Οι φωτογραφίες ανήκουν στον Hugo Lima.
Διαβάστε εδώ τις γενικές εντυπώσεις από το Φεστιβάλ και όλα όσα έγιναν την 1η μέρα.
[Γράφει η Κατερίνα Νικολακούλη]
3η ημέρα: 11 Ιουνίου 2016
Τελευταία ημέρα του φεστιβάλ και είμαστε αποφασισμένοι να τα δώσουμε όλα για όλα, μέχρι τελικής πτώσεως. Φθάνουμε από νωρίς και πετυχαίνουμε τους Πορτογάλους Linda Martini, με επιρροές από post-rock. Δυνατές κιθάρες και στο μπάσο μια γυναίκα. Είναι πολύ δημοφιλείς στους Πορτογάλους και κάνουν πολύ φασαρία που ηχεί ευχάριστα ακόμη και κάτω από 250 C. Μια ώρα αργότερα, στην διπλανή σκηνή οι Algiers κάνουν δυναμικό ξεκίνημα με το γνωστό κομμάτι τους “Black Eunuch”. H εμφάνισή τους είναι εντυπωσιακή και ο τραγουδιστή τους Franklin James Fisher διατηρεί τον afrobeat, dub-style χαρακτήρα της καταγωγής του από την Νότια Καρολίνα. Αλλά, νομίζω, ως σκηνική παρουσία μας εξέπληξε η ποζεριά του κιθαρίστα- πληκτρά Lee Tesch, ο οποίος μάταια πολεμούσε να ξεσηκώσει τα κοινό με τις σωματικές του φιγούρες. Η μπάντα έχει όση ένταση δηλώνει και η μουσική τους. Κι αν το περιοδικό Rolling Stone τους έχει χαρακτηρίσει ως “the Death Grips of gospel”, μάλλον υπερβάλει.
Ευτυχώς αργότερα, μας ικανοποίησαν ακόμη περισσότερο οι Battles, ένα τρίο με ελεγχόμενο θόρυβο σε περιέργειες συνθέσεις. Είναι instrumental και οι post-rock καταβολές τους έρχονται να συναντήσουν νέα ηλεκτρονικά ηχοτόπια κάπως πιο free-jazz και avante- garde. Kάποια ελάχιστα φωνητικά ίσα που σπάνε τον χαρακτήρα του post-rock και ίσως αν είχαν visuals στις εμφανίσεις τους να βοηθούσαν περισσότερο. Είναι σίγουρα από τις στιγμές που επιβεβαιώνεσαι ότι στα φεστιβάλ δεν πηγαίνεις μόνο για να ακούσεις αγαπημένους σου καλλιτέχνες, αλλά και να ανακαλύψεις καινούριους.
Το πέρασμα από τους Air που τόσο περίμενα ήταν μάλλον απογοητευτικό. Προσπάθησα να βρεθώ όσο πιο κοντά στην σκηνή μπορούσα, αλλά ούτε αυτό ήταν αρκετό για να νιώσω κάποιον ενθουσιασμό. Αντιλαμβάνομαι ότι η τελευταία τους δουλειά “Μusic From Museum” δεν είναι και κανένα αριστούργημα, αλλά πόσο πια “Sexy Boy” να αντέξω; Η μουσική τους είναι όμορφη αλλά είναι ένα συγκρότημα σαφώς γερασμένο και δεν υπάρχει λόγος να διεκδικεί έδαφος με tribute albums και remixes. Μάλλον ήρθε η ώρα της αποχώρησης, και η δική μου, αφού βαρέθηκα αρκετά νωρίς. Προτίμησα να πεταχτώ μέχρι τους Explosions in The Sky και δεν το μετάνιωσα. Είναι δικαίως από τα καλύτερα post-rock συγκροτήματα των ΗΠΑ. Η μουσική τους είχε όλες τις προδιαγραφές μιας σωστής σύνθεσης, λυρισμό, σκαμπανεβάσματα στις εκρήξεις, σωστή διάρκεια. Έπαιξαν κομμάτια από όλη την δισκογραφία τους και από το καινούριο τους “The Wilderness”. Δεν έφυγε κανείς απογοητευμένος. Eίμαι πολύ χαρούμενη που τους είδα live και τους συστήνω ανεπιφύλακτα καθώς θα επισκεφτούν την Ελλάδα το φθινόπωρο.
