To πρώτο μέρος του αφιερώματός μας στον Daniel Day-Lewis (διαβάστε το εδώ), περιελάμβανε υλικό για την προσωπική ζωή του ηθοποιού, για τα βραβεία που έχει αποσπάσει κατά τη διάρκεια της καριέρας του, τις επισκέψεις του στην Ελλάδα, αναλυτική φιλμογραφία και τις τηλεοπτικές του συμμετοχές καθώς και κάποια ενδιαφέροντα trivia και δηλώσεις του ίδιου για τη ζωή και την καριέρα του.
Ένα αφιέρωμα στον Day-Lewis όμως, θα ήταν ελλιπές χωρίς αναφορά σε κάποιους από τους τόσο σπουδαίους ρόλους που μας έχει χαρίσει. Έτσι, οι συντάκτες μας ξαναείδαν πέντε από τις μόλις είκοσι ταινίες του. Θυμήθηκαν πέντε χαρακτηριστικές ερμηνείες του, που είναι σημαντικές για ξεχωριστούς λόγους, και γράφουν γι' αυτές:
Το αριστερό μου πόδι - My Left Foot: The Story of Christy Brown (1989)
[γράφει ο Ραφαήλ Αντωνιάδης]
Όπως αναλύσαμε και πιο πάνω, η ερμηνεία του Daniel Day-Lewis στο "My Left Foot: The Story of Christy Brown" του χάρισε την πρώτη του υποψηφιότητα και εν τέλει το πρώτο του Όσκαρ στην απονομή του 1990. Η ταινία ήρθε στην Ελλάδα με τίτλο «Το Αριστερό μου Πόδι» και αφηγείται την πραγματική ιστορία του Ιρλανδού ζωγράφου και συγγραφέα Christy Brown, ο οποίος έπασχε από εγκεφαλική παράλυση και μπορούσε να κινήσει μόνο το αριστερό του πόδι, ζώντας το νεαρό της ηλικίας του μέσα σε ένα αφιλόξενο και γεμάτο δυσκολίες κοινωνικό περιβάλλον. Το σενάριο βασίζεται στην αυτοβιογραφία του Brown, ενώ η ταινία αποτέλεσε την πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Jim Sheridan, για να ακολουθήσουν κι άλλες με ή χωρίς τον Day-Lewis. Ο τελευταίος έκανε πολύ καλή δουλειά στην αποτύπωση μιας προγενέστερης χρονικά περιόδου, ενώ μπορεί να χαρακτηριστεί άκρως λεπτομερής όσον αφορά την παρουσίαση των δύσβατων καταστάσεων που βίωνε τόσο ο Brown, όσο και η οικογένειά του.
Με μια πρώτη ματιά το κλίμα της ταινίας φαντάζει πολύ βαρύ, ωστόσο, η κατάσταση ελαφρύνεται κατά κάποιον τρόπο με διάφορες χιουμοριστικές παρεμβάσεις. Παρά την ενδιαφέρουσα σκηνοθεσία του Sheridan την παράσταση έκλεψε ο μοναδικός πρωταγωνιστής Daniel Day-Lewis και δικαίως έλαβε το πρώτο του χρυσό αγαλματίδιο για αυτή του την ερμηνεία. Αν o Lewis δεν ήταν αυτός που ήταν και όλοι γνωρίζουμε, τότε σίγουρα ο οποιοσδήποτε θα πίστευε πράγματι πως πάσχει από κάποια παραλυτική ασθένεια. Οι κινήσεις, η ομιλία, οι γκριμάτσες, αλλά ακόμα και η ανάσα του έμοιαζαν μελετημένες στον ύψιστο βαθμό. Βέβαια, αξίζει να αναφέρουμε ότι η πιο συγκινητική στιγμή της ταινίας δεν ανήκει στον Lewis, αλλά στον Hugh O'Conor, που ως νεαρός Christy Brown έπιασε την κιμωλία με το πόδι του και έγραψε τη λέξη "Mother" επάνω στο ξύλινο δάπεδο ενός σπιτιού. Στις νίκες της ταινίας, πλην του Α' Ανδρικού Ρόλου, συγκαταλέγεται και το Όσκαρ της Brenda Fricker ως μητέρα του Christy. Κλείνοντας, το "My Left Foot: The Story of Christy Brown" αξίζει σίγουρα μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο του θεατή, καθώς εξυμνεί την δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος, ενώ παράλληλα διδάσκει λίγη ανθρωπιά σε όλους εμάς.
