Το φετινό συναυλιακό καλοκαίρι είναι καυτό και πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα. Ανάμεσα στους υπόλοιπους είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε και τους Iron Maiden, κάθε συναυλία των οποίων προκαλεί φρενίτιδα στο ελληνικό κοινό. Η χθεσινή εμφάνισή τους στο ΟΑΚΑ έχει περάσει ήδη στην ιστορία και για καλούς και για κακούς λόγους.
Είναι πραγματικά συγκινητικό να φτάνεις έξω από το χώρο του σταδίου και να βλέπεις ανθρώπους όλων των ηλικιών πραγματικά από κάθε γωνία της Ελλάδας, επιβεβαιώνοντας έτσι τη δύναμη που έχει η αγάπη για τη μουσική και για συγκεκριμένους καλλιτέχνες. Από την άλλη είναι πολύ λυπητερό και εκνευριστικό να εισέρχεσαι μέσα στον αγωνιστικό χώρο και να αντικρίζεις τελείως διαφορετική διάταξη της αρένας σε σχέση με αυτό που αποτυπωνόταν στον επίσημο χάρτη εισιτηρίων της Ticketmaster. Και ενώ στον χάρτη το Standing A ήταν ένα μικρό ημικύκλιο πολύ κοντά στην σκηνή το οποίο εικάζουμε πως θα χωρούσε περίπου 3.000 άτομα, στην πραγματικότητα ήταν μία οριζόντια γραμμή που έφτανε μέχρι τη σέντρα του γηπέδου πίσω από τον πύργο του ηχολήπτη. Αυτό φυσικά είναι απογοητευτικό και για αρκετούς κατόχους εισιτηρίων Standing A που πλήρωσαν παραπάνω για να είναι ακριβώς μπροστά στη σκηνή, αλλά είναι ακόμα περισσότερο για όσους αγόρασαν Standing B οι οποίοι (όπως φάνηκε ξεκάθαρα και από τις φωτογραφίες του drone), πιέστηκαν υπερβολικά πίσω από το διαχωριστικό κάγκελο της αρένας. Δυστυχώς δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρήθηκε τέτοιο φαινόμενο, αλλά μετά τα εκατοντάδες σχόλια σχετικά με αυτό στα social media ελπίζουμε τουλάχιστον να αλλάξει αυτή η τακτική (για να μη μιλήσουμε για αποζημιώσεις).
Οι Lord Of The Lost και οι Airbourne άνοιξαν τη βραδιά
Τα support συγκροτήματα των Iron Maiden έχουν πάντα την ίδια κατάρα. Να παίζουν πριν από τους Βρετανούς. Η αλήθεια είναι ότι εξεπλάγην θετικά όταν βγήκαν στη σκηνή οι Γερμανοί Lord Of The Lost. Μπορεί το goth/industrial ιδίωμά τους να έχει περισσότερη σχέση με τους Rammstein παρά με τους Iron Maiden (ακόμα και κάποιες κινήσεις του frontman ήταν όμοιες με γνωστές πόζες/κινήσεις του Till Lindemanm), αλλά χάρη στην ενέργειά τους και στην επικοινωνία με το κοινό κατάφεραν να μας ζεστάνουν και με το παραπάνω. Η σκυτάλη δόθηκε στους Αυστραλούς Airborne η οποίοι είχαν κάνει έναν κάποιο σαματά πριν από δέκα χρόνια. Η συνεχόμενη εμμονή με τους AC/DC όμως και ο επαναλαμβανόμενος χαρακτήρας των τραγουδιών τούς έχει ρίξει πλέον, τουλάχιστον δισκογραφικά. Γιατί συναυλιακά ξέρουν να κάνουν ένα κανονικό πάρτι, κι ας επαναλαμβάνουν φράσεις όπως «crazy malakas» με κάθε ευκαιρία. Ο κόσμος ευχαριστήθηκε και με το παραπάνω την εμφάνισή τους, η οποία διήρκησε περίπου δέκα λεπτά παραπάνω από την προγραμματισμένη των 45'.