Έχοντας τις καλύτερες εντυπώσεις από το τελευταίο άλμπουμ των Moderat βρέθηκα ξανά στην κεντρική σκηνή Nos, όπου ο κόσμος ήταν απίστευτα πολύς, πιθανολογώ στο πικ της ημερήσιας επισκεψιμότητας και επικρατούσε ένας άκρατος ενθουσιασμός που όλοι θα χορεύαμε με την μουσική τους. Παίξανε το “Bad Kingdom” κι έγινε ο κακός χαμός. Ήμασταν τόσο ψηλά στον λόφο που είχαμε μια πανέμορφη πανοραμική οπτική της σκηνής. Βοηθήσανε φυσικά για oι δυο μεγάλες γιγαντοοθόνες. Στην κάθε αλλαγή των visuals συνοδευόμενη από τις κραυγές ενθουσιασμού του κοινού, ήξερα ότι ναι είναι η χρονιά των Moderat! Μαέστροι της minimal techno μουσικής, η τριάδα των Gernot Bronsert, Sebastian Szary (Modeselektor) και Sasha Funke (aka Apparat) έρχονται από το Βερολίνο και ξέρουν ότι στην εποχή του digitalism έχεις όλα τα διαθέσιμα όπλα για να κάνεις παπάδες στην ηλεκτρονική μουσική. Δεν είναι εύκολο, αλλά οι Moderat το έχουν πετύχει. Αν τελικά ισχύει η ανακοίνωσή τους ότι με αυτή την τριλογία ολοκληρώνουν την συνεργασία τους ως Moderat, χαίρομαι πολύ που τους πέτυχα να παρουσιάζουν ζωντανά το “The Fool”, στο οποίο καταφέρνουν σε μόλις τέσσερα λεπτά να παραδώσουν την υποδειγματική dubstep.
Kι ενώ περνάω υπερβολικά καλά, με τον καπνό των joints από τους συνακροατές μου να έχουν «ωραιοποιήσει» ακόμη περισσότερο το περιεχόμενο στο κεφάλι μου, πετάχτηκα τρέχοντας για να προλάβω την μπάντα του Steve Albini. Eξόριστοι στην σκηνή του Pitchfork, οι Shellac επιδόθηκαν στις βρώμικες, ξυστές κιθάρες και σε κάτι μονολόγους «γουστάρω να βάλω φωτιά στο κοινό μου», κάποια λόγια μεταξύ έκστασης και κρυφής αλήθειας, δεν ξέρω… Γκρίνια, κατάθλιψη, όλα είναι χάλια σε αυτή την ζωή και να πάτε όλοι να γαμηθείτε. Αυτός είναι ο κόσμος των Shellac, αλλά κι εμείς οι χιλιάδες που τους ακούμε να σπάνε τις χορδές τους, γυαλίζει το μάτι μας. Τhey are … Dude Incredible._ Μ’ αυτά και μ’ αυτά έχασα τον Ty Segall, ο οποίος έμαθα έκανε πάλι τα τρελά του επί σκηνής, τους A.R.Kane και τους Titus Andronicus, τους οποίους όμως πέτυχα νωρίς το απόγευμα να κάνουν πρόβα το “Blitzkrieg Pop” των Ramones.
Μετά από τρεις ημέρες, με συνολικά περίπου 30 ώρες ακρόασης, 50 καλλιτέχνες επί σκηνής, πολλά χιλιόμετρα περπατήματος, αλλά και ορθοστασίας, ένα βρώμικο ζευγάρι All Star και φαρδιά ρούχα σαν πιτζάμες που δεν θέλω να ξαναδώ στην γκαρνταρόμπα μου, επέστρεψα στην Ελλάδα με ένα κεφάλι γεμάτο γλυκές αναμνήσεις. Ο κορεσμός για νέες μουσικές δεν επήλθε ούτε μετά από αυτή την εμπειρία. Εν τω μεταξύ, ανακοινώθηκαν ήδη οι ημερομηνίες για του χρόνου, 8 -10 Ιουνίου 2017. Το Nos Primavera Sound Festival αποτελεί τον απόλυτο προορισμό για έναν μουσικόφιλο που θέλει ταυτόχρονα να περιηγηθεί στο πανέμορφο Πόρτο. Ενώ τακτοποιώ το φωτογραφικό μου αρχείο, κάνω ήδη σχέδια για τον επόμενο μουσικό προορισμό, επειδή…. η ζωή είναι μικρή για να είναι θλιβερή, μωρό μου!
