Δελτίο Τύπου
Rockwave is Calling!
19 & 20 Ιουλίου 2018!
Διήμερος heavy metal σεισμός, η συνέχεια!
Save the dates metalheads!
Oι Saxon & οι Accept προστίθενται στο Line up της Πέμπτης 19ης Ιουλίου του Rockwave Festival ενώ οι Tremonti μαζί με το πιο hot όνομα του σκληρού ήχου, τους αγαπητούς κύριους Volbeat για πρώτη φορά στην Ελλάδα θα πλαισιώσουν τους Iron Maiden την Παρασκευή 20 Ιουλίου δίνοντας ένα χεράκι στην κατεδάφιση του!
More acts T.B.A soon!
Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018
SAXON
Οι Saxon είναι εδώ και 40 χρόνια ένας από τους λόγους που οι οπαδοί του heavy metal δηλώνουν περήφανοι που ακούν αυτή την μουσική! Η βρετανική metal-ική αρμάδα με τον Βiff Byford να ηγείται εκ του μικροφώνου συνεχίζει να δίνει μοναδικά shows και φέτος το καλοκαίρι να αναθερμάνει την σχέση λατρείας της με το ελληνικό κοινό την Πέμπτή 19 Ιουλίου στο Rockwave Festival 2018!
H Xρυσή περίοδος του heavy metal γράφτηκε μεταξύ 1980-1985 και φέρει φαρδια πλατιά την υπογραφή των Saxon που κυκλοφόρησαν εκείνα τα χρόνια “Wheels of Steel”, “Strong Arm of the Law”, “Denim and Leather”, “Power & the Glory” και “Crusader” κατά σειρά!
Ποτέ στην πολυετή καριέρα τους δεν έκαναν έκπτωση στην ποιότητα των δίκσων και στο πάθος με το οποίο απέδιδαν την μουσική τους για αυτό και χαίρουν εκτίμησης και αποδοχής από το σύνολο των οπαδών αλλά και των μουσικών του σκληρού ήχου!
Με το «Thunderbolt” να τιμά την παράδοση του ονόματος τους, όντας ο 22ος επίσημος δίσκος τους ο βρετανικός λέοντας θα αφήσει το βρυχηθμό του στο TerraVibe την Πέμπτη 19 Ιουλίου ισοπεδώνοντας το stage του Rockwave Festival 2018!
ACCEPT
Γερμανικό Τευτονικό Metal! H αλλιώς ACCEPT! ACCEPT ή αλλιως Γερμανικό Τευτονικό Metal! Το Solingen της Γερμανίας υπήρξε το μέρος όπου οι Udo Dirkshneider, Wolf Hoffman & Peter Baltes σχημάτισαν τους ACCEPT κάπου στην δεκαετία του 1970 και έκτοτε αποτελούν μια από τις μπάντες που τιμούν το όνομα του heavy metal!
Από τα πρωτόλεια του ομώνυμου δίσκου και του “Ι’m a Rebel” ακολούθησε μια τετράδα δίσκων φωτιά που ισοπέδωσε κάθε χεβιμεταλλά της εποχής στο άκουσμα της! Έχουμε και λέμε λοιπόν: “Breaker”, “Restless and Wild”, “Balls to the Wall” & “Metal Heart”. Κάποια στιγμή γύρω στο 1989 υπήρξε ένα διάλλειμα για να επανέλθουν δριμύτεροι το 1992. Δισκογραφικά απείχαν για αρκετά χρονια ενώ ακολούθησε άλλο ένα διάλλειμα 8 ετών μέχρι την οριστική αποχώρηση του UDO από το συγκρότημα!
Εκεί που το μέλλον φάνταζε δυσοίωνο για την γερμανική μπάντα, εντάσσεται στο συγκρότημα ο Μark Tornillo και παίρνει τη θέση πίσω από το μικρόφωνο. Η αναγέννηση των Accept ξεκίνησε! Τα αριστουργηματικά “Blood of the Nations”, “Stalingrad” “Blind Rage” & “The Rise of Chaos” ήταν δείγματα ατόφιου metal και εμείς ανυπομονούμε να τα ξαναπούμε μαζί τους την Πέμπτη 19 Ιουλίου στο Rockwave Festival 2018!
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20 ΙΟΥΛΙΟΥ 2018
VOLBEAT
Volbeat. Μία λέξη. Ένα συγκρότημα. Ένας αμίμητος ήχος. Μία απαράμιλλη προσέγγιση στην μουσική.
Και οι προοπτικές είναι ατελείωτες…
Και πώς να μην είναι; Όταν έχεις ένα συγκρότημα που έχει κάτι παραπάνω από την θέληση να σπάσει κάθε μουσικό όριο και κάθε προκαθορισμένη έννοια του κόσμου προς τα μουσικά είδη, έχεις κάτι σπάνιο- ένα μεθυστικό mix με rockabilly, early rock & roll και metal, που μένει δεμένο από τις 9αρες gauge super slinky χορδές. Το Δανέζικο αυτό θαύμα έχει κάνει όλο τον κόσμο του metal να ξεσηκωθεί, να βγάλει τις ωτοασπίδες και τις παρωπίδες του.
Ότι ακούς και ότι βλέπεις σου αφήνει την αίσθηση ενός μουσικού τατουάζ – ανεξίτηλο, σημειολογικό και το σημαντικότερο, διαχρονικό.
Δημιουργήθηκαν στην Κοπεγχάγη, το 2001, και αποτελούνται αυτή τη στιγμή από τον τραγουδιστή και κιθαρίστα Michael Poulsen, τον κιθαρίστα Rob Caggiano, τον μπασίστα Anders Kjolholm και τον ντράμμερ Jon Larsen. Οι Volbeat έχουν κυκλοφορήσει 5 studio albums και 2 live δίσκους, έχοντας κερδίσει τις υψηλότερες θέσεις των charts, καθώς και πολλούς χρυσούς και πλατινένιους δίσκους σε Ευρώπη και Καναδά.
Η προηγούμενη δεκαετία είδε το συγκρότημα να μεγαλώνει σταθερά το fan base του με το μοναδικό μείγμα μουσικών ειδών και τα ασυμβίβαστα τους shows. Οι Volbeat συνεχίζουν να παντρεύουν το Heavy Metal με το Rockabilly, εμπλουτίζοντας το με μία δόση crunchy κιθαρών, οδηγώντας την vintage Cadillac τους, φορτωμένη με μεγάλους ενισχυτές Marshall και γεμάτο με βενζίνη ντεπόζιτο.
