Τι θα ακούσετε:
Τη δυναμική επιστροφή των Iron Maiden μετά από έξι ολόκληρα χρόνια.
Βαθμολογία:
7,3
Ο μουσικοί σου ήρωες κυκλοφορούν επιτέλους νέο δίσκο. Τον κρατάς στα χέρια σου. Επεξεργάζεσαι το εξώφυλλο, booklet, οπισθόφυλλο. Νιώθεις σαν παιδί χρόνια πριν όπου το να αγοράζεις album σε φυσική μορφή ήταν μονόδρομος. Το βάζεις στη συσκευή, πατάς play και το ταξίδι αρχίζει. Ναι, ο νέος δίσκος των Iron Maiden είναι γεγονός! Μπορεί ο διάδοχος του "Book Of Souls" να άργησε έξι χρόνια, αλλά οι βρετανοί είχαν ετοιμάσει το δίσκο από το 2019 κάτω από απόλυτη μυστικότητα. Όπως ήταν όμως αναμενόμενο, η πανδημία και οι επιπτώσεις της καθυστέρησαν την κυκλοφορία.
Το Περιεχόμενο
Για να προλάβω αρκετούς, τα '80s έχουν περάσει ανεπιστρεπτί και οι Iron Maiden από τη reunion εποχή και έπειτα έχουν πάρει ένα πιο progressive metal δρόμο. Από τη στιγμή που αυτό τους εκφράζει και του αρέσει, κανείς δε μπορεί αν πει τίποτα. Αντίθετα, θεωρώ πιο σωστό το ότι προχωράνε με ό,τι τους αρέσει και δεν προσπαθούν να αναπαράξουν μια καρικατούρα του ένδοξου παρελθόντος.
Το Senjutsu δεν είναι επαναλαμβανόμενο, δεν είναι «ξεπατικωτούρα» κάποιου προηγούμενου δίσκου. Ναι, οι συνθέσεις έχουν ένα συγκεκριμένο prog ύφος από 2000 και πέρα, αλλά οι ιδέες είναι φρέσκες, οι στίχοι πλούσιοι και πολύπλοκοι, η μουσική σκοτεινή και επιβλητική. Μάλιστα κάποια κομμάτια καταφέρουν συνθετικά να σε εκπλήξουν αφού φεύγουν πιο έξω από τα κλασικά Maiden μονοπάτια. Ο λόγος για το ομώνυμο και εναρκτήριο κομμάτι του δίσκου που πραγματικά είναι σαν να ακούς άλλο συγκρότημα, αλλά και για το folk-ίζον/ spaghetti western "The Writing On The Wall", που κυκλοφόρησε ως single τον Ιούλιο. Προσωπικά θεωρώ το τελευταίο ως το καλύτερο single των βρετανών από το "The Wicker Man" με το πανέμορφο solo του «μπαμπά μας» Adrian Smith να το απογειώνει.
Ο δίσκος πάντως καλύπτει όλα τα γούστα του εκάστοτε maiden-άκια. Θέλεις γρήγορα κομμάτια; Πάρε "Stratego" και "Days Of Future Past". Θέλεις έπη; Πάρε "Death Of The Celts" και "The Parchment". Θέλεις συγκίνηση, «νταρκίλα» και μπαλαντοειδή κομμάτια; Πάρε "Darkest Hour" και "Lost In A Lost World". Στο τέλος, για να αρχίσουν να κλαίνε σαν βρέφη μέχρι και οι πιο δύσπιστοι, πέταξαν και τον ύμνο "Hell On Earth" με τα απανωτά sing along, απλά για να μας θυμίσουν ότι παραμένουν κορυφαίοι ακόμα και μετά τα 65 τους χρόνια.
Συνθετικά, ο «καπετάνιος» Steve Harris, έχει πάρει τον περισσότερο δίσκο πάνω του, βάζοντας την τζίφρα του στα μουσικά έπη, με τον Gers να συνεισφέρει σημαντικά σε κάποια από αυτά. Ενώ το δίδυμο Bruce Dickinson/Adrian Smith συνυπογράφουν τα πιο συναυλιακό "The Writing On The World" , το "Days Of Future Past", που είναι σαν να έχει βγει κατευθείαν από την solo καριέρα του Dickinson αλλά και το ανατριχιαστικό "Darkest Hour". Στα μεγάλα κομμάτια, ακολουθείται η κλασική φόρμα των τελευταίων ετών με ακουστική/ατμοσφαιρική εισαγωγή, ξεδίπλωμα μουσικής, αλλαγές στα riffs, solo και από τους τρεις κιθαρίστες, χείμαρροι στίχων στο ενδιάμεσο και outro. Είναι γνωστό ότι πολλοί έχουν βαρεθεί καιρό τώρα αυτή την φόρμα, και υπάρχουν και παράπονα ακροατών στο γιατί δεν μειώνουν κάπως τον χρόνο των τραγουδιών. Ναι, αν κάποια κομμάτια του δίσκου ήταν πιο μικρά σε χρόνο, το συνολικό αποτέλεσμα θα ήταν εκπληκτικό. Αλλά φαίνεται ότι μόνο έτσι ο αρχηγός μπορεί να ξεδιπλώσει τις μουσικές του σκέψεις και να γράψει ένα «έπος» με αρχή μέση και τέλος.