Ο τελευταίoς των Μοϊκανών - The Last of the Mohicans (1992)
[Γράφει ο Ορέστης Καζασίδης]
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 ο Michael Mann μετέφερε στον κινηματογράφο το βιβλίο του Αμερικανού συγγραφέα James Fenimore Cooper με τίτλο «Ο Τελευταίος των Μοϊκανών». Παρότι η ιστορία δεν ήταν καινούργια στη μεγάλη οθόνη, ο Mann αποφάσισε να επιχειρήσει μια νέα προσέγγιση με έμπνευση από την ομότιτλη ταινία του 1936 και τις δικές του πινελιές στο σενάριο. Δημιούργησε μια ιστορία αγάπης ενώ τριγύρω άνθρωποι σφαγιάζονται και μια φυλή Ινδιάνων κυριολεκτικά ξεκληρίζεται. Ο Nathaniel Poe ή Hawkeye είναι υιοθετημένος γιος του τελευταίου αρχηγού της φυλής των Μοϊκανών. Μαζί με τον ετεροθαλή αδερφό του και τον πατέρα τους κυνηγούν και κάνουν εμπόριο γούνας, χωρίς να εμπλέκονται στις πολεμικές διενέξεις. Μέχρις ότου συναντούν μια ενέδρα Ινδιάνων Χιούρον, συμμάχων των Γάλλων, κατά μιας πομπής Βρετανών. Οι δυο κοπέλες που διασώζονται από την ενέδρα ελκύουν τα δύο αδέρφια που τις συνοδεύουν στον προορισμό τους και, άθελά τους, γίνονται μέρος ενός ακόμα ακατανόητου πολέμου. Ο Mann ξεκίνησε με ένα μεγαλόπνοο και πομπώδες σχέδιο, αναπαριστώντας τις πολιτικές ζυμώσεις και τη σύγκρουση των πολιτισμών στη Βόρεια Αμερική. Παρουσίασε τον Nathaniel ως τον «Πρώτο Αμερικάνο Ήρωα», άκρως συναισθηματικό, αλλά ταυτόχρονα με άριστη κρίση, μεθοδικό και φυσικά σπουδαίο πολεμιστή. Τελικά, ο Mann παρέδωσε μια ταινία πιο προσγειωμένη και με αυστηρή δομή. Πλέον, με χρονική απόσταση δύο δεκαετιών από την πρώτη φορά που την είδα, μπορώ με ειλικρίνεια να αναγνωρίσω ότι το "The Last of the Mohicans" είναι μεν μια αξιόλογη καλλιτεχνική δημιουργία, απλώς κάπως υποδεέστερη από το αριστούργημα που είχε εντυπωθεί στο παιδικό μυαλό μου.
Εν προκειμένω ο Daniel Day-Lewis ενσάρκωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Nathaniel, που σηματοδότησε την πρώτη του συμμετοχή σε μεγάλη παραγωγή και μάλλον το κοντινότερο σε ταινία δράσης που πρωταγωνίστησε. Ήταν ένας ήρωας. Όμορφος, αγέρωχος, γενναίος και παραδομένος στην αγάπη. Με μακριά κόμη και βλέμμα κρυστάλλινο. Κατά την προετοιμασία του εκπαιδεύτηκε στη ζωή στην άγρια φύση, στα όπλα, στο κυνήγι. Μπήκε τόσο πολύ στο «πετσί» του ρόλου που του έγινε δύσκολο να ... πάψει να είναι ο Nathaniel/Hawkeye και αναφέρεται ότι προσέφυγε σε φαρμακευτική αγωγή και εναλλακτική ιατρική για να επανέλθει. Ο Hawkeye του Day-Lewis είναι ένας ανθρώπινος υπερήωας υποταγμένος στην αγάπη για όλα, για τη φύση, για την οικογένειά του και τους φίλους του, για μια γυναίκα. Ένας ήρωας που μπορεί άνετα να γίνει αφίσα σε παιδικά δωμάτια.