Πώς ξεκίνησαν όλα? Ο μύθος λέει ότι αυτό θα συνέβαινε, αν ο τρίτος ξάδερφος του Elvis είχε αποδράσει από τις φυλακές ανηλίκων, είχε ξεκινήσει να αράζει με τον Johnny Cash και τον Gene Vincent, και το πρώτο πράγμα που θα είχε πέσει στα χέρια τους θα ήταν ένα album των Slayer. Θα έπαιζε ακριβώς όπως οι Volbeat και θα τραγουδούσε όπως ο Michael Poulsen.
Ίσως ξεκινήσεις να πιστεύεις και εσύ στον μύθο, αν ρωτήσεις τον Michael για τις ρίζες του.
«Νομίζω ό,τι όλα έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι μου άρεσε το παλιό rock n roll από τότε που ήμουν παιδί. Οι γονείς μου άκουγαν Elvis, Johnny Cash, Fats Domino, Chuck Berry, Little Richard.. όλη την μουσική των 50s – γενικά η οικογένειά μου ασχολούταν με την μουσική, αλλά κανένας δεν έγραφε ή έπαιζε μουσική – ήταν απλοί ακροατές. Θυμάμαι να ακούω κάποιος παλιούς δίσκους του αγοριού της αδερφής μου. Είχε παλιά βινύλια των Black Sabbath, του Dio, των Metallica και αντίστοιχων συγκροτημάτων- και κάπως έτσι κόλλησα με την metal σκηνή. Στο σχολείο, μάζεψα μερικούς φίλους και προσπάθησα να φτιάξω ένα συγκρότημα, άλλα αποδείχτηκε ότι ήμουν ο μόνος που ήταν 100% αφοσιωμένος και σοβαρός με αυτό. Επομένως, έπρεπε να ψάξω για κάτι διαφορετικό.»
Η πρώτη φορά που ξέφυγε από την κανονικότητα, ήταν με την σύνθεση της death metal μπάντας Dominus το 1991. Για σχεδόν μία δεκαετία το συγκρότημα κέρδισε τον ακέραιο σεβασμό και την πιστή υποστήριξη του κοινού, κυκλοφορώντας ένα single, δύο demos και τέσσερα albums, με τον καθένα να διαφέρει σε ύφος – δείχνοντας πως κάτι έρχεται.
Ο Michael παρατηρεί «Κατέληξα να φτιάξω τους Dominus, αλλά όσο μεγάλωνα, ξεκίνησαν να μου λείπουν τα παλιά rock n roll κομμάτια με τα οποία μεγάλωσα, και παρόλο τον σεβασμό που είχαν κερδίσει οι Dominus, και το όνομα που είχαμε χτίσει στην Ευρώπη, ένιωσα την ανάγκη να κάνω κάτι καινούριο.»
Καλώντας τους καλύτερους μουσικούς της Ευρώπης να επιβιβαστούν σε ένα τρελό ταξίδι, δημιουργήθηκαν οι πρωτοποριακοί και ριζοσπαστικοί Volbeat. Ο δρόμος προς την επιτυχία ήταν στρωμένος με ανυπακοή και σκεπτικότητα, όπως σε κάθε τι που σπάει τις νόρμες και τα προσχήματα. Ωστόσο το συγκρότημα δεν συμβιβάστηκε με τίποτα λιγότερο από το να διαδώσει στον κόσμο τον πρωτοποριακό της ήχο.
Το 2000, η metal μηχανή του 21ου αιώνα σιγοβρώντιζε και ήταν έτοιμη να ανεβάσει στροφές και να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμά της.
Ο Poulsen ανακαλεί: «Κάναμε κάποια demos και τα διαμοιράσαμε, με αποτέλεσμα να καταλήξουμε να υπογράφουμε με την πρώτη μας δισκογραφική εταιρεία». Πριν από αυτό θυμάμαι όταν δίναμε τα demos μας σε εταιρείες, μας λέγαν πως «μας αρέσει πολύ η μουσική σας, αλλά δεν ξέρουμε αν θα την αγοράσει κάποιος, οπότε δεν μπορούμε να συνεργαστούμε», αλλά συνεχίζαμε να παίζουμε δυνατά και το κοινό συνέχισε να μεγαλώνει και ξαφνικά άρχισαν να γράφουν για εμάς σε underground περιοδικά και οι πρώτοι μας δίσκου με την πρώτη μας δισκογραφική εταιρεία ξεκίνησαν να πουλάνε.»
Χρειάστηκαν μόνο 1.000 αντίτυπα τους “Beat the Meat” demo, για να υπογράψουν το πρώτο τους συμβόλαιο με την Rebel Monster Records, το πιο ταιριαστό όνομα δισκογραφικής εταιρείας που έχει να κάνει με τους Volbeat.
Οι Volbeat κυκλοφόρησαν το πρώτο τους album, «The Strength/The Sound/The Songs” το 2005 με το line up του album να αποτελείται από τους Michael Poulsen (φωνητικά), Jon Larsen (drums), Franz Gottschalk (κιθάρα) και Anders Kjolholm (μπάσο). To album έκανε μεγάλη επιτυχία στην Δανία φτάνοντας στο νούμερο 18 των charts και αποσπώντας θετικές κριτικές για τον νέο τους ήχο, καθώς ταυτόχρονα οι συναυλίες τους γινόντουσαν μυθικές. Ο χρόνος έκλεισε με το «The Strength/The Sound/The Songs” να κερδίζει το βραβείο του καλύτερου album στα Danish Metal Musik Awards το 2005.
Ήταν ένας μυθικός συνδυασμός όλων των χαρακτηριστικών της νέας εποχής της heavy metal μουσικής και των διαχρονικών βασιλιάδων του metal, και οι Volbeat έφεραν στην σκηνή μία μεγάλη επίθεση. Καταστρέφοντας όλα τα προκαθορισμένα εμπόδια, με έναν βαρύ ήχο, παραμορφωμένους ενισχυτές, αμετρίαστα κιθαριστικά solos, επίμονους ρυθμούς και φωνητικά που ξεφεύγουν από την κατηγοριοποίηση, οι Volbeat συνέχισαν να εκτινάσσονται προς στα μπροστά και από τότε δεν έχουν σταματήσει ούτε λεπτό.
Οι Volbeat είχαν βάλει ξανά την μεγαλύτερη μουσική τους ταχύτητα και συνέχισαν τον αγώνα τους προς την κορυφή.
Με την πρώτη τους κυκλοφορία, περιοδεύσαν αδιάκοπα την Ευρώπη, θυσιάζοντας τους εαυτούς τους στην μουσική, αφιερώνοντας όλο τους το πάθος, παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους με μοναδική βλέψη ότι μερικές φορές το να κάνεις τα πράγματα με τον δύσκολο τρόπο σημαίνει να τα κάνεις με τον σωστό τρόπο.
