Δεκαετία του ’80. Άγουρη εφηβεία. Πόσα θέλαμε να κάνουμε τότε; (Πόσα κάναμε άραγε στην πορεία;) Κι η μουσική πάντα εκεί, παρούσα σε κάθε έκφανση της καθημερινότητας: με ραδιόφωνο, με walkman, με αντιγραμμένες κασέτες, με δίσκους βινυλίου για τους πιο μυημένους. Για τα αγόρια μάλιστα, εκείνων των ηλικιών, η μουσική που άκουγες άνηκε στις δύο κοινότυπες ερωτήσεις που θα δεχόσουν ή αντίστοιχα θα έκανες, αν βρισκόσουν με νέα άτομα και παρέες (μαζί μ’ αυτήν της ποδοσφαιρικής ομάδας που υποστηρίζεις).
Το πρόγραμμα του Jerry Lee Lewis ολοκληρώθηκε μέσα σε διονυσιακή έκσταση των ροκαμπιλάδων ακολούθων του, οι οποίοι σύμφωνα με τα μέσα της εποχής καταγράφηκαν γύρω στις 60.000.
Την περίοδο εκείνη της εφηβικής επανάστασης άνηκα στο μουσειακό πλέον είδος του ροκαμπιλά (όχι προς θεού, ούτε μακριές φαβορίτες είχα, ούτε κοκόρι 15ποντο στα μαλλιά) απλά γούσταρα και άκουγα φανατικά τους πρωτοπόρους της μεγαλύτερης μουσικής επανάστασης που δεν είναι άλλο από το Rock ’n’ Roll. Γιατί αν όλα ξεκινάνε από τα blues, το Rock ’n’ Roll ήταν αυτό που άλλαξε τους κανόνες κι έδωσε soundtrack στους επαναστατημένους και όχι μόνο έφηβους τις δεκαετίας του 1950. Με Bill Haley στην αρχή, Gene Vincent, Chuck Berry, μέχρι να εμφανιστεί στο προσκήνιο ο τυφώνας Elvis Presley και χαρίσει στον κόσμο το πρώτο παγκόσμιο pop είδωλο. (Σημείωση: ακόμα και σήμερα, 41 χρόνια μετά τον θάνατό του, οι πωλήσεις των τραγουδιών του αποφέρουν τεράστια κέρδη στους κληρονόμους του).
Τον Οκτώβριο του 1988 η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς διοργανώνει «Μαραθώνια Συναυλία κατά του AIDS» κι ανάμεσα στους ετερόκλητους καλλιτέχνες ένα όνομα ηχεί δυνατά στα μουσικά μου γούστα. Ο μέγιστος Jerry Lee Lewis, ο γνωστός και ως “killer” λόγω του εκρηκτικού τρόπου που έπαιζε πιάνο. Ο άνθρωπος που θα μπορούσε να είναι Elvis, αν δεν είχε επιλέξει ένα δικό του… δρόμο.
Η επιχείρηση «συναυλία» μόλις ξεκινούσε. Στο σχολείο αυτή την μουσική την ακούγαμε κυριολεκτικά μόνο δύο άτομα. Έπρεπε να έχω παρέα στην μουσική «Οδύσσεια» της συναυλίας. Ο κοινός στόχος έφερε γρήγορα κοντά δύο τύπους που εκτός από το μουσικό γούστο δεν είχαν τίποτα άλλο κοινό. Ο Γιάννης «ο ροκαμπιλάς», που ντυνόταν σαν να κατοικούσε στο Μέμφις την δεκαετία του ’50, θα γινόταν ο συνοδοιπόρος της πρώτης μου συναυλίας. Αφού τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε (όπως προστάζει το λαϊκό άσμα) και προμηθευτήκαμε σε σύντομο χρόνο τα εισιτήρια της συναυλίας, τα οποία κόστιζαν παρακαλώ, όσο το χαρτζιλίκι μισού μήνα.
Έχοντας εξασφαλίσει τα μαγικά χαρτάκια, το μουσικό πεπρωμένο, σε συνεργασία με τις υπέροχες ελληνικές αστικές συγκοινωνίες, μας ξέβρασε την 1η του Οκτώβρη του σωτηρίου έτους 1988 μπροστά στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο ανάμεσα σε ένα πλήθος που μόνο σε κάτι προεκλογικές συγκεντρώσεις είχα ξαναδεί. Τα παρακάλια στον κύριο, στον έλεγχο των εισιτηρίων απέδωσαν, με αποτέλεσμα αυτό το εισιτήριο να υπάρχει ακόμα (φώτο) και να αποτελεί το πρώτο ένδοξο αναμνηστικό της μέχρι τώρα συναυλιακής πορείας.
Η πορεία στην αρένα, με στόχο τις μπροστινές θέσεις στο κέντρο της σκηνής έμοιαζε με ταινία του Θ. Αγγελόπουλου, αργή και βασανιστική, συναντώντας κατά την διαδρομή κάτι καταπληκτικές μορφές, που μόνο σε συναυλίες βρίσκεις.
Πλησιάζοντας την «γη της επαγγελίας» διαπίστωσα ότι όλος ο χώρος μπροστά στην σκηνή τελούσε υπό κατάληψη από εκατοντάδες σωσίες του Elvis και του Jerry Lee. Και ναι, μα τω θεώ του Rock ’n’ Roll, ο συνοδοιπόρος μου Γιάννης γνώριζε πολλούς απ’ αυτούς, εξασφαλίζοντάς μας μια άτυπη πρόσβαση και ασυλία στους κόλπους των… μυημένων.
Την συναυλία άνοιξε η Bonnie Tyler, που εκείνη την περίοδο είχε στις αποσκευές της την χιτάρα “Holding Out For A Hero” και την μπαλάντα “Total Eclipse of the Heart”. Η υποδοχή που της επεφύλαξε το αθηναϊκό κοινό ήταν χλιαρή και οι πρώτες αποδοκιμασίες και γιούχες ήταν γεγονός. Σιγά – σιγά, οι φωνές κόπασαν και η Ουαλή καλλιτέχνης κατάφερε να ολοκληρώσει το πρόγραμμα της.
Μικρό διάλειμμα για αλλαγή μουσικών και πλησιάζει η μεγάλη ώρα. Ήταν περίπου εννιά παρά δέκα όταν ακούστηκε από τα ηχεία: «Υποδεχθείτε τους μουσικούς από το Μέμφις, όπου γεννήθηκε το Rock ’n’ Roll». Περιττό να σας πω ότι έγινε χαμός από το πλήθος. Και από το βάθος της σκηνής πρόβαλε με ένα βυσσινί κουστούμι ο ένας και μοναδικός, ολοζώντανος ο Jerry Lee Lewis να απέχει περίπου δύο μέτρα από μένα.
Μικρό διάλειμμα για αλλαγή μουσικών και πλησιάζει η μεγάλη ώρα. Ήταν περίπου εννιά παρά δέκα όταν ακούστηκε από τα ηχεία: «Υποδεχθείτε τους μουσικούς από το Μέμφις, όπου γεννήθηκε το Rock ’n’ Roll». Περιττό να σας πω ότι έγινε χαμός από το πλήθος. Και από το βάθος της σκηνής πρόβαλε με ένα βυσσινί κουστούμι ο ένας και μοναδικός, ολοζώντανος ο Jerry Lee Lewis να απέχει περίπου δύο μέτρα από μένα.
Το “I Don't Want to Be Lonely Tonight” ήταν η αρχή κι ο κόσμος παραληρούσε. Συνέχισε με “Roll Over Beethoven” και έκανε την μαγική κίνηση: βγάζει σακάκι και γραβάτα και υψώνοντας τελετουργικά τη τσατσάρα του χτενίζει το ροκαμπίλι μαλλί του. Ακόμα θυμάμαι τον πανικό που έγινε, όσες φορές και να γύρισα το κεφάλι μου ο κόσμος παντού χόρευε και χοροπηδούσε κι αυτό συνεχίστηκε για πολλή ώρα. Όταν δε, άρχισε να παίζει το “Great Balls of Fire” οι τσατσάρες που έπεσαν πάνω στην σκηνή στα πόδια του εμβρόντητου Jerry Lee θα έκαναν τα σκυλάδικα της εποχής, όπου μεσουρανούσε το σπάσιμο των πιάτων, να ντραπούν και να αλλάξουν ρεπερτόριο. Για φινάλε είχε κρατήσει το “Johnny B Goode”, αλλά ο χαμός που γινόταν, τον έκανε να επιστρέψει για το “Little Queenie” και να πει από μικροφώνου «Για πρώτη φορά εδώ και 20 χρόνια παίζω encore».
Το πρόγραμμα του Jerry Lee Lewis ολοκληρώθηκε μέσα σε διονυσιακή έκσταση των ροκαμπιλάδων ακολούθων του, οι οποίοι σύμφωνα με τα μέσα της εποχής καταγράφηκαν γύρω στις 60.000.
Η συναυλία θα συνεχιζόταν με Joan Jet, RUN DMC και Black Uhuru, τους οποίους ποτέ δεν είδαμε, διότι έπρεπε να προλάβουμε και τα λεωφορεία της επιστροφής.
Τον Jerry Lee Lewis τον είδα ξανά ζωντανά μετά από δύο χρόνια στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Τα συναισθήματα έντονα. Δεν ήταν όμως, όπως της πρώτης συναυλίας.
Έχουν περάσει σχεδόν τριάντα χρόνια. Ο Jerry Lee έχει γίνει προ πολλού ογδόντα και παίζει ακόμα Rock ’n’ Roll. Εγώ ακούω και γράφω για την μουσική, αλλά το Rock ’n’ Roll, των 50s τουλάχιστον, δεν είναι στις μουσικές μου επιλογές. Βέβαια όταν γίνεται καμιά μάζωξη παλιών φίλων ή συμμαθητών και η μουσική για λίγα λεπτά γίνει 50s, βλέπω τα χαμόγελα των περισσοτέρων προς το πρόσωπο μου και σκέφτομαι….. Goodness gracious great balls of fire!!!!!!