Rock n Roll Stories: Με τις ευλογίες σας αιδεσιμώτατε

Πριν από μερικά χρόνια, ένας φίλος ταξίδεψε στη Βαρκελώνη για να δει τους ήρωές του Red Hot Chili Peppers ξέροντας ότι δεν πρόκειται ποτέ να παίξουν στην Ελλάδα πριν πενηνταρήσουν ή τους πέσουν τα μαλλιά.
Διαβάστηκε φορες
    Πριν από μερικά χρόνια, ένας φίλος ταξίδεψε στη Βαρκελώνη για να δει τους ήρωές του Red Hot Chili Peppers ξέροντας ότι δεν πρόκειται ποτέ να παίξουν στην Ελλάδα πριν πενηνταρήσουν ή τους πέσουν τα μαλλιά. Ήταν ένα ταξίδι για το οποίο μιλούσε μήνες πριν με δέος, κάτι σαν εξωπραγματική φαντασίωση. Όταν επέστρεψε ήταν μάλλον απογοητευμένος. ''Ρε γαμώτο όλο αυτές τις μπαλάντες απ' τα καινούργια άλμπουμ έπαιξαν, σχεδόν τίποτα απ' τα παλιά.''  Όντως, οι τέσσερις πρώην αλητάμπουρες απ' την Καλιφόρνια μεγάλωσαν, ωρίμασαν, κουλάρησαν, απόκτησαν μετρητά και αμοιβαία κεφάλαια και δεν έχουν την ίδια ενέργεια που είχαν το '80 και το '90. Η μουσική τους άλλαξε, διαφοροποιήθηκε, εξελίχθηκε, αν προτιμάτε, μαζί τους.

    Ε λοιπόν κάτι τέτοιο δε συμβαίνει με τους Reverend Horton Heat, το alter ego του Jim Heath, του μουσικού από το Ντάλας που επί πέντε χρόνια τουλάχιστον έπαιζε κατά μέσο όσο 300 live το χρόνο και φέτος συμπλήρωσε ένα τέταρτο του αιώνα στο rock 'n' roll κουρμπέτι. Kαι επί 25 χρόνια παίζει το ίδιο πράγμα, με την ίδια φρενίτιδα και το ίδιο πάθος.

   
Από το 1986 που το rockabilly/psychobilly τρίο του με τον ίδιο στην κιθάρα και τα φωνητικά και τους κοντραμπασίστες και τους ντράμερ να έρχονται και να παρέρχονται, ο Jim Heath ακολουθεί το ίδιο μονοπάτι προς την κόλαση (ή τη σωτηρία, ανάλογα με το πώς το βλέπει ο καθένας) με τον διάβολο να τον κυνηγάει κατά πόδας, όπως λέει και ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια του (''The Devil's Chasing Me''). Aπό το 1986, ο Reverend Horton Heat είναι συντονισμένος στην ίδια συμπαντική rockabilly συχνότητα και θα συνεχίζει να στριφογυρίζει στη στρατόσφαιρα μέχρι να κάψει ο ήλιος τη Γη. Το σύμπαν του έχει τη χρονολογία της δεακετίας του '50 και θα μείνει εκεί για πάντα. Εκεί που οι καμπύλες των γυναικών συναγωνίζονται τα αιχμηρά φτερά των αυτοκινήτων και τα κιθαριστικά ριφ συναγωνίζονται με τη σειρά τους τα εν λόγω αυτοκίνητα στην ταχύτητα. Ένα μικροσκοπικό σύμπαν όπου όμως οι συγκινήσεις είναι μεγάλες και έντονες, οι γυναίκες σέξι και μοιραίες, τα αμάξια όμορφα και γρήγορα, το αλκοόλ ρέει άφθονο και η μπίλια της ρουλέτας δεν κάθεται σχεδόν ποτέ εκεί που τη θέλεις. Ένα σύμπαν όπου ζεις έντονα, ροκάρεις σκληρά και πεθαίνεις νέος, αφήνοντας ένα όμορφο πτώμα. Εντάξει, ας παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο Jim έχει περάσει τα 50 και είναι πολύ αργά για να κάνει το τελευταίο.

