’Εχει πλάκα όταν ένα ροκ live καταλήγει σε έναν αταίριαστο χώρο όπως είναι το ...dog strip της Ιεράς Οδού. Αυτή τη φορά όμως το σκυλάδικο που στέγασε τους Afghan Whigs ήτανε μεταμορφωμένο μέσα, χωρίς τα τραπέζια και τις λουλουδούδες, και μόνο με τη ντισκομπάλα να μένει πάνω απ’ τη σκηνή, κάτι που μ’ έκανε αυτόματα να σκεφτώ, σα σκύλος του Παβλόφ, τη φοβερή διασκευή του «Can‘t Get Enough of Your Love» απ’ τον Dulli και την παρέα του που ξανασμίξανε ύστερα από τόσα χρόνια για να ολοκληρώσουνε αυτό που είχανε αφήσει στη μέση σχεδόν το σημαδιακό 1999 στον Άγιο Κοσμά.
Aλληλούια, μπράδερς εντ σίστερς, οι Αfghan Whigs είναι πάλι μαζί και αυτό το καλοκαίρι κουβαλάνε την ψυχωτική soul τους, το μαύρο gospel της λαγνείας, σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική.
Ναι, οι Whigs είναι μια μπάντα λευκών που παίζει soul. Και οι τρείς διασκευές που παίξανε την Τρίτη το βράδυ ανήκουνε σε soul μουσικούς. Ο Greg Dulli θα πούλαγε τη μάνα στου διάβολο για να μπορούσε να τραγουδήσει σαν τον Marvin Gaye, αλλά ο οξαποδώ δεν αγοράζει πλέον. Δεν πειράζει όμως, ό,τι λείπει απ’ τις φωνητικές χορδές του, ο διάβολος τού το έχει δώσει σε πάθος. Όταν ο Greg ουρλιάζει «babyyyyyy», είναι από τους λίγους που το εννοούνε.
Και δεν ήτανε λίγες οι φορές που η λέξη «baby» αντήχησε στον καλά ηχομονωμένο χώρο του Vox ενώ ο Dulli κοιτούσε στο κενό όπου πιθανότατα λικνιζόταν το «μωρό» όπως το είχε μόνο εκείνος στο μυαλό του.
Ξεκινήσανε με το επιβλητικό, εξομολογητικό «Crime Scene, Part One» λουσμένοι στα μπλε φώτα και με την πρώτη υγρασία του ιδρώτα να γυαλίζει στο μέτωπο του τραγουδιστή. Ακολούθησε το πιθανότατα αυτοβιογραφικό «I‘m Her Slave», ύστερα το «Uptown Again», που μοιάζει τόσο πολύ στιχουργικά με το προηγούμενο. Αλλά μήπως δεν τις ξέρουμε τις εμμονές του δημιουργού αυτών των σκληρών ερωτικών σεναρίων;
Οι φωτογραφίες ανήκουν στο Θοδωρή Μάρκου.
Λίγοι είναι οι τίτλοι άλμπουμ που περιγράφουν ιδανικά το περιεχόμενό τους. Το «Black Love» είναι ένα απ’ αυτά. Αυτό το έξυπνο λογοπαίγνιο, το διφορούμενο νόημα της «μαύρης αγάπης» όπως θα την έβλεπε ο Barry White, ας πούμε; Ή της αγάπης όπως την εννοεί ένα γκρουπ του black metal; Aπ’ αυτό, για μένα το καλύτερο άλμπουμ τους, διαλέξανε τα «Crime Scene, Part One», «Blame, etc», «My Enemy» και τα τρία κομμάτια που κλείσανε το κανονικό σετ: «Bulletproof», «Summer Kiss» και «Faded».
Οι γυναίκες που κατοικούν στο μαύρο κόσμο των τραγουδιών του Greg Dulli ανήκουνε σε δύο κατηγορίες: ή είναι οι femme fatale που του καταστρέφουν τη ζωή (και το συκώτι) ή είναι αθώα κορίτσια που πέφτουνε στα δίχτυα αυτού του αρρωστημένου εκμαυλιστή που θα τις βασανίσει με την ίδια μοχθηρία των γυναικών της πρώτης κατηγορίας. Και τα σύντομα ρομάντζα που ξετυλίγονται στα τραγούδια του δεν έχουνε ποτέ happy end.
Ένα από τα (πολλά) που γουστάρω στον Dulli είναι η τυφλή αφοσίωση στη μαύρη μούσα του. Κάτι που αντικατοπτρίζεται ακόμα και στα ρούχα του καθώς, λίγο πολύ, είναι κι αυτός ένας man in black. Θυμάμαι να φοράει τα ίδια ρούχα, να έχει το ίδιο κούρεμα όταν το μακρινό ‘96 στην τουρνέ του «Βlack Love» είχανε παίξει δυόμισι ώρες με την ίδια ένταση που τότε - λόγω ηλικίας - άγγιζε τα όρια της λύσσας. Κοιτάω τα παπούτσια του και τι βλέπω: o αθεόφοβος φοράει εκείνα τα κουμπωτά παπούτσια που φοράνε οι μαύροι - ή κάτι Ιταλοί μαφιόζοι. Ο άνθρωπος είναι ταγμένος!
Οι φωτογραφίες ανήκουν στο Θοδωρή Μάρκου.
Τα πράγματα αρχίσανε να αγριεύουνε κανονικά από το πέμπτο κομμάτι, το «Βlame, etc» και συνεχίσανε στον ίδιο παθιασμένο ρυθμό μέχρι τέλους, με αποκορυφώματα τα «Gentlemen», «66» και το «Debonair» όπου η έκσταση του Dulli απαντήθηκε από την αντίστοιχη έκσταση του κοινού.
Για encore φυλάξανε τη διασκευή που ηχογραφήσανε πρόσφατα, το «See And Don‘t See» της Mary “Queenie” Lyons, όπου ο Greg σαν καλός και αγαπησιάρης soul crooner άφησε την κιθάρα, πήρε το μικρόφωνο και τραγούδησε όσο πιο καλά μπορούσε, κοίταξε το κοινό στα μάτια ανεβαίνοντας στα πλαϊνά μόνιτορ και εισέπραξε τη λατρεία που έψαχνε. Ύστερα κάθισε στο πιάνο για το «Love Crimes» του Frank Ocean και ξαναπήρε την κιθάρα για να κλείσουνε με το εκρηκτικό «Fountain and Fairfax» και το «Miles iz Ded» με τα άπειρα «baby».
Με ποια άλλη λέξη θα τελείωνε άλλωστε;
Οι φωτογραφίες ανήκουν στο Θοδωρή Μάρκου.