Μπορεί το θέατρο να είναι μία δραστηριότητα παντός καιρού, ωστόσο είναι γνωστό πως το καλοκαίρι ενδείκνυται περισσότερο για περιοδείες παραστάσεων ανά την Ελλάδα και τοπικά ή άλλα φεστιβάλ (με το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου να πρωταγωνιστεί). Έτσι, για τους λίγους που παραμένουν στις αθηναϊκές επάλξεις και τους θερινούς μήνες οι επιλογές για θεατρική τέρψη είναι λιγοστές. Μία «όαση» για φέτος είναι η παράσταση «Γιε μου πού πας;» που ανεβαίνει στο δροσερό θέατρο Αθηνά σε σκηνοθεσία Βασίλη Θωμόπουλου με έναν πενταμελή θίασο που ξεχωρίζει.
To θεατρικό έργο "Norman, Is That You?" που έγραψαν πίσω στο 1970 οι Αμερικανοί Ron Clark και Sam Bobrick και πρωτοανέβηκε στο Broadway, ενώ έγινε και ταινία το 1976, μετέφρασε επιτυχώς ο Ερρίκος Μπελιές και παρουσιάζεται προσαρμοσμένο στην ελληνική κοινωνία του σήμερα, παραμένοντας ακόμα τόσο επίκαιρο που είναι κανείς να απορεί ή και να απογοητεύεται. Για την ιστορία, η παράσταση είχε ανέβει ξανά στις αρχές του 2000 με τον τίτλο «Κόκκινο Βελούδο, Στεγνό Καθάρισμα» σε σκηνοθεσία Γιώργου Θεοδοσιάδη.
Η αυλαία ανοίγει και ένας επαρχιώτης πατέρας και απατημένος σύζυγος από τη Βόρεια Ελλάδα (Τάσος Γιαννόπουλος) έρχεται άρον, άρον στην πρωτεύουσα για να βρει καταφύγιο και να αντιμετωπίσει το πρόβλημά του στο σπίτι του αγαπημένου του γιου (Ορφέας Παπαδόπουλος). Ο πατέρας δεν γνωρίζει όμως ότι ο γιος του διατηρεί σοβαρό δεσμό και συγκατοικεί με τον εκκεντρικό, αλλά κατά τ' άλλα συμπαθέστατο Ερμόλαο (Παντελής Καναράκης). Το να μάθει ξαφνικά πως από τη μία η γυναίκα του κλέφτηκε με τον αδελφό του και από την άλλη ο γιος του είναι ομοφυλόφιλος δεν είναι κάτι που μπορεί να αντιμετωπίσει με ψυχραιμία και νηφαλιότητα. Θα μείνει στην Αθήνα προσπαθώντας να ερμηνεύσει την επιλογή του γιου του, αλλά και να τον μεταπείσει φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με ποικίλους πειρασμούς (βλ. Νίκη Λάμη), αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό, μέχρι να έρθει η σειρά της μητέρας (Άβας Γαλανοπούλου) να πάρει την κατάσταση στα χέρια της.
H δίωρη σχεδόν παράσταση, ορθά χωρισμένη σε δύο μέρη με το πρώτο να είναι ξεκαρδιστικό, ρέει τόσο γρήγορα και ομαλά που όχι μόνο δεν κουράζει αλλά θα μπορούσε να κρατά και περισσότερο. Για αυτό ευθύνεται φυσικά ο Βασίλης Θωμόπουλος που με σκηνοθεσία τηλεοπτική εκμεταλλεύεται στο έπακρο όλα τα χαρακτηριστικά των πρωταγωνιστών, το έξυπνο κείμενο και το όμορφο και λειτουργικό σκηνικό. Ο θίασος έχει πολύ καλή χημεία μεταξύ του και ξεκάθαρο κωμικό ταλέντο ενώ ο καθένας για τον ρόλο του είναι ιδανικός.
Ξεκινώντας από τον λαϊκό πατέρα της παράστασης, ο Τάσος Γιαννόπουλος πείθει μέχρι και τον πιο δύσπιστο θεατή. Η ομιλία του με χαρακτηριστική προφορά, οι εκφράσεις και ο τρόπος που κινείται είναι απόλυτα ταιριαστοί με τον ήρωα που υποδύεται, σε συνδυασμό με το μουστάκι που άφησε για χάρη της παράστασης. Νομίζω περιττεύουν σχόλια για το πόσο καλός κωμικός ηθοποιός είναι, μιας και το αποδεικνύει σε κάθε του τηλεοπτική ή θεατρική στιγμή. Εξίσου καλός στην κωμωδία είναι και ο Παντελής Καναράκης, αεικίνητος επί σκηνής και πολύ άμεσος με το κοινό (άλλωστε συνηθίζει να κάνει και stand up comedy/one man show). Ο γκέι Ερμόλαος που ερμηνεύει είναι στ' αλήθεια μια φιγούρα που δεν περνά απαρατήρητη, που αγγίζει και ξεπερνά τα όρια του υπερβολικού, αλλά ο Καναράκης δίνει μεγάλη έμφαση στον συναισθηματισμό και την καλοψυχία του ήρωά του. Αξίζει να σημειωθεί πως φορά και πολύ περιποιημένα και ευφάνταστα κοστούμια. Η Άβα Γαλανοπούλου κάνει την εμφάνισή της στο δεύτερο μισό της παράστασης και είναι η μοιχαλίδα σύζυγος που παραστράτησε. Είναι πολύ καλή και στα πιο δραματικά στοιχεία της παράστασης, τόσο ως σύζυγος που συνειδητοποίησε πως ζει δυστυχισμένη μέσα στη συνήθεια του γάμου, όσο και ως μητέρα που αγαπά το παιδί της. Ο Ορφέας Παπαδόπουλος είναι ο ήρωας γύρω από τον οποία κινείται η παράσταση και από το στόμα του θα ακουστούν τα πιο σωστά μα και αυτονόητα λόγια. Είναι τόσο αστείος, όσο και πολύ σοβαρός, όπου πρέπει. Αυτό που λέμε "to the point". Τέλος, η Νίκη Λάμη έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην παράσταση, που κατά τη γνώμη μου θα μπορούσε να είναι και μεγαλύτερος. Κωμική η συνύπαρξή της και με τους τρεις άνδρες της παράστασης, ενώ θυμίζει με καλό τρόπο κάτι από "Pretty Woman". Πολύ καλή και η άρθρωση της, μιας και μιλά πολύ γρήγορα και απαίδευτα για τις ανάγκες του ρόλου της sexy call girl.