Στο όνομα του πατρός - In the Name of the Father (1993)
[Γράφει η Κατερίνα Αδαμοπούλου]
Το 1993, ο Daniel Day-Lewis θα συναντηθεί για δεύτερη φορά με τον σκηνοθέτη του "Μy left foot", Jim Sheridam και για πρώτη με τον Terry George σεναριογράφο των μετέπειτα επιτυχιών "The Βoxer" και "Hotel Rwanda". Η συνεργασία των τριών ανδρών θα μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη την αληθινή ιστορία των «Τεσσάρων του Γκίλντφορντ», των ανθρώπων που καταδικάστηκαν άνευ αποδείξεων από την βρετανική κυβέρνηση για τις θανατηφόρες βομβιστικές επιθέσεις του IRA σε μια παμπ στο Γκίλντφορντ του Λονδίνου.
Ο Day-Lewis θα υποδυθεί με βαριά ιρλανδική προφορά τον ατίθασο και επιπόλαιο Ιρλανδό Gerry Conlon, ο οποίος θα καταφύγει με παρότρυνση του πατέρα του Guiseppe (Pete Postlethwaite) στο Λονδίνο προκειμένου να αποφύγει περαιτέρω μπλεξίματα με τον ΙRA, αλλά για κακή του τύχη θα στοχοποιηθεί από τις λονδρέζικες αρχές ως ο βασικός ύποπτος μιας τρομοκρατικής ενέργειας που έμελλε, πέραν των ανθρώπινων απωλειών, να οδηγήσει στη φυλακή τόσο τον ίδιο όσο και τον πατέρα του. Πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, ο υιός Conlon θα ξεκινήσει εις το όνομα του πατρός έναν δικαστικό αγώνα για να αποδείξει την αθωότητά του καθώς και να αποκαταστήσει τη μνήμη του πατέρα του.
Το "In The Name of the Father" κατόρθωσε να κερδίσει πολλαπλές υποψηφιότητες στα μεγαλύτερα κινηματογραφικά βραβεία (4 Χρυσές Σφαίρες, 2 BAFTA, 7 Oscars) με τους κριτικούς να ξεχωρίζουν για ακόμα μια φορά την ολοκληρωμένη ερμηνεία του Day-Lewis ως Gerry Conlon. Είναι πέραν από εμφανές το πως ο Day-Lewis κατάφερε να «χαθεί» μέσα στον ήρωα του. Στη μια σκηνή τον βλέπουμε να δρα με νεανική απερισκεψία, στην επόμενη να καταρρέει ψυχικά μπρος στα βασανιστήρια της αστυνομίας, έπειτα να συγκρούεται με τον πατέρα του και στο τέλος να βυθίζεται στην αγκαλιά του σαν τον μετανοηθέντα άσωτο υιό. Η πολυεπίπεδη διάσταση του χαρακτήρα του και ο τρόπος που την ανέδειξε επέφεραν στον ίδιο άπειρες διακρίσεις, αν και έχασε το Όσκαρ, ενώ ταυτόχρονα εξαιτίας αυτής του της ερμηνείας, θεωρώ πως η ταινία κατατάχθηκε ανάμεσα στις κορυφαίες δραματικές της δεκαετίας του '90.
Συμμορίες της Νέας Υόρκης - Gangs of New York (2002)
[Γράφει η Ηρώ Μαούνη]
Πέντε χρόνια μετά τον "Boxer",εν έτει 2002, o Martin Scorsese επιστράτευσε τον Daniel Day-Lewis για να συμπρωταγωνιστήσει με ένα all star καστ των early 00s (Leonardo DiCaprio, Cameron Diaz, Liam Neeson, John C. Reilly, Henry Thomas, Jim Broadbent κ.ά.), και να μας χαρίσουν την απόλυτη ταινία για τις λεγόμενες συμμορίες της Νέας Υόρκης και παράλληλα μια γνήσια ιστορία εκδίκησης. Το ακαταμάχητο ατού της ταινίας, που μας ταξιδεύει στο 1846, όταν η έχθρα ανάμεσα σε Αμερικάνους και Ιρλανδούς κυρίως μετανάστες τους τρώει τα σωθικά, είναι, κατά τη γνώμη μου, η συνύπαρξη του Day-Lewis με τον DiCaprio. Είναι από εκείνες τις ευτυχείς συγκυρίες του σινεμά που συμβαίνουν μόνο μία φορά, αλλά μία φορά είναι αρκετή. Οι χαρακτήρες τους θα λατρευτούν και θα μισηθούν με μία αυθεντικότητα και με έναν σεβασμό ο ένας για τον άλλον. Συμβολίζουν το παλαιό και το νέο, τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, γιατί αν αναλογιστεί κανείς στο τέλος θα δει πως δεν διαφέρουν και πολύ. Πιστοί στις αξίες και τα ιδανικά τους, έως και εμμονικοί, πανίσχυροι, γεμάτη ζωή και τόλμη, γοητευτικοί, ακραίοι, γενναίοι, δύο πραγματικοί ηγέτες.
Ο Daniel Day-Lewis είναι ο Bill Cutting με το χαϊδευτικό, "The Butcher", ήτοι Χασάπης, για τον προφανή λόγο. Έχει την ίδια ή και περισσότερη ευκολία στο να χρησιμοποιεί το μαχαίρι ή τον μπαλτά, να κόβει -ανθρώπινο- κρέας και να στοχεύει κατευθείαν στο «μεδούλι» με έναν επαγγελματία (δούλεψε με περφόρμερ σε τσίρκο αλλά και σε χασάπικο για να τα καταφέρει άψογα!). Είναι ο ισχυρός άνδρας των Ντόπιων στη συνοικία Five Points της Νέας Υόρκης, ο άνθρωπος που όλοι τρέμουν. Ο Daniel Day-Lewis μετατράπηκε σε έναν επιβλητικό ήρωα, άξεστο αλλά με κύρος, αιμοδιψή αλλά και με κρυφές ευαισθησίες, έναν πολιτισμένα απολίτιστο Αμερικάνο παρελθόντων ετών και ήταν καταιγιστικός. Μετά από την ερμηνεία του δεν μπορώ να διανοηθώ πως άλλος ηθοποιός θα προσέγγιζε με τόση λεπτομέρεια κάθε εμφανή ή αθέατη πτυχή της πολύπλευρης προσωπικότητας του Butcher. Φυσικά η καθοδήγηση από τον Scorsese καθώς και η δημιουργία της σωστής ατμόσφαιρας στη σκληρή αυτή ταινία υπήρξαν καθοριστικής σημασίας. Ακόμη, και η εμφάνιση του ήρωα από την αρχή της ταινίας μέχρι το τέλος υφίσταται αλλαγές και εξέλιξη και πείθει (από το τσιγκελωτό μουστάκι, τα πολλά μαλλιά και την άγρια όψη στο καθώς πρέπει κοστούμι με το ψηλό καπέλο).
Τέλος, δε θα μπορούσα να μην αναφερθώ στη σκηνή τραγικής ειρωνείας που εκτυλίχθηκε κατά τη συγκινητική εξομολόγηση του Butcher στον Vallon (DiCaprio) και στο φινάλε ως τις καλύτερες στιγμές του έργου. Οι «Συμμορίες της Νέας Υόρκης» με κέρδισαν, πιστεύω πως είναι μία ταινία που αξίζει να δει κανείς παρά την τρίωρη διάρκειά της και είναι δεδομένο πως η ερμηνεία του Day-Lewis δεν μπορεί να μείνει απαρατήρητη. Ας είναι ο DiCaprio εκείνος που θα πάρει τη σκυτάλη της κορυφής από τον ηθοποιό, αν δεν το έχει κάνει ήδη...
Λίνκολν - Lincoln (2012)
[Γράφει ο Θωμάς Τζίτζης]
Αναμένοντας τον Εμφύλιο Πόλεμο να τελειώσει, ο Πρόεδρος Abraham Lincoln εντείνει τις προσπάθειές του να περάσει την Δέκατη Τρίτη Τροποποίηση του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών. Το αποτέλεσμα αυτής της Τροποποίησης θα ήταν ουσιαστικά η κατάργηση της δουλείας που αυξανόταν με γοργούς ρυθμούς στην Αμερική. Ύστερα από αρκετές πιέσεις και ξεπερνώντας πολλά προβλήματα, η Τροποποίηση ψηφίζεται από την Βουλή των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών. Ωστόσο, ο Abraham Lincoln δεν επαναπαύεται σε αυτή την επιτυχία αλλά ξεκινάει συζητήσεις περί μελλοντικών μέτρων και για τους μαύρους.