    Η πρώτη μου επαφή με τον αιδεσιμώτατο και την μπάντα του ήταν στο κατεξοχήν live κλαμπάκι στο Ντέντον του Τέξας, το περιβόητο ''The Library'', όπου η πρώτη εκδοχή των Reverend Horton Heat έπαιζε τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα. Εκεί, η πιτσιρικαρία των eighties έπαιρνε ζωντανά μαθήματα rockabilly που άξιζαν περισσότερο απ' τα περισσότερα μαθήματα που διδάσκονταν στο πανεπιστήμιο που βρισκόταν ακριβώς απέναντι. Και ο αιδεσιμώτατος φρόντιζε να τους μυεί σε μουσική που ισοπέδωνε τις περισσότερες σαχλαμάρες που παίζονταν στο ραδιόφωνο τότε, είτε επρόκειτο για διασκευές σε κομμάτια του Johnny Cash, είτε για δικές του συνθέσεις.

    Ο Jim είχε πάντα πρόβλημα με τους ντράμερ. Θεωρούσε ότι οι περισσότεροι ντράμερ ροκάρουν αλλά δε σουινγκάρουν. Toυς άλλαζε συνέχεια. Μια φορά με είχε ρωτήσει αν έπαιζα ντραμς. ''Κριμα'', είπε όταν του απάντησα αρνητικά. "Θα ταίριαζες στην μπάντα μου''. Τον εντυπωσίαζαν τα πουκάμισα που φορούσα. Του φαινόταν πολύ παράξενο ότι ένα Έλληνας φορούσε τόσο φοβερά vintage αμερικάνικα πουκάμισα. Με τους μπασίστες δεν είχε ποτέ πρόβλημα. Ο Jim ''Jimbo'' Wallace είναι μαζί του και χαστουκίζει τις χορδές του κοντραμπάσου του εδώ και 20 χρόνια τουλάχιστον.

  
Το 1990,ο Reverend υπέγραψε συμβόλαιο με τη Sub Pop, την εταιρεία των Nirvana, των Mudhoney και τόσων άλλων οπαδών της καλής φασαρίας. Τότε άρχισε να περιοδεύει ακατάπαυστα σε όλη την Αμερική, με τις ζωντανές εμφανίσεις του να δημιουργούν θόρυβο σε πολλές πόλεις, μικρές και μεγάλες. Και να βγάζει μια σειρά από δίσκους (Smoke 'em if You Got 'em, The Full Custom Gospel Sound of..., It's Martini Time, Liquor in the Front - με παραγωγό τον πολύ Al Jourgensen των Ministry, Lucky Seven και το περσινό Laughin' & Cryin' with The Reverend Horton Heat όπου βγάζει πολύ απ' τον country εαυτό του.

    Ένα βράδυ στις αρχές του '90 τον είχα συναντήσει τυχαία σε ένα διάλειμμα από το δρόμο στο Bar of Soap, άλλο ένα από τα μοναδικά μπαράκια του Ντάλας που πότιζαν τους μουσικούς και την μποέμικη κοινότητα της πόλης. Μαζί με έναν άλλο τύπο είχαμε βγει στην αυλή και μοιραστήκαμε κανα-δυό joints. Ήταν πολύ ικανοποιημένος απ' την πορεία της μπάντας του. Αργότερα το ίδιο βράδυ πέρασα ένα Stop χωρίς να σταματήσω και με πλεύρισε ένα περιπολικό. Η μπατσίνα μου έκανε αλκοτέστ επειδή της φάνηκα μεθυσμένος. Τι να της έλεγα, ότι δεν είχα πιεί αλλά κάπνιζα μπάφους με τον αιδεσιμώτατο; Τέλος πάντων, τη γλίτωσα με ένα μάθημα αμυντικής οδήγησης. Εκείνο το βράδυ ήταν η τελευταία φορά που τον είδα από κοντά. Έκτοτε τον έβλεπα μόνο από μακριά, πάνω στη σκηνή και σε μεγάλες αίθουσες πλέον, καθώς μετά τη Sub Pop υπέγραψε συμβόλαιο με μια θυγατρική μεγάλης δισκογραφικής. 

    Τον είδα πάλι πέρυσι στο Βερολίνο να κυρήττει το βρώμικο ευαγγέλιό του στους πιστούς που γονατίζουν μπροστά στο όρθιο μπάσο του Jimbo ενώ ο Reverend τους ραντίζει με το άγιο νερό της κιθάρας του. Ίδιος και απαράλλαχτος, με το κλασικό στεγνό χιούμορ του και την τεράστια vintage Gretsch κιθλαρα, ένα γνήσιο παιδί του Τέξας που ταξιδεύει σ' όλο τον κόσμο για να κηρύξει το Λόγο! Μια σταθερή αξία σε έναν κόσμο που αλλάζει συνέχεια και οι καταραμένες οι αλλαγές είναι κυρίως προς το χειρότερο.



Διαβάστε ακόμα