theBoy_pleaseMakeMeDnace

Αγαπημένοι ελληνικοί στίχοι από το 2000 και μετά #13: The Boy - Σ' Αγαπάω Να Της Λες (2009)

Στο 13ο άρθρο της στήλης ο Πρόδρομος Doe «βουτάει» στον κόσμο του The Boy.
Διαβάστηκε φορες
Ο Πρόδρομος Doe τραγουδάει και γράφει στίχους στο συγκρότημα Jane Doe, έχει εκδώσει μερικά βιβλία, σχεδιάζει επιτραπέζια παιχνίδια, παίζει μπάσκετ και διάφορα άλλα. Μια ακόμα ασχολία του είναι η παρουσίαση στο Mix Grill της στήλης «100 αγαπημένοι ελληνικοί στίχοι από το 2000 και μετά».


The Boy - Σ' Αγαπάω Να Της Λες
Please Make Me Dance [2009]
Στιχουργός: The Boy

Αν ο Παυλίδης κι ο Αγγελάκας κι ο Δεληβοριάς κι ο Αλκαίος και οι υπόλοιποι που παρουσιάστηκαν μέχρι στιγμής παίζουν σ' ένα πιο mainstream γήπεδο (κι ο ΛΕΞ; Ναι, κι ο ΛΕΞ αγαπητέ αναγνώστη), σημαίνει αυτόματα πως υπάρχουν κάποιοι που παίζουν μπάλα underground.

Underground. Όρος παρεξηγημένος, φορτισμένος. Για μερικούς δικαιολογία, για άλλους αναγκαιότητα. Ειδικά στο θέμα «στίχος» υπάρχουν καλλιτέχνες που μόνο σε αυτό το πλαίσιο μπορούν να κινηθούν. Δεν είναι δικό τους θέμα. Είναι θέμα του ακροατή που για να μπει στο σύμπαν πιο «περίεργων» ποιητών πρέπει να εκπαιδευτεί: πρέπει να ξέρει πρόσωπα, καταστάσεις, ιστορία και επικαιρότητα, να αποκρυπτογραφεί τα νοήματα που έχουν δύο και τρία επίπεδα, να μη στραβώνει στις πρώτες δύσκολες λέξεις.

Ας το πω απλά: για να βουτήξεις στο σύμπαν του The Boy πρέπει να φας πολλά σκατά.

Κι επ' ουδενί δεν λέω πως εγώ έχω φάει. Ένας χαμένος έφηβος ήμουν που
μεταλλάσσεται σιγά σιγά σε έναν αστό με τα όλα του.

Πώς τη βρίσκω, λοιπόν, με τους στίχους του The Boy;

Ίσως γιατί κι αυτός ακολούθησε παρόμοια πορεία. Γιος του σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη, αποφάσισε νωρίς να αποποιηθεί την ταυτότητά του και να κάνει τη ζωή του δύσκολη. Ξέρω ξέρω… τα πλουσιόπαιδα που κάνουν τέχνη με τα λεφτά του μπαμπά.

Αρχίδια. Αν ήταν όλα τόσο απλά θα είχαμε καλύτερα οργανωμένες επαναστάσεις, φτιαγμένες με το καπιταλιστικό μοντέλο. Φλυαρώ πολύ όμως… ίσως γιατί δεν ξέρω πώς να καταδυθώ στο κέντρο της ποίησης του The Boy και γυρίζω σε τροχιά, ασφαλής και όμορφος.

Όμως αυτός δεν το θέλει έτσι το πράγμα.

Ωχ πόσο πονάω,
όταν βλέπω τη φάτσα μου στον καθρέφτη γελάω
Και κλαίω με λυγμούς για ποιους;
Για όλους τους φίλους μου τους καλούς που δεν αντιδράνε, 
δε μιλάνε ενώ με βλέπουνε να σαπίζω
Χωρίς να αρχίζω, 
Δεν αλλάζω ούτε σε στιλ πεταλούδα, αυτό δεν είναι κουκούλι
Είναι φέρετρο να μένει κανείς σε αυτή την πόλη 
που κοιμάται και νομίζει ότι σκίζει
Τι να λέει;
Μας πονάει και μετά κλαίει
Και θέλει χάδια και αγκαλιές 
Και Αθήνα μου, σ’αγαπάω να της λες.

