Ο Κώστας Τριανταφυλλίδης είναι ένας ωραίος άνθρωπος με μια ζεστή ψυχή. Προχωράει με σταθερά βήματα και αφήνει το δικό του αποτύπωμα στο ελληνικό τραγούδι. Αυτό ένιωσα στη συνάντησή μας με αφορμή την εμφάνισή του στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός», την ερχόμενη Παρασκευή 4 Απριλίου.
Οι συνεργασίες του πολλές και σημαντικές, από το Δημήτρη Μητροπάνο μέχρι το Χρήστο Λεόντη και το Μίνωα Μάτσα. Η ιδιαίτερη και ξεχωριστή χροιά της φωνής του τον κατατάσσει ως έναν από τους πιο σημαντικούς ερμηνευτές της γενιάς του.
Όμως, είναι και ένας άνθρωπος με βαθιά αντίληψη του καλλιτεχνικού και πολιτικού του ρόλου. Ευγνώμων εκεί που πρέπει, εργατικός και παθιασμένος επίσης εκεί που πρέπει. «Αγάπη, υπομονή και δουλειά. Εργασία πολλή». Αυτό είναι το μυστικό του, που μοιράστηκε, μαζί με πολλά άλλα μαζί μας.
MixGrill: «Ένα Όνειρο, Μια Ιστορία» είναι ο τίτλος της παράστασης που θα γίνει στις 4 Απριλίου στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός». Πώς προέκυψε η συνεργασία με το Νεοκλή Νεοφυτίδη και γιατί επιλέξατε μόνο το πιάνο-φωνή;
Κώστας Τριανταφυλλίδης: Καταρχάς, ο Νεοκλής είναι ένας μουσικός που εκτιμώ και θαυμάζω απεριόριστα. Έχει ιδιαίτερη ικανότητα τεχνική, σαν μουσικός δηλαδή, αλλά συνδυάζεται αυτό με μια φοβερή ευαισθησία και το έχω καταλάβει από την πρώτη φορά που τον έχω ακούσει.
Ουσιαστικά, τον Νεοκλή τον γνωρίζω από τότε που συνεργάζομαι με το Χρήστο Λεοντή. Ήταν από τους βασικούς συνεργάτες του Λεοντή και του Ξαρχάκου, ως γνωστόν. Ήθελα κάτι τέτοιο να κάνω καιρό. Νομίζω ότι ο Νεοκλής είναι ο πιο ενδεικτικός σολίστας αυτή τη στιγμή που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα των τραγουδιών που θέλω να πω στο πρόγραμμα.
M.G.: Για να είναι πιο «καθαρό», για να είναι πιο χωρίς άλλα όργανα.
Κ.Τ.: Όχι τόσο για αυτό, όσο για το πώς μπορεί να αποδοθεί το τραγούδι με γυμνό ας πούμε.
M.G.: Το «Όνειρο Απατηλό» από την ταινία «Ευτυχία», όπως και η «Ιστορία», το μουσικό θέμα από την τηλεοπτικά σειρά «Πανθέοι», σας έβαλε στα σπίτια όλων. Σε φόβισε αυτή η μεγαλύτερη έκθεση;
Κ.Τ.: Όχι, δεν με φόβισε. Καταρχάς, ένας τραγουδιστής που αποφασίζει να κάνει αυτή τη δουλειά και να εκτεθεί στον κόσμο, το πρώτο πράγμα που νομίζω ζητάει ειναι να μπορεί να μπει στα σπίτια των άλλων. Κάποτε αυτό συνέβαινε με τους δίσκους. Δηλαδή, όταν ένας καλλιτέχνης έβγαζε έναν δίσκο έμπαινε στα σπίτια των άλλων με αυτόν ή με το CD αργότερα.
