Οι Φόβοι του Πρίγκηπα, το συγκρότημα που μεσουράνησε τη δεκαετία του '90, σε μια εποχή «ελληνόφωνου ροκ ντελιρίου», επιστρέφει στα συναυλιακά δρώμενα μετά από αρκετά χρόνια απουσίας. Με κάποιες αραιές εμφανίσεις σε φεστιβάλ της επαρχίας, έρχεται 17 ολόκληρα χρόνια μετά στην Αθήνα για ένα μοναδικό live στις 12 Ιανουαρίου 2019 στο Six Dogs.
Η μπάντα με το ευφάνταστο και σκοτεινό, ίσως, όνομα, ανυπομονεί για την επερχόμενη εμφάνιση, όπως ανυπομονούν και οι φαν του συγκροτήματος, αλλά και οι μουσικόφιλοι του ελληνόφωνου ροκ, αφού θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια ιστορική συναυλία, λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω δεδομένα
Τι θυμούνται από την εποχή των '90s; Τι έκαναν όλα αυτά τα χρόνια; Γιατί αποφάσισαν να επιστρέψουν δυναμικά; Τι περιμένουν; Τι να περιμένουμε εμείς; Όλα αυτά τα ερωτήματα μας τα απάντησαν παρακάτω, σε μια συνέντευξη που όσοι τους αγάπησαν θα απολαύσουν και όσοι δεν τους γνωρίζουν, θα τους μάθουν για τα καλά.
Θα σας πάω λίγο πίσω, στο 2002. Εμφανιστήκατε στο An Club στην Αθήνα και εκείνη έμελλε να είναι η τελευταία σας εμφάνιση στην πρωτεύουσα, ίσως και γενικά, αφού οι επόμενες συναντήσεις σας ήταν πολύ αργότερα.
Αρχικά, γιατί ήταν τόσο καθοριστική η συναυλία στο An; Τι ήταν εκείνο που την έκανε να είναι (τελικά) η τελευταία;
Δεν ξέραμε ότι θα είναι το τελευταίο live της μπάντας για εκείνη την περίοδο, ήταν ένα live σαν όλα τα άλλα. Παίζαμε και αρκετά καινούρια τραγούδια και στη μπάντα είχε μπει και ο φίλος μας ο Τάσος Πρωτόπαππας από τους Bokomolech, που έπαιζε με αναλογικά synthesizers και modulations. Από όσο θυμόμαστε ήταν ένα ωραίο, δυνατό live. Δεν φαινόταν ότι θα ήταν το τελευταίο. Απλώς μετά, οι πολλές παράλληλες ασχολίες μας έγιναν πιο απαιτητικές, σταματήσαμε να βρισκόμαστε τόσο συχνά και μοιραία κάποια στιγμή σταματήσαμε να κάνουμε πρόβες και live. Η μπάντα ήταν για πολλά χρόνια η προτεραιότητά μας, και όταν αυτό άλλαξε το δεχτήκαμε φυσιολογικά. Από το 2006 ο Ανδρέας έφυγε από την Αθήνα, που ήταν τότε η βάση μας, κι έτσι η μπάντα σταμάτησε να υπάρχει.
Αν ξέρατε ότι δεν θα υπάρξει επόμενη για τόσο μεγάλο διάστημα, τι θα θέλατε να πείτε στο κοινό σας εκείνο το βράδυ;
Επειδή δεν ξέραμε ότι θα είναι η τελευταία φορά είπαμε κάτι που βγαίνει τελικά αληθινό: «Τα ξαναλέμε την επόμενη φορά»!