Ποιο είναι το αντίθετο του ερωτικού γράμματος; Το γράμμα μίσους; Δε νομίζω. Ο δημιουργός δεν μισεί την Αθήνα. Την απεχθάνεται, ναι, αλλά με έναν τρόπο που πονάει και τον ίδιο. Του ζητάει πολλά, χωρίς να δίνει πίσω τίποτα. Δηλητηριάζει το αίμα, τον κρατάει φυλακισμένο. Τον ναρκώνει και όταν τον βλέπει στην πόρτα έτοιμο να δραπετεύσει, του ζητάει να γυρίσει, τον εκβιάζει ψυχολογικά, του κάνει την πιο ακριβή ερώτηση ξανά και ξανά: Μ' αγαπάς;

Ωχ πόσο πονάω, 
συνηθίζω την γκρίνια, τη φθήνια, τις ουρές
Τις μεγάλες πουτάνες που κυκλοφορούν όλες με κολλητά ροζ μπλουζάκια 
και παντελόνια του θεού σαπισμένες μούρες από το Hondos 
που με τα χημικά του γεμίζει τα κορίτσια μας με πάστες προσώπου 
Και μετά τις φιλάς και ξύνεσαι 
και μου λέει εγώ δε θέλω ένα αγόρι που περνάει ακμή
εγώ θέλω έναν άντρα
Της λέω “τράβα στον πρώτο, που 'χει πολλούς. 
Μες στους τάφους μπες και στήσου
Και άσε τους νεκρούς πολιτικούς να κάνουν τη δουλειά τους
Και να υπογράψουν το λαϊκό αίσθημα, ότι μας γαμάνε και από την κόλαση”
Είναι απόλαυση ρε γαμώτο αυτή η πόλη 
που κοιμάται και νομίζει ότι σκίζει
 Τι να λέει;
Μας πονάει και μετά κλαίει
Και θέλει χάδια και αγκαλιές 
Και Αθήνα μου, σ' αγαπάω να της λες.

Ακούγεται συντηρητικός εδώ ο The Boy; Σεξιστής; Nope (και δεν θα ανατρέξω καν στην υπόλοιπη του καλλιτεχνική του δραστηριότητα ή τις συνεντεύξεις του για να το αποδείξω). Η επίθεση είναι στη βιομηχανία της ομορφιάς που εκβιάζει, που δημιουργεί πρότυπα και νόρμες ετσιθελικά χωρίς να νοιάζεται τι γίνονται όλα εκείνα τα παιδιά που δεν τις πληρούν.

Η αναζήτηση της τελειότητας, η πολιτική και οι πολιτικοί, η Αθήνα, η Αθήνα, η
Αθήνα. Κέντρο του σύμπαντος, μια σουπερνόβα που τελειώνει τη ζωή της με μια σειρά εντυπωσιακές εκρήξεις.

Ωχ πόσο πονάω, 
μου λες απ’ την πτέρυγα των μελλοθανάτων και εγώ συγκρατούμαι
Λες ότι θυμάσαι πως ήταν τότε 
που τσακωνόσουν, γελούσες κι έκανες έρωτα 
χωρίς τους ορούς, τους γιατρούς και τα αίματα 
Άνοιξε το παράθυρο, 
δεν πήγα πουθενά. Μια ζωή εδώ
Και τώρα το μόνο που μου απομένει 
είναι αυτή η πανάκριβη μπόχα
Η μονάκριβη μου αγάπη, 
η πουτάνα, η καριόλα, αυτή η πόλη 
που κοιμάται και νομίζει ότι σκίζει 
Τι να λέει;
Μας πονάει και μετά κλαίει
Και θέλει χάδια και αγκαλιές 
Και Αθήνα μου, σ’αγαπάω να της λες.

Ποιος φταίει; Η πόλη ή ο άνθρωπος;

Ένας πιο δημοφιλής συνάδελφος το έλεγε κάπως πιο απλοϊκά. Είμαι ακόμα εδώ, κι αυτό το καλοκαίρι.

Εδώ δεν υπάρχει κανένα παγωτό λιωμένο που να κολλάει στο χέρι. Υπάρχει η μυρωδιά της αποσύνθεσης, ένας σύζυγος που λέει «σ’ αγαπώ» ενώ μαυρίζει και τα δύο μάτια της «αγαπημένης» του και η φενάκη πως κάποια στιγμή θα φύγεις.

Μα η Αθήνα και η κάθε Αθήνα έχει τον τρόπο της να κρύβει τις εξόδους κινδύνου ή - ακόμα κι αν τις βρεις - εκείνες σε φέρνουν πάλι στην αγκαλιά της. Από το πιο στενό κελί, το βαθύτερο σκοτάδι, γραμμένη στο μπράτσο με το μικρό μαχαίρι ενός νυχοκόπτη, ο The Boy στέλνει την ποίησή του στον απέραντο κόσμο ως υπενθύμιση του κενού που χάσκει κάτω από τα πόδια μας κι εμείς το νομίσαμε έδαφος στέρεο, βέβαιο και ασφαλές.

Αμ, δε.






Διαβάστε ακόμα