Οι συνεργασίες του Steven Spielberg με τον Tom Hanks έχουν οδηγήσει σε ορισμένες από τις πιο χαρακτηριστικές και επιτυχημένες στιγμές και των δύο. Ξεχωρίζει προφανώς «Η Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν» (1998) που έδωσε και το πιο πρόσφατο Όσκαρ σκηνοθεσίας στον πολυπράγμονα σκηνοθέτη. Ακολούθησαν το «Πιάσε Με Αν Μπορείς» (2002) στο οποίο ο Hanks βρέθηκε στη σκιά του Leonardo DiCaprio, και το μεγαλεπίβολο, αν και ελλιπές, project του «The Terminal» το 2004. Όλα έδειχναν ότι το 2015 θα ήταν και πάλι η χρονιά τους. Είχαν μια αληθινή ιστορία από αυτές που λες ότι αξίζει να διηγούνται, προσαρμοσμένη για τον κινηματογράφο από τον Matt Charman και τους αδερφούς Coen, την αψεγάδιαστη φωτογραφία του μόνιμου συνεργάτη του Spielberg, Janusz Kaminski, και ένα καστ ταιριαστών ηθοποιών να πλαισιώνουν τον Hanks. Όμως μείναμε με την όρεξη...
Η υπόθεση εν τάχει
Το 1957, με τον Ψυχρό Πόλεμο να βρίσκεται στο απόγειό του, ο αδιευκρίνιστης καταγωγής Rudolf Abel συλλαμβάνεται στη Νέα Υόρκη με την κατηγορία της κατασκοπίας προς όφελος των σοβιετικών συμφερόντων. Με τις ιαχές για κρεμάλα ή έστω για ηλεκτρική καρέκλα να κυριαρχούν στην τρομοκρατημένη κοινωνία των ΗΠΑ, η πολιτεία για να τιμήσει τη δικαιοσύνη που αξίζει κάθε κατηγορούμενος αναθέτει την υπεράσπιση του Abel στο δικηγόρο James Donovan, ο οποίος έχει μια επιτυχημένη σταδιοδρομία στις... ασφάλειες . Ο Donovan παίρνει την υπόθεση λιγότερο πατριωτικά απ’ ό,τι όλοι ανέμεναν και αποφασίζει να υπερασπιστεί τον πελάτη του. Η δίκη εξελίσσεται αναμενόμενα σε παρωδία, αλλά λίγο πριν το αναπόφευκτο φινάλε, ο Donovan προτείνει να κρατήσουν τον Abel εν ζωή ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αντάλλαγμα στην περίπτωση που πιαστεί κάποιος Αμερικάνος κατάσκοπος από την ΕΣΣΔ. Και ως εκ θαύματος, αυτή η στιγμή δεν αργεί. Σύντομα ο Donovan βρίσκεται στο Βερολίνο για να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή. Σε ένα σκηνικό ανέγερσης του Τείχους, που είχε σκοπό να προστατεύσει τον καπιταλισμό από τον κομμουνισμό και τον κομμουνισμό από τον καπιταλισμό, ο Donovan γνωρίζει τα ενδότερα των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, της ΕΣΣΔ και της ΛΔΓ. Θα φέρει εις πέρας το deal;
Η «Γέφυρα Των Κατασκόπων» προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο όχθες. Από τη μία, βρίσκεται η δικαστική υπόθεση του Abel που μας απασχολεί για το πρώτο μισό της ταινίας και από την άλλη, η υπόθεση των κατασκόπων που μονοπωλεί το δεύτερο μισό. Όσο κι αν ο τίτλος ισχυρίζεται ότι το επίκεντρο βρίσκεται στο κατασκοπευτικό θρίλερ, ο διχασμός απασχολεί το θεατή τουλάχιστον μέχρι να πατήσει ο Donovan το πόδι του στο Βερολίνο. Παρότι η ταινία διαρκεί σχεδόν δυόμιση ώρες, υπάρχει η αίσθηση ότι πολλά σημεία της πλοκής ξεπετάγονται στα γρήγορα για να προχωρήσει η δράση. Η οποία δράση, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και τίποτα συγκλονιστικό. Τόσο άνευρο και προβλέψιμο κατασκοπευτικό θρίλερ είχα χρόνια να δω. Όλα πηγαίνουν σύμφωνα με το πρόγραμμα. Η ένταση και η αγωνία που θα περιμέναμε να είναι το ψωμοτύρι παραμένουν άγνωστες λέξεις.