Δυνατό ξεκίνημα με καινούργια τραγούδια
Βέβαια όλοι είχαν έρθει στο ΟΑΚΑ για να δουν τη θρυλική εξάδα μετά από τέσσερα χρόνια απουσίας. Δύο λεπτά πριν τις 21:00 οι πρώτες νότες του "Doctor Doctor" ακούστηκαν από τα ηχεία. Επικράτησε ενθουσιασμός και συγκίνηση για αυτό που θα ακολουθούσε. Όπως γίνεται κάθε φορά δηλαδή. Ο Nicko McBrain κάθισε πίσω από το drumset και τα τύμπανα πολέμου του περσινού “Senjutsu” αντήχησαν στη στέγη του Καλατράβα. Το συγκρότημα χύμηξε στη σκηνή και μας παρουσίασε τα τρία πρώτα τραγούδια του περσινού δίσκου, γεγονός που ξένισε πολλούς, αν και είναι γενικά γνωστή η λίστα των τραγουδιών που παίζουν σε αυτή την περιοδεία. Τα τραγούδια καινούργια αυτά είναι εξαιρετικά ζωντανά, αλλά σίγουρα θα ήταν πολύ καλύτερο αν είχαν τοποθετηθεί διάσπαρτα μέσα στη διάρκεια της εμφάνισης. Φυσικά και το “The Writing On The Wall” έχει γίνει ήδη κλασικό με όλο το κοινό να τραγουδά δυνατά το ρεφρέν του. Πέρασμα στο “Revelations” και εκεί πραγματικά ανάψουν τα αίματα. Για το επόμενο σαραντάλεπτο οι Iron Maiden παρουσίασαν κλασικά τραγούδια τους άρτια παιγμένα με τρομερή ερμηνεία από όλους. Ειδικά ο Bruce Dickinson, η φωνή του οποίου ζεστάθηκε μετά τα τρία πρώτα, για άλλη μια φορά μας άφησε να πιστέψουμε ότι δεν έχει γεράσει ούτε μια μέρα (και φυσικά ότι δεν έχει περάσει καρκίνο). Προσωπικά highlights τα “Sign Of The Cross” (σίγουρα καλύτερη εκτέλεση από αυτή του 2018), και το “Flight Of Icarus”. Ενώ για άλλη μια φορά το “Fear Of The Dark” αποδείχτηκε το τραγούδι που γουστάρει περισσότερο το κοινό, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι πλέον βαριόμαστε να το ακούσουμε στο σπίτι.
Το “Hallowed Be Thy Name” αποτελεί πάντα ορόσημο στις ζωντανές εμφανίσεις με τα κλασικά sing alongs. Προς το τέλος, όμως, ο Dickinson έκανε νόημα με το χέρι του ότι έχει κλείσει η φωνή αφήνοντας έτσι έξω την τελευταία κραυγή και φεύγοντας γρήγορα για το backstage. Κάπου εκεί η ευκαιρία να ζήσουμε μια ακόμα καλύτερη εμφάνιση από την τελευταία τους επίσκεψη χάθηκε μια για πάντα. Να σημειωθεί ότι τόσο εκεί όσο και στα προηγούμενα τραγούδια είχαν ανάψει σε όλο τον χώρο της αρένας (ακόμα και στις κερκίδες) δεκάδες καπνογόνα, τα οποία αυτή τη φορά όμως ο αέρας δεν τα έπαιρνε προς τα πίσω όπως γινόταν στη Μαλακάσα το 2018, αλλά αντίθετα μαζεύονταν και μπροστά στη σκηνή.
Ψυχρό τελείωμα μετά από το Number Of The Beast
Η εισαγωγή τού the “Number Of The Beast “ ακούγεται από τα ηχεία. Ο Dickinson σταματάει απότομα στον στίχο «what did I see», διαλύοντας έτσι μία από τις καλύτερες συναυλιακές εισαγωγές και αρχίζει αμέσως τα «γαλλικά» σε κάποιον συγκεκριμένο οπαδό ο οποίος κρατούσε καπνογόνο. Στη συνέχεια φεύγει νευριασμένος από τη σκηνή, ενώ οι υπόλοιποι εμφανώς αμήχανοι (αν και ο Smith έριξε ένα γελάκι), συνεχίζουν να παίζουν. Στο δεύτερο κουπλέ ο Dickinson τραγουδάει εμφανώς σαν να κάνει αγγαρεία πίσω από τη σκηνή, αλλά τελείως εκτός τόνου με την υπόλοιπη μπάντα να προσπαθεί να τον φτάσει. Το κοινό από κάτω έχει παγώσει και συνεχίζει να είναι παγωμένο και στο επόμενο τραγούδι, (“Iron Maiden”) ενώ ο Dickinson πλέον φαίνεται ότι έχει αρχίσει να ξεπερνά το περιστατικό, αλλά παρόλα αυτά κρατά καθαρά επαγγελματική στάση, αποφεύγοντας την έντονη επικοινωνία που μας έχει συνηθίσει στις προηγούμενες επισκέψεις του συγκροτήματος.
