Βρισκόμαστε στο 1940. Μετά από τον θρίαμβο της ραδιοφωνικής προσαρμογής του «Πολέμου των Κόσμων» του H. G. Wells, ο Orson Welles ετοιμάζει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο. Για τη συγγραφή του σεναρίου προσλαμβάνει τον Herman Mankiewicz - για συντομία Mank. Καθότι ο Mank είναι αλκοολικός και τζογαδόρος, ο Welles τον απομονώνει, ώστε να δουλέψει απερίσπαστος. Ο Mank τελικά κατορθώνει να ολοκληρώσει την πρώτη γραφή μέσα στην σκληρή προθεσμία των 60 ημερών. Αυτό το σενάριο γέννησε τον «Πολίτη Κέιν», ταινία που σήμανε την αυγή του σινεμά του δημιουργού στο Χόλιγουντ.
Η ταινία του David Fincher για το Netflix βασίζεται σε σενάριο του πατέρα του, Jack, το οποίο παρέμενε στο συρτάρι από τη δεκαετία του '90. Εξιστορεί τη ζωή του Mank, με έμφαση σε γεγονότα που τον ενέπνευσαν στη συγγραφή του (πρώτου) σεναρίου του «Πολίτη Κέιν». Η ατμόσφαιρα και η αισθητική προσομοιάζουν με το δημιούργημα του Welles, κυρίως χάρη στην ασπρόμαυρη κινηματογράφηση και την αρκετά λεπτομερή δουλειά στις φωτοσκιάσεις.
Ο Gary Oldman είναι εξαιρετικά πειστικός στον ομώνυμο ρόλο. Μπορεί η γκάμα του ρεπερτορίου του και η εκφραστικότητά του να είναι περιορισμένες, ωστόσο αποδεικνύεται ιδανικός σε έναν ρόλο που απαιτεί ερμηνευτική δεινότητα, τόσο σε στατικές σκηνές από το κρεβάτι του πόνου (όπου καθηλώθηκε ο Mank λόγω αυτοκινητιστικού ατυχήματος), όσο και σε δυναμικές σκηνές από συνεστιάσεις σε ευμεγέθη μέγαρα. Το αντρικό καστ είναι απογοητευτικό, ειδικά ο Tom Burke που φτάνει στα όρια της ιεροσυλίας στον ρόλο του Welles και ο Arliss Howard που μετατρέπει τον Louis B. Mayer σε καρικατούρα. Από την άλλη, το γυναικείο καστ που περιβάλλει τον Oldman ξεχωρίζει. Ειδικά οι Amanda Seyfried, Lily Collins και Tuppence Middleton διαθέτουν φρεσκάδα, ενέργεια και - ευτυχώς - ρόλο και ατάκες που δεν τις περιορίζουν σε σκέτο «συμπλήρωμα» του πρωταγωνιστή.
Το "Mank" αποτελεί μια ταινία εξ ορισμού «οσκαρική», λόγω θεματικής και συντελεστών, όπως αποδείχτηκε και από τις πρόσφατες υποψηφιότητες. Ωστόσο, δεν είναι αψεγάδιαστη. Ορισμένα μειονεκτήματα ενδέχεται να δυσχεράνουν την παρακολούθηση και να αποτρέψουν την πρόσληψή της. Καταρχάς, οι διάλογοι είναι καταιγιστικοί, κάτι που ταιριάζει απόλυτα στις ταινίες της εποχής στην οποία διαδραματίζεται και μας έχει συνηθίσει ο Fincher, με αποκορύφωμα το "The Social Network". Ωστόσο, οι ήρωες μιλούν με φρενήρεις ρυθμούς για πρόσωπα και γεγονότα που ο θεατής δεν μπορεί να γνωρίζει. Ακόμα, λοιπόν, και να προλαβαίνετε να διαβάζετε τους υπότιτλους, αμφιβάλλω αν αρκεί η επιφανειακή γνώση του πλαισίου του θέματος. Το οποίο θέμα δεν είναι απλώς «συγγραφή του (πρώτου) σεναρίου του "Πολίτη Κέιν"», αλλά κυρίως η πατρότητα της ιδέας και του ίδιου του σεναρίου, διανθισμένα με την αντικομμουνιστική υστερία της εποχής του Μεσοπολέμου, καθώς και παιχνίδια εξουσίας στην πολιτική και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Όπως κάθε ταινία που απεικονίζει ένα ιστορικό θέμα, το "Mank" έχει a priori περιορισμένη οπτική. Παρόλα αυτά, ο θεατής κινδυνεύει να μείνει με την ψευδαίσθηση ότι έγινε ειδικός επί του θέματος βλέποντας μια δίωρη ταινία. Κι ας έχουν γραφτεί δεκάδες χιλιάδες λέξεις σχετικά με το σε ποιον πραγματικά ανήκει το σενάριο του «Πολίτη Κέιν» και κατ' επέκταση και το Όσκαρ Σεναρίου, που τελικά μοιράστηκαν οι Welles και Mank. Εν προκειμένω, οι Fincher - πατήρ και υιός - παίρνουν ξεκάθαρη θέση (την οποία δεν χρειάζεται να αποκαλύψω), η οποία μάλλον δεν συμφωνεί πλέον με την επικρατούσα άποψη. Καθώς η ιστορία ή καλύτερα η αντίληψή μας για την ιστορία δεν είναι στατική αλλά μετασχηματίζεται, το σίγουρο είναι ότι όσα επικαλείται η συγκεκριμένη ταινία έχουν ανατραπεί από τις πιο πρόσφατες αναλύσεις.
Σύντομα θα υπάρχουν περισσότερες ταινίες που αναφέρονται στον Orson Welles και το έργο του από τις ταινίες που ο ίδιος γύρισε. Προσωπικά, θεωρώ λυπηρό το άκρως ορατό ενδεχόμενο οι ταινίες που αναφέρονται στον Orson Welles να λάβουν σύντομα περισσότερα Όσκαρ από όσα κέρδισε ο ίδιος για το έργο του, δηλαδή το εξής ένα, που μοιράστηκε με τον Mank.
Αν είναι να χρησιμεύσει σε κάτι αυτή η - κατά τ' άλλα αξιόλογη και εμπνευσμένη - καλλιτεχνική δημιουργία του David Fincher, ας είναι για να δώσει έναν νέο κύκλο ζωής σε μια από τις σημαντικότερες στιγμές της 7ης τέχνης, στο κινηματογραφικό ντεμπούτο του νεαρού Orson Welles από το μακρινό 1941.