Η επιμονή τους απέδωσε καρπούς 2 χρόνια μετά, όταν το «Rock the Rebel/ Metal the Devil» έγινε τεράστιο hit, φτάνοντας στο νούμερο 1 των charts της Δανίας, ξεπερνώντας καλλιτέχνες όπως η Britney Spears και Bruce Springsteen. Ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα, καθώς ήταν το πρώτο metal συγκρότημα που το κατάφερε να φτάσει στο νούμερο 1 των charts της Δανίας, καλωσορίζοντας τους Volbeat στον πάνθεο της μουσικής.
Πολλοί πιστεύουν ότι η παρουσία τους στην metal σκηνή εδραιώθηκε με το “Rock the Rebel/Metal the Devil” το οποίο έφερε μία κολοσσιαία έκρηξη στην Ευρώπη. Αυτός ο πύραυλος έφερε τους Volbeat σε σχεδόν κάθε μουσικό radar. Αποδεικνύοντας πως δεν ήταν απλά ένα πυροτέχνημα – το album έμεινε στο top 5 για 5 μήνες. Ενδυναμωμένοι από την αποδοχή του κοινού, βγήκαν για την 2η Ευρωπαϊκή τους περιοδεία προχωρώντας βαθιά στις σελίδες της metal ιστορίας.
Το 2007 ήταν πολύ σημαντικό για τους Volbeat καθώς άνοιξαν το Roskilde Festival (ένα από τα πέντε μεγαλύτερα ετήσια μουσικά festival στην Ευρώπη) και προσλάβαν τον Thomas Bredahl ως αντικαταστάτη του Gottschalk στην κιθάρα.
Κοιτώντας πίσω, ο Michael θυμάται «Ήταν πραγματικά τρελό, ήμασταν ξαφνικά σε όλα τα ραδιόφωνα, είχαμε ένα χιτ που λεγόταν ‘The Garden’s Tale’, κάναμε μεγάλη περιοδεία με αυτόν τον δίσκο και οι συναυλιακοί χώροι μεγάλωναν, το κοινό αυξανόταν και ξαφνικά παίζαμε μπροστά σε χιλιάδες άτομα».
Τα νέα εξαπλώθηκαν γρήγορα ότι υπήρχε κάτι καινούριο στην Ευρωπαϊκή metal σκηνή, ένα είδος μελωδικής αδρεναλίνης, και οι φανς, οι κριτικοί και η βιομηχανία έφταναν σε όρια παροξυσμού.
Λες και αυτό δεν ήταν αρκετό, ο Lars Ulrich, ιδρυτικό μέλος της γιγαντιαίας metal μπάντας Metallica, άρχισε να ρωτάει για όλο αυτόν τον χαμό που γινόταν τότε στη Δανία και όλοι του μιλούσαν για τους ‘Volbeat’.
Οι Volbeat είχαν την ευκαιρία να παίξουν μπροστά στους Metallica και ο James Hetfield μπήκε επίσης στο fan club τους, λέγοντας στον Michael μετά το show, «Σας άκουσα να παίζετε κάτι σαν ‘Elvis metal και μου άρεσε!»
Τόσο πολύ που το μόνο που χρειάστηκε ήταν μια ανταλλαγή cd σε ένα πάρτι και μερικά τηλεφωνήματα και οι Volbeat ξαφνικά βρέθηκαν να ανοίγουν τις συναυλίες των Metallica σε 2 παγκόσμιες περιοδείες.
Το 2008, οι Volbeat έβγαλαν τον τρίτο τους δίσκο και τον πρώτο τους δίσκο με τον κιθαρίστα Thomas Bredahl με τίτλο ‘Guitar Gangsters & Cadillac Blood’, το οποίο έφτασε στην κορυφή των φινλανδικών τσαρτ αμέσως μετά την κυκλοφορία του. Εκείνη τη χρονιά επίσης οι Volbeat έκαναν περιοδεία στην Αμερική με τους Nightwish και έπαιξαν μπροστά σε 400,000 θαυμαστές τους στο μεγαλύτερο open air φεστιβάλ της Ευρώπης, το Przystanek Woodstock.
Με την κυκλοφορία του ‘Beyond Hell/Above Heaven’ to 2010, που συνεχίζει την ιστορία του ‘Guitar Gangsters & Cadillac Blood’, ο Poulsen λέει «Ήταν διαφορετικό, αλλά και πάλι ήταν πιστό στο στυλ των Volbeat. Είχαμε γρήγορα, αργά και ενδιάμεσου ρυθμού τραγούδια. Και πάλι αναμείξαμε διαφορετικά στυλ όπως punk, rock'n'roll, rockabilly, metal, heavy metal, thrash metal και country. Επίσης σχολιάζει σχετικά με τους guest μουσικούς του άλμπουμ, «Είμαι πολύ περήφανος που τους είχα μαζί μου, μιας και με έχουν εμπνεύσει πάρα πολύ εδώ και καιρό». Στους guest μουσικούς ήταν μουσικοί θρύλοι, όπως ο Mark ‘Barney’ Greenway Greenway (Napalm Death), ο Michael Denner ( Mercyful Fate/King Diamond), ο Miland "Mille" Petrozza (Kreator), ο Henrik Hall - (Love shop (φυσαρμόνικα)) και ο Jakob Oelund (Taggy Tones (μπάσο)).
Οι κριτικοί και οι φανς θεωρούν το “Beyond Hell/Above Heaven” ως το άλμπουμ σταθμό των Volbeat, γιατί έδειξε στην metal κοινότητα ότι το rockabilly και η metal μπορούν να συνδυαστούν με τέτοιο τρόπο, δημιουργώντας την απορία στη μουσική βιομηχανία ‘γιατί δεν είχε γίνει αυτό εδώ και καιρό;’. Παρουσιάζοντας την ασυνήθιση και εξαιρετική φωνή του Poulsen, η κυκλοφορία του άλμπουμ είχε τρομερή επιτυχία και το “Beyond Hell/Above Heaven” έχει πουλήσει πάνω από 1,000,000 αντίτυπα.
Με μια ακόμα αμείλικτη περιοδεία στην Ευρώπη και στην Αμερική, (με σταθμούς όπως το Download Festival και συνοδεύοντας μπάντες όπως οι Metallica, Megadeath, Anthrax και Slayer στο Sonisphere), από το 2010 οι Volbeat ήταν τόσο ασυμβίβαστοι όσο και τότε που πρωτοξεκίνησαν. Ο ασύγκριτος ήχος τους είναι το αποτέλεσμα μιας μπάντας με τα κότσια να ξεπεράσει τα μουσικά σύνορα, με ένα ξεχωριστό ύφος που δεν το συναντάς συχνά στον χώρο της μουσικής και ένα αυθεντικό ταλέντο.
