Χειμωνιάτικο βράδυ Παρασκευής και εμείς κατηφορίσαμε στο PassPort για να απολαύσουμε από κοντά την "Εικόνα του Χειμώνα", με τα πορτρέτα των Μπάμπη Στόκα και Αλκιβιάδη Κωνσταντόπουλου και με φόντο τον Πειραιά. Ο Στόκας, ιδρυτικό μέλος των Πυξ-Λαξ, χαράζει εδώ και χρόνια την δική του πορεία αφήνοντας το προσωπικό του στίγμα στο χώρο της μουσικής. Στο πλευρό του ο ταλαντούχος Αλκιβιάδης, που αποτελεί μια ενδιαφέρουσα περίπτωση της νέας μουσικής γενιάς.
Ο φιλόξενος χώρος του PassPort ήταν ήδη γεμάτος από κόσμο, με άλλους να έχουν λάβει θέση στα τραπεζάκια και το μπαρ και άλλους να στέκονται όρθιοι, αναμένοντας… Κατά τις 11:00, το προβάδισμα έκανε ο Αλκιβιάδης με την ευχάριστη παρουσία του και το ψυχαγωγικό του ύφος! Μας έβαλε αμέσως στο "θέμα" του ξεκινώντας με την εξής παροιμία: "Ένας τρελός χωρίζει τον κόσμο του πνεύματος από τον κόσμο του οινοπνεύματος", που αποτελεί και το ρεφραίν σε ένα από τα νέα του κομμάτια. Γεμάτος όρεξη και ζωντάνια , προέτρεπε το κοινό να τραγουδήσει μαζί του και να συμμετάσχει ρυθμικά, επιτυγχάνοντας έτσι ένα κλίμα οικειότητας αλλά και ψυχαγωγίας! Ο Αλκιβιάδης κατάφερε να συνδυάσει άριστα το σαρκαστικό του ύφος με την τρυφερή πλευρά του. Πρόκειται για έναν καλλιτέχνη που, όπως μας απέδειξε και στη συναυλία, έχει την ικανότητα αφενός να διασκεδάζει το κοινό του, με κομμάτια όπως : "Γ*** την καταδίκη μου", "Στην απάνω γειτονίτσα", "18ωρο", και αφετέρου να το συγκινεί με τις μπαλάντες του "Για να μπορώ να σ’αγαπάω", "Μα δεν το έκανες" κ.ά.
Στη συνέχεια, η βαριά και γνώριμη φωνή του Μπάμπη Στόκα ήχησε στο χώρο παράλληλα με την παρουσία του ανάμεσα στους μπλε φωτισμούς και τα φωτεινά σχήματα που τρεμόπαιζαν στις κουρτίνες. Χαρακτηριστική και οικεία στο άκουσμα μας ταξίδεψε αναδρομικά στο χρόνο και στη μουσική του πορεία. Ο Στόκας κινήθηκε σε ένα ήρεμο φόντο ξεδιπλώνοντας, τραγούδι με τραγούδι, όλες τις στιγμές της καλλιτεχνικής του διαδρομής: από την εποχή των Πυξ-Λαξ μέχρι και τον πρόσφατο δίσκο του, με τίτλο "Η αυλή των τρελών" σε συνεργασία με τον Άλκη Αλκαίο. Πιστός στις καταβολές του σπουδαίου συγκροτήματος από το οποίο προέρχεται, σαν άλλος "Σενιόρ" αναρωτιόταν "Τι είναι αυτό που μας ενώνει" και αν "Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο" ή κάπου "Εκεί στο Νότο"… Εφοδιασμένος και με τα άσματα που άνθισαν στη μετέπειτα πορεία του, βυθιστήκαμε σε μια γαλήνια ατμόσφαιρα όπου κυριαρχούσαν ήρεμοι τόνοι σε συνδυασμό με την αισθαντική ερμηνεία του! Ο "αποφθεγματικός" στίχος και η ήρεμη δύναμη της μουσικής του μας προκάλεσαν μια αίσθηση νοσταλγίας και μια εσωτερική συγκίνηση, η οποία υπήρχε και στα τραγούδια του νέου δίσκου όπως: "Υπνόσακος", "Ο έρωτας σκοτώνει και του πάει", "Άσε με στ' όνειρο" κ.ά.