Την ίδια χρονιά, είχατε ηχογραφήσει καινούριο υλικό στη Χίο, το οποίο δεν κυκλοφορήσατε ποτέ. Γιατί; Υπάρχει περίπτωση να το ακούσουμε στο μέλλον;
Είχαμε γνωρίσει τον Γιώργο και τον Ανδρέα που είχαν ένα στούντιο στη Χίο, όταν είχαμε παίξει με τα Ξύλινα Σπαθιά στο Καρλόβασι της Σάμου, το Μαίο του 1999, και τα παιδιά είχαν καλύψει ηχητικά τη συναυλία. Από εκείνο το βράδυ είχαμε μια ανοιχτή πρόσκληση να πάμε στη Χίο, τόσο για συναυλίες όσο και για να παίξουμε στο στούντιο. Κάναμε δυο live στη Χίο και τελικά κάναμε χρήση της πρόσκλησης για το στούντιο το καλοκαίρι του 2002. Είχαμε τότε 6-7 καινούρια κομμάτια, εκ των οποίων μόνο δυο είχαν στίχο και θέλαμε να δούμε πώς θα ήταν μια δική μας ηχογράφηση. Τότε στη μπάντα είχε μπει ο Τάσος που έφτιαχνε μουσική στο home studio που είχε στην Αθήνα. Είχαμε σαν στόχο να ηχογραφήσουμε ό,τι προλαβαίνουμε στη Χίο και μετά να προσθέσουμε κάποια όργανα και τις φωνές στην Αθήνα. Τελικά, το υλικό αυτό έμεινε αναξιοποίητο καθώς η μπάντα αδράνησε και δεν προλάβαμε να προχωρήουμε την ολοκλήρωση και τη μίξη του. Μέχρι και σήμερα δεν έχουμε ξανασχοληθεί μαζί του και δεν προβλέπεται κάτι ανάλογο στο άμεσο μέλλον.
Το 2011 εμφανιστήκατε στο Stage στη Λάρισα και το 2018 στο Φεστιβάλ Βρύσης Τυρνάβου. Ήταν προσπάθειες επανένωσης ή προέκυψαν τυχαία οι εμφανίσεις αυτές;
Το 2011 μαζευτήκαμε αρχικά για να οργανώσουμε ένα live στη Λάρισα με τις μπάντες που είχαμε τότε και όχι σαν Φόβοι. Ο Αντώνης, ο Πάρις και ο Αλέξης είχαν σχηματίσει στην Αθήνα τους Action Ladies ήδη από το 2003 και έπαιζαν ένα δυνατό, μελωδικό και τεχνικό stoner αρκετά πριν γίνει της μόδας. Ο Ανδρέας είχε σχηματίσει στη Λάρισα τους Birthday Kicks το 2010, παίζοντας ένα αγγλόφωνο κιθαριστικό ψυχεδελικό rock’n’roll, μαζί με έναν Ολλανδό φίλο του τον Jeroen. Όταν καταλάβαμε ότι θα βρισκόμασταν μετά από χρόνια όλοι μαζί ξανά στον ίδιο χώρο με τον εξοπλισμό μας και στημένη τη σκηνή, σκεφτήκαμε ότι ένα jam στο τέλος του live σαν Φόβοι του Πρίγκηπα θα ήταν σούπερ. Από τις μεταξύ μας επικοινωνίες συνειδητοποιήσαμε ότι καθένας από εμάς είχε διαφορετικά κομμάτια στο μυαλό του για το jam κι έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια πρόβα πρώτα σε ένα στούντιο στην Αθήνα για να δούμε πώς ακούγονται αυτά που προτείνουμε. Στην πρόβα αυτή, που έγινε στις αρχές του 2011, παίξαμε ένα μεγάλο μέρος του υλικού μας, μας άρεσε και σκεφτήκαμε να ανακοινώσουμε το live που θα γινόταν στο Stage ως ένα και μοναδικό reunion των Φόβων. Κάναμε άλλες δυο πρόβες και τον Απρίλιο του 2011 έγινε το live με support τις μπάντες που είχαμε τότε.
Οπότε το 2011 προέκυψε κάπως τυχαία, δηλαδή η αρχική μας σκέψη δεν ήταν να κάνουμε live σαν Φόβοι. Από τη στιγμή που έγινε όμως αρχίσαμε να αναζητούμε τρόπους για να βρισκόμαστε πιο σταθερά. Σε εκείνο το live παίξαμε τα κομμάτια μας χωρίς να παρέμβουμε, δηλαδή τα αναπαράγαμε όπως ήταν στους δίσκους και στα live της προηγούμενης περιόδου. Από το live και μετά συνειδητοποιήσαμε την ανάγκη μας να επαναπροσεγγίσουμε το παλιό υλικό μας και να το πάμε αλλού.
