O Σαμάνος δεν είναι μόνο ο «Φορτίνο Σαμάνο» ο πρωταγωνιστής του ομότιτλου τραγουδιού, Μεξικανός ήρωας του οποίου η φωτογραφία μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα λίγο πριν εκτελεστεί αποτελεί και το σκηνικό του τραγουδιού που ξεπήδησε από το δημιουργικό χείμαρρο Θ. Παπακωνσταντίνου και που περιέχεται στην αφίσα που συνοδεύει το cd. O Σαμάνος είναι το αμφιλεγόμενο πρόσωπο που συναντάται σε όλες σχεδόν τις θρησκείες και συγκεντρώνει ιδιότητες και «δυνάμεις» που τον κάνει απαραίτητο στη φυλή του. Είναι ο ιερέας, ο γιατρός, ο έμπιστος του άρχοντα και ο ενδιάμεσος στο Θείο. Είναι άνθρωπος και ξωτικό μαζί. Είναι αυτός «που κοιμάται σα γέρος και ξυπνάει σαν παιδί» όπως υπογράφεται ο τίτλος του cd. Είναι ο ίδιος ο σαμάνος που έψαξαν και άλλοι πολλοί πριν τον Θανάση, όπως ο Jim Morrison στο Shaman’s blues (The soft Parade).
Πρόκειται, σε κάθε περίπτωση, για μια ολοκληρωμένη δουλειά, η τελευταία του Θανάση Παπακωνσταντίνου με την ενεργό συμμετοχή του αειθαλούς Διονύση Σαββόπουλου. Παρακολουθώντας την πορεία του Θ.Παπακωνσταντίνου βλέπει κανείς στοιχεία που εμφανίζονται σε αυτή τη δουλειά και την κάνουν οικεία και την καθιστούν ικανή συνέχεια του έργου του.
Για όσους δεν ξέρουν να πω ότι ο Θανάσης έχει και σε αυτή τη δουλειά ήχους και μελωδίες που τον «βασανίζουν» από παλιότερες δουλειές ( Ορυχεία, Sara) και έρχονται να ακουστούν και σε αυτό το cd με μια άλλη πρόταση. Μάλιστα η Sara σαν ήχος εμφανίζεται ήδη τρίτη φορά σε ξεχωριστή μορφή (πρώτη ήταν στην «Αγρύπνια» μόνο ως μελωδία). Έχει, όμως, και καινούρια πράγματα που έρχονται να προστεθούν στα ακούσματά μας. Σε όλο το cd είναι ορατή η συμμετοχή του Διονύση Σαββόπουλου, κάτι που αποτελούσε όνειρο ζωής για τον Θανάση και επιτέλους πραγματοποιήθηκε!
Από την άλλη έχουμε ένα Διονύση Σαββόπουλο που για πρώτη φορά εμπιστεύεται έναν δημιουργό και ερμηνεύει αποκλειστικά δικά του τραγούδια (του Θανάση) σε έναν δίσκο, όπου η φωνή και η ερμηνεία του είναι η μόνη καλλιτεχνική του έκφραση. Πρωτόγνωρο και, τελικά, ωραίο. Ωραίο με την αρχαιοελληνική του σημασία, δηλαδή, στην ώρα του.
Το «Ασπρομόντε» ακούγεται πρώτο και σε βάζει στο κλίμα. Αυτό που ακολουθεί είναι η μουσική του Θανάση με τις ιστορίες του-γιατί και αυτός , όπως και ο Δ.Σαββόπουλος, λέει ιστορίες στα τραγούδια του- μόνο που δεν είναι τόσο απόκοσμες όσο σε άλλες δουλειές αλλά με τη μαεστρία του Σαββόπουλου έχουν γίνει όλα πιο οικεία. Άκουσα πολλά και διάβασα και άλλα για το πώς το αποτέλεσμα αδικεί τον Θανάση και την πορεία του ως τώρα. Διαφωνώ. Ήθελε να φτάσει σε αυτό το αποτέλεσμα και ήθελε να ακουμπήσει τα τραγούδια του ο ένας και μοναδικός Σαββόπουλος και να τα κάνει να ακούγονται και σε ανθρώπους που θα απέρριπταν εύκολα τις μουσικές του Θανάση, ως σήμερα. Δεν έγιναν τα τραγούδια του μουσική για σιδέρωμα και σφουγγάρισμα. Κάθε άλλο. Έχοντας ως χαρακτηριστικό τις ξεχωριστές μελωδίες και τους ταξιδιάρικους στίχους με την παρουσία του Δ. Σαββόπουλου τα τραγούδια του γίνονται σύντροφοι καλοί. Ο Δ. Σαββόπουλος, από την άλλη, επιστρέφει όχι σαν ανάμνηση του εαυτού του αλλά ενεργά και ηχηρά. Δεν περίμενα να ξανακούσω έτσι το Σαββόπουλο. Μπράβο και στους δύο!!!