Την ήρεμη ατμόσφαιρα που περιέβαλλε τον Στόκα, διέσχιζαν οι φωνές του κοινού που, "πιστό" στη συνήθη πρακτική του όταν πρόκειται για καλλιτέχνες- πρώην μέλη συγκροτήματος, αναζητούσε τις έντονες στιγμές που τους χάρισαν κάποτε οι Πυξ-Λαξ. Έτσι στην επανεκτέλεση των συγκεκριμένων κομματιών ο κόσμος συμμετείχε με ενθουσιασμό και ιδιαίτερη έξαρση! Η δική μου έντονη στιγμή ήταν όταν, προς το τέλος της βραδιάς, ένας μεγάλος σε ηλικία κύριος σκύβοντας προς το μέρος μου με ρώτησε : "Υπάρχουν χρυσόψαρα εδώ;" κατά τη διάρκεια του ομώνυμου κομματιού. "Υπάρχουν" του απάντησα και χαμογέλασε καθησυχαστικά…
Οι δυο τους αποτέλεσαν, πιστεύω, ένα ταιριαστό μουσικό δίδυμο, αλληλοσυμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον... Καθ΄όλη τη διάρκεια της συναυλίας, ο πολυμήχανος και ταλαντούχος οργανοπαίχτης Αλκιβιάδης, ανέβαζε τις εντάσεις με τη χιουμοριστική διάθεση και τη θεατρικότητα που τον διακατέχει. Από την άλλη πλευρά, ο Στόκας, κινούμενος σε ένα πιο ήρεμο περιβάλλον και χωρίς ιδιαίτερες ανατρεπτικές εκφάνσεις, στάθηκε με επάρκεια στη σκηνή, ακούραστος, προσφέροντας μια μουσική πανδαισία.Κράτησε μια ομαλή γραμμή διανθίζοντάς την άλλοτε με ροκ-έντεχνους ήχους και άλλοτε με πιο λαϊκότροπους τόνους, με τη συμβολή της ορχήστρας που τον πλαισίωνε. Η όλη μουσική εμπειρία, μπορεί να μην εξελίχθηκε σε ένα αρκετά ανεβαστικό επίπεδο για τον θεατή-ακροατή, παρόλα αυτά είχε μια χορταστική διάρκεια 4 περίπου ωρών, που ανέδειξε στο ύψιστο σημείο το εύρος του Στόκα ως καλλιτέχνη και ικανοποίησε τους λάτρεις του μουσικού του έργου. Κατακλείδα της βραδιάς υπήρξε το κομμάτι "Το πέταγμα", που συμπεριλαμβάνεται στο νέο δίσκο του Στόκα, και τα δικά του παραινετικά λόγια με την πάντα επιβλητική φωνή του: "Ένα τραγούδι που μας προτρέπει όλους να πετάξουμε…"
Πριν από την έναρξη της μουσικής βραδιάς , καταφέραμε να αποσπάσουμε κάποια λόγια από τους δυο καλλιτέχνες στα πλαίσια μιας, κατά κάποιο τρόπο, συνέντευξης.
Σε όλη αυτή τη δύσκολη κατάσταση, εν περιόδω κρίσης, πιστεύετε ότι οι καλλιτέχνες και γενικότερα η Τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως βάλσαμο;
Μπάμπης Στόκας: Θέλω να πιστεύω ότι αυτό πρέπει να συμβαίνει. Αυτό γίνεται τόσα χρόνια όταν υπάρχει κρίση. Οι τέχνες ανθούν. Απλά για σήμερα έχω μια αμφιβολία. Αμφιβολία για την εποχή μας, αν θα ισχύει αυτό.
Πώς νιώθετε που ενώ στους προηγούμενους δίσκους είχατε το ρόλο του ερμηνευτή, συνθέτη και στιχουργού, στο νέο δίσκο τη στιχουργία έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου ο Άλκης Αλκαίος;
Μπάμπης Στόκας: Αυτό είναι βάλσαμο για μένα. Είναι ευχής έργο να έχεις στα χέρια σου στίχους από ένα σπουδαίο ποιητή. Είναι τεράστια ευθύνη , αλλά από την άλλη νιώθω ότι ξεκινάω έχοντας στα χέρια μου εξαιρετικό λόγο. Και όπως έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι "εν αρχή ην ο λόγος".
Πόσο δύσκολο είναι για ένα νέο καλλιτέχνη να γίνει αποδεκτός από το κοινό στην εποχή μας και ιδιαίτερα σε αυτό το είδος μουσικής;
Αλκιβιάδης Κωνσταντόπουλος: Άμα παρατηρήσουμε την Ιστορία, και η Ιστορία κάνει κύκλους, πάντα τις πιο δύσκολες εποχές έχουν βγει αριστουργήματα. Το καλό είναι ότι σήμερα επιβιώνουν όσοι πραγματικά αγαπάνε αυτό που κάνουν. Αυτοί συνεχίζουν με πολύ κόπο. Κατά βάθος χαίρομαι γιατί τώρα θα φανεί ποιοι κάνουν τέχνη.
Ετοιμάζετε κάτι καινούριο αυτή την περίοδο;
Αλκιβιάδης Κωνσταντόπουλος: Ετοιμάζω τη δεύτερη δισκογραφική δουλειά μου με τίτλο "Ένας τρελός". Αναμένεται να κυκλοφορήσει μόλις μαζέψουμε τα χρήματα! (γελάει). Είναι ήδη έτοιμη. Είναι διαφορετική, είναι μια εξέλιξη, μια θεατρική δουλειά. Και σήμερα θα ακουστούν κάποια κομμάτια με τη συνεργασία του Μπάμπη.
Οι φωτογραφίες ανήκουν στον Κώστα Μπρουμα.