Αυτά που μας άρεσαν
Ο δίσκος κρατά το ενδιαφέρον αλλά όπως και όλοι οι προηγούμενοι θέλει προσοχή για να τον καταλάβεις. Δεν γίνεται να το βάλεις να παίζει σαν χαλάκι και σίγουρα μία μόνο ακρόαση δεν φτάνει. Όπως με τις κλασικές φόρμες έτσι και ακολουθεί και την παράδοση του να γίνεται όλο και πιο ωραίος και ενδιαφέρων όσο περισσότερο τον ακούς. Ο ήχος του "Senjutsu" είναι σαν ένα μείγμα όλων των προηγούμενων πέντε δίσκων και του "The X- Factor" (ίσως ο πιο σκοτεινός τους από τότε). Οι Iron Maiden μας παρουσιάζουν έτσι ένα έργο που τιμά την κληρονομία των τελευταίων είκοσι ετών τους. Της περιόδου της αναγέννησης και ωρίμανσης.
Ο κάθε μουσικός είναι εξαιρετικός στην δουλειά του. O Harris χρησιμοποιεί πλέον πολύ το ακουστικό του μπάσο, οι κιθαρίστες ξεδιπλώνουν για άλλη μία φορά το ταλέντο τους, με τον Adrian Smith πραγματικά να ξεχωρίζει, ενώ ο Mc Brain είναι αυτός που ενθουσιάζει περισσότερο από όλους με το άρτιο παίξιμό του. Όσο για τον Dickinson, μας κερδίζει με τη λυρικότητά του. Πραγματικά νιώθεις ότι βγάζει μέσα από την ψυχή του κάθε λέξη που ξεστομίζει. Ειδικά στα "Senjutsu" και "Darkest Hour", ο άνθρωπος παίρνει ολόκληρο το κομμάτι του πάνω του με την τεχνική του και το συναίσθημά του, θυμίζοντάς μας για άλλη μια φορά γιατί είναι μοναδικός στο είδος του.
Αυτά που μας στεναχώρησαν
Σε αυτό που μας τα χαλάει ο δίσκος, είναι η μίξη. Δεν έχω καταλάβει ακόμα τι ακριβώς φταίει, αλλά όντως ενώ η μουσική είναι φοβερή, ηχητικά ακούγεται κάπως μπουκωμένη με πιο παραγκωνισμένο τον Dickinson. Συχνά η φωνή του πνίγεται και δεν φταίει ο τρόπος που ερμηνεύει. Επιπροσθέτως, τα (εκνευριστικά σε κάποια σημεία) πλήκτρα, ακούγονται αρκετά δυνατά και πνίγουν το μπάσο. Πραγματικά, τα συνεχόμενα πλήκτρα ρίχνουν αρκετά τον δίσκο. Αντίθετα και για καλή μας τύχη, έχει γίνει εξαιρετική δουλειά στις κιθάρες και τα τύμπανα. Είμαι σίγουρος ότι για το παραπάνω πρόβλημα ευθύνεται κυρίως ο εμμονικός Harris, όπου βάζει το χέρι του από την ηχογράφηση του κάθε οργάνου μέχρι και το τελικό mastering. Και είναι πραγματικά κρίμα για μία μπάντα τέτοιου βεληνεκούς και τέτοιου budget, να υσταιρεί (όσο υσταιρεί) λόγω κακής μίξης.
Συμπέρασμα
Μπορεί να λατρεύουμε τους Iron Maiden, αλλά σίγουρα το "Senjutsu" δεν είναι ο καλύτερος δίσκος τους από εποχής "Seventh Son..." όπως έχω ακούσει να λένε. Δεν είναι καν ο καλύτερος της τελευταίας εικοσαετίας (αυτός ο τίτλος ανήκει στο "Book Of Souls"). Σίγουρα είναι ένα διαμάντι για την εποχή του (με τις όποιες αστοχίες του) και είναι ικανός να σταθεί σε ψηλή θέση και να κοιτάξει κατάματα μέχρι και το "Brave New World". Τολμώ να αναφέρω ότι αν η παραγωγή/μίξη ήταν ανώτερη και η διάρκεια του δίσκου, μικρότερη κατά 15-20 λεπτά χωρίς τα αχρείαστα μακροσκελή μέλη και τις τεράστιες εισαγωγές, θα μιλούσαμε για μία πραγματική δισκάρα.
Αυτό που μας μένει είναι αστέρευτη έμπνευση του Harris, ο λυρισμός του Dickinson, το πάθος και η μαεστρία του Smith, αλλά και το εκπληκτικό μουσικό δέσιμο που έχει αυτό το σχήμα όσα χρόνια και να περάσουν. Ένα είναι σίγουρο. Θα λιώσουμε τον δίσκο μέχρι το καλοκαίρι που (ελπίζουμε ότι) θα έρθουν για συναυλία.