Τώρα πια γίνεται μέσω της τηλεόρασης ακόμα και των μέσων. Ή του ραδιοφώνου, όσο υπάρχει. Οπότε, μια κινηματογραφική επιτυχία όπως η «Ευτυχία», που είχε και μια πολύ μεγάλη τηλεθέαση, αν δεν κάνω λάθος, όταν πρωτοπροβλήθηκε, ήταν ένας τρόπος να μπεις στο σπίτι του άλλου και να συστηθείτε, να γνωριστείτε. Και φυσικά οι «Πανθέοι», που ήταν σε καθημερινή βάση. Οπότε, έμπαινα στα νοικοκυριά των ανθρώπων και γνωριζόμασταν σιγά σιγά λίγο καλύτερα και περισσότερο.
M.G.: Αυτή η αγκαλιά του κόσμου αποτελεί και εφόδιο για να συνεχίσεις να είσαι στο χώρο;
Κ.Τ.: Ε βέβαια. Σου δίνει καύσιμο. Βέβαια. Και όσο περνάει ο καιρός, και με τις εμφανίσεις τον εισπράττω ακόμα περισσότερο. Και είναι ιδιαίτερα τιμητικό αυτό, γιατί κάποιες φορές ακούω και κάποια σχόλια πολύ ωραία/ Σαν να είμαι δικός τους άνθρωπος αισθάνομαι, και μ' αρέσει αυτό. Μ' αρέσει γιατί και η μουσική και το τραγούδι έχει μια ευεργετική ιδιότητα στον άνθρωπο, ιαματική θα έλεγα. Οπότε, με αυτόν τον τρόπο αισθάνομαι και λίγο πως ίσως και τους γιατροπορεύω με κάποιον τρόπο.
M.G.: Σε τι φάση βρίσκεται ο δίσκος που ετοιμάζετε με τον Μίνωα Μάτσα;
Κ.Τ.: Πάει για τα τελειώματα. Δηλαδή έχουμε μαζέψει όλο το υλικό σχεδόν. Έχουμε να συμπληρώσουμε δύο ή τρία καινούρια τραγούδια και ο δίσκος θα βγει.
M.G.: Να τον περιμένουμε Οκτώβριο;
Κ.Τ.: Μπορεί και νωρίτερα. Αν πάμε αυτό το διάστημα και δουλέψουμε σωστά, χωρίς διακοπές δηλαδή, νομίζω πως θα τον έχουμε πιο γρήγορα.
M.G.: Ο Μίνως Μάτσας γενικά γράφει τραγούδια τα οποία κάποιες φορές γίνονται κλασικά και αποκτούν μια διαχρονικότητα. Πιστεύεις ότι μέσα στο δίσκο αυτό, με βάση αυτά που ξέρεις εσύ, μπορεί να γίνει ένα τραγούδι που θα μείνει στο χρόνο, διαχρονικό;
Κ.Τ.: Καταρχάς, στο δίσκο αυτό θα υπάρχει και η «Ιστορία» Η «Ιστορία» είναι ένα τραγούδι που θεωρώ ότι ήδη είναι κλασικό. Έχει μπει στη λίστα με τα κλασικά τραγούδια, παρόλο που έχει γραφτεί πρόσφατα, το 2023 δηλαδή. Άρα, λοιπόν, σίγουρα έχουμε ένα κλασικό τραγούδι. Βέβαια, ξέρω ότι υπάρχουν και άλλα, αλλά τώρα τι να σας πω; Αυτό θα το δείξει πρώτα απ' όλα ο κόσμος, αν θα τα αγκαλιάσει, και ύστερα ο χρόνος. Το κλασικό είναι θέμα χρόνου.
Η «Ιστορία» κέρδισε στο χρόνο μέχρι τώρα. Και το δείγμα της, τέλος πάντων, είναι ότι έχει κερδίσει. Και το «Όνειρο Απατηλό» φυσικά, το οποίο δεν μπορώ να το εξαιρέσω από αυτόν το δίσκο, από έναν ολοκληρωμένο δίσκο, γιατί χωρίς αυτό το τραγούδι και με αυτήν τη διασκευή του Μίνου, τώρα αυτή τη στιγμή μάλλον ούτε θα μιλούσαμε οι δυο μας.
M.G.: Έχεις συμμετάσχει σε πολλές live παραστάσεις. Έχεις κάνει και μέσα στην καραντίνα το «Πώς Να Σωπάσω», που πήγε πολύ καλά, και έχεις κάνει και θεατρικά. Έχεις μια αγάπη με τον κινηματογράφο, μια περίεργη σύνδεση. Και με το θέατρο.
