Το να σε κάνει ένα κομμάτι να χορέψεις, να τραγουδήσεις, να χαμογελάσεις ακόμα και να κλάψεις δεν είναι κάτι δύσκολο. Η μουσική έχει την ιδιότητα να ενεργοποιεί και να μεγαλώνει τα συναισθήματά μας. Αυτό που είναι πιο δύσκολο για ένα μουσικό κομμάτι ωστόσο, είναι να μας προκαλέσει αυτήν την φοβερή ανατριχίλα. Όταν ρίγος διαπερνάει το κορμί σου και τσιτώνει τις τρίχες των χεριών σου, τότε ξέρεις ότι αυτό που ακούς είναι κάτι πραγματικά καλό.
Συνολικά, το "Let it Happen" είναι ένα τραγούδι ορόσημο, το οποίο μπορεί να σταθεί μόνο του, ξεχωριστά από το υπόλοιπο "Currents". Το συγκεκριμένο album δεν θα μπορούσε να είναι το Magnum Opus των Tame Impala αν απουσίαζε αυτό το τραγούδι. Το τραγούδι που ενώνει τη psych-rock με τη psych-pop εποχή. Το τραγούδι που δεν μπορεί να μην αρέσει έστω και λίγο σε οποιανδήποτε ακροατή. Το synth-disco κομμάτι του 21ου αιώνα.
Το "Let It Happen" των Tame Impala έχει την ικανότητα να προκαλέσει, μαζί με όλα τα άλλα συναισθήματα, αυτό το μοναδικό ρίγος όσες φορές και να το ακούσεις. Τι καθιστά όμως αυτό το τραγούδι τόσο καλό; Υπάρχει από πίσω κάποιος «ειδικός μηχανισμός», κάποια «μυστική συνταγή» που μας προκαλεί αυτό το ρίγος; Και γιατί ένας συντάκτης του Mix Grill αποφάσισε να μιλήσει για αυτό πέντε ολόκληρα χρόνια μετά την κυκλοφορία;
Ας βάλουμε λοιπόν τα πράγματα σε μία σειρά. Το "Let It Happen" κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2015 ως single του τότε νέου δίσκου των Tame Impala, "Curents", το όποιο θα φιγουράρει στα ράφια των δισκοπωλείων τέσσερεις μήνες αργότερα. Ένας δίσκος που εκτόξευσε τις πωλήσεις του συγκροτήματος (120.000 κόπιες μόνο στη Βόρειο Αμερική μέχρι το τέλος του 2015), αλλά και το εδραίωσε στο παγκόσμιο μουσικό στερέωμα. Αρκεί να αναφέρουμε ότι ο δίσκος έφτασε στο top-5 πολλών χωρών, ενώ πρόσφατα ο δίσκος κατατάχθηκε στη θέση 382 των «500 καλύτερων δίσκων όλων των εποχών» του Rolling Stone. Σε τοπικό επίπεδο, το "Currents" έφτασε στο νούμερο 8 των 50 καλύτερων ξένων δίσκο της περασμένης δεκαετίας στην ψηφοφορία των συντακτών του Mix Grill.
Μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι ο συγκεκριμένος δίσκος αύξησε κατακόρυφα τη φήμη και τα έσοδα του mastermind της μπάντας, Kevin Parker, αλλά ποια πραγματικά είναι η αξία του εναρκτήριου κομματιού; Σίγουρα το "Let It Happen" δεν είναι το πιο εμπορικό τραγούδι του δίσκου, ούτε φυσικά και το πιο εύκολο στο αυτί (αν θες κάτι τέτοιο, τσέκαρε τα "The Less I know The Better" και "Eventually"). Πού έγκειται όμως η επιτυχία και η μοναδικότητα του "Let It Happen"; Το να να ανοίγεις τον δίσκο σου με ένα σχεδόν οκτάλεπτο κομμάτι γεμάτο πειραματικά στοιχεία και κάποιους ακαταλαβίστικους στίχους (geebersih), θέλει κότσια. Αλλά η τοποθέτησή του στην αρχή του δίσκου, μόνο τυχαία δεν είναι. Με το "Currents" ο Parker προχωρά επιτέλους το άνοιγμα στη mainsteram αγορά χωρίς να ξεκόβει όμως από τις ψυχεδελικές ρίζες του. Συνεπώς, το "Let It Happen" βρίσκεται στη γραμμή της μετάβασης. Ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον της μπάντας. Ενώνει δύο κόσμους και ταυτοχρόνως δύο τύπους οπαδών: τους πιστούς και παθιασμένους που άρχισαν να ακολουθούν τους Tame Impala από τα πρώτα τους βήματα, βλέποντάς τους ως άξιους αναβιωτές του psychelic rock των 60's, και το πιο mainstream pop κοινό τους. Είναι το κομμάτι στο οποίο ο Kevin Parker ξεφεύγει από αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα και κοιτά προς το μέλλον.