Το 2011 έφερε περισσότερες αλλαγές στην μπάντα με την αποχώρηση του Thomas Bredahl. Οι Volbeat συνέχισαν την υπόλοιπη περιοδεία τους (2011-2012), καθώς οι φανς περίμεναν με αγωνία ποιος θα έρθει στη θέση του. Στην αρχή του 2013, ανακοινώθηκε ότι ο Rob Caggiano, πρώην μέλος των Anthrax, και ο παραγωγός του νέου άλμπουμ, θα έμπαινε στην μπάντα.
Καθώς σκέφτεται την περίοδο με τους Volbeat, ο Caggiano λέει «Είναι υπέροχα, επιτέλους μπορώ να είμαι δημιουργικός, και με τους Volbeat υπάρχει περισσότερος χώρος για κιθάρα, και να περνάω καλά. Μπορώ να εξερευνώ νέα εδάφη, που μέχρι τώρα δεν μπορούσα. Οι συναυλίες συνεχώς μεγαλώνουν και είναι καταπληκτικό. Το να βρίσκεσαι πάνω σε αυτή τη σκηνή είναι απερίγραπτο και κάθε συναυλία είναι σαν γιορτή».
Τώρα, με την κυκλοφορία του “Outlaw Gentlemen & Shady Ladies”, που πούλησε πάνω από 300,000 αντίτυπα στην Αμερική, το δανέζικο κουαρτέτο έλαβε την πρώτη του υποψηφιότητα GRAMMY στην κατηγορία «Καλύτερη Metal Ερμηνεία» για το «Room 24» (Volbeat Featuring King Diamond), και κέρδισε το γερμανικό Echo Award για την κατηγορία «Καλύτερη Διεθνής Εναλλακτική Ερμηνεία». Το ρεπερτόριο της μπάντας είναι πλέον βασικό μέρος του Active Rock radio, δυναμώνοντας την παρουσία τους με έξι συνεχόμενα singles τους που έφτασαν στην πρώτη θέση. Το τελευταίο τους single “Dead But Rising” πρόσφατα έφτασε στην κορυφή. Το “Outlaw Gentlemen & Shady Ladies” έχει γίνει πλατινένιο στην πατρίδα τους τη Δανία, καθώς και στη Γερμανία και την Αυστρία, με χρυσές πωλήσεις στη Φινλανδία και τη Σουηδία, καθώς και τον Καναδά.
Η μπάντα έχει πουλήσει πλέον πάνω από 2,500,000 άλμπουμ και αυτό αποδεικνύει ακόμα περισσότερο ότι ο ήχος των Volbeat είναι κάτι παραπάνω από ένα αμάγαλμα. Είναι η ηχητική αντίθεση ανάμεσα στις τωρινές τάσεις της metal και rock μουσικής. Είναι μια μουσική επανάσταση με σκληρές κιθάρες, δυνατό μπάσο και αμείλικτα τύμπανα, που σε ταρακουνούν και σε παρασύρουν. Οι Volbeat έχουν αποδείξει ότι το ταλέντο τους συνδυάζεται με ένα απερίγραπτο στυλ που σου ξυπνάει τον επαναστάτη μέσα σου και σε ταξιδεύει σε αναχρονιστικούς ήχους, καθώς και φέρνει μια αναγκαία τροπή στην τωρινή μουσική σκηνή.
TREMONTI
Το όνομα του Mark Tremonti στους μουσικόφιλους μνημονεύεται πολύ συχνά όταν γίνεται κουβέντα για τους σπουδαιότερους κιθαρίστες της γενιάς του! Πώς να γίνει διαφορετικά όταν μιλάμε για τον ιθύνοντα κιθαριστικό νου των Creed, Alter Bridge και του προσωπικού του project υπό τον κατανοητό τίτλο TREMONTI!
Bιρτουόζος της κιθάρας λοιπόν ο Mark Tremonti! Aπό τις Post Grunge δοξασμένες μέρες των Creed μέχρι όταν συνάντησε το φιλαράκι του Myles Kennedy στους Alter Bridge ο Tremonti πρόσφερε αφειδώς κομμάτια από το ταλέντο του στους fans!
Δεν σταμάτησε ποτέ ωστόσο να διοχετεύει την ενέργεια του και τις εμπνευσμένες συνθέσεις του στο προσωπικό του σχήμα, το οποίο λατρεύεται από κιθαρίστες και κοινό!
Από τα “All I Was” & “Cauterize” του 2012 και 2015 ήρθε το εκπληκτικό “Dusk” του 2016 για να τον εδραιώσει ως ένα από τους καλύτερους κιθαρίστες των ημερών μας!
Ενώ ετοιμάζει τον νέο του δίσκο «A Dying Machine” θα κάνει μια στάση στην χώρα μας την Παρασκευή 20 Ιουλίου στην σκηνή του Rockwave Festival 2018!!
Rockwave 2018 is calling!!!
Έρχεται διήμερος heavy metal σεισμός!!!
Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018: Judas Priest!!!
Παρασκευή 20 Ιουλίου: Iron Maiden!!!
More acts T.B.A!
Tα εισιτήρια κοστίζουν 55€ ανά ημέρα
Τα εισιτήρια διημέρου κοστίζουν 96€ όπως και αυτά που περιλαμβάνουν δυνατότητα camping και θα πωλούνται ξεχωριστά.
It’s a heavy metal earthquake shaking the ground!
Save the dates
Rockwave 2018 is calling metalheads!
TerraVibe Park
37ο χλμ Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας
ΣΗΜΕΙΑ ΠΡΟΠΩΛΗΣΗΣ:
Αθήνα
Ticket House, Πανεπιστημίου 42 (εντός της στοάς), τηλ.210 3608366
Θεσσαλονίκη
Μusicland, Μητροπόλεως 102, τηλ 2310264880
Σε όλη την Ελλάδα
Δίκτυο καταστημάτων ΓΕΡΜΑΝΟΣ/ Καταστήματα Cosmote
Online Sales ή αγορές με πιστωτική κάρτα, 24 ώρες/ωρο:
www.tickethouse.gr
www.ticketmaster.gr
Για τις online αγορές και τις αγορές από τα καταστήματα ΓΕΡΜΑΝΟΣ/COSMOTE υπάρχει επιβάρυνση 10%
Rockwave is Calling!