Πληροφορίες:
www.nosprimaverasound.com
www.facebook.com/nosprimaverasound
Διαβάστε εδώ τις γενικές εντυπώσεις από το Φεστιβάλ και όλα όσα έγιναν την 1η μέρα.
[Γράφει η Κατερίνα Νικολακούλη]
3η ημέρα: 11 Ιουνίου 2016
Τελευταία ημέρα του φεστιβάλ και είμαστε αποφασισμένοι να τα δώσουμε όλα για όλα, μέχρι τελικής πτώσεως. Φθάνουμε από νωρίς και πετυχαίνουμε τους Πορτογάλους Linda Martini, με επιρροές από post-rock. Δυνατές κιθάρες και στο μπάσο μια γυναίκα. Είναι πολύ δημοφιλείς στους Πορτογάλους και κάνουν πολύ φασαρία που ηχεί ευχάριστα ακόμη και κάτω από 250 C. Μια ώρα αργότερα, στην διπλανή σκηνή οι Algiers κάνουν δυναμικό ξεκίνημα με το γνωστό κομμάτι τους “Black Eunuch”. H εμφάνισή τους είναι εντυπωσιακή και ο τραγουδιστή τους Franklin James Fisher διατηρεί τον afrobeat, dub-style χαρακτήρα της καταγωγής του από την Νότια Καρολίνα. Αλλά, νομίζω, ως σκηνική παρουσία μας εξέπληξε η ποζεριά του κιθαρίστα- πληκτρά Lee Tesch, ο οποίος μάταια πολεμούσε να ξεσηκώσει τα κοινό με τις σωματικές του φιγούρες. Η μπάντα έχει όση ένταση δηλώνει και η μουσική τους. Κι αν το περιοδικό Rolling Stone τους έχει χαρακτηρίσει ως “the Death Grips of gospel”, μάλλον υπερβάλει.
Ευτυχώς αργότερα, μας ικανοποίησαν ακόμη περισσότερο οι Battles, ένα τρίο με ελεγχόμενο θόρυβο σε περιέργειες συνθέσεις. Είναι instrumental και οι post-rock καταβολές τους έρχονται να συναντήσουν νέα ηλεκτρονικά ηχοτόπια κάπως πιο free-jazz και avante- garde. Kάποια ελάχιστα φωνητικά ίσα που σπάνε τον χαρακτήρα του post-rock και ίσως αν είχαν visuals στις εμφανίσεις τους να βοηθούσαν περισσότερο. Είναι σίγουρα από τις στιγμές που επιβεβαιώνεσαι ότι στα φεστιβάλ δεν πηγαίνεις μόνο για να ακούσεις αγαπημένους σου καλλιτέχνες, αλλά και να ανακαλύψεις καινούριους.
Το πέρασμα από τους Air που τόσο περίμενα ήταν μάλλον απογοητευτικό. Προσπάθησα να βρεθώ όσο πιο κοντά στην σκηνή μπορούσα, αλλά ούτε αυτό ήταν αρκετό για να νιώσω κάποιον ενθουσιασμό. Αντιλαμβάνομαι ότι η τελευταία τους δουλειά “Μusic From Museum” δεν είναι και κανένα αριστούργημα, αλλά πόσο πια “Sexy Boy” να αντέξω; Η μουσική τους είναι όμορφη αλλά είναι ένα συγκρότημα σαφώς γερασμένο και δεν υπάρχει λόγος να διεκδικεί έδαφος με tribute albums και remixes. Μάλλον ήρθε η ώρα της αποχώρησης, και η δική μου, αφού βαρέθηκα αρκετά νωρίς. Προτίμησα να πεταχτώ μέχρι τους Explosions in The Sky και δεν το μετάνιωσα. Είναι δικαίως από τα καλύτερα post-rock συγκροτήματα των ΗΠΑ. Η μουσική τους είχε όλες τις προδιαγραφές μιας σωστής σύνθεσης, λυρισμό, σκαμπανεβάσματα στις εκρήξεις, σωστή διάρκεια. Έπαιξαν κομμάτια από όλη την δισκογραφία τους και από το καινούριο τους “The Wilderness”. Δεν έφυγε κανείς απογοητευμένος. Eίμαι πολύ χαρούμενη που τους είδα live και τους συστήνω ανεπιφύλακτα καθώς θα επισκεφτούν την Ελλάδα το φθινόπωρο.