Το "Let It Happen" ως εναρκτήριο λάκτισμα είναι ένας φόρος τιμής στη μέχρι τότε μουσική πορεία των Tame Impala, και συγχρόνως ένας προάγγελός για το τι θα ακολουθήσει. Όλα τα μουσικά στοιχεία έχουν τοποθετηθεί έτσι ώστε η μετάβαση να γίνει αντιληπτή στο αυτί του ακροατή. Τα synths αντικαθιστούν σημαντικά τις κιθάρες και έχουν πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο. Τα drums είναι καταιγιστικά ενώ η μπασογραμή μία από τις καλύτερες που μας έχει προσφέρει το συγκρότημα. Τέλος η κιθάρα είναι εκεί, καθ' όλη την διάρκεια του τραγουδιού, αλλά πιο χαμηλά συγκριτικά με τα υπόλοιπα όργανα. Μέχρι που φτάνουμε στο 6'15" όπου ο Parker μας πλασάρει ένα από τα ομορφότερα riffs της σύγχρονης rock ιστορίας. Τα synths είναι μελωδικά και «πιασάρικα» αλλά συγχρόνως αρκετά πειραματικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στο 3'50" όπου εξαιτίας του εφέ ο ακροατής νιώθει ότι κολλάει η βελόνα (ή το αρχείο). Και πράγματι, το εφέ θυμίζει τα CD που λόγω φθοράς κολλούν στο CD player, προκαλώντας έτσι μαζί με όλα τα άλλα ένα συναίσθημα νοσταλγίας για την εποχή που το compact disc είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην μουσική.
Το "Let It Happen" ως εναρκτήριο λάκτισμα είναι ένας φόρος τιμής στη μέχρι τότε μουσική πορεία των Tame Impala, και συγχρόνως ένας προάγγελός για το τι θα ακολουθήσει. Όλα τα μουσικά στοιχεία έχουν τοποθετηθεί έτσι ώστε η μετάβαση να γίνει αντιληπτή στο αυτί του ακροατή. Τα synths αντικαθιστούν σημαντικά τις κιθάρες και έχουν πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο. Τα drums είναι καταιγιστικά ενώ η μπασογραμή μία από τις καλύτερες που μας έχει προσφέρει το συγκρότημα. Τέλος η κιθάρα είναι εκεί, καθ' όλη την διάρκεια του τραγουδιού, αλλά πιο χαμηλά συγκριτικά με τα υπόλοιπα όργανα. Μέχρι που φτάνουμε στο 6'15" όπου ο Parker μας πλασάρει ένα από τα ομορφότερα riffs της σύγχρονης rock ιστορίας. Τα synths είναι μελωδικά και «πιασάρικα» αλλά συγχρόνως αρκετά πειραματικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στο 3'50" όπου εξαιτίας του εφέ ο ακροατής νιώθει ότι κολλάει η βελόνα (ή το αρχείο). Και πράγματι, το εφέ θυμίζει τα CD που λόγω φθοράς κολλούν στο CD player, προκαλώντας έτσι μαζί με όλα τα άλλα ένα συναίσθημα νοσταλγίας για την εποχή που το compact disc είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην μουσική.
