Η μορφή του Νικόλα Άσιμου ζωντάνεψε μπροστά στα μάτια μας, μέσα από τη μουσικοθεατρική παράσταση που διοργάνωσε και σκηνοθέτησε περίτεχνα ο Γιώργος Κορδέλλας, με τη συμβολή διάφορων καλλιτεχνών στο Σταυρό το Νότου Club. Ένα αφιέρωμα που στήθηκε με πολλή αγάπη, μεγάλη εκτίμηση προς το πρόσωπό του και πηγαία αυθεντικότητα, μεταφέροντας αξιοπρεπώς στη σκηνή τη ζωή και το έργο του.
Σε μια εποχή που ο Νικόλας Άσιμος, όπως και το «κύκλωμα» των «Τριών Αγίων των Εξαρχείων» γενικότερα, τείνει να γίνει μόδα, υπάρχει ένα τέτοιο καλλιτέχνημα που σχηματίζει σαν ψηφιδωτό την πολύπλευρη προσωπικότητά του και , μη στέκοντας μόνο στη μουσική παρακαταθήκη που μας άφησε, δίνει φως στα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του. Δεν ήταν, δεν είναι και ούτε θα γίνει ποτέ «μόδα», γιατί ο Νικόλας Άσιμος δεν είναι κάτι το περιστασιακό και το εφήμερο. Πρόκειται για μια ολόκληρη φιλοσοφία, για ένα τρόπο ζωής και ένα διαχρονικό σημείο αναφοράς. Όλα αυτά, όμως, ο Γιώργος Κορδέλλας τα έκανε πράξη χωρίς διάθεση αγιοποίησης (κάτι το οποίο ήταν όντως εμφανές και το τόνισε κι ο ίδιος στο τέλος της παράστασης). Παρουσιάζει τον πολιτικοποιημένο, ιδεολόγο, ερωτικό, αντισυμβατικό, ευαισθητοποιημένο Νικόλα, μα πάνω απ’όλα τον Νικόλα Άσιμο ως άνθρωπο.
Το πορτραίτο του Νικόλα κεντήθηκε με διαρκείς εναλλαγές του θεατρικού και του μουσικού στοιχείου, με μικρές δόσεις οπτικοακουστικού υλικού συγχρόνως. Τα γραπτά του έγιναν εικόνα, με τα θεατροποιημένα αποσπάσματα από το βιβλίο «Αναζητώντας Κροκανθρώπους» και τον ηθοποιό Λεωνίδα Κακούρη να τον ενσαρκώνει τόσο πειστικά και αληθινά, με απόλυτο σεβασμό, αξιοπρέπεια και χωρίς γραφικότητες. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ κάποιον άλλον ηθοποιό στη θέση του Λεωνίδα, θεωρώ ότι ήταν ο κατάλληλος. Ήταν στιγμές που χανόσουν στην ψευδαίσθηση της ομοιότητας και ένιωθες πως μπροστά σου έχεις τον ίδιο τον Άσιμο, στο παρουσιαστικό, στην ομιλία, στις κινήσεις, στην όλη αύρα του. Το σκηνικό της παράστασης συνετέλεσε στην αίσθηση αυτή, αφού τα διάφορα αντικείμενα με τα οποία έκανε θεατρικό παιχνίδι ο Λεωνίδας – το γραφείο, η σκάλα, το φανάρι- ζωντάνευαν ακόμα περισσότερο το περιβάλλον του Άσιμου.
Το μουσικό του έργο ζωντάνεψαν ο Παρασκευάς Θεοδωράκης και η Βίκυ Καρατζόγλου με τις εξαιρετικές τους ερμηνείες, απογειώνοντας τα τραγούδια του Άσιμου. O Παρασκευάς γεμάτος εκφραστικότητα και θεατρικότητα έδωσε, με την ιδιαίτερη χροιά του, τη δική του πνοή στα κομμάτια (υπέροχο το "Ουλαλούμ" σε ποίηση Γιάννη Σκαρίμπα). Η Βίκυ με αισθαντικότητα, συναίσθημα και μια βελούδινη φωνή μας χάρισε πολύ όμορφες ερμηνείες, ξεχωρίζοντας –προσωπικά- αυτήν του «Αγαπάω και αδιαφορώ». Οι μουσικοί που ήταν στο πλευρό τους : Γιώργος Δασκαλάκης (ηλ. κιθάρα), Δημήτρης Χατζηδημητρίου (πλήκτρα), Παναγιώτης Χαραμής (ηλ. μπάσο) και Άκης Γαβαλάς (τύμπανα), συντέλεσαν με τις εμπνευσμένες ενορχηστρώσεις του Γιάννη Τσόλκα στη μουσική πανδαισία. Ακούστηκαν πολλά από τα τραγούδια του Άσιμου, τα οποία κάλυπταν το ευρύ φάσμα της προσωπικότητάς του και άγγιζαν όλες τις εκφάνσεις του χαρακτήρα και του πνεύματός του. Τα σατυρικο-θεατρικά: «Το πανηγύρι», «Πιάστηκα σκοινί κορδόνι», « Έλα κουτέ», τα πιο ερωτικά: «Λίνα», «Δεν θέλω καρδιά μου να κλαις», «Το παπάκι» , τα πολιτικού περιεχομένου: «Δεν πα να μας χτυπάν», «Venceremos», «Είμαστε τρομοκράτες» αλλά και αυτά που έχουν έντονο το προσωπικό στοιχείο : «Μπαγάσας», «Μπαταρία» κ.α.