Κ.Τ.: Γενικά, έχω ιδιαίτερη αγάπη για τις παραστατικές τέχνες. Και να πω και για τις τέχνες γενικά, δηλαδή, μ' αρέσει γιατί είναι μια εφεύρεση του ανθρώπου η οποία την έχει φτιάξει για να μπορεί να αντέχει, με κάθε τρόπο. Να αντέχει και στα δύσκολα και στα εύκολα, να μπορεί να συνεχίζει τη ζωή του, δημιουργώντας και ελπίδα.
Kαι στον κινηματογράφο και στο θέατρο, η μουσική είναι ένα απαραίτητο κομμάτι τους. Χωρίς μουσική, και τα δύο θα χάνανε μια τρομερά κρίσιμη διάστασή τους. Άμα δεις μια ταινία χωρίς μουσική, δεν βλέπεις καθόλου το βάθος. Είναι σαν να βλέπεις ένα επίπεδο πράγμα. Στο θέατρο, πάλι, δεν μπορείς να καταλάβεις, μπορείς να καταλάβεις μάλλον την πλοκή πάλι μονοδιάστατα.
Εγώ ήμουν τυχερός. Ας πούμε, και ο «Οιδίποδας» που είχε προηγηθεί, που κάναμε πάλι με τη μουσική του Μίνου, στην Επίδαυρο που είχαμε ανεβάσει, συμμετείχα ως μέρος της μουσικής των παραστάσεων. Άρα λοιπόν, εξ αρχής η μουσική είναι στο θέατρο ένα φοβερά σημαντικό και κρίσιμο εργαλείο,το οποίο λειτουργεί με έναν τρόπο λυτρωτικό πάλι μέσα στην παράσταση.
Οπότε, ναι, αν το θέσουμε έτσι, συμφωνώ με αυτό που λες, ότι η σχέση μου με αυτό είναι, ιδιαίτερη, ναι. Και είναι και μεγάλη εμπειρία, σαν σπουδή δηλαδή, σαν γνώση.
M.G.: Αφού έγραψες τα κομμάτια της «Ευτυχίας» και μετά, όταν παρακολούθησες την ταινία, ποια συναισθήματα σε κυριεύσανε; Πες μου λίγο την ιστορία πίσω από αυτό.
Κ.Τ. Εγώ δεν ήθελα να πω το τραγούδι αρχικά, το συγκεκριμένο τραγούδι. Γνωρίζω σχεδόν όλο το ρεπερτόριο της Ευτυχίας Παπαγιανοπούλου και, εντάξει, υπήρχαν τραγούδια που θεωρούσα ότι είναι πιο σημαντικό να ειπωθούν, γιατί μ' αρέσανε εμένα πιο πολύ. Όχι ότι δεν μ' αρέσει το «Όνειρο Απατηλό». Απλώς, το είχα πει 2.500 φορές. Ε, και όπως καταλαβαίνεις, όταν λες κάτι συνέχεια, κάποια στιγμή λες ρε παιδί μου «Να πω και κάτι άλλο». Το «Αντιλαλούν Τα Βουνά», ας πούμε.
Αλλά ο Μάτσας επέμενε, γιατί το τρααγούδι επρόκειτο να μπει σε μια συγκεκριμένη σκηνή με έναν άλλο τρόπο. Δηλαδή, αυτός το ξεκαλούπωσε το τραγούδι και ύστερα μου είπε να το πω όπως έχει γίνει γνωστό.
Εγώ αυτό δεν το είχα αντιληφθεί. Και όταν το είπα, δεν κατάλαβα τι έχει γίνει. Αυτό έγινε καλοκαίρι του ‘19. Η ταινία βγήκε και το Δεκέμβρη του ‘19. Όμως την ίδια περίοδο έπαιζε στον κινηματογράφο ο «Τζόκερ», με τον Χοακίν Φίνιξ. Πηγαίνοντας, λοιπόν, στον κινηματογράφο έπαιζε το τρέιλερ της «Ευτυχίας» με το «Όνειρο Απατηλό» σαν μουσική υπόκρουση. Όταν πήγα κι εγώ στον κινηματογράφο να δω τον «Τζόκερ» και έπαιξε το τρέιλερ της «Ευτυχίας» άρχισαν ο κόσμος να ρωτά ο ένας τον άλλον «Ποιος είναι αυτός;». Και εγώ καθόμουν εκεί πέρα και έλεγα: «Παιδιά, τώρα να σας πω ότι είμαι εγώ, θα με πιστέψετε;!».