H παραγωγή (όπως και του υπόλοιπου δίσκου) είναι εκπληκτική και ανώτερη του προκάτοχού του, ενώ τα πάντα φαίνεται να έχουν τοποθετηθεί με φοβερή προσοχή ώστε να συνθέσουν αυτό που μου αρέσει αν χαρακτηρίζω ως «έξυπνο κομμάτι». Τα μουσικά μέρη έχουν τοποθετηθεί έτσι, ώστε να σου προκαλούν αυτό το ρίγος που προανέφερα. Ένα άρτια δομημένο synth-pop, phychedelic-disco κομμάτι που σε παρακινεί να χορέψεις αλλά και να αφεθείς στη μελωδία και να «ταξιδέψεις» με το μυαλό σου.
Στιχουργικά το "Let it Happen" είναι αρκετά περίεργο. Ο Kevin Parker δεν έχει τοποθετηθεί εκτενώς επί του θέματος. Σε μία συνέντευξη στο ABC είχε δηλώσει ότι η θεματική ολόκληρου του "Currents" περιστρέφεται γύρω από το συναίσθημα που νιώθουμε όταν αλλάζουν γρήγορα τα πράγματα στη ζωή μας, χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο, το τραγούδι γράφτηκε σε πολλές διαφορετικές χώρες του κόσμου κατά τη διάρκεια μίας περιοδείας του συγκροτήματος. Από την Οκλαχόμα των Η.Π.Α. στη Γαλλία, και από την Ουγγαρία στην Τουρκία. Έτσι κάποιοι οπαδοί έχουν καταλήξει στο απλοϊκό συμπέρασμα ότι το τραγούδι εξιστορεί την πιεστική και επιταγχυμένη ζωή των μουσικών στις περιοδείες. Υπάρχουν πραγματικά πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Κάποιες είναι πιο απλές, όπως για την εμπειρία που μπορείς να βιώσεις με κατανάλωση ψυχοτρόπων ουσιών ή για ένα χωρισμό. Άλλες πάλες τείνουν να είναι πιο κοινωνικές φιλοσοφικές. Ψυχική υγεία και διαταραχές που που υφίσταται καθημερινά ο άνθρωπος λόγω των εξωτερικών πιέσεων, αλλά και για την αποδοχή του θανάτου. Το εξαιρετικό video clip που συνοδεύει το single βρίσκεται αρκετά κοντά στις δύο τελευταίες ερμηνείες, χωρίς όμως να δίνει ένα σαφή ορισμό του περιεχομένου. Οι στίχοι από μόνοι τους είναι αρκετά γενικοί. Ο ίδιος ο Parker έχει παραδεχτεί ότι κάποιοι από τους στίχους δεν βγάζουν καν νόημα και ότι απλά μουρμουρούσε λέξεις πάνω από το μικρόφωνο. Έτσι, η ακριβής ερμηνεία καθίσταται ακόμα πιο δύσκολη.
Αυτή είναι όμως η μαγεία του συγκεκριμένου τραγουδιού. Όπως ακριβώς γίνεται σε πολλά ποιήματα, η ερμηνεία μπορεί να είναι πάνω από μία. Όταν έγραφε το τραγούδι ο Parker μπορεί να είχε πάνω από μία θεματική στο μυαλό του. Μπορεί να έβγαζε αυθόρμητα τις σκέψεις της συγκεκριμένης περιόδου του. Πιθανώς απλά να έμπλεξε έτσι τους στίχους ώστε να βγάλει ο καθένας από εμάς το δικό του συμπέρασμα, αναλόγως με την κατάσταση που βρίσκεται στη ζωή του όταν ακούει το τραγούδι. Αυτό στο οποίο μπορούμε να συμφωνήσουμε είναι ότι το συγκεκριμένο τραγούδι σου προκαλεί ένα αίσθημα χαρμολύπης. Αυτό το προκαλεί τόσο η μουσική όσο και οι οι στίχοι του.
Συνολικά, το "Let it Happen" είναι ένα τραγούδι ορόσημο, το οποίο μπορεί να σταθεί μόνο του, ξεχωριστά από το υπόλοιπο "Currents". Το συγκεκριμένο album δεν θα μπορούσε να είναι το Magnum Opus των Tame Impala αν απουσίαζε αυτό το τραγούδι. Το τραγούδι που ενώνει τη psych-rock με τη psych-pop εποχή. Το τραγούδι που δεν μπορεί να μην αρέσει έστω και λίγο σε οποιανδήποτε ακροατή. Το synth-disco κομμάτι του 21ου αιώνα.