Η όλη παράσταση ήταν προσεγμένη, άρτια και γεμάτη. Ο τρόπος με τον οποίο διαδεχόταν η θεατροποίηση τη μουσική (και το αντίστροφο) είχε συνοχή και ειρμό,δεν ήταν σκόρπια κομμάτια ανάμεσα στα τραγούδια . Ήταν τοποθετημένα με ακρίβεια στα κατάλληλα σημεία και συνδέονταν μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό σύνολο. Πρόκειται για ένα εμβριθές αφιέρωμα που το προτείνω ανεπιφύλακτα στους «φίλους» του Νικόλα Άσιμου, καθώς και σε αυτούς που θα ήθελαν να τον «γνωρίσουν» και να τον κατανοήσουν. Γιατί ο Νικόλας δεν ήταν ένας «τρελός» του δρόμου, αλλά ένας Ελεύθερος άνθρωπος και δημιουργός. Κι όπως έκλεισε το αφιέρωμα με το κομμάτι «Παράτα τα», έτσι κλείνω κι εγώ με τον στίχο «Παράτησέ τα όλα να ζήσουμ’ άβολα, οι άλλοι όπως βαδίζουν κι εμείς ανάποδα…»
Τη σκηνογραφική και ενδυμαλογική επιμέλεια είχε η Δήμητρα Παναγιωτοπούλου και την οργάνωση παραγωγής η Φανή Χάραρη. Η παράσταση θα πραγματοποιηθεί για ακόμη δύο Δευτέρες, 10 & 17 Μαρτίου στο Σταυρό του Νότου Club.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ κι ένα μεγαλύτερο μπράβο σε όλους τους συντελεστές.
Οι φωτογραφίες ανήκουν στον Γιάννη Κωσταβάρα και τον ευχαριστούμε πολύ για την παραχώρησή τους.
Σε μια εποχή που ο Νικόλας Άσιμος, όπως και το «κύκλωμα» των «Τριών Αγίων των Εξαρχείων» γενικότερα, τείνει να γίνει μόδα, υπάρχει ένα τέτοιο καλλιτέχνημα που σχηματίζει σαν ψηφιδωτό την πολύπλευρη προσωπικότητά του και , μη στέκοντας μόνο στη μουσική παρακαταθήκη που μας άφησε, δίνει φως στα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του. Δεν ήταν, δεν είναι και ούτε θα γίνει ποτέ «μόδα», γιατί ο Νικόλας Άσιμος δεν είναι κάτι το περιστασιακό και το εφήμερο. Πρόκειται για μια ολόκληρη φιλοσοφία, για ένα τρόπο ζωής και ένα διαχρονικό σημείο αναφοράς. Όλα αυτά, όμως, ο Γιώργος Κορδέλλας τα έκανε πράξη χωρίς διάθεση αγιοποίησης (κάτι το οποίο ήταν όντως εμφανές και το τόνισε κι ο ίδιος στο τέλος της παράστασης). Παρουσιάζει τον πολιτικοποιημένο, ιδεολόγο, ερωτικό, αντισυμβατικό, ευαισθητοποιημένο Νικόλα, μα πάνω απ’όλα τον Νικόλα Άσιμο ως άνθρωπο.