Αυτό, λοιπόν, ήταν ένα πρώτο σοκ. Γιατί εκεί κατάλαβα ότι μάλλον κάτι πρόκειται να γίνει. Το είχε πει ο Μάτσας ότι με αυτό θα γίνει χαμός. Οπότε, ας πούμε, ήμουνα λίγο ψιλιασμένος πριν βγει το τραγούδι ολόκληρο, χωρίς να πάρω χαμπάρι όμως όλη τη διάσταση της επιτυχίας, η οποία ακόμα συνεχίζεται για κάποιον λόγο. Δεν μπορώ να το εξηγήσω αυτό. Τώρα ήμουν με την Ελευθερία Αρβανιτάκη στο Λονδίνο, σε μια καταπληκτική συναυλία, και από την εισαγωγή, ο κόσμος το τραγούδαγε, πριν ξεκινήσω εγώ.
Αλλά είναι αυτή η δύναμη που έχει το τραγούδι και η μουσική. Είναι σαν πυρηνική βόμβα. Όταν σκάσει, δεν ξέρεις μέχρι πού θα φτάσει.
M.G.: Βάλε με τώρα λίγο στο στούντιο, βάλε με λίγο στην προετοιμασία με τον Μάτσα, δώσ' μου κλίμα.
Κ.Τ.: Ξεκινάει συνήθως από μια πολύ καλή ιδέα. Αυτός τη δουλεύει στο κεφάλι του, σαν μια γέννα όπου προσπαθούμε με κάθε τρόπο να βγάλουμε κάτι υγιές, δυνατό και όμορφο. Η ηχογράφηση μπορεί και να συμβαίνει πάλι την ίδια στιγμή, δηλαδή να έχουμε βάλει το editing και να γράφουμε. Συνήθως από τα πρώτα takes, τα τρία-τέσσερα πρώτα, κρατάμε κάποιο. Στην «Ιστορία», σίγουρα, πρέπει να κρατήσαμε το ένα ή το δύο. Μέχρι εκεί φτάσαμε. Στο «Όνειρο Απατηλό» πρέπει να πήγαινε με τη μία.
M.G.: Είσαι άνθρωπος που βγάζει αυθορμητισμό με το πρώτο take;
Κ.Τ.: Ξέρεις τι συμβαίνει; Όταν μπαίνω στο τραγούδι κατευθείαν και το γνωρίζω, λειτουργώ σαν ένας μαθητής που γνωρίζει πρώτη φορά κάτι το οποίο του προκαλεί τεράστιο ενδιαφέρον. Οπότε, συναντιέμαι μαζί του με έναν τρόπο άδολο τελείως. Δεν το σκέφτομαι. Οπότε, λειτουργεί το συναισθηματικό κομμάτι. Ουσιαστικά, δηλαδή, η πρώτη του επαφή είναι καθαρά συναισθηματική. Είναι ερωτική η σχέση, με έναν τρόπο. Σκέψου, ας πούμε, ότι γνωρίζεις κάποιον ή κάποια με την πρώτη και την τρως το κεφάλι. Τα δίνεις όλα εκεί, ρε παιδί μου. Προσπαθείς να είσαι ο καλύτερός σου εαυτός. Κάπως έτσι νομίζω είναι. Υπάρχει, βέβαια, και άλλος τρόπος λειτουργίας, όπου μπαίνεις σε αυτήν την κατάσταση τεχνικά. Ενώ στην πρώτη περίπτωση μπαίνεις καθαρά συναισθηματικά, στην άλλη περίπτωση μπαίνεις συναισθηματικά, με τεχνητό τρόπο όμως. Και αυτό πιάνει πολλές φορές. Προτιμώ το πρώτο, όμως.
M.G.: Περίγραψέ μου τη μουσική σου διαδρομή με τρεις λέξεις. Ποιες θα ήταν;
Κ.Τ.: Κοίταξε, οι τρεις είναι λίγο δύσκολες αλλά... Σίγουρα θα βάζα την αγάπη μου γι' αυτό.
Αγάπη, υπομονή και δουλειά. Εργασία πολλή.
M.G: Ξαναπάω στο «Ένα Όνειρο, Μια Ιστορία. Υπάρχει ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα, έγινε ιστορία και είσαι ευτυχισμένος για αυτό;
Κ.Τ.: Η συνεργασία με το Μητροπάνο ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Και με τον Νταλάρα ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Τι να σου πω τώρα... Και με τη Μαρινέλλα ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Και με τη Μοσχολιού και με το Λεοντή και με το Σπανό. Αν όλες αυτές οι συνεργασίες ήταν ο αριθμητής και βάζαμε έναν παρονομαστή —γιατί ξέρεις, αν ο παρονομαστής είναι μηδέν, είναι όλα μηδέν—, θα έβαζα στον παρονομαστή ότι εγώ ήμουν ένα παιδί μαζεμένο και συνεσταλμένο, έως φοβισμένο θα έλεγα κάποιες φορές, που μέσω του τραγουδιού και της μουσικής κατάφερε να το αγαπάει πάρα πολύς κόσμος.
M.G.: Τι θα ακούσουμε στον Παρνασσό;
Κ.Τ.: Τα πάντα. Τα πάντα όταν λέω έχουμε κάνει μια επιλογή με το Νεοκλή, που περιλαμβάνουμε σχεδόν όλη την γκάμα του αστικού λαϊκού τραγουδιού, δηλαδή και το έντεχνο και το περιμπέτικο και το λαϊκό και το σύγχρονο, πιο σύγχρονο. Από Βαμβακάρη μέχρι και την «Ιστορία» του Μάτσα. Με Μίκη μέσα, με Ξαρχάκο, με Μούτση, με Λεοντή, με Τσιτσάνη, με Καλδάρα…
M.G.: Πώς αποφορτίζεται ο Κώστας όταν γυρνάει σπίτι;
Κ.Τ.: Συνήθως με κάποιον φίλο του και στο σπίτι πιο πολύ. Στο σπίτι αδειάζεις, είναι σαν να πέφτουν οι παλμοί. Εκεί, όπως γυρνάει το κλειδί, έτσι γυρνάει και ο διακόπτης. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορώ να το εξηγήσω. Μπορεί να έχουν περάσει τρεις τέσσερις μέρες, εβδομάδες και ξαφνικά πέφτει το ρελέ μόλις μπω σπίτι. Καλό είναι αυτό.
M.G.: Ποια είναι η σχέση σου με τα social media;
Κ.Τ.: Χάλια. Απαράδεκτη. Είμαι boomer. Κανονικός. Δεν ξέρω γιατί. Κάποια στιγμή προσπάθησα να ασχοληθώ σοβαρά με την τεχνολογία και τα social και αυτά. Νομίζω πως μου έτρωγε πάρα πολύ χρόνο και αποφάσισα μέσα σε μερικά λεπτά να πω ότι δεν μου ταιριάζει εμένα και πολύ αυτό.
Με βοηθάνε, βέβαια, οι συνεργάτες μου και κάποιοι φίλοι ή κάποιος από το περιβάλλον μου που τα γνωρίζει πιο καλά, και κάτι κάνουν. Γενικά, έχω μία άρνηση σε ό,τι δεν μου προκαλεί πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Και τα social media δεν μου προκαλούν ενδιαφέρον. Ούτε ο τρόπος τους, γιατί μου βγάζει μια αποστασιοποιημένη ψυχράδα. Είναι πολύ απρόσωπο όλο αυτό και πολύ... είναι κρύο.
M.G.: Οι live εμφανίσεις σου είναι πάντα γεμάτες συναίσθημα και ένταση. Τι είναι αυτό που σε εμπνέει πάνω στη σκηνή και πώς διαμορφώνεις την αλληλεπίδραση με το κοινό;
Κ.Τ.: Το συναίσθημα είναι κάτι το οποίο φτιάχνεται από τότε που γεννιέσαι, καλλιεργείται με το χρόνο. Όσο περνάει ο καιρός, έχεις ανοιχτές και τις κεραίες σου και έχεις και όλο τον τρόπο να αντιλαμβάνεσαι και να παρατηρείς, γιατί η παρατηρητικότητα είναι κάτι το οποίο λειτουργεί ευεργετικά στον τρόπο που θα εκφραστείς μετά. Αυτό με έναν τρόπο συνθέτει μια συναισθηματική κατάσταση, η οποία φτάνει σε ένα σημείο να αντιλαμβάνεσαι κάτι το οποίο έχεις γνωρίσει είτε εσύ βιωματικά είτε έχεις παρατηρήσει σε κάποιον άλλον. Για να το πω πιο απλά: η ιστορία ενός ανθρώπου που με συγκίνησε, ένα βιβλίο που έχω διαβάσει, μία ταινία που είδα, μία ιστορία που άκουσα, η οποία μπορεί να μην είναι πραγματική αλλά μπορεί και να είναι, ένα βίωμα προσωπικό δικό μου.
Ας πούμε, το ότι έχω γεννηθεί στην Τασκένδη της Σοβιετικής Ένωσης και έχω έρθει εδώ με τους γονείς μου σε πολύ μικρή ηλικία και όλος ο αγώνας της επιβιωσής μας χάραξε έναν διαφορετικό τρόπο στο πώς εκφράζομαι.
Νομίζω με βοηθάει και η ιδιαίτερη συναισθηματική μου νοημοσύνη, η οποία λειτουργεί πάντοτε προσθετικά σε αυτό που θα πεις και αυτό που αποτυπώνεται τελικά και που εισπράττει ο κόσμος είναι ένα σύνολο, ένα κράμα τέλος πάντων μιας ζωής που ο καλλιτέχνης, ο τραγουδιστής, ο ζωγράφος, όλοι τέλος πάντων την προσφέρουν αφιλτράριστα.
Εκεί νομίζω είναι η μεγάλη διαφορά που συμβαίνει. Σε μένα νομίζω λειτουργεί αρκετά αυτό το κομμάτι. Βέβαια, το ψάχνω κιόλας, γιατί αυτή η αναζήτηση δεν σταματάει, δεν ξέρεις πού μπορεί να σε οδηγήσει, ας πούμε. Μπορεί να ανακαλύψεις ένα άλλο μονοπάτι, το οποίο να σε οδηγήσει σε ακόμα καλύτερο αποτέλεσμα. Ωστόσο, όλο αυτό μαζί είναι.
M.G.: Γράφεις; Ποιο είναι το δυνατό σου στοιχείο; Ο στίχος ή η μουσική;
Κ.Τ.: Η μουσική. Ωστόσο υπάρχουν και στα συρτάρια μου στίχοι. Αν και δεν έχω εκδώσει πολλά, νομίζω ένα ή δύο κομμάτια. Εχω, όμως, γράψει μουσική, και τα τραγούδια μου τα πρώτα τα έγραφα μόνος μου. Και μάλιστα, έχει τραγουδήσει και ο Γιώργος Νταλάρας ένα τραγούδι μου! Στο δίσκο που είχα κάνει το 2016 με τίτλο «Αστρικός Χάρτης» έχω μια συμμετοχή του Γιώργου.
Είναι ωραία η ιστορία του… Δεν με ήξερε ο πολύς ο κόσμος. Από τις εμφανίσεις μου πιο πολύ με γνώριζαν! Ξέρεις τι είναι τώρα το πρώτο σου τραγούδι, ας πούμε, να το δίνεις σε κάποιον τραγουδιστή, να είναι ο Νταλάρας και να δέχεται να το πει;! Με την πρώτη χτύπησα κορυφή!
Μ’ αρέσει να γράφω πολύ. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια δεν γράφω τόσο. Τώρα έχω ξεκινήσει λίγο Θα τα μαζέψω πάλι σιγά σιγά κάτι θα γίνει στο μέλλον…
M.G.: Τι αναζητάς ένα τραγούδι προτού το επιλέξεις για να το ερμηνεύσεις;
Κ.Τ.: Πρώτα απ' όλα να με εκφράζει, να με αφορά! Δεν έχει σημασία αν είναι ένα κοινωνικό τραγούδι με ιδεολογικό και πολιτικό περιεχόμενο. Μου προκαλεί την ίδια συγκίνηση με ένα ερωτικό τραγούδι, γιατί αυτό που λέω θέλω να το πιστεύω. Έχει τύχει να πω και τραγούδια που δεν ήμουν και πολύ σίγουρος. Στην πλειοψηφία τους, όμως. με εκφράζουν.
M.G.: Είσαι και πολιτικοποιημένος καλλιτέχνης. Σκέφτεσαι να ξανακατέβεις στον πολιτικό στίβο;
Κ.Τ: δεν έχω βγει ποτέ από το στίβο. Είμαι μέσα στο γήπεδο πολλά χρόνια. Δεν το προβάλλω, εννοώ δεν παρουσιάζω τον εαυτό μου ως έναν πολιτικοποιημένο —όχι γιατί δεν θέλω, αλλά γιατί πιστεύω ότι αυτά που φαίνονται δεν χρειάζεται να τα δείχνεις. Η υποψηφιότητά μου ως βουλευτής τώρα με το ΚΚΕ στη Κοζάνη δείχνει ξεκάθαρα στον οποιονδήποτε με ποιον έχει να κάνει. Εγώ θεωρώ Βαγγέλη μου ότι καλλιτέχνης χωρίς ιδεολογικό πρόσημο και χωρίς ιδεολογική ταυτότητα δεν έχει υπόσταση.
Γιατί όλα ξεκινάνε από το πολιτικό ζήτημα. Τα πάντα. Πολιτικό είναι ακόμα και το ότι σέβομαι, ας πούμε, τον άλλον δίπλα μου που έχει άλλο χρώμα, άλλες σεξουαλικές προτιμήσεις και άλλες, ξέρω εγώ, τι να σου πω, οτιδήποτε διαφορετικό από μένα. Έτσι εγώ, ας πούμε, θεωρώ αυτονόητο ότι αυτούς τους ανθρώπους τους σέβομαι, τους εκτιμώ με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Δεν τους ξεχωρίζω, μπορεί να είναι σε αμαξίδια, να περπατάνε με μπαστούνι… Είναι το ίδιο πράγμα. Για μένα, η ανθρώπινη ζωή έχει ακριβώς την ίδια αξία.
Από εκεί ξεκινώντας, θεωρώ ότι όλα έχουν να κάνουν με μια πολιτική θέση. Και από εκεί και πέρα, όλα χτίζονται γύρω από αυτό.
Και η θέση σου. Ο τρόπος που το διεκδικείς και ο τρόπος που προσπαθείς να κερδίσεις σε σχέση με όλο αυτό το περιβάλλον το οποίο είναι ενάντια σε αυτό που περιγράφω έχει να κάνει με την ιδεολογική σου τοποθέτηση.
Για να σου απαντήσω στην ερώτηση σου, ναι θα το έκανα ξανά να είμαι υποψήφιος στην περίπτωση που μου το ζητούσαν. Όσον αφορά την πόλη, η Κοζάνη είναι η πόλη καταγωγής της μητέρας μου και ο πατέρας από τη Φλώρινα άρα ο τόπος καταγωγής μου είναι η Δυτική Μακεδονία. Έμαθα περισσότερα για τα ζητήματα της απολιγνιτοποίησης που υπήρχαν στην περιοχή γιατί για πολλά χρόνια η Κοζάνη ήταν η καρδιά της ενέργειας.
Παράλληλα έχω και μια βαθιά και ουσιαστική σύνδεση με τους ανθρώπους εκεί γι' αυτό και θα ήμουν υποψήφιος σε αυτήν την πόλη.
Οι φωτογραφίες ανήκουν στους Γιώργο Καλφαμανώλη και Χάρη Παπαδημητρακόπουλο.