Έχουν περάσει οκτώ χρόνια από την πρώτη μας επαφή με το μυστηριώδη και σαγηνευτικό κόσμο των Interpol που μας αποκαλύφθηκε με το εξαιρετικό "Turn On The Bright Lights", χωρίς αμφιβολία ένα από τα πιο εντυπωσιακά ντεμπούτα των '00s. Με την επώνυμη τέταρτη δουλειά του το συγκρότημα από τη Νέα Υόρκη επιστρέφει στις ρίζες του στη Matador και επιχειρεί να επαναλάβει τη συνταγή της επιτυχίας. Ενώ όμως η μαγεία της πρώτης φοράς είναι πολύ δύσκολο να επαναληφθεί και η κριτική αρχίζει να στρέφεται εναντίον τους, προσωπικά είμαι στην ευχάριστη θέση να αναφέρω ότι ο δίσκος πέρασε χωρίς δυσκολία το δικό μου test drive.
Και όταν μιλάω για test drive εννοώ κυριολεκτικά τη χρήση του δίσκου ως soundtrack για μια βόλτα στην πόλη με το αυτοκίνητο - ένας ομολογουμένως καθόλου οικολογικός αλλά ιδιαίτερα αποτελεσματικός τρόπος που έχω υιοθετήσει για να αξιολογώ τη μουσική. Σε αυτό το τεστ δεν υπάρχουν αστεράκια ή ακέραιοι και δεκαδικοί βαθμοί, αλλά μόνο η καθαρά συναισθηματική επίδραση του ήχου. Αν τα κόκκινα φανάρια εξακολουθούν να προκαλούν εκνευρισμό ενώ ο δίσκος παίζει, σημαίνει ότι η μουσική δεν λειτουργεί. Όταν όμως το μποτιλιάρισμα παύει να είναι ενοχλητικό γιατί αυτό σημαίνει ότι θα μπορέσω να περάσω περισσότερο χρόνο με το δίσκο, τότε το συγκρότημα έχει κάνει καλά τη δουλειά του. Και όταν η βόλτα παρατείνεται σκοπίμως για ένα ακόμα άκουσμα, τότε είμαι σίγουρος ότι κάτι το ιδιαίτερο εξακολουθεί να συμβαίνει εδώ.
Το “Success” με την κλιμακούμενη ένταση του ανοίγει δυνατά το “Interpol” και μαζί με το “Barricade”, που αποτελεί άλλη μια προσθήκη στην αλληλουχία εξαιρετικών singles του συγκροτήματος, είναι οι δύο κορυφαίες στιγμές του δίσκου για τα δικά μου αυτιά. Η επιβλητική, μελαγχολική ατμόσφαιρα που αποτελεί το σήμα κατατεθέν των Interpol διατηρεί τη σκοτεινή της λάμψη σε κομμάτια όπως τα “Summer Well”, “Lights", "Safe Without” και "Try It On", έστω και αν δεν είναι πια το ίδιο εκτυφλωτική με τα λαμπερά φώτα της αρχής.
Εάν αυτό που περιμένατε από την τέταρτη δουλειά των Interpol είναι ο επαναπροσδιορισμός του ήχου τους, σίγουρα δεν θα το βρείτε εδώ. Το “Interpol” δεν προσφέρει καινοτομίες - είναι όμως ένα μέρος που έχουμε επισκεφθεί στο παρελθόν και που η έλξη του παραμένει ακόμα αρκετά ισχυρή ώστε να εξακολουθεί να δημιουργεί την επιθυμία για μια άλλη μια μακρινή, ολονύχτια οδήγηση ως εκεί.
Και όταν μιλάω για test drive εννοώ κυριολεκτικά τη χρήση του δίσκου ως soundtrack για μια βόλτα στην πόλη με το αυτοκίνητο - ένας ομολογουμένως καθόλου οικολογικός αλλά ιδιαίτερα αποτελεσματικός τρόπος που έχω υιοθετήσει για να αξιολογώ τη μουσική. Σε αυτό το τεστ δεν υπάρχουν αστεράκια ή ακέραιοι και δεκαδικοί βαθμοί, αλλά μόνο η καθαρά συναισθηματική επίδραση του ήχου. Αν τα κόκκινα φανάρια εξακολουθούν να προκαλούν εκνευρισμό ενώ ο δίσκος παίζει, σημαίνει ότι η μουσική δεν λειτουργεί. Όταν όμως το μποτιλιάρισμα παύει να είναι ενοχλητικό γιατί αυτό σημαίνει ότι θα μπορέσω να περάσω περισσότερο χρόνο με το δίσκο, τότε το συγκρότημα έχει κάνει καλά τη δουλειά του. Και όταν η βόλτα παρατείνεται σκοπίμως για ένα ακόμα άκουσμα, τότε είμαι σίγουρος ότι κάτι το ιδιαίτερο εξακολουθεί να συμβαίνει εδώ.
Το “Success” με την κλιμακούμενη ένταση του ανοίγει δυνατά το “Interpol” και μαζί με το “Barricade”, που αποτελεί άλλη μια προσθήκη στην αλληλουχία εξαιρετικών singles του συγκροτήματος, είναι οι δύο κορυφαίες στιγμές του δίσκου για τα δικά μου αυτιά. Η επιβλητική, μελαγχολική ατμόσφαιρα που αποτελεί το σήμα κατατεθέν των Interpol διατηρεί τη σκοτεινή της λάμψη σε κομμάτια όπως τα “Summer Well”, “Lights", "Safe Without” και "Try It On", έστω και αν δεν είναι πια το ίδιο εκτυφλωτική με τα λαμπερά φώτα της αρχής.
Εάν αυτό που περιμένατε από την τέταρτη δουλειά των Interpol είναι ο επαναπροσδιορισμός του ήχου τους, σίγουρα δεν θα το βρείτε εδώ. Το “Interpol” δεν προσφέρει καινοτομίες - είναι όμως ένα μέρος που έχουμε επισκεφθεί στο παρελθόν και που η έλξη του παραμένει ακόμα αρκετά ισχυρή ώστε να εξακολουθεί να δημιουργεί την επιθυμία για μια άλλη μια μακρινή, ολονύχτια οδήγηση ως εκεί.
7/10
Barricade