Ξεκινώντας από τον λαϊκό πατέρα της παράστασης, ο Τάσος Γιαννόπουλος πείθει μέχρι και τον πιο δύσπιστο θεατή. Η ομιλία του με χαρακτηριστική προφορά, οι εκφράσεις και ο τρόπος που κινείται είναι απόλυτα ταιριαστοί με τον ήρωα που υποδύεται, σε συνδυασμό με το μουστάκι που άφησε για χάρη της παράστασης. Νομίζω περιττεύουν σχόλια για το πόσο καλός κωμικός ηθοποιός είναι, μιας και το αποδεικνύει σε κάθε του τηλεοπτική ή θεατρική στιγμή. Εξίσου καλός στην κωμωδία είναι και ο Παντελής Καναράκης, αεικίνητος επί σκηνής και πολύ άμεσος με το κοινό (άλλωστε συνηθίζει να κάνει και stand up comedy/one man show). Ο γκέι Ερμόλαος που ερμηνεύει είναι στ' αλήθεια μια φιγούρα που δεν περνά απαρατήρητη, που αγγίζει και ξεπερνά τα όρια του υπερβολικού, αλλά ο Καναράκης δίνει μεγάλη έμφαση στον συναισθηματισμό και την καλοψυχία του ήρωά του. Αξίζει να σημειωθεί πως φορά και πολύ περιποιημένα και ευφάνταστα κοστούμια. Η Άβα Γαλανοπούλου κάνει την εμφάνισή της στο δεύτερο μισό της παράστασης και είναι η μοιχαλίδα σύζυγος που παραστράτησε. Είναι πολύ καλή και στα πιο δραματικά στοιχεία της παράστασης, τόσο ως σύζυγος που συνειδητοποίησε πως ζει δυστυχισμένη μέσα στη συνήθεια του γάμου, όσο και ως μητέρα που αγαπά το παιδί της. Ο Ορφέας Παπαδόπουλος είναι ο ήρωας γύρω από τον οποία κινείται η παράσταση και από το στόμα του θα ακουστούν τα πιο σωστά μα και αυτονόητα λόγια. Είναι τόσο αστείος, όσο και πολύ σοβαρός, όπου πρέπει. Αυτό που λέμε "to the point". Τέλος, η Νίκη Λάμη έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην παράσταση, που κατά τη γνώμη μου θα μπορούσε να είναι και μεγαλύτερος. Κωμική η συνύπαρξή της και με τους τρεις άνδρες της παράστασης, ενώ θυμίζει με καλό τρόπο κάτι από "Pretty Woman". Πολύ καλή και η άρθρωση της, μιας και μιλά πολύ γρήγορα και απαίδευτα για τις ανάγκες του ρόλου της sexy call girl.
Πέρα από τις ερμηνείες των ηθοποιών και τη σκηνοθεσία, θα ήθελα να σταθώ στην επιτυχία της παράστασης που έχει να κάνει με το επίπεδο που διατηρεί σε συνδυασμό με το εύστοχο κείμενο και την προσαρμογή του (δεν θα λείπουν αναφορές στο... "Survivor" ή σε προσωπικότητες της πολιτικής και του θεάματος). Η παράσταση προσεγγίζει πολύ σωστά το θέμα της ομοφυλοφιλίας (που δεν θα έπρεπε βέβαια εν έτει 2017 να αποτελεί «θέμα»), χωρίς βωμολοχίες, ευτελισμούς και κοροϊδευτικά σχόλια, -που έχουμε δει σε παραστάσεις με στόχο να προκληθεί γέλιο. Ακούγονται πολλές μεγάλες αλήθειες και βγαίνουν στην επιφάνεια όλα τα κοινωνικά στερεότυπα και οι ομοφοβικές προκαταλήψεις που συνεχίζουν να υπάρχουν, γιατί απλά κουκουλώνονται (όπως θα φανεί και στο τέλος). Οι απαντήσεις του Ορφέα Παπαδόπουλου στα απελπισμένα ερωτήματα των γονιών του είναι η πεμπτουσία του έργου, καθώς επίσης και το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός ολοκληρωμένος και συνειδητοποιημένος χαρακτήρας που αναζητά την ευτυχία σε κάθε τομέα χωρίς απώτερους σκοπούς και χωρίς να θέλει να αλλάξει ή να εκμεταλλευτεί κανένα, πράγμα που σε μία δεύτερη ανάγνωση φαίνεται πως προσπαθούν να κάνουν οι υπόλοιποι χαρακτήρες!
Το «Γιε μου πού πας;» είναι μία από τις καλές παραστάσεις που μπορείτε να παρακαλουθήσετε μέχρι τέλος καλοκαιριού και δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται.