Οι φωτογραφίες ανήκουν στη Valérie Hahn.
Radio Dept. ή μήπως Radio Debt; Προσωπικά κλίνω προς τη δεύτερη εκδοχή. Γιατί μας χρωστάνε. Τι; Αρχικά περισσότερους ζωντανούς ήχους. Έναν ντράμερ για παράδειγμα, άντε και κανένα παραπάνω φωνητικό. Όπως ακόμα και ένα encore. Πρώτη φορά παρακολουθώ συναυλία που ο καλλιτέχνης αρνείται πεισματικά να ξαναβγεί στη σκηνή! Σημειωτέον το κοινό επευφημούσε χειροκροτώντας και φωνάζοντας. Επί ματαίω, όπως τελικά αποδείχθηκε. Αν ζητήσω και λίγα περισσότερα χαμόγελα ή ένα-δυο παραπάνω βλέμματα, θα γίνω απαιτητική;
Ας πιάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Τόπος: Münster Nordrhein Westfalen. Χρόνος: σαββατόβραδο 19.3.2011. Συναυλιακά περίχωρα: Gleis 22. Καλλιτεχνική επιμέλεια: Radio Dept. (με την ευγενική υποστήριξη του μουσικού τούρκικου γυναικείου ντουέτου Kim Ki O). Όλα έδειχναν ειδυλλιακά. Πεντακάθαρος ουρανός (σπάνιο για βόρεια Ευρώπη), φωτεινό ολόγιομο φεγγάρι και η dream pop των Radio Dept. Τι άλλο να ζητήσει κανείς για να περάσει μια όμορφη βραδιά; Οι πόρτες άνοιξαν κατά τις 20:30, ενώ η προσέλευση του κόσμου ήταν αισθητά μικρή (λες κάτι να ήξεραν;). Εντάξει, οι Γερμανοί δε φημίζονται για την αγάπη τους στην indie μουσική, οπότε κάτι τέτοιο ήταν ψιλοαναμενόμενο. Στις 21:00 ακριβώς και ενώ είχαν μαζευτεί καμιά πενηνταριά νοματαίοι, βγήκαν οι συμπαθητικές Τουρκάλες καλλιτέχνιδες, που -οφείλω να ομολογήσω- έβαλαν τα δυνατά τους. Παρόλα αυτά δεν τράβηξαν και πολύ το ενδιαφέρον. 40 λεπτά προσπαθούσαν (ικανοποιητικός χρόνος για support), αλλά τελικά δεν κατάφεραν να διακόψουν τις συνομιλίες των συνδαιτυμόνων. Μάλλον περισσότερο αυτοί δυνάμωναν τη φωνή τους για να μπορούν να συνεννοηθούν, παρά σώπαιναν για να τις ακούσουν.
Κατά τις 21:40 η αυλαία έκλεισε και ο κόσμος ενθουσιασμένος άρχισε να προχωρά προς τα εμπρός. Να μην είχε φτάσει το κοινό τα 100 άτομα; Τόσα περίπου. Χώθηκα κι εγώ μπας και καταφέρω να δω τίποτα. Το αιώνιο πρόβλημα των κοντών άλλωστε. Για ένα μισάωρο μας κράτησαν την αγωνία. Θα βγουν; Δε θα βγουν; Μα γιατί αργούν; Ε, φίρμες είναι να μην καθυστερήσουν και λίγο;
Κατά τις 22:10 άνοιξαν και πάλι οι κουρτίνες. Τρεις τύποι βγήκαν δειλά δειλά, έτσι για να ταιριάζει και στο indie profile τους. Μόνο ο Johan Ducanson έμοιαζε λίγο εξευρωπαϊσμένος μουσικός καλλιτέχνης στα πρώτα του βήματα. Οι άλλοι δύο μάλλον για παραμελημένα παραπαίδια σκανδιναβικών χωριών. Με τα καρό τους πουκαμισάκια και τα old fashioned μουστακάκια τους δεν έβγαλαν κιχ. Ο Martin Larsson δε, ένα δίμετρο θηρίο, δεν σήκωσε καν το βλέμμα του σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας. Ή ήταν άρρωστος (οπότε να ευχηθούμε περαστικά στο παλικάρι) ή δεν ήθελε να θίξει το μπόι του διπλανού του Johan. Την παράμετρο ότι αδιαφορούσε να μας κοιτάξει δε θέλω να τη λάβω υπόψη. Θα κρατήσω την πρώτη εκδοχή μιας που ο υπέρμετρος ίδρωτας που έριχνε θα μπορούσε να είχε προκληθεί από υψηλό πυρετό.