Η σύγκρουση ανάμεσα σε αυτό που θεωρείται "πατριωτικό καθήκον" και την πίστη στη διαδικασία της δικαιοσύνης, το τεκμήριο της αθωότητας που καταπατάται για να υπηρετηθούν εθνικοί σκοποί και η προσήλωση στην αποστολή σε εποχές που η προδοσία πλήρωνε τόσο καλά περνούν μόνο φευγαλέα από την οθόνη. Δεν έχουν το χρόνο που τους χρειάζεται για να αναπτυχθούν ως ιδέες, να συζητηθούν και εν τέλει να δικαιολογήσουν τις πράξεις των ηρώων μας.
Η απόδοση του ψυχροπολεμικού κλίματος βρίσκεται στα επίπεδα του συγγενικού – και σχετικά πρόσφατου – «Κι ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι» (2011). Ο Steven Spielberg σκηνοθετεί με τη γνωστή και αδιαμφισβήτητη δεξιοτεχνία του (που μπορεί κάλλιστα να του προσφέρει άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ), αλλά είναι ένα τσακ πιο αποστασιοποιημένος απ’ όσο θα έπρεπε. Δε διηγείται στ’ αλήθεια την ιστορία. Την παρακολουθεί.
Ο Tom Hanks αρπάζει την ευκαιρία που του δόθηκε από τα μαλλιά. Αναλογιζόμενος τις δύο πιο πρόσφατες ταινίες του που έχω δει, σκέφτομαι πως ούτε στο «Captain Phillips» (2013) ούτε πολύ περισσότερο στη «Γέφυρα Των Κατασκόπων» μπορώ να φανταστώ κάποιον καταλληλότερο για το ρόλο. Δίνει μια μεστή, επαγγελματική ερμηνεία και αποδίδει με απρόσμενη επιτυχία ακόμα και ορισμένα easter eggs που στριμώχθηκαν (από τους Coen, δε μου το βγάζεις από το μυαλό!) στο σχεδόν κορεσμένο σενάριο (για παράδειγμα, ο διάλογος με τον αντίδικό του για μια υπόθεση ασφάλισης στην πρώτη μας γνωριμία μαζί του, και το κρύωμα που τον ταλαιπωρεί κατά την παραμονή του στο Βερολίνο).
Αυτός, όμως, που κλέβει την παράσταση είναι ο Mark Rylance στο ρόλο του Rudolf Abel. Η θεατρικότητά του, οι μετρημένες κινήσεις του και το βάθος του βλέμματός του κάνουν σχεδόν λυπηρό το γεγονός ότι ο ρόλος του περιορίζεται στο δεύτερο μέρος λόγω της εξέλιξης της ιστορίας. Θεωρώ ότι με την ερμηνεία αυτή ο Rylance μπορεί να κερδίσει συχνότερες παρουσίες στη μεγάλη οθόνη. Αν βέβαια το επιθυμεί, αφού μια χαρά τα καταφέρνει στο θέατρο και την τηλεόραση. Σίγουρα θα τον δούμε ως Μεγάλο Φιλικό Γίγαντα στο "The BFG", τη νέα ταινία του Steven Spielberg που αναμένεται μέσα στο 2016.
Καταλήγοντας, μπορεί να έχω ήδη κατηγορήσει τη «Γέφυρα Των Κατασκόπων» για πολλά. Αυτό που δεν είναι, όμως, είναι βαρετή. Εντάξει, δε θα κρατιέστε από το μπράτσο της πολυθρόνας από την αγωνία, αλλά ούτε και θα γείρετε στον ώμο του διπλανού σας. Πιθανότατα θα γυρίσετε σπίτι, θα ψαχουλέψετε στο κατάλληλο ράφι με τις ταινίες σας και θα ξεδιαλέξετε τον «Τρίτο Άνθρωπο», το «Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων», τις «Τρεις Μέρες του Κόνδορα» ή έστω τις «Ζωές Των Άλλων».