Το πορτραίτο του Νικόλα κεντήθηκε με διαρκείς εναλλαγές του θεατρικού και του μουσικού στοιχείου, με μικρές δόσεις οπτικοακουστικού υλικού συγχρόνως. Τα γραπτά του έγιναν εικόνα, με τα θεατροποιημένα αποσπάσματα από το βιβλίο «Αναζητώντας Κροκανθρώπους» και τον ηθοποιό Λεωνίδα Κακούρη να τον ενσαρκώνει τόσο πειστικά και αληθινά, με απόλυτο σεβασμό, αξιοπρέπεια και χωρίς γραφικότητες. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ κάποιον άλλον ηθοποιό στη θέση του Λεωνίδα, θεωρώ ότι ήταν ο κατάλληλος. Ήταν στιγμές που χανόσουν στην ψευδαίσθηση της ομοιότητας και ένιωθες πως μπροστά σου έχεις τον ίδιο τον Άσιμο, στο παρουσιαστικό, στην ομιλία, στις κινήσεις, στην όλη αύρα του. Το σκηνικό της παράστασης συνετέλεσε στην αίσθηση αυτή, αφού τα διάφορα αντικείμενα με τα οποία έκανε θεατρικό παιχνίδι ο Λεωνίδας – το γραφείο, η σκάλα, το φανάρι- ζωντάνευαν ακόμα περισσότερο το περιβάλλον του Άσιμου.
Το μουσικό του έργο ζωντάνεψαν ο Παρασκευάς Θεοδωράκης και η Βίκυ Καρατζόγλου με τις εξαιρετικές τους ερμηνείες, απογειώνοντας τα τραγούδια του Άσιμου. O Παρασκευάς γεμάτος εκφραστικότητα και θεατρικότητα έδωσε, με την ιδιαίτερη χροιά του, τη δική του πνοή στα κομμάτια (υπέροχο το "Ουλαλούμ" σε ποίηση Γιάννη Σκαρίμπα). Η Βίκυ με αισθαντικότητα, συναίσθημα και μια βελούδινη φωνή μας χάρισε πολύ όμορφες ερμηνείες, ξεχωρίζοντας –προσωπικά- αυτήν του «Αγαπάω και αδιαφορώ». Οι μουσικοί που ήταν στο πλευρό τους : Γιώργος Δασκαλάκης (ηλ. κιθάρα), Δημήτρης Χατζηδημητρίου (πλήκτρα), Παναγιώτης Χαραμής (ηλ. μπάσο) και Άκης Γαβαλάς (τύμπανα), συντέλεσαν με τις εμπνευσμένες ενορχηστρώσεις του Γιάννη Τσόλκα στη μουσική πανδαισία. Ακούστηκαν πολλά από τα τραγούδια του Άσιμου, τα οποία κάλυπταν το ευρύ φάσμα της προσωπικότητάς του και άγγιζαν όλες τις εκφάνσεις του χαρακτήρα και του πνεύματός του. Τα σατυρικο-θεατρικά: «Το πανηγύρι», «Πιάστηκα σκοινί κορδόνι», « Έλα κουτέ», τα πιο ερωτικά: «Λίνα», «Δεν θέλω καρδιά μου να κλαις», «Το παπάκι» , τα πολιτικού περιεχομένου: «Δεν πα να μας χτυπάν», «Venceremos», «Είμαστε τρομοκράτες» αλλά και αυτά που έχουν έντονο το προσωπικό στοιχείο : «Μπαγάσας», «Μπαταρία» κ.α.
Η όλη παράσταση ήταν προσεγμένη, άρτια και γεμάτη. Ο τρόπος με τον οποίο διαδεχόταν η θεατροποίηση τη μουσική (και το αντίστροφο) είχε συνοχή και ειρμό,δεν ήταν σκόρπια κομμάτια ανάμεσα στα τραγούδια . Ήταν τοποθετημένα με ακρίβεια στα κατάλληλα σημεία και συνδέονταν μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό σύνολο. Πρόκειται για ένα εμβριθές αφιέρωμα που το προτείνω ανεπιφύλακτα στους «φίλους» του Νικόλα Άσιμου, καθώς και σε αυτούς που θα ήθελαν να τον «γνωρίσουν» και να τον κατανοήσουν. Γιατί ο Νικόλας δεν ήταν ένας «τρελός» του δρόμου, αλλά ένας Ελεύθερος άνθρωπος και δημιουργός. Κι όπως έκλεισε το αφιέρωμα με το κομμάτι «Παράτα τα», έτσι κλείνω κι εγώ με τον στίχο «Παράτησέ τα όλα να ζήσουμ’ άβολα, οι άλλοι όπως βαδίζουν κι εμείς ανάποδα…»
Τη σκηνογραφική και ενδυμαλογική επιμέλεια είχε η Δήμητρα Παναγιωτοπούλου και την οργάνωση παραγωγής η Φανή Χάραρη. Η παράσταση θα πραγματοποιηθεί για ακόμη δύο Δευτέρες, 10 & 17 Μαρτίου στο Σταυρό του Νότου Club.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ κι ένα μεγαλύτερο μπράβο σε όλους τους συντελεστές.
Οι φωτογραφίες ανήκουν στον Γιάννη Κωσταβάρα και τον ευχαριστούμε πολύ για την παραχώρησή τους.
Σχετικό θέμα