αποτέλεσαν σταθμούς στη ζωή του και την πνευματική του ωρίμανση. Τέσσερις άνθρωποι συνέθεσαν την προσωπικότητά του: ο Χριστός, ο Βούδας, ο Λένιν, και ο Οδυσσέας. Επιλέγει να περιπλανηθεί και να γνωρίσει την Ελλάδα και σαν άλλος Οδυσσέας επιστρέφει στο τέλος στις ρίζες του, για να δώσει την αναφορά αυτήν. Και στο τέλος όμως δεν είναι μόνος, καθώς τον περιμένει ο πρόγονός του. Παρελθόν, παρόν και μέλλον σμίγουν σε έναν χρόνο. "Φιλώ το χέρι σου , φιλώ τον ώμο τον δεξό σου, φιλώ τον ώμο το ζερβό σου, Παππού, καλώς σε βρήκα"!
Ας περάσουμε στα της παράστασης.
Το σκηνικό ήταν λιτό. Σε μαύρο φόντο, δεξιά το γραφείο του συγγραφέα και αριστερά οι δύο μουσικοί. Στη μέση προβάλλονταν φωτογραφίες από τη ζωή του Νίκου Καζαντζάκη, σε συνδυασμό κυρίως με τα τραγούδια. Το ιδανικό σκηνικό. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν περιττό!
Ο συγγραφέας, αυστηρός, παρουσιάζεται να εργάζεται στο γραφείο του. Μας προλογεί την αναφορά που πρόκειται να ακολουθήσει. Στη συνέχεια, βγάζοντας τα γυαλιά του και το σακάκι του, σηκώνοντας ψηλά τα μανίκια του, ξεγυμνώνεται μεταφορικά και μας ανοίγεται. Μας μιλά για τη ζωή του, για πρόσωπα σταθμούς, όπως τον πατέρα του,Καπετάν Μιχάλη, τη μητέρα του, την ωραία Ελένη και φυσικά τον Ζορμπά. Για τις εμπειρίες, τους φόβους και τις αναζητήσεις του.
Η ερμηνεία του Τάκη Χρυσικάκου ήταν συγκλονιστική! Θα λέγαμε αψεγάδιαστη. Τρομακτικά ίδιος στην αρχή του έργου με τον συγγραφέα, φορώντας το σακάκι και τα γυαλιά του. Μα, κι έπειτα, αισθάνεσαι πως βρίσκεται ο ίδιος ο συγγραφέας μπροστά σου και σου μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τους ανθρώπους που γνώρισε και θαύμασε. Ο τόνος της φωνής, η χροιά, οι εκφράσεις, οι υποτιθέμενοι διάλογοι που αναπαριστούσε μπροστά μας, όλα σε έκαναν να πιστεύεις πως έχεις μεταφερθεί κάπου και σου μιλά ο ίδιος, με τόσο σθένος και πάθος για όλα αυτά που έμαθε, για όλα αυτά που κληρονόμησε. Και τώρα πια κατέχουμε κι εμείς ένα μικρό κομμάτι από εκείνον κι αισθανόμαστε πιο ώριμοι. Ο ηθοποιός απέδωσε το ρόλο του με τόση ωριμότητα, σεβασμό και δύναμη ψυχής και παρουσιάστηκε μπροστά μας με φυσικότητα να εκτίθεται και να ζει ο ίδιος τη ζωή του ανθρώπου που ενσάρκωνε.
Οι μουσικές επιλογές ήταν εξαιρετικές και συμπλήρωσαν μοναδικά την ερμηνεία του Τάκη Χρυσικάκου. Αποτέλεσαν το καλύτερο μέσο για τη μετάβαση από το ένα θέμα στο άλλο, δίνοντας παράλληλα σάρκα και οστά σε ό,τι είχε διηγηθεί πριν από λίγο ο ηθοποιός. Ανατριχίλα και συγκίνηση στο άκουσμα της ιδιαίτερης αυτής μουσικής, που μόνο με μία κιθάρα και μία λύρα μπορεί να σε κατακλύσει και να σε ταξιδέψει. Η φωνή της Γεωργίας Νταγάκη στεντόρεια, γεμάτη συναίσθημα. Τραγουδούσαν μαζί τα μάτια της, άρα η ψυχή της.
Μία παράσταση που μας παρέσυρε. Δεν καταλάβαμε πώς πέρασε η ώρα. Είχαμε πραγματικά παραδοθεί σε αυτό που παρακολουθούσαμε και δεν θέλαμε να τελειώσει! Η τρανή απόδειξη πως με την «ψυχή» μπορούν να γίνουν θαύματα!
Μην τη χάσετε!