Τον Ιούλιο του 2017 βρεθήκαμε στην Αθήνα για τρεις μέρες και ξεκινήσαμε να αποδομούμε τα παλιά μας τραγούδια και να τα επανασυνθέτουμε. Δεν υπήρξαν μεγάλες διαφορές στον ήχο και στη δομή των τραγουδιών, περισσότερο αυτή η διαδικασία μας έκανε να ξαναβρούμε την ενέργεια του κάθε κομματιού και να την αποδώσουμε βάζοντας μέσα και τις εμπειρίες μας από την περίοδο που ήμασταν ανενεργοί. Το αποτέλεσμα των τριών ημερών μας άρεσε και κάναμε άλλα δυο τέτοια session μέχρι τον Αύγουστο του 2018.
Η πρόταση να εμφανιστούμε στο Φεστιβάλ Βρύσης Τυρνάβου είχε γίνει από τα παιδιά που το οργανώνουν ένα χρόνο πριν, το καλοκαίρι του 2017. Με τα παιδιά είμαστε φίλοι, άκουγαν Φόβους του Πρίγκηπα από παλιά και όταν έμαθαν ότι ξαναβρισκόμαστε για πρόβες μας είπαν να παίξουμε στο φεστιβάλ. Το 2017 ήταν ακόμα πρόωρο, οπότε κανονίστηκε για τον Αύγουστο του 2018. Σε σύγκριση με το live του 2011, το live στη Βρύση ήταν πιο συνειδητοποιημένο και το σετ που παίξαμε διαμορφώθηκε μέσα από αυτή τη διαδικασία της επαναδημιουργίας που αναφέραμε πριν.
Πόσο εύκολο ήταν, μετά από τόσο καιρό και αφού ο καθένας σας έχει τη δική του ζωή/καθημερινότητα/ασχολίες, να συνεργαστείτε ξανά και να ανεβείτε on stage;
Η μεγάλη δυσκολία είναι στον προγραμματισμό των προβών. Μένουμε σε διαφορετικές πόλεις, έχουμε και οι τέσσερις τις οικογένειές μας, είμαστε επαγγελματικά ενεργοί και διατηρούμε και άλλες μπάντες παράλληλα. Για να βρεθούμε σαν Φόβοι πρέπει να βάλουμε σε παρένθεση για μερικές ημέρες πολλά και διαφορετικά προγράμματα και να δεχτούμε υποστήριξη από αρκετούς ανθρώπους. Συντρόφους, συναδέρφους και φίλους που παίζουμε μαζί στις άλλες μπάντες.
Όταν καταφέρνουμε να βρεθούμε και να δημιουργήσουμε αυτό το πλαίσιο που χρειαζόμαστε, όλα γίνονται πολύ εύκολα, οπότε το να παίξουμε live σε αυτή τη φάση έρχεται με φυσικό αλλά και με επίμονο τρόπο.
Είχαν περάσει πολλά χρόνια. Ο κόσμος πώς αντέδρασε σ’ αυτές τις συναυλίες; Πώς σας προσέγγισε;
Το 2011 το live οργανώθηκε πολύ γρήγορα και το κοινό που ανταποκρίθηκε ήταν παλιοί φίλοι της μπάντας που ταξίδεψαν στη Λάρισα από ολόκληρη την Ελλάδα. Περάσαμε σούπερ όλοι μας, ξέραμε πάνω-κάτω τι θα ακούσουμε και το ακούσαμε. Για περίπου δυο ώρες τραγουδούσαμε και χορεύαμε όλοι μαζί, όπως το κάναμε την περίοδο 1995-2002.
Το 2018, επειδή το φεστιβάλ γίνεται σε ένα δάσος με πλατάνια και υπάρχει η δυνατότητα του κάμπινγκ, συναντήσαμε φίλους και φίλες που είμασταν μαζί στο Ρέθυμνο και ήρθαν με τις οικογένειές τους, είχαμε το χρόνο να μιλήσουμε και να ακούσουμε και να θυμηθούμε πολλές ιστορίες. Επίσης, είχαμε δουλέψει πάνω στο υλικό μας και ανυπομονούσαμε να δούμε την ανταπόκριση του κοινού σε αυτό που εμείς αισθανόμασταν διαφορετικό. Παίξαμε μπροστά σε κόσμο όλων των ηλικιών που είχε έρθει στο φεστιβάλ για όλες τις μπάντες. Κάποια από τα νεότερα παιδιά δεν μας είχαν ξανακούσει live ενώ κάποια άλλα μπορεί και να αγνοούσαν τελείως τη μπάντα. Από τις πρώτες νότες η ανταπόκριση ήταν πολύ πιο ζεστή από αυτό που φανταζόμασταν και μέχρι το τέλος του σετ οι παλιοί και οι νέοι φίλοι της μπάντας είχαν γίνει ένα μπροστά στη σκηνή. Κάποια νέα παιδιά μας έπιασαν μετά το live και μας είπαν ότι δεν μας ήξεραν καθόλου πριν από λίγες ώρες και τώρα είμαστε η αγαπημένη τους μπάντα. Αυτό το live μας έδωσε πολύ μεγάλη ώθηση για να συνεχίσουμε πιο συστηματικά.