19 & 20 Ιουλίου 2018!
Διήμερος heavy metal σεισμός, η συνέχεια!
Save the dates metalheads!
Oι Saxon & οι Accept προστίθενται στο Line up της Πέμπτης 19ης Ιουλίου του Rockwave Festival ενώ οι Tremonti μαζί με το πιο hot όνομα του σκληρού ήχου, τους αγαπητούς κύριους Volbeat για πρώτη φορά στην Ελλάδα θα πλαισιώσουν τους Iron Maiden την Παρασκευή 20 Ιουλίου δίνοντας ένα χεράκι στην κατεδάφιση του!
More acts T.B.A soon!
Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018
SAXON
Οι Saxon είναι εδώ και 40 χρόνια ένας από τους λόγους που οι οπαδοί του heavy metal δηλώνουν περήφανοι που ακούν αυτή την μουσική! Η βρετανική metal-ική αρμάδα με τον Βiff Byford να ηγείται εκ του μικροφώνου συνεχίζει να δίνει μοναδικά shows και φέτος το καλοκαίρι να αναθερμάνει την σχέση λατρείας της με το ελληνικό κοινό την Πέμπτή 19 Ιουλίου στο Rockwave Festival 2018!
H Xρυσή περίοδος του heavy metal γράφτηκε μεταξύ 1980-1985 και φέρει φαρδια πλατιά την υπογραφή των Saxon που κυκλοφόρησαν εκείνα τα χρόνια “Wheels of Steel”, “Strong Arm of the Law”, “Denim and Leather”, “Power & the Glory” και “Crusader” κατά σειρά!
Ποτέ στην πολυετή καριέρα τους δεν έκαναν έκπτωση στην ποιότητα των δίκσων και στο πάθος με το οποίο απέδιδαν την μουσική τους για αυτό και χαίρουν εκτίμησης και αποδοχής από το σύνολο των οπαδών αλλά και των μουσικών του σκληρού ήχου!
Με το «Thunderbolt” να τιμά την παράδοση του ονόματος τους, όντας ο 22ος επίσημος δίσκος τους ο βρετανικός λέοντας θα αφήσει το βρυχηθμό του στο TerraVibe την Πέμπτη 19 Ιουλίου ισοπεδώνοντας το stage του Rockwave Festival 2018!
ACCEPT
Γερμανικό Τευτονικό Metal! H αλλιώς ACCEPT! ACCEPT ή αλλιως Γερμανικό Τευτονικό Metal! Το Solingen της Γερμανίας υπήρξε το μέρος όπου οι Udo Dirkshneider, Wolf Hoffman & Peter Baltes σχημάτισαν τους ACCEPT κάπου στην δεκαετία του 1970 και έκτοτε αποτελούν μια από τις μπάντες που τιμούν το όνομα του heavy metal!
Από τα πρωτόλεια του ομώνυμου δίσκου και του “Ι’m a Rebel” ακολούθησε μια τετράδα δίσκων φωτιά που ισοπέδωσε κάθε χεβιμεταλλά της εποχής στο άκουσμα της! Έχουμε και λέμε λοιπόν: “Breaker”, “Restless and Wild”, “Balls to the Wall” & “Metal Heart”. Κάποια στιγμή γύρω στο 1989 υπήρξε ένα διάλλειμα για να επανέλθουν δριμύτεροι το 1992. Δισκογραφικά απείχαν για αρκετά χρονια ενώ ακολούθησε άλλο ένα διάλλειμα 8 ετών μέχρι την οριστική αποχώρηση του UDO από το συγκρότημα!
Εκεί που το μέλλον φάνταζε δυσοίωνο για την γερμανική μπάντα, εντάσσεται στο συγκρότημα ο Μark Tornillo και παίρνει τη θέση πίσω από το μικρόφωνο. Η αναγέννηση των Accept ξεκίνησε! Τα αριστουργηματικά “Blood of the Nations”, “Stalingrad” “Blind Rage” & “The Rise of Chaos” ήταν δείγματα ατόφιου metal και εμείς ανυπομονούμε να τα ξαναπούμε μαζί τους την Πέμπτη 19 Ιουλίου στο Rockwave Festival 2018!
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20 ΙΟΥΛΙΟΥ 2018
VOLBEAT
Volbeat. Μία λέξη. Ένα συγκρότημα. Ένας αμίμητος ήχος. Μία απαράμιλλη προσέγγιση στην μουσική.
Και οι προοπτικές είναι ατελείωτες…
Και πώς να μην είναι; Όταν έχεις ένα συγκρότημα που έχει κάτι παραπάνω από την θέληση να σπάσει κάθε μουσικό όριο και κάθε προκαθορισμένη έννοια του κόσμου προς τα μουσικά είδη, έχεις κάτι σπάνιο- ένα μεθυστικό mix με rockabilly, early rock & roll και metal, που μένει δεμένο από τις 9αρες gauge super slinky χορδές. Το Δανέζικο αυτό θαύμα έχει κάνει όλο τον κόσμο του metal να ξεσηκωθεί, να βγάλει τις ωτοασπίδες και τις παρωπίδες του.
Ότι ακούς και ότι βλέπεις σου αφήνει την αίσθηση ενός μουσικού τατουάζ – ανεξίτηλο, σημειολογικό και το σημαντικότερο, διαχρονικό.
Δημιουργήθηκαν στην Κοπεγχάγη, το 2001, και αποτελούνται αυτή τη στιγμή από τον τραγουδιστή και κιθαρίστα Michael Poulsen, τον κιθαρίστα Rob Caggiano, τον μπασίστα Anders Kjolholm και τον ντράμμερ Jon Larsen. Οι Volbeat έχουν κυκλοφορήσει 5 studio albums και 2 live δίσκους, έχοντας κερδίσει τις υψηλότερες θέσεις των charts, καθώς και πολλούς χρυσούς και πλατινένιους δίσκους σε Ευρώπη και Καναδά.
Η προηγούμενη δεκαετία είδε το συγκρότημα να μεγαλώνει σταθερά το fan base του με το μοναδικό μείγμα μουσικών ειδών και τα ασυμβίβαστα τους shows. Οι Volbeat συνεχίζουν να παντρεύουν το Heavy Metal με το Rockabilly, εμπλουτίζοντας το με μία δόση crunchy κιθαρών, οδηγώντας την vintage Cadillac τους, φορτωμένη με μεγάλους ενισχυτές Marshall και γεμάτο με βενζίνη ντεπόζιτο.
Πώς ξεκίνησαν όλα? Ο μύθος λέει ότι αυτό θα συνέβαινε, αν ο τρίτος ξάδερφος του Elvis είχε αποδράσει από τις φυλακές ανηλίκων, είχε ξεκινήσει να αράζει με τον Johnny Cash και τον Gene Vincent, και το πρώτο πράγμα που θα είχε πέσει στα χέρια τους θα ήταν ένα album των Slayer. Θα έπαιζε ακριβώς όπως οι Volbeat και θα τραγουδούσε όπως ο Michael Poulsen.
Ίσως ξεκινήσεις να πιστεύεις και εσύ στον μύθο, αν ρωτήσεις τον Michael για τις ρίζες του.
«Νομίζω ό,τι όλα έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι μου άρεσε το παλιό rock n roll από τότε που ήμουν παιδί. Οι γονείς μου άκουγαν Elvis, Johnny Cash, Fats Domino, Chuck Berry, Little Richard.. όλη την μουσική των 50s – γενικά η οικογένειά μου ασχολούταν με την μουσική, αλλά κανένας δεν έγραφε ή έπαιζε μουσική – ήταν απλοί ακροατές. Θυμάμαι να ακούω κάποιος παλιούς δίσκους του αγοριού της αδερφής μου. Είχε παλιά βινύλια των Black Sabbath, του Dio, των Metallica και αντίστοιχων συγκροτημάτων- και κάπως έτσι κόλλησα με την metal σκηνή. Στο σχολείο, μάζεψα μερικούς φίλους και προσπάθησα να φτιάξω ένα συγκρότημα, άλλα αποδείχτηκε ότι ήμουν ο μόνος που ήταν 100% αφοσιωμένος και σοβαρός με αυτό. Επομένως, έπρεπε να ψάξω για κάτι διαφορετικό.»
Η πρώτη φορά που ξέφυγε από την κανονικότητα, ήταν με την σύνθεση της death metal μπάντας Dominus το 1991. Για σχεδόν μία δεκαετία το συγκρότημα κέρδισε τον ακέραιο σεβασμό και την πιστή υποστήριξη του κοινού, κυκλοφορώντας ένα single, δύο demos και τέσσερα albums, με τον καθένα να διαφέρει σε ύφος – δείχνοντας πως κάτι έρχεται.
Ο Michael παρατηρεί «Κατέληξα να φτιάξω τους Dominus, αλλά όσο μεγάλωνα, ξεκίνησαν να μου λείπουν τα παλιά rock n roll κομμάτια με τα οποία μεγάλωσα, και παρόλο τον σεβασμό που είχαν κερδίσει οι Dominus, και το όνομα που είχαμε χτίσει στην Ευρώπη, ένιωσα την ανάγκη να κάνω κάτι καινούριο.»
Καλώντας τους καλύτερους μουσικούς της Ευρώπης να επιβιβαστούν σε ένα τρελό ταξίδι, δημιουργήθηκαν οι πρωτοποριακοί και ριζοσπαστικοί Volbeat. Ο δρόμος προς την επιτυχία ήταν στρωμένος με ανυπακοή και σκεπτικότητα, όπως σε κάθε τι που σπάει τις νόρμες και τα προσχήματα. Ωστόσο το συγκρότημα δεν συμβιβάστηκε με τίποτα λιγότερο από το να διαδώσει στον κόσμο τον πρωτοποριακό της ήχο.
Το 2000, η metal μηχανή του 21ου αιώνα σιγοβρώντιζε και ήταν έτοιμη να ανεβάσει στροφές και να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμά της.
Ο Poulsen ανακαλεί: «Κάναμε κάποια demos και τα διαμοιράσαμε, με αποτέλεσμα να καταλήξουμε να υπογράφουμε με την πρώτη μας δισκογραφική εταιρεία». Πριν από αυτό θυμάμαι όταν δίναμε τα demos μας σε εταιρείες, μας λέγαν πως «μας αρέσει πολύ η μουσική σας, αλλά δεν ξέρουμε αν θα την αγοράσει κάποιος, οπότε δεν μπορούμε να συνεργαστούμε», αλλά συνεχίζαμε να παίζουμε δυνατά και το κοινό συνέχισε να μεγαλώνει και ξαφνικά άρχισαν να γράφουν για εμάς σε underground περιοδικά και οι πρώτοι μας δίσκου με την πρώτη μας δισκογραφική εταιρεία ξεκίνησαν να πουλάνε.»
Χρειάστηκαν μόνο 1.000 αντίτυπα τους “Beat the Meat” demo, για να υπογράψουν το πρώτο τους συμβόλαιο με την Rebel Monster Records, το πιο ταιριαστό όνομα δισκογραφικής εταιρείας που έχει να κάνει με τους Volbeat.
Οι Volbeat κυκλοφόρησαν το πρώτο τους album, «The Strength/The Sound/The Songs” το 2005 με το line up του album να αποτελείται από τους Michael Poulsen (φωνητικά), Jon Larsen (drums), Franz Gottschalk (κιθάρα) και Anders Kjolholm (μπάσο). To album έκανε μεγάλη επιτυχία στην Δανία φτάνοντας στο νούμερο 18 των charts και αποσπώντας θετικές κριτικές για τον νέο τους ήχο, καθώς ταυτόχρονα οι συναυλίες τους γινόντουσαν μυθικές. Ο χρόνος έκλεισε με το «The Strength/The Sound/The Songs” να κερδίζει το βραβείο του καλύτερου album στα Danish Metal Musik Awards το 2005.
Ήταν ένας μυθικός συνδυασμός όλων των χαρακτηριστικών της νέας εποχής της heavy metal μουσικής και των διαχρονικών βασιλιάδων του metal, και οι Volbeat έφεραν στην σκηνή μία μεγάλη επίθεση. Καταστρέφοντας όλα τα προκαθορισμένα εμπόδια, με έναν βαρύ ήχο, παραμορφωμένους ενισχυτές, αμετρίαστα κιθαριστικά solos, επίμονους ρυθμούς και φωνητικά που ξεφεύγουν από την κατηγοριοποίηση, οι Volbeat συνέχισαν να εκτινάσσονται προς στα μπροστά και από τότε δεν έχουν σταματήσει ούτε λεπτό.
Οι Volbeat είχαν βάλει ξανά την μεγαλύτερη μουσική τους ταχύτητα και συνέχισαν τον αγώνα τους προς την κορυφή.
Με την πρώτη τους κυκλοφορία, περιοδεύσαν αδιάκοπα την Ευρώπη, θυσιάζοντας τους εαυτούς τους στην μουσική, αφιερώνοντας όλο τους το πάθος, παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους με μοναδική βλέψη ότι μερικές φορές το να κάνεις τα πράγματα με τον δύσκολο τρόπο σημαίνει να τα κάνεις με τον σωστό τρόπο.
