Ευχαριστούμε πάρα πολύ τον kaikremser.com για τις φωτογραφίες!
Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα την πήρα μάλλον λίγη ώρα αργότερα, μέσα στο Σταυρό του Νότου. Γεμάτος, αλλά όχι κατάμεστος, ο χώρος και πάνω στη σκηνή, εκεί γύρω στις 23:00, ο Christian Ronig με την ηλεκτρική κιθάρα του, ο Ανδρέας Πολυζωγόπουλος, ένας από τους καλύτερους τρομπετίστες της νέας γενιάς, ο Γιάννης Αγγελόπουλος (Jan Van de Engel), ένας εξαιρετικός jazz ντράμερ, ο Παρασκευάς Κίτσος, επίσης εξαιρετικός στο κοντραμπάσο, ο Γιώργος Τσιατσούλης στο ακορντεόν, ένας μουσικός με έντονο ενδιαφέρον τόσο για τη jazz όσο και για την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση, ο Λευτέρης Χαβουτσάς, επίσης σπουδαίος μουσικός και βιρτουόζος κλασικής κιθάρας, ο Σπύρος Μπάλιος στην ηλεκτρική κιθάρα και στον ήχο ο Αλέξης Αντωνίου. Μια συνάντηση σπουδαίων μουσικών μ’ έναν εξαιρετικό ερμηνευτή, που εξελίχτηκε σε μια όμορφη παρέα που παρουσίασε με απλότητα αλλά και σύνθετα - δεξιοτεχνικά στοιχεία μια καλά φροντισμένη δουλειά.
Την Παρασκευή 18 Μαΐου βρεθήκαμε στον Σταυρό του Νότου, στην πρώτη επίσημη εμφάνιση του Christian Ronig στη χώρα μας. Δε θα μπορούσαμε, άλλωστε, να απουσιάζουμε, καθώς λίγους μήνες πριν ο Christian μας έδωσε την πρώτη του συνέντευξη στην Ελλάδα για το άλμπουμ Greece is Mine, που μόλις είχε κυκλοφορήσει από τη Violins Productions. Θα ήταν αδύνατο να μην παρευρεθούμε και να μην ακούσουμε ζωντανά όλα εκείνα τα τραγούδια που μέσα σε ελάχιστους μόνο μήνες αποτελούν καθημερινή σχεδόν επιλογή διαφόρων ραδιοφωνικών παραγωγών, κερδίζοντας τις καλύτερες εντυπώσεις του ελληνικού κοινού.
Επιπροσθέτως, είχαμε μεγάλη περιέργεια να ακούσουμε ζωντανά από τον Christian τις εκτελέσεις των σπουδαίων τραγουδιών που επέλεξε και ευφάνταστα διασκεύασε και μετέφρασε σε αγγλικό και γερμανικό στίχο. Γιατί μπορεί η βελούδινη χροιά του σε συνδυασμό με την εξαιρετική μουσική που την πλαισιώνει να δημιούργησαν ένα ξεχωριστό αποτέλεσμα, μια ζωντανή εμφάνιση, ωστόσο, δεν παύει να αποτελεί πρόκληση τόσο για τον καλλιτέχνη όσο και για το κοινό του.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Φτάσαμε στον Σταυρό του Νότου γύρω στις 22:15 και προς έκπληξή μας συναντήσαμε τον Christian έξω από το μπαρ, να συζητάει και, σαν οικοδεσπότης, να καλωσορίζει τους «καλεσμένους» του. Η πρώτη λέξη που σκέφτηκα βλέποντάς τον είναι «φιλοξενία». Δεν ξέρω όμως ποιος αλήθεια ήρθε να δείξει την «αγάπη» του για το «ξένο». Ο Christian που ως Γερμανός αγάπησε την ελληνική μουσική παράδοση, δούλεψε με ευγένεια και σεβασμό μαζί της και ήρθε να μας την παρουσιάσει μέσα από ένα νέο πλαίσιο με υψηλή αισθητική; Ή εμείς, το κοινό, που από το πρώτο κιόλας άκουσμα αυτών των «ξένων» εκτελέσεων, των σπουδαίων τραγουδιών μας, «αγαπήσαμε» την οπτική και το μεράκι του Christian, ενός «ξένου»;
Και ο κόσμος από κάτω να παρακολουθεί με σεβασμό αυτήν τη μουσική παράσταση, συμμετέχοντας ενεργά ανά περιόδους, σιγοτραγουδώντας ως επί το πλείστον στα ελληνικά. Θα τολμούσα μάλιστα να πω πως η ποιότητα του κοινού ήταν εφάμιλλη με αυτήν της νέας δισκογραφικής δουλειάς.
(Πραγματικά, πολλές φορές απολάμβανα και το κοινό!) Γεγονός, βέβαια, που συνέβαλλε στη δημιουργία μιας ιδιαίτερης ατμόσφαιρας, που θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητη για όλους όσοι αγαπούν πραγματικά τη μουσική και σέβονται τους καλλιτέχνες.