Ο Daniel Tjäder έδειχνε ιδιαίτερα κεφάτος. Μη ξεγελιέστε. Δε χαμογελούσε. Απλώς ρύθμιζε με άνεση την κονσόλα με τις προκάτ μουσικές. Γιατί όπως ήδη ανέφερα οι μουσικοί ήταν τρεις: κιθάρα-τραγούδι, πλήκτρα και μπάσο. Όλοι οι άλλοι ήχοι (πολλοί δεν παραπονιέμαι, και ντραμς και ντέφι και πιατίνια και όλα τα καλούδια υπήρχαν) ήταν κονσέρβες κονσόλας που ανάλογα με το κομμάτι συμπλήρωναν τον ελλιπή ήχο. Θα μου πεις, δεν ξέρεις κυρία μου εκεί που πας ότι τέτοια μουσική παίζουν; Και με το δίκιο σου. Αλλά αυτό ρε καρντάσια είναι για τα cd. Αν θέλω να τα ακούσω τα βάζω στο σπίτι μου και παίζουν. Δεν πληρώνω εισιτήριο για ζωντανή συναυλία για να ακούσω μια κονσόλα να παίζει. Ας παίζαν οι τρεις τους και ας ήταν λιγότεροι οι ήχοι.
Ευτυχώς το μόνο που έσωσε την κατάσταση ήταν οι συνθέσεις τους. Αυτό που έκανε το κοινό να περάσει καλά και να δώσει λιγότερη σημασία σε όλα τα αρνητικά που επικρατούσαν. Επαγγελματικότητα στο παίξιμο τους υπήρχε και η εμπειρία τους ήταν εμφανής. Ειδικά στο Heaven's On Fire το κοινό ξεσηκώθηκε και πραγματικά άρχισε να απολαμβάνει αυτό που του συνέβαινε. Για κακή μας τύχη όμως αυτό δεν κράτησε και πάρα πολύ. Μετά από μερικά τραγούδια (μία ώρα αφότου είχαν ξεκινήσει) ο τραγουδιστής κατεβαίνει από τη σκηνή στη μέση του τραγουδιού, περνά μέσα από το κοινό (εμείς χαιρόμαστε για λίγο) και τελικά πάει προς το μπαρ.
«Θα του τελείωσε η μπύρα» σκέφτηκα «θα ξαναγυρίσει» και συνέχισα να παρακολουθώ τα δρώμενα στην σκηνή. Έπειτα από λίγο σηκώνεται και φεύγει από την δεξιά πόρτα ο Martin. «Πάει να σκουπίσει τον ιδρώτα του» σκέφτηκα «μούσκεμα έγινε το παιδί. Θα ξαναγυρίσει». Εξακολουθουμε λοιπόν να κοιτάμε τον Daniel. Μετά από ένα λεπτό εξαφανίζεται και τούτος. Από την αριστερή πύλη αυτή τη φορά. Μείναμε μόνο εμείς να κοιτάμε την κονσόλα που έπαιζε μόνη της..! «Δεν μπορεί. Θα ξαναγυρίσουν για το encore. Θέλουν να κάνουν εντυπωσιακή έξοδο» μάλλον σκεφτήκαμε όλοι και συνεχίσαμε να χειροκροτούμε και να περιμένουμε την επιστροφή τους. Και; Μαντέψτε. Δεν ξαναγύρισαν!
Τα φώτα επανήλθαν και η αυλαία έπεσε. Αυτοί δεν ξαναβγήκαν, αλλά και γω (όπως και κανένας άλλωστε) δεν αγόρασα τίποτα από τον πάγκο που χαν στήσει. Την επόμενη φορά θα αρκεστώ μόνο στη μουσική τους και στην άνεση του σπιτιού μου. Κρίμα γιατί το Passive Aggressive ακούγεται μονορούφι και ήλπιζα να νιώσω λίγο από τη μαγεία του και live. Ας παραβλέψω λοιπόν τα στραβά και ας απολαύσω για μία ακόμη φόρα τις μελωδίες τους, απαλλαγμένες όμως τώρα από την παρουσία τους: