Ρε γαμώτο, καθόλου δε μου αρέσει το κείμενο που ετοιμάζομαι να γράψω. Ωστόσο, δεν μπορώ και να μην το γράψω. Γιατί με πονάει βαθιά. Κυρίως γιατί έχει να κάνει με ένα φαινόμενο που στρέφεται εναντίον του πολυτιμότερου αγαθού που ξεχωρίζω επί γης: της μουσικής και του τραγουδιού. Κι επειδή δεν θέλω να γκρινιάζω, αλλά δεν θέλω να κάνω και τα στραβά μάτια, θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος και ουσιαστικός.
Όσοι θέλουν να πικάρουν το ελληνικό (ή το διεθνές) τραγούδι, μιλούν υποτιμητικά για τη σύμπραξή του με μεγάλες συμφωνικές (φιλαρμονικές και άλλες) ορχήστρες. Βασικό τους επιχείρημα είναι ότι, συχνά-πυκνά, αυτές οι συμπράξεις γίνονται επιτηδευμένα, με το στανιό. Είναι προφανές και ξεκάθαρο πως δεν συμφωνώ. Σίγουρα, υπήρξαν επιτυχημένες και αποτυχημένες απόπειρες, εντός και εκτός συνόρων, αλλά αυτό σχετικό είναι. Αλλού θέλω να σταθώ εγώ.
Κοινό μυστικό στη χώρα αποτελεί ότι οι δημόσιες ορχήστρες (και χορωδίες) δεν προσπαθούν. Κι όποτε έχω ανταμώσει με τέτοιες ορχήστρες (και χορωδίες) κάτι τέτοιο βγάζει μάτι (και αυτί). Το αντιμετώπισα πρόσφατα στη Λυρική, παλαιότερα στην ΕΡΤ και γενικότερα αποτελεί τον κανόνα. Συνθέτες, τραγουδιστές και τραγουδοποιοί δουλευταράδες έπεσαν σε τοίχο όταν συνεργάστηκαν με τέτοιες ορχήστρες. Το αποτέλεσμα, δε, επί σκηνής ήταν (και είναι τις περισσότερες φορές) αποκαρδιωτικό. Ατάκες δεν υπάρχουν, συγχρονισμός μόνο ο στοιχειώδης, λόγια ακατάληπτα κ.ο.κ. Δημοσιοϋπαλληλήστικη νοοτροπία (κι ας με συγχωρέσουν οι δουλευταράδες δημόσιοι υπάλληλοι - υπάρχουν οπωσδήποτε και τέτοιοι - για τη χρήση του όρου).
Θυμάμαι σαν τώρα, σημαντικό συνθέτη/τραγουδοποιό να εξιστορεί το παρακάτω κατά τη διάρκεια συνεργασίας του με την ορχήστρα της ΕΡΤ: «έχω φτιάξει παρτιτούρες για όλους (σ.σ. σχεδόν 80 μουσικοί συμμετείχαν στην παράσταση) και τις έχω αφήσει στη γραμματεία για όποιον θέλει να μελετήσει το έργο στο σπίτι. Μία μόνο μουσικός πέρασε και πήρε.»
Ας με συγχωρέσουν οι άνθρωποι αν (νομίζουν πως) τους αδικώ. Αλλά, προσωπικά, δεν αντέχω να ακούω μουρμουρητό και όχι τα λόγια, δεν σηκώνω την αργοπορία και το φλαμάρισμα στην ατάκα, δεν δέχομαι την ασέβεια απέναντι σε έργα όπως το «Άξιον Εστί» του Μίκη Θεοδωράκη. Δεν μας (και σας) αξίζει η διεκπεραίωση στα έργα του πολιτισμού μας.
Κύριοι και κυρίες μουσικοί και χορωδοί, για το Θεό, σοβαρευτείτε.