«Η Γέφυρα Των Κατασκόπων», πρωτότυπος τίτλος: Bridge of Spies
Σκηνοθεσία: Steven Spielberg
Σενάριο: Matt Charman, Ethan Coen και Joel Coen
Πρωταγωνιστούν: Tom Hanks, Mark Rylance, Alan Alda
Διάρκεια: 141'
Η υπόθεση εν τάχει
Το 1957, με τον Ψυχρό Πόλεμο να βρίσκεται στο απόγειό του, ο αδιευκρίνιστης καταγωγής Rudolf Abel συλλαμβάνεται στη Νέα Υόρκη με την κατηγορία της κατασκοπίας προς όφελος των σοβιετικών συμφερόντων. Με τις ιαχές για κρεμάλα ή έστω για ηλεκτρική καρέκλα να κυριαρχούν στην τρομοκρατημένη κοινωνία των ΗΠΑ, η πολιτεία για να τιμήσει τη δικαιοσύνη που αξίζει κάθε κατηγορούμενος αναθέτει την υπεράσπιση του Abel στο δικηγόρο James Donovan, ο οποίος έχει μια επιτυχημένη σταδιοδρομία στις... ασφάλειες . Ο Donovan παίρνει την υπόθεση λιγότερο πατριωτικά απ’ ό,τι όλοι ανέμεναν και αποφασίζει να υπερασπιστεί τον πελάτη του. Η δίκη εξελίσσεται αναμενόμενα σε παρωδία, αλλά λίγο πριν το αναπόφευκτο φινάλε, ο Donovan προτείνει να κρατήσουν τον Abel εν ζωή ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αντάλλαγμα στην περίπτωση που πιαστεί κάποιος Αμερικάνος κατάσκοπος από την ΕΣΣΔ. Και ως εκ θαύματος, αυτή η στιγμή δεν αργεί. Σύντομα ο Donovan βρίσκεται στο Βερολίνο για να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή. Σε ένα σκηνικό ανέγερσης του Τείχους, που είχε σκοπό να προστατεύσει τον καπιταλισμό από τον κομμουνισμό και τον κομμουνισμό από τον καπιταλισμό, ο Donovan γνωρίζει τα ενδότερα των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, της ΕΣΣΔ και της ΛΔΓ. Θα φέρει εις πέρας το deal;
Η «Γέφυρα Των Κατασκόπων» προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο όχθες. Από τη μία, βρίσκεται η δικαστική υπόθεση του Abel που μας απασχολεί για το πρώτο μισό της ταινίας και από την άλλη, η υπόθεση των κατασκόπων που μονοπωλεί το δεύτερο μισό. Όσο κι αν ο τίτλος ισχυρίζεται ότι το επίκεντρο βρίσκεται στο κατασκοπευτικό θρίλερ, ο διχασμός απασχολεί το θεατή τουλάχιστον μέχρι να πατήσει ο Donovan το πόδι του στο Βερολίνο. Παρότι η ταινία διαρκεί σχεδόν δυόμιση ώρες, υπάρχει η αίσθηση ότι πολλά σημεία της πλοκής ξεπετάγονται στα γρήγορα για να προχωρήσει η δράση. Η οποία δράση, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και τίποτα συγκλονιστικό. Τόσο άνευρο και προβλέψιμο κατασκοπευτικό θρίλερ είχα χρόνια να δω. Όλα πηγαίνουν σύμφωνα με το πρόγραμμα. Η ένταση και η αγωνία που θα περιμέναμε να είναι το ψωμοτύρι παραμένουν άγνωστες λέξεις.