Το «Ασπρομόντε» ακούγεται πρώτο και σε βάζει στο κλίμα. Αυτό που ακολουθεί είναι η μουσική του Θανάση με τις ιστορίες του-γιατί και αυτός , όπως και ο Δ.Σαββόπουλος, λέει ιστορίες στα τραγούδια του- μόνο που δεν είναι τόσο απόκοσμες όσο σε άλλες δουλειές αλλά με τη μαεστρία του Σαββόπουλου έχουν γίνει όλα πιο οικεία. Άκουσα πολλά και διάβασα και άλλα για το πώς το αποτέλεσμα αδικεί τον Θανάση και την πορεία του ως τώρα. Διαφωνώ. Ήθελε να φτάσει σε αυτό το αποτέλεσμα και ήθελε να ακουμπήσει τα τραγούδια του ο ένας και μοναδικός Σαββόπουλος και να τα κάνει να ακούγονται και σε ανθρώπους που θα απέρριπταν εύκολα τις μουσικές του Θανάση, ως σήμερα. Δεν έγιναν τα τραγούδια του μουσική για σιδέρωμα και σφουγγάρισμα. Κάθε άλλο. Έχοντας ως χαρακτηριστικό τις ξεχωριστές μελωδίες και τους ταξιδιάρικους στίχους με την παρουσία του Δ. Σαββόπουλου τα τραγούδια του γίνονται σύντροφοι καλοί. Ο Δ. Σαββόπουλος, από την άλλη, επιστρέφει όχι σαν ανάμνηση του εαυτού του αλλά ενεργά και ηχηρά. Δεν περίμενα να ξανακούσω έτσι το Σαββόπουλο. Μπράβο και στους δύο!!!
Στα κομμάτια είναι δύσκολο να διαλέξω ποιο είναι καλύτερο και να τα αξιολογήσω. Μου αρέσει πολύ «Το κάλεσμα» γιατί μέσα στη χαρούμενη μουσική του κρύβεται η μελαγχολία της νοσταλγίας και ο φόβος του θανάτου. Είναι από αυτά τα τραγούδια που σου δίνουν την αίσθηση ότι τα τραγουδάει ο αυτόχειρας πέφτοντας στον γκρεμό.
Το «Ζεϊμπέκικο της Κυριακής» με το πνευστά σε ενορχήστρωση του Ν. Κυπουργού (σπουδαίος μουσικός) και με το φόρο τιμής στον Τσιτσάνη γλυκαίνει την πίκρα που κρύβουν «τις Κυριακές τα βράδια.»
Οι ιστορίες του Ramon , του Φορτίνο Σαμάνο και του Μεθυστή (στίχοι βυζαντινού μελωδού και μουσική Θ.Παπακωνσταντίνου) σε προκαλούν να ξεχαστείς μέσα τους.
«Όλα τα πρωινά» είναι γλυκό σαν ανοιξιάτικο πρωινό στην εξοχή με το βιολί του να σε συνοδεύει σε ένα πρωινό που έχεις ξυπνήσει με τη σιγουριά ότι είσαι άλλος ανάλαφρος άνθρωπος και ότι οι αναποδιές και τα πισωγυρίσματα δε σε αφορούν. Στο «Σαν αστραπή» δέχεσαι τη μοίρα σου με στωικότητα. Στο "Attinse" με τις χορωδίες του, θέλω να πάρω τους δρόμους μήπως και βρω αυτή τη φωτογραφία που με «κρατάει μικρό παιδί». Η «Sara» είναι από τις εμμονές του Θανάση και το «Αυτό» με το «Ορυχεία» είναι μάλλον αυτοβιογραφικά με το τελευταίο να είναι εξαιρετικά δυνατό.
Το «Ζεϊμπέκικο της Κυριακής» με το πνευστά σε ενορχήστρωση του Ν. Κυπουργού (σπουδαίος μουσικός) και με το φόρο τιμής στον Τσιτσάνη γλυκαίνει την πίκρα που κρύβουν «τις Κυριακές τα βράδια.»
Οι ιστορίες του Ramon , του Φορτίνο Σαμάνο και του Μεθυστή (στίχοι βυζαντινού μελωδού και μουσική Θ.Παπακωνσταντίνου) σε προκαλούν να ξεχαστείς μέσα τους.
«Όλα τα πρωινά» είναι γλυκό σαν ανοιξιάτικο πρωινό στην εξοχή με το βιολί του να σε συνοδεύει σε ένα πρωινό που έχεις ξυπνήσει με τη σιγουριά ότι είσαι άλλος ανάλαφρος άνθρωπος και ότι οι αναποδιές και τα πισωγυρίσματα δε σε αφορούν. Στο «Σαν αστραπή» δέχεσαι τη μοίρα σου με στωικότητα. Στο "Attinse" με τις χορωδίες του, θέλω να πάρω τους δρόμους μήπως και βρω αυτή τη φωτογραφία που με «κρατάει μικρό παιδί». Η «Sara» είναι από τις εμμονές του Θανάση και το «Αυτό» με το «Ορυχεία» είναι μάλλον αυτοβιογραφικά με το τελευταίο να είναι εξαιρετικά δυνατό.
Εμένα μου αρέσει.