Μεσουρανήσατε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και στις αρχές του 2000, μια περίοδο πολύ έντονη στο ελληνόφωνο ροκ. Από τις τελευταίες σας εμπειρίες, ποιες διαφορές βλέπετε στη δυναμική αυτού του είδους;
Στα μέσα της δεκαετίας του 90 υπήρχε ένα ιδιαίτερα δραστήριο νεανικό κοινό που έψαχνε ροκ μπάντες με ελληνικό στίχο. Το άνοιγμα στο ευρύ κοινό συγκροτημάτων όπως οι Τρύπες και τα Ξύλινα Σπαθιά δημιούργησε μια δυνατή τάση στο εγχώριο ροκ και βγήκαν πολλές μπάντες και πολλοί δίσκοι σε σύντομο χρονικό διάστημα.Όπως κάθε μουσική τάση που γίνεται μόδα, έτσι και αυτή του ελληνόφωνου ροκ της δεκαετίας του 90, έβγαλε πολλά καλά συγκροτήματα αλλά και πολλά άλλα που δεν πρότειναν κάτι διαφορετικό. Ό,τι φούσκωσε γρήγορα, άλλο τόσο γρήγορα ξεφούσκωσε. Αυτό που έμεινε από εκείνη την περίοδο είναι μετρημένα στα δάχτυλα συγκροτήματα και αυτόνομοι μουσικοί που απασχολούν το κοινό ακόμα και σήμερα. Χρειάστηκαν πάντως αρκετά χρόνια για να ξαναδούμε ελληνόφωνες μπάντες που τραβούν το δικό τους δρόμο και παίζουν δικό τους ήχο. Πιστεύουμε ότι στο άμεσο μέλλον θα βγούνε καινούρια ωραία πράγματα.
Και τελικά, μετά από 17 ολόκληρα χρόνια επιστρέφετε οργανωμένα και δυναμικά στην Αθήνα. Πώς πήρατε την απόφαση να το κάνετε;
Μετά το live μας στη Βρύση Τυρνάβου μας την «έπεσαν» πολλοί φίλοι της μπάντας από την Αθήνα. Κι εμείς θέλαμε να ξαναπάιξουμε σύντομα. Σχετικά γρήγορα οργανώθηκε μια ομάδα από ανθρώπους που βοηθούν στο στήσιμο και την επικοινωνία του live κι έτσι προχωρήσαμε.
Πώς αισθάνεστε για αυτό το live που καταφτάνει; Ποια θα είναι η σύνθεση της μπάντας on stage και τι ακριβώς να περιμένουμε στις 12 Ιανουαρίου 2019 στο Six Dogs;
Αυτή τη στιγμή προσεγγίζουμε ένα μεγάλο μέρος του υλικού μας και από τους τέσσερις δίσκους και δοκιμάζουμε και κάποια καινούρια οργανικά μέρη που δεν έχουν γίνει ακόμα ολοκληρωμένα τραγούδια. Περνάμε μια πολύ δημιουργική περίοδο, την απολαμβάνουμε, και πραγματικά δεν ξέρουμε ποια θα είναι τα αποτελέσματά της μέχρι την ώρα του live. Το σετ μας θα το αποφασίσουμε την προηγούμενη ημέρα. Ανυπομονούμε.
Να περιμένουμε κι άλλα, είτε δισκογραφικά είτε συναυλιακά, από εσάς στο μέλλον;
Πρέπει οπωσδήποτε να κάνουμε ένα live στο Ρέθυμνο. Αυτό το χρωστάμε τόσο στους εαυτούς μας όσο και σε κάποιους φίλους που μας περιμένουν εκεί. Αφού γίνει αυτό το live θα ξέρουμε με μεγαλύτερη σιγουριά ποια θα είναι η εξέλιξη της μπάντας.