Το encore ξεκίνησε δυνατά με το “The Trooper” ενώ η συνέχεια έγινε με το “The Clansman” και το “Run To The Hills”. Σε αυτό το σημείο ο Dickinson ξαναδιέκοψε τη συναυλία, αυτή τη φορά όμως για να φωνάξει τις πρώτες βοήθειες για κάποιον που λιποθύμησε στις πρώτες σειρές. Ένα γεγονός που σαφώς δεν τονίστηκε όσο το προηγούμενο. Στη συνέχεια τα φώτα έσβησαν, οι μηχανές άναψαν και οι Maiden ξεχύθηκαν στη σκηνή με το “Aces High” και το απαραίτητο Spitfire του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου στο background. Ευτυχώς εκεί το κοινό ξαναζωντάνεψε αλλά ήταν πολύ αργά αφού η συναυλία έφτασε και επίσημα στο τέλος.
Όσο αφορά το περιστατικό με το καπνογόνο νομίζω δε πρέπει να το αναλύσουμε ιδιαίτερα εδώ. Σίγουρα ο Dickinson ως επαγγελματίας performer, από τη στιγμή που ο καπνός όντως τον ενοχλεί στη απόδοσή του (οπότε και σε αυτό που έχει πληρώσει ο θεατής για να παρακολουθήσει), έχει κάθε λόγο να παραπονεθεί και να σταματήσει το τραγούδι (άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει, αλλά ποτέ δεν μαθαίνουμε). Εκεί που είχε λάθος ήταν στο να αφήσει πάνω στη σκηνή ξεκρέμαστους τους bandmates του και να χαλάσει ένα από τα πιο αγαπημένα τραγούδια. Θα ήταν πιο τίμιο να πει τα «γαλλικά» του και γενικά να εκφράσει γιατί δεν τα μπορεί τα καπνογόνα και στη συνέχεια να ξαναρχίσει το τραγούδι. Αλλά πέρα από αυτό, προσωπικά μου φάνηκε και υπερβολική η μετέπειτα παγωμάρα του κοινού και βλακώδης η επιμονή κάποιων στο να ξανανάψουν καπνογόνα από τη στιγμή που έγινε εμφανής η δυσφορία του τραγουδιστή.
Παρά το συγκεκριμένο ευτράπελο αλλά και την ταλαιπωρία με τον διαχωρισμό της αρένας, οι Iron Maiden προσέφεραν για άλλη μία φορά μια κορυφαία συναυλία με φανταστικές ερμηνείες, ενέργεια και show. Οι ίδιοι (πέρα από τον εκνευρισμένο Dickinson από το περιστατικό και έπειτα), φάνηκαν να το απολαμβάνουν με την ψυχή τους. Σχετικά με την αναπόφευκτη σύγκριση με το 2018, όχι προφανώς η συναυλία του Σαββάτου δεν έφτασε σε αυτό το επίπεδο. Ίσως να είχε φτάσει αν δεν είχε γίνει το συγκεκριμένο περιστατικό. Αλλά από την άλλη δεν υπήρχε ούτε η έκπληξη του setlist (ίδιο με τρία από το “Senjutsu”), ούτε η δίψα των επτά χρόνων χωρίς Maiden (και χωρίς μεγάλες μέταλ συναυλίες γενικότερα). Παρόλα αυτά, μιλάμε για μία πολύ καλή εμφάνιση και σίγουρα την πολυπληθέστερη των Iron Maiden μέχρι και σήμερα.
Οι φωτογραφίες ανήκουν στον Μιχάλη Τσεσμετζή και στο MixGrill.gr