Ο Steven Spielberg καταπιάνεται με τη βιογραφία του 16ου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών και το αποτέλεσμα είναι αριστουργηματικό. Αλλά η ουσία βρίσκεται στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Daniel Day-Lewis υποδύεται τον Abraham Lincoln και αφήνει ιστορία. Μία αψεγάδιαστη ερμηνεία σχετικά με την πολιτική δραστηριότητα του Αμερικανού ηγέτη η οποία αναπόφευκτα έφερε αμέτρητα προσωπικά βραβεία και φυσικά το Όσκαρ Α΄ Ανδρικού Ρόλου. Ευφυής, μαχητικός, αποφασιστικός, όπως ήταν στην πραγματικότητα ο ίδιος ο Lincoln, παρουσιάζεται και στην ταινία με φαντατικό τρόπο από τον Daniel Day-Lewis. Ο θεατής μπαίνει στο κλίμα της εποχής αμέσως και αυτό οφείλεται στο συνδυασμό της σκηνοθεσίας του Spielberg και της ερμηνείας του Day-Lewis.
Ιδιαίτερα, όταν πρόκειται για ένα πολιτικό δράμα το οποίο κάποιος θέλει να το παρακολουθήσει πρέπει να γνωρίζει τα γεγονότα της συγκεκριμένης περιόδου. Παρόλο αυτά, ο Daniel Day-Lewis σε παίρνει από το χέρι και σε βάζει αμέσως στο “πετσί” του ρόλου. Μπορεί η ταινία να μην έχει την απαιτούμενη δράση και να στηρίζεται μονάχα στους διαλόγους και την ένταση που επικρατεί στις αίθουσες των συνεδριάσεων, ωστόσο η ερμηνεία του πρωταγωνιστή είναι τόσο αφοπλιστική που ξεχνάς και τα 146 λεπτά διάρκειας. Αν όχι η καλύτερη, από τις καλύτερες στιγμές της καριέρας του Daniel Day-Lewis είναι το “Lincoln” αφού το σενάριο και η πλοκή δεν αποτελούν τα δυνατά σημεία του φιλμ. Στην ουσία, ο Daniel Day-Lewis δεν παίζει τον Lincoln, είναι ο Lincoln, όπως είχε ειπωθεί και γραφτεί από αρκετούς τον καιρό που είχε βγει η ταινία στους κινηματογράφους.
Επίλογος
Με αφορμή το συγκεκριμένο αφιέρωμα και τη μικρή εμβάθυνση που κάναμε για τον ηθοποιό Day-Lewis, νομίζουμε πως ο συγκεκριμένος παραλληλισμός μπορεί να αποδώσει την περίπτωσή του: είναι ο άριστος μαθητής που είναι κουραστικά καλός σε όλα, χωρίς να είναι όμως μονοδιάστατος και αδιάφορος για τον υπόλοιπο κόσμο. Κάτι τέτοιο συμβαίνει με εκείνον! Σχεδόν σε ό,τι ερμήνευσε ήταν εξαιρετικός, σε κάθε ταινία που συμμετείχε δινόταν ολοκληρωτικά και την αναβάθμιζε, έσπασε ρεκόρ, διακρίθηκε και για την προσωπική του ζωή ακόμα δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα. Είναι ο μύθος του παγκόσμιου σινεμά, Daniel Day-Lewis! Ευχαριστούμε!
Υ.Γ. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένουμε τον Φεβρουάριο την τελευταία του ταινία με τον Paul Thomas Anderson, "Phantom Thread". Εμείς θα ξαναμαζευτούμε για να τη συζητήσουμε και να κλείσει σωστά το κεφάλαιο. Τι λέτε; Πάει για το τέταρτο και για ένα τιμημένο «τέλος»;