Έχοντας τις καλύτερες εντυπώσεις από το τελευταίο άλμπουμ των Moderat βρέθηκα ξανά στην κεντρική σκηνή Nos, όπου ο κόσμος ήταν απίστευτα πολύς, πιθανολογώ στο πικ της ημερήσιας επισκεψιμότητας και επικρατούσε ένας άκρατος ενθουσιασμός που όλοι θα χορεύαμε με την μουσική τους. Παίξανε το “Bad Kingdom” κι έγινε ο κακός χαμός. Ήμασταν τόσο ψηλά στον λόφο που είχαμε μια πανέμορφη πανοραμική οπτική της σκηνής. Βοηθήσανε φυσικά για oι δυο μεγάλες γιγαντοοθόνες. Στην κάθε αλλαγή των visuals συνοδευόμενη από τις κραυγές ενθουσιασμού του κοινού, ήξερα ότι ναι είναι η χρονιά των Moderat! Μαέστροι της minimal techno μουσικής, η τριάδα των Gernot Bronsert, Sebastian Szary (Modeselektor) και Sasha Funke (aka Apparat) έρχονται από το Βερολίνο και ξέρουν ότι στην εποχή του digitalism έχεις όλα τα διαθέσιμα όπλα για να κάνεις παπάδες στην ηλεκτρονική μουσική. Δεν είναι εύκολο, αλλά οι Moderat το έχουν πετύχει. Αν τελικά ισχύει η ανακοίνωσή τους ότι με αυτή την τριλογία ολοκληρώνουν την συνεργασία τους ως Moderat, χαίρομαι πολύ που τους πέτυχα να παρουσιάζουν ζωντανά το “The Fool”, στο οποίο καταφέρνουν σε μόλις τέσσερα λεπτά να παραδώσουν την υποδειγματική dubstep.
Kι ενώ περνάω υπερβολικά καλά, με τον καπνό των joints από τους συνακροατές μου να έχουν «ωραιοποιήσει» ακόμη περισσότερο το περιεχόμενο στο κεφάλι μου, πετάχτηκα τρέχοντας για να προλάβω την μπάντα του Steve Albini. Eξόριστοι στην σκηνή του Pitchfork, οι Shellac επιδόθηκαν στις βρώμικες, ξυστές κιθάρες και σε κάτι μονολόγους «γουστάρω να βάλω φωτιά στο κοινό μου», κάποια λόγια μεταξύ έκστασης και κρυφής αλήθειας, δεν ξέρω… Γκρίνια, κατάθλιψη, όλα είναι χάλια σε αυτή την ζωή και να πάτε όλοι να γαμηθείτε. Αυτός είναι ο κόσμος των Shellac, αλλά κι εμείς οι χιλιάδες που τους ακούμε να σπάνε τις χορδές τους, γυαλίζει το μάτι μας. Τhey are … Dude Incredible._ Μ’ αυτά και μ’ αυτά έχασα τον Ty Segall, ο οποίος έμαθα έκανε πάλι τα τρελά του επί σκηνής, τους A.R.Kane και τους Titus Andronicus, τους οποίους όμως πέτυχα νωρίς το απόγευμα να κάνουν πρόβα το “Blitzkrieg Pop” των Ramones.
Μετά από τρεις ημέρες, με συνολικά περίπου 30 ώρες ακρόασης, 50 καλλιτέχνες επί σκηνής, πολλά χιλιόμετρα περπατήματος, αλλά και ορθοστασίας, ένα βρώμικο ζευγάρι All Star και φαρδιά ρούχα σαν πιτζάμες που δεν θέλω να ξαναδώ στην γκαρνταρόμπα μου, επέστρεψα στην Ελλάδα με ένα κεφάλι γεμάτο γλυκές αναμνήσεις. Ο κορεσμός για νέες μουσικές δεν επήλθε ούτε μετά από αυτή την εμπειρία. Εν τω μεταξύ, ανακοινώθηκαν ήδη οι ημερομηνίες για του χρόνου, 8 -10 Ιουνίου 2017. Το Nos Primavera Sound Festival αποτελεί τον απόλυτο προορισμό για έναν μουσικόφιλο που θέλει ταυτόχρονα να περιηγηθεί στο πανέμορφο Πόρτο. Ενώ τακτοποιώ το φωτογραφικό μου αρχείο, κάνω ήδη σχέδια για τον επόμενο μουσικό προορισμό, επειδή…. η ζωή είναι μικρή για να είναι θλιβερή, μωρό μου!
Πληροφορίες:
www.nosprimaverasound.com
www.facebook.com/nosprimaverasound