Κάνοντας μια ανασκόπηση, από την αρχή σας μέχρι και σήμερα, ποια θα λέγατε ότι είναι η πιο όμορφη ή αλλιώς η πιο έντονη στιγμή σας;
Υπάρχουν πολλές στιγμές και δύσκολα μπορούμε να ξεχωρίσουμε κάποια. Το live, ας πούμε, με τους John Spencer Blues Explosion στο Ρόδον το 1997 ήταν καθοριστικό για την αντίληψή μας για το rock’n’roll. Επίσης, ένα live στην Ελασσόνα το 2001, με ένα θεότρελο κοινό παιδιών από τα Λύκεια της πόλης που τελείωσε με τον Ανδρέα ματωμένο, τα παιδιά επί σκηνής να μας αγκαλιάζουν και αργότερα να περιμένουν έξω από το συναυλιακό χώρο μέχρι να μαζέψουμε τον εξοπλισμό μας και να τρέχουν για αρκετή ώρα πίσω από το αυτοκίνητο, ξημερώματα σχεδόν που φεύγαμε για Λάρισα.
Όλα τα live μας στο Ρέθυμνο επίσης είναι γεμάτα από όμορφες και έντονες στιγμές.
Αλλά μια στιγμή που θυμηθήκαμε πρόσφατα και αξίζει να πούμε ήταν στο Φεστιβάλ του Δρυμού, στο Κιλκίς, τον Αύγουστο του 2000. Είχαμε ξεκινήσει από Αθήνα τρεις μέρες νωρίτερα με δυο αυτοκίνητα και κάναμε ένα road trip μαζεύοντας φίλους στη διαδρομή από άλλες πόλεις. Στο Φεστιβάλ παίζαμε πρώτοι και μετά από εμάς έβγαιναν οι Tsopana Rave και τα Μωρά στη Φωτιά. Κάτι συνέβη εκείνο το βράδυ. Θυμόμαστε τους φίλους μας επάνω στη σκηνή πίσω από τη μπάντα και περίπου 2000 κόσμο μπροστά από τη σκηνή. Τελειώσαμε το σετ μας με έναν θορυβώδη αυτοσχεδιασμό και όταν έσβησε η τελευταία νότα και τα φώτα, δεν ακουγόταν τίποτα. Δεν μιλούσε ούτε κουνιόταν σχεδόν κανένας. Σιγά σιγά άρχισε να ακούγεται ένα βουητό από τον κόσμο, μετά φωνές, χειροκροτήματα και μέχρι να μαζέψουμε τον εξοπλισμό μας για να βγουν οι Tsopana Rave κάποιοι μπροστά στη σκηνή φώναζαν ρυθμικά το όνομα της μπάντας μας. Εκείνο το βράδυ πρέπει να αγκαλιαστήκαμε σχεδόν με όλο τον κόσμο που είχε έρθει στο φεστιβάλ.
Τέλος, κάτι που ήθελα πάντα να σας ρωτήσω, πώς προέκυψε το πολύ ενδιαφέρον όνομα της μπάντας «Φόβοι του Πρίγκηπα»;
Πήραμε το όνομά μας από το ομώνυμο τραγούδι μας. Οι Φόβοι του Πρίγκηπα ήταν ένα εφηβικό κομμάτι του Ανδρέα που το είχε γράψει τον καιρό που έμενε στη Λάρισα. Μας είχε πει ότι η ιδέα του κομματιού είχε προκύψει από αυτό που του έλεγε συνέχεια η γιαγιά του όταν πήγαινε στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου, «πώς είσαι έτσι αγόρι μου, θα σε φοβάται ο κόσμος». Ήταν από τα πρώτα κομμάτια που δοκιμάσαμε και βγάλαμε, καθώς και το πρώτο που γράψαμε σε demo. Κάποια στιγμή στις αρχές, έπεσε η ιδέα να γίνει το όνομα της μπάντας. Δεν ήταν συνηθισμένο και δεν το δαγκώσαμε με την πρώτη, αλλά όσο περισσότερο σκεφτόμασταν ότι το όνομά μας θα εκφράζει την κατάρα που θα κυνηγάει όσους θεωρούν τους εαυτούς τους ανώτερους των άλλων, τόσο περισσότερο ταυτιζόμασταν και τελικά το υιοθετήσαμε.
Ευχαριστώ πολύ!
Πληροφορίες για το live μπορείτε να βρείτε εδώ.