mild

The Steams - Mild Conquest

Οι The Steams με τη δεύτερη δισκογραφική τους δουλειά κάνουν ένα μετέωρο βήμα προς τα μπροστά.

Διαβάστηκε φορες

Τι θα ακούσετε:
Psychedelic rock με παραδοσιακές πινελιές

Βαθμολογία:
7

Το να παρουσιάσεις ένα ντεμπούτο που αφήνει πολύ καλές εντυπώσεις μοιάζει να είναι με έναν τρόπο ευλογία και κατάρα και οι λόγοι είναι μάλλον εύκολο να κατανοηθούν. Από τη μία δείχνει ότι η δουλειά σου αναγνωρίζεται πολύ γρήγορα και σημαίνει ότι κερδίζεις άμεσα τον χώρο σου στη μουσική βιομηχανία, από την άλλη οι προσδοκίες για την επόμενη δουλειά σου θα είναι αυξημένες άρα και η κριτική θα είναι πιο αυστηρή. Οι The Steams έκαναν αρκετό θόρυβο με το "Wild Frement", το πολύ καλό ντεμπούτο τους που κυκλοφόρησε το 2018, και τέσσερα χρόνια μετά επιστρέφουν με το "Mild Conquest". 

Στο "Mild Conquest" οι The Steams μπαίνουν με μια αύρα που παραπέμπει σε αυτήν που κουβαλούν τα μεγάλα ελληνικά συγκροτήματα του «σκληρού» ήχου όπως οι VIC, οι 1000mods, οι Naxatras. Εξάλλου οι The Steams επιλέγουν και προσπαθούν να περπατήσουν τον δρόμο τον οποίο έστρωσαν οι Villagers of Ioannina City, ειδικά με το "Age Of Aquarius", προσπαθώντας να συγκεράσουν το ροκ με τα παραδοσιακά όργανα και τις αρχαιοπρεπείς - υπό μία έννοια - αφηγήσεις. Η ορμητικότητα του "Entrance", του πρώτου τραγουδιού του δίσκου, τεκμηριώνει αυτούς τους ισχυρισμούς και μας εισάγει άμεσα στον psych rock πυρήνα του ήχου των The Steams. Στο "Entrance" συνυπάρχουν αρμονικά και παράγουν έναν σπουδαίο ρυθμό, μπόλικα όργανα: η κιθάρα, το λαούτο, το αραβικό έγχορδο qanun (κανονάκι), η τσαμπούνα.

Το επόμενο τραγούδι, το εξαιρετικό "Lament", ξεκινάει με μια «έκπληξη», με τον Γιώργο Μαζωνάκη να διαβάζει τον ορισμό της τραγωδίας του Αριστοτέλη από το έργο «Περί Ποιητικής». Η τσαμπούνα μπαίνει δυναμικά αμέσως μετά και δίνει τον ρυθμό για να παραδώσει αργότερα τη σκυτάλη στα πολύ καλά κιθαριστικά solos. Από το τρίτο τραγούδι και έπειτα και με λίγες εξαιρέσεις, τα παραδοσιακά όργανα που χρησιμοποιήθηκαν στα πρώτα τραγούδια μπαίνουν σε δεύτερο και τρίτο πλάνο και οι συνθέσεις γίνονται πιο «μονοδιάστατες» (χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα κακό βέβαια). Και επειδή οι εξαιρέσεις όντως επιβεβαιώνουν τον κανόνα τα υπόλοιπα τραγούδια που ξεχώρισα όλα τους έχουν μια μικρή ή μια πιο μεγάλη «παραδοσιακή» επέμβαση, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το "The Union". Σε αυτό το τραγούδι είναι η τσαμπούνα που δίνει εκείνη τη χροιά την πιο πομπώδη (με την καλή έννοια) που φαίνεται ότι θέλουν να περάσουν οι The Steams στην ταυτότητα τους. Οι εναλλαγές του πιο παραδοσιακού ήχου με τα κιθαριστικά riffs παράγουν (και) εδώ ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. 

Ο δίσκος έχει ακόμα δύο πολύ ωραία τραγούδια, με δύο συνθέσεις που ξεχωρίζουν, το ένα βρίσκεται λίγο μετά το "The Union" και ονομάζεται "The Horror" και το άλλο βρίσκεται ένα βήμα πριν την ολοκλήρωση του δίσκου και είναι το "Little Empire". Κοινό χαρακτηριστικό των δύο αυτών τραγουδιών είναι ο ρυθμός που ανεβοκατεβαίνει κατά το δοκούν και δημιουργεί μια διαρκή αγωνία στην ακρόαση αλλά και τα φωνητικά από τον Πάνο Δημητρόπουλο που «παρεμβαίνουν» μέσα στις ηχητικές συνθέσεις με τρόπο που «κουμπώνει» άριστα με το πνεύμα τους. 

Ο τίτλος του δίσκου "Mild Conquest" μεταφράζεται στα ελληνικά ως «ήπια κατάκτηση» και μάλλον αποτελεί μια εξαιρετικά σύντομη και ακριβής περιγραφή της δεύτερης δισκογραφικής δουλειάς των The Steams. Έχουν αποφασίσει ποια είναι η ηχητική ταυτότητα που θέλουν να ακολουθήσουν, ωστόσο αυτό γίνεται με έναν ήπιο τρόπο και παρότι είναι και σε επίπεδο παραγωγής κατά τι πιο άρτιος δίσκος από το ντεμπούτο τους δεν αφήνει την ίδια αίσθηση προσμονής με τον πρώτο δίσκο. Περισσότερο μοιάζει με ένα μετέωρο βήμα προς τα εμπρός που όμως κάπως μένει στη μέση, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την απουσία ή τη διακριτική παρουσία των παραδοσιακών οργάνων στον βασικό «κορμό» του δίσκου. Το σίγουρο είναι ότι αναμένουμε με ενδιαφέρον το επόμενο βήμα και γενικά πού θα το πάνε οι The Steams, γιατί η καλή πρώτη ύλη υπάρχει.

Διαβάστε ακόμα