Η επιμονή τους απέδωσε καρπούς 2 χρόνια μετά, όταν το «Rock the Rebel/ Metal the Devil» έγινε τεράστιο hit, φτάνοντας στο νούμερο 1 των charts της Δανίας, ξεπερνώντας καλλιτέχνες όπως η Britney Spears και Bruce Springsteen. Ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα, καθώς ήταν το πρώτο metal συγκρότημα που το κατάφερε να φτάσει στο νούμερο 1 των charts της Δανίας, καλωσορίζοντας τους Volbeat στον πάνθεο της μουσικής.
Πολλοί πιστεύουν ότι η παρουσία τους στην metal σκηνή εδραιώθηκε με το “Rock the Rebel/Metal the Devil” το οποίο έφερε μία κολοσσιαία έκρηξη στην Ευρώπη. Αυτός ο πύραυλος έφερε τους Volbeat σε σχεδόν κάθε μουσικό radar. Αποδεικνύοντας πως δεν ήταν απλά ένα πυροτέχνημα – το album έμεινε στο top 5 για 5 μήνες. Ενδυναμωμένοι από την αποδοχή του κοινού, βγήκαν για την 2η Ευρωπαϊκή τους περιοδεία προχωρώντας βαθιά στις σελίδες της metal ιστορίας.
Το 2007 ήταν πολύ σημαντικό για τους Volbeat καθώς άνοιξαν το Roskilde Festival (ένα από τα πέντε μεγαλύτερα ετήσια μουσικά festival στην Ευρώπη) και προσλάβαν τον Thomas Bredahl ως αντικαταστάτη του Gottschalk στην κιθάρα.
Κοιτώντας πίσω, ο Michael θυμάται «Ήταν πραγματικά τρελό, ήμασταν ξαφνικά σε όλα τα ραδιόφωνα, είχαμε ένα χιτ που λεγόταν ‘The Garden’s Tale’, κάναμε μεγάλη περιοδεία με αυτόν τον δίσκο και οι συναυλιακοί χώροι μεγάλωναν, το κοινό αυξανόταν και ξαφνικά παίζαμε μπροστά σε χιλιάδες άτομα».
Τα νέα εξαπλώθηκαν γρήγορα ότι υπήρχε κάτι καινούριο στην Ευρωπαϊκή metal σκηνή, ένα είδος μελωδικής αδρεναλίνης, και οι φανς, οι κριτικοί και η βιομηχανία έφταναν σε όρια παροξυσμού.
Λες και αυτό δεν ήταν αρκετό, ο Lars Ulrich, ιδρυτικό μέλος της γιγαντιαίας metal μπάντας Metallica, άρχισε να ρωτάει για όλο αυτόν τον χαμό που γινόταν τότε στη Δανία και όλοι του μιλούσαν για τους ‘Volbeat’.
Οι Volbeat είχαν την ευκαιρία να παίξουν μπροστά στους Metallica και ο James Hetfield μπήκε επίσης στο fan club τους, λέγοντας στον Michael μετά το show, «Σας άκουσα να παίζετε κάτι σαν ‘Elvis metal και μου άρεσε!»
Τόσο πολύ που το μόνο που χρειάστηκε ήταν μια ανταλλαγή cd σε ένα πάρτι και μερικά τηλεφωνήματα και οι Volbeat ξαφνικά βρέθηκαν να ανοίγουν τις συναυλίες των Metallica σε 2 παγκόσμιες περιοδείες.
Το 2008, οι Volbeat έβγαλαν τον τρίτο τους δίσκο και τον πρώτο τους δίσκο με τον κιθαρίστα Thomas Bredahl με τίτλο ‘Guitar Gangsters & Cadillac Blood’, το οποίο έφτασε στην κορυφή των φινλανδικών τσαρτ αμέσως μετά την κυκλοφορία του. Εκείνη τη χρονιά επίσης οι Volbeat έκαναν περιοδεία στην Αμερική με τους Nightwish και έπαιξαν μπροστά σε 400,000 θαυμαστές τους στο μεγαλύτερο open air φεστιβάλ της Ευρώπης, το Przystanek Woodstock.
Με την κυκλοφορία του ‘Beyond Hell/Above Heaven’ to 2010, που συνεχίζει την ιστορία του ‘Guitar Gangsters & Cadillac Blood’, ο Poulsen λέει «Ήταν διαφορετικό, αλλά και πάλι ήταν πιστό στο στυλ των Volbeat. Είχαμε γρήγορα, αργά και ενδιάμεσου ρυθμού τραγούδια. Και πάλι αναμείξαμε διαφορετικά στυλ όπως punk, rock'n'roll, rockabilly, metal, heavy metal, thrash metal και country. Επίσης σχολιάζει σχετικά με τους guest μουσικούς του άλμπουμ, «Είμαι πολύ περήφανος που τους είχα μαζί μου, μιας και με έχουν εμπνεύσει πάρα πολύ εδώ και καιρό». Στους guest μουσικούς ήταν μουσικοί θρύλοι, όπως ο Mark ‘Barney’ Greenway Greenway (Napalm Death), ο Michael Denner ( Mercyful Fate/King Diamond), ο Miland "Mille" Petrozza (Kreator), ο Henrik Hall - (Love shop (φυσαρμόνικα)) και ο Jakob Oelund (Taggy Tones (μπάσο)).
Οι κριτικοί και οι φανς θεωρούν το “Beyond Hell/Above Heaven” ως το άλμπουμ σταθμό των Volbeat, γιατί έδειξε στην metal κοινότητα ότι το rockabilly και η metal μπορούν να συνδυαστούν με τέτοιο τρόπο, δημιουργώντας την απορία στη μουσική βιομηχανία ‘γιατί δεν είχε γίνει αυτό εδώ και καιρό;’. Παρουσιάζοντας την ασυνήθιση και εξαιρετική φωνή του Poulsen, η κυκλοφορία του άλμπουμ είχε τρομερή επιτυχία και το “Beyond Hell/Above Heaven” έχει πουλήσει πάνω από 1,000,000 αντίτυπα.
Με μια ακόμα αμείλικτη περιοδεία στην Ευρώπη και στην Αμερική, (με σταθμούς όπως το Download Festival και συνοδεύοντας μπάντες όπως οι Metallica, Megadeath, Anthrax και Slayer στο Sonisphere), από το 2010 οι Volbeat ήταν τόσο ασυμβίβαστοι όσο και τότε που πρωτοξεκίνησαν. Ο ασύγκριτος ήχος τους είναι το αποτέλεσμα μιας μπάντας με τα κότσια να ξεπεράσει τα μουσικά σύνορα, με ένα ξεχωριστό ύφος που δεν το συναντάς συχνά στον χώρο της μουσικής και ένα αυθεντικό ταλέντο.
Το 2011 έφερε περισσότερες αλλαγές στην μπάντα με την αποχώρηση του Thomas Bredahl. Οι Volbeat συνέχισαν την υπόλοιπη περιοδεία τους (2011-2012), καθώς οι φανς περίμεναν με αγωνία ποιος θα έρθει στη θέση του. Στην αρχή του 2013, ανακοινώθηκε ότι ο Rob Caggiano, πρώην μέλος των Anthrax, και ο παραγωγός του νέου άλμπουμ, θα έμπαινε στην μπάντα.
Καθώς σκέφτεται την περίοδο με τους Volbeat, ο Caggiano λέει «Είναι υπέροχα, επιτέλους μπορώ να είμαι δημιουργικός, και με τους Volbeat υπάρχει περισσότερος χώρος για κιθάρα, και να περνάω καλά. Μπορώ να εξερευνώ νέα εδάφη, που μέχρι τώρα δεν μπορούσα. Οι συναυλίες συνεχώς μεγαλώνουν και είναι καταπληκτικό. Το να βρίσκεσαι πάνω σε αυτή τη σκηνή είναι απερίγραπτο και κάθε συναυλία είναι σαν γιορτή».
Τώρα, με την κυκλοφορία του “Outlaw Gentlemen & Shady Ladies”, που πούλησε πάνω από 300,000 αντίτυπα στην Αμερική, το δανέζικο κουαρτέτο έλαβε την πρώτη του υποψηφιότητα GRAMMY στην κατηγορία «Καλύτερη Metal Ερμηνεία» για το «Room 24» (Volbeat Featuring King Diamond), και κέρδισε το γερμανικό Echo Award για την κατηγορία «Καλύτερη Διεθνής Εναλλακτική Ερμηνεία». Το ρεπερτόριο της μπάντας είναι πλέον βασικό μέρος του Active Rock radio, δυναμώνοντας την παρουσία τους με έξι συνεχόμενα singles τους που έφτασαν στην πρώτη θέση. Το τελευταίο τους single “Dead But Rising” πρόσφατα έφτασε στην κορυφή. Το “Outlaw Gentlemen & Shady Ladies” έχει γίνει πλατινένιο στην πατρίδα τους τη Δανία, καθώς και στη Γερμανία και την Αυστρία, με χρυσές πωλήσεις στη Φινλανδία και τη Σουηδία, καθώς και τον Καναδά.
Η μπάντα έχει πουλήσει πλέον πάνω από 2,500,000 άλμπουμ και αυτό αποδεικνύει ακόμα περισσότερο ότι ο ήχος των Volbeat είναι κάτι παραπάνω από ένα αμάγαλμα. Είναι η ηχητική αντίθεση ανάμεσα στις τωρινές τάσεις της metal και rock μουσικής. Είναι μια μουσική επανάσταση με σκληρές κιθάρες, δυνατό μπάσο και αμείλικτα τύμπανα, που σε ταρακουνούν και σε παρασύρουν. Οι Volbeat έχουν αποδείξει ότι το ταλέντο τους συνδυάζεται με ένα απερίγραπτο στυλ που σου ξυπνάει τον επαναστάτη μέσα σου και σε ταξιδεύει σε αναχρονιστικούς ήχους, καθώς και φέρνει μια αναγκαία τροπή στην τωρινή μουσική σκηνή.
TREMONTI
Το όνομα του Mark Tremonti στους μουσικόφιλους μνημονεύεται πολύ συχνά όταν γίνεται κουβέντα για τους σπουδαιότερους κιθαρίστες της γενιάς του! Πώς να γίνει διαφορετικά όταν μιλάμε για τον ιθύνοντα κιθαριστικό νου των Creed, Alter Bridge και του προσωπικού του project υπό τον κατανοητό τίτλο TREMONTI!
Bιρτουόζος της κιθάρας λοιπόν ο Mark Tremonti! Aπό τις Post Grunge δοξασμένες μέρες των Creed μέχρι όταν συνάντησε το φιλαράκι του Myles Kennedy στους Alter Bridge ο Tremonti πρόσφερε αφειδώς κομμάτια από το ταλέντο του στους fans!
Δεν σταμάτησε ποτέ ωστόσο να διοχετεύει την ενέργεια του και τις εμπνευσμένες συνθέσεις του στο προσωπικό του σχήμα, το οποίο λατρεύεται από κιθαρίστες και κοινό!
Από τα “All I Was” & “Cauterize” του 2012 και 2015 ήρθε το εκπληκτικό “Dusk” του 2016 για να τον εδραιώσει ως ένα από τους καλύτερους κιθαρίστες των ημερών μας!
Ενώ ετοιμάζει τον νέο του δίσκο «A Dying Machine” θα κάνει μια στάση στην χώρα μας την Παρασκευή 20 Ιουλίου στην σκηνή του Rockwave Festival 2018!!
Rockwave 2018 is calling!!!
Έρχεται διήμερος heavy metal σεισμός!!!
Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018: Judas Priest!!!
Παρασκευή 20 Ιουλίου: Iron Maiden!!!
More acts T.B.A!
Tα εισιτήρια κοστίζουν 55€ ανά ημέρα
Τα εισιτήρια διημέρου κοστίζουν 96€ όπως και αυτά που περιλαμβάνουν δυνατότητα camping και θα πωλούνται ξεχωριστά.
It’s a heavy metal earthquake shaking the ground!
Save the dates
Rockwave 2018 is calling metalheads!
TerraVibe Park
37ο χλμ Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας
ΣΗΜΕΙΑ ΠΡΟΠΩΛΗΣΗΣ:
Αθήνα
Ticket House, Πανεπιστημίου 42 (εντός της στοάς), τηλ.210 3608366
Θεσσαλονίκη
Μusicland, Μητροπόλεως 102, τηλ 2310264880
Σε όλη την Ελλάδα
Δίκτυο καταστημάτων ΓΕΡΜΑΝΟΣ/ Καταστήματα Cosmote
Online Sales ή αγορές με πιστωτική κάρτα, 24 ώρες/ωρο:
www.tickethouse.gr
www.ticketmaster.gr
Για τις online αγορές και τις αγορές από τα καταστήματα ΓΕΡΜΑΝΟΣ/COSMOTE υπάρχει επιβάρυνση 10%