Η σειρά των τραγουδιών στο πρώτο μέρος ήταν σχεδόν παρόμοια μ’ εκείνην της παρουσίασής τους στο άλμπουμ, με κάποιες εκπλήξεις που συνεχίστηκαν με μεγαλύτερη ένταση στο δεύτερο μέρος. Η βραδιά, λοιπόν, ξεκίνησε με το «Morning in minor» («Μινόρε της αυγής») και ακολούθησε το «A star is falling» («Ένα αστέρι πέφτει-πέφτει») και το «Before the day breaks» («Όταν χαράζει»). Στη συνέχεια φύγαμε από το άλμπουμ, με την ιδιαίτερη ερμηνεία του «Life goes on», ένα τραγούδι της Shirley Bassey, για να επιστρέψουμε αμέσως μετά με το «Die kellnerin» («Την γκαρσόνα») στα γερμανικά. Ένα τραγούδι που ξεσήκωσε το κοινό κι ανέδειξε και άλλα χαρακτηριστικά του Christian. Ειδικά όταν ανέβηκε πάνω στη σκηνή η κα Γωγώ (που έχει το μαγαζί απέναντι από τον Σταυρό του Νότου), για να τον συνοδέψει με τον χορό της.
Κι ενώ ήταν λιγομίλητος, διακριτικός, σεμνός, ίσως και ντροπαλός, όλη την προηγούμενη ώρα, άρχισε να κινείται περισσότερο στον χώρο και να «παίζει» με τις εκφράσεις του τόσο μαζί της όσο και με το κοινό. Μια από τις αξέχαστες στιγμές του πρώτου μέρους, που ήρθε να κλείσει μια ώρα μετά με την υπέροχη διασκευή στα αγγλικά του παραδοσιακού «Burning with desire» («Καίγομαι και σιγολιώνω»), που επίσης δεν περιλαμβάνεται στο άλμπουμ και το «I can’t say how much I love you» («Δεν ξέρω πόσο σ’ αγαπώ»).
Το δεύτερο μέρος άνοιξε μ’ ένα τραγούδι του Γιάννη Πουλόπουλου, το «Έπεφτε βαθιά σιωπή» στα αγγλικά και τον «Πασατέμπο» του Μανώλη Χιώτη, σε μια ωραία ερμηνεία - εκτέλεση στα γερμανικά, που επίσης δεν περιλαμβάνονται στο άλμπουμ. Ακολούθησε το «Down is breaking» («Ξημερώνει») και το γερμανικό «Cherchez la femme» («Σερσέ λα φαμ»), για να φύγουμε πάλι από το άλμπουμ, με τη δυνατή εκτέλεση - διασκευή του «Πού να βρω γυναίκα να σου μοιάζει» του Αντώνη Διαμαντίδη.
Και αμέσως μετά ανέβηκε στη σκηνή ο Δημήτρης Μυστακίδης, τον οποίο θα τολμούσα ίσως να χαρακτηρίσω και θαυμαστή της δουλειάς του Christian Ronig, καθώς είναι η τρίτη φορά που τραγούδησαν μαζί το «Dute’s playes» - «Η προσευχή του μάγκα». (Η πρώτη και η δεύτερη ήταν σε συναυλίες του Μυστακίδη σε Γερμανία και Αθήνα αντίστοιχα, όπου ο Christian ήταν τότε θεατής.) Από τις πιο δυνατές στιγμές της βραδιάς, παρέα με έναν επίσης εκπληκτικό μουσικό, ο οποίος μάλιστα στο τέλος μας μάγεψε με το σόλο του, παίζοντας με την ηλεκτρική κιθάρα του Christian.
Ακολούθησε το «Always moving on» («Όλο ταξιδεύω») και η βραδιά, με βάση το πρόγραμμα, θα έκλεινε με το «Greece is mine» («Δική μου είναι η Ελλάς») (…για να δώσει ίσως την απάντηση από την πλευρά του καλλιτέχνη στο ερώτημα που είχα θέσει λίγο νωρίτερα). Και ανέφερα προηγουμένως «με βάση το πρόγραμμα», γιατί το κοινό, όπως φάνηκε, δεν ήθελε να τελειώσει αυτό το υπέροχο μουσικό ταξίδι στον χρόνο και στον χώρο, που συνέδεε δημιουργικά το παρελθόν με το παρόν.
Έτσι, ο Christian με τους μουσικούς τους ανέβηκαν ξανά στη σκηνή για να μας παρουσιάσουν μια ακόμα ακυκλοφόρητη διασκευή τους, το «Θα πιω απόψε το φεγγάρι» και για να μας …καλημερίσουν με το «Μινόρε της αυγής». Μόνο που αυτή τη φορά το κοινό τους πρόλαβε! Άρχισε να τραγουδάει δυνατά το «Μινόρε της αυγής» στα ελληνικά, σα να ήθελε να εκφράσει την αγάπη του για όλα όσα βίωσε μέσα από αυτήν την υπέροχη μουσική εμπειρία. (…για να δώσει ίσως την απάντηση από την πλευρά του κοινού στο παραπάνω ερώτημα).
Κάπως έτσι, λοιπόν, έκλεισε μια πολύ όμορφη βραδιά στον Σταυρό του Νότου, για να ανοίξει μάλλον ένα νέο παράθυρο στις μουσικές μας διαδρομές…