Η σύγκρουση ανάμεσα σε αυτό που θεωρείται "πατριωτικό καθήκον" και την πίστη στη διαδικασία της δικαιοσύνης, το τεκμήριο της αθωότητας που καταπατάται για να υπηρετηθούν εθνικοί σκοποί και η προσήλωση στην αποστολή σε εποχές που η προδοσία πλήρωνε τόσο καλά περνούν μόνο φευγαλέα από την οθόνη. Δεν έχουν το χρόνο που τους χρειάζεται για να αναπτυχθούν ως ιδέες, να συζητηθούν και εν τέλει να δικαιολογήσουν τις πράξεις των ηρώων μας.
Η απόδοση του ψυχροπολεμικού κλίματος βρίσκεται στα επίπεδα του συγγενικού – και σχετικά πρόσφατου – «Κι ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι» (2011). Ο Steven Spielberg σκηνοθετεί με τη γνωστή και αδιαμφισβήτητη δεξιοτεχνία του (που μπορεί κάλλιστα να του προσφέρει άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ), αλλά είναι ένα τσακ πιο αποστασιοποιημένος απ’ όσο θα έπρεπε. Δε διηγείται στ’ αλήθεια την ιστορία. Την παρακολουθεί.
Ο Tom Hanks αρπάζει την ευκαιρία που του δόθηκε από τα μαλλιά. Αναλογιζόμενος τις δύο πιο πρόσφατες ταινίες του που έχω δει, σκέφτομαι πως ούτε στο «Captain Phillips» (2013) ούτε πολύ περισσότερο στη «Γέφυρα Των Κατασκόπων» μπορώ να φανταστώ κάποιον καταλληλότερο για το ρόλο. Δίνει μια μεστή, επαγγελματική ερμηνεία και αποδίδει με απρόσμενη επιτυχία ακόμα και ορισμένα easter eggs που στριμώχθηκαν (από τους Coen, δε μου το βγάζεις από το μυαλό!) στο σχεδόν κορεσμένο σενάριο (για παράδειγμα, ο διάλογος με τον αντίδικό του για μια υπόθεση ασφάλισης στην πρώτη μας γνωριμία μαζί του, και το κρύωμα που τον ταλαιπωρεί κατά την παραμονή του στο Βερολίνο).
Αυτός, όμως, που κλέβει την παράσταση είναι ο Mark Rylance στο ρόλο του Rudolf Abel. Η θεατρικότητά του, οι μετρημένες κινήσεις του και το βάθος του βλέμματός του κάνουν σχεδόν λυπηρό το γεγονός ότι ο ρόλος του περιορίζεται στο δεύτερο μέρος λόγω της εξέλιξης της ιστορίας. Θεωρώ ότι με την ερμηνεία αυτή ο Rylance μπορεί να κερδίσει συχνότερες παρουσίες στη μεγάλη οθόνη. Αν βέβαια το επιθυμεί, αφού μια χαρά τα καταφέρνει στο θέατρο και την τηλεόραση. Σίγουρα θα τον δούμε ως Μεγάλο Φιλικό Γίγαντα στο "The BFG", τη νέα ταινία του Steven Spielberg που αναμένεται μέσα στο 2016.
Καταλήγοντας, μπορεί να έχω ήδη κατηγορήσει τη «Γέφυρα Των Κατασκόπων» για πολλά. Αυτό που δεν είναι, όμως, είναι βαρετή. Εντάξει, δε θα κρατιέστε από το μπράτσο της πολυθρόνας από την αγωνία, αλλά ούτε και θα γείρετε στον ώμο του διπλανού σας. Πιθανότατα θα γυρίσετε σπίτι, θα ψαχουλέψετε στο κατάλληλο ράφι με τις ταινίες σας και θα ξεδιαλέξετε τον «Τρίτο Άνθρωπο», το «Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων», τις «Τρεις Μέρες του Κόνδορα» ή έστω τις «Ζωές Των Άλλων».
«Η Γέφυρα Των Κατασκόπων», πρωτότυπος τίτλος: Bridge of Spies
Σκηνοθεσία: Steven Spielberg
Σενάριο: Matt Charman, Ethan Coen και Joel Coen
Πρωταγωνιστούν: Tom Hanks, Mark Rylance, Alan Alda
Διάρκεια: 141'