Γρεβενά, πόλη της Μακεδονίας και πρωτεύουσα της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών στη Δυτική Μακεδονία, με υψόμετρο 535μ. Απέχει 432 χιλιόμετρα από την Αθήνα και 164 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη. Διαθέτει μακραίωνη ιστορία, με την ευρύτερη περιοχή να διαγράφει δημιουργική πορεία έντονης πολιτιστικής, κοινωνικής και ιστορικής ζωής. Γνωστή ως «Πρωτεύουσα των Μανιταριών» και του αθλητή Μίλτου Τεντόγλου, που μας κάνει τα τελευταία χρόνια υπερήφανους με τις επιδόσεις του.
Για τους λάτρεις της ελληνικής μουσικής, τα Γρεβενά φέρνουν κι άλλους συνειρμούς, μιας και είναι η πατρίδα των manitarock, ενός μουσικού σχήματος που εκτός από μανιτάρια «ανακατεύει» περίτεχνα παραδοσιακή μουσική με ροκ στοιχεία (ένα γκουγκλάρισμα θα σας πείσει), με αποτέλεσμα στις εμφανίσεις τους το γλέντι να φλερτάρει με τη μυσταγωγία (έχω υπάρξει δύο φορές αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας), με ένα τρόπο μοναδικό!
Με αφορμή μία από τις σπάνιες επισκέψεις τους στην Αθήνα και την εμφάνισή τους για πρώτη φορά στη σκηνή του Κυττάρου στις 5 Απριλίου, σε μια βραδιά που θα γράψει ιστορία, μίλησα με το Γιώργο Κωνσταντινίδη (φωνή, μπουζούκι, σύνθεση και στίχος), ψυχή και ιδρυτικό μέλος της μπάντας:
MixGrill: Τον τελευταίο καιρό τα Γρεβενά έχουν ακουστεί πολύ, πάντα για τους σωστούς λόγους: Πρώτα για το συμπατριώτη σας τον Μίλτο Τεντόγλου και μετά για τις μουσικές ομορφιές που φτιάχνετε εσείς. Μήπως τα μανιτάρια του τόπου σας είναι μαγικά;
Γιώγος Κωνσταντινίδης: (Γελάει) Η αλήθεια είναι ότι μας έχουν πάρει χαμπάρι! Ιδίως όσοι γνωρίζουν τις ψυχότροπες ιδιότητες που έχουν κάποια είδη, όταν δουν να συμβαίνει κάτι καλό, παράξενο ή ασυνήθιστο στα Γρεβενά, το αποδίδουν… στα μανιτάρια! Βέβαια, η αναγνωρισιμότητα της πόλης μας από τα μανιτάρια μάς δίνει χαρά αφού, και επίσημα πλέον από το 2007, είμαστε η πρώτη και μοναδική πόλη στον κόσμο που ανακηρύχτηκε «πόλη των μανιταριών». Βέβαια, οι επισκέπτες διαπιστώνουν ότι ο τόπος μας, εκτός από τα μανιτάρια, έχει και άλλες ομορφιές, νοστιμιές και ζεστούς, φιλόξενους ανθρώπους.
M.G.: Έχει, όμως, σχέση η ροκ μουσική με τους «μύκητες»;
Γ.Κ.: Αν πούμε ότι και οι μύκητες είναι ροκ, θα φανεί κάπως (γελάει); Έτσι κι αλλιώς, τα μανιτάρια έχουν ήδη μυθική διάσταση στη λαογραφία πολλών λαών και στην κουλτούρα της ροκ ψυχεδέλειας. Η ξαφνική εμφάνισή τους (φυτρώνουν σαν μανιτάρια, που λέμε), ο περιορισμένος χρόνος ζωής τους, τα χρώματα, οι μορφές και οι ψυχότροπες ιδιότητες κάποιων από αυτά, σε συνδυασμό με τις υπερβολές των μύθων και των παραδόσεων, συνθέτουν το ροκ χαρακτήρα τους. Ναι λοιπόν, τα μανιτάρια είναι ροκ!
M.G.: Έχουμε και λέμε: Μανιτάρια, ροκ, η πεντατονική κλίμα πώς «κουμπώνει», ρε Γιώργο;
Γ.Κ.: Νομίζω ότι αυτή η απάντηση είναι εύκολη, αφού την πεντατονική κλίμακα, την πρώτη καταγεγραμμένη —παγκοσμίως— μουσική κλίμακα, που προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα, τη συναντάμε, πέρα από τον ελλαδικό χώρο, και στην Αφρική (Σουδάν, Αιθιοπία) και την Ασία (Μογγολία, Κίνα, Ινδία). Θυμάμαι την εντύπωση που μου έκαναν ως έφηβο τα ονόματα των μουσικών δρόμων που έβλεπα στις —διεθνείς— μεθόδους εκμάθησης κιθάρας (πεντατονικές —ελάσσονα και μείζονα—, δωρική, αιολική, φρυγική, λυδική, μιξολυδική), που μαρτυρούν μια «κοσμοπολίτικη», οικουμενική διάσταση και εξάπλωση.
Η γεωγραφική και ιστορική παρουσία της Ελλάδας ως σταυροδρόμι λαών και «χωνευτήρι» ιδεών και πολιτισμών, έρχεται σήμερα να «δέσει» την παραδοσιακή πεντατονία, που αποτελεί λαϊκή μουσική, με νεότερες, σύγχρονες, λαϊκές μουσικές όπως η ποπ, η ροκ η μπλουζ και η ρέγκε. Όταν άκουσα για πρώτη φορά το ισοκράτημα του Richard Wright στα πλήκτρα, στο “Wish You Were Here” των Pink Floyd, μου θύμισε βυζαντινές ψαλμωδίες. Στοιχεία πεντατονίας διέκρινα ξεκάθαρα στους Led Zeppelin, τον Bob Dylan, τον Bob Marley, τους Rainbow κι ακόμα πιο έντονα στους δικούς μας Socrates, στο θρυλικό σόλο του Γιάννη Σπάθα στο "Mountains", με έντονα ηπειρώτικα και ανατολίτικα στοιχεία. Λειτουργώντας, λοιπόν, η πεντατονία σαν «γέφυρα» και κοινή «βάση» σε πολλές μελωδίες, παραδοσιακές και σύγχρονες, σε διαφορετικές περιοχές του πλανήτη, αποδεικνύει την οικουμενική της αξία και διάσταση, που διαπερνά εποχές, χώρες και μουσικά ιδιώματα.
M.G.: Είναι τελικά μόδα όλο αυτό που γίνεται με την παραδοσιακή μουσική τα τελευταία χρόνια; Γιατί πάντα υπήρχαν τολμηροί που «έδεναν» την παράδοση με ροκ στοιχεία.
Το παραδοσιακό αντέχει στο χρόνο, στη συλλογική μας μνήμη και στα ακούσματά μας, αποδεικνύοντας την αξία του. Από τη στιγμή, μάλιστα, που αρχίζουν να λειτουργούν και στην Ελλάδα τα μουσικά γυμνάσια και λύκεια, η παραδοσιακή μας μουσική ξαναέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, καθώς διδάσκεται πλέον συστηματικά στους νέους μας. Έτσι, η νέα γενιά των μουσικών εφοδιάζεται με συσσωρευμένο μουσικό πλούτο (γνώσεις, τεχνικές και δεξιότητες) τόσο από την παραδοσιακή όσο και από τη σύγχρονη μουσική δεξαμενή. Να μην ξεχνάμε βέβαια και τους μεγάλους Έλληνες συνθέτες, όπως ο Θεοδωράκης, ο Μαρκόπουλος, ο Σαββόπουλος, ο Ξαρχάκος, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου —αργότερα— και άλλοι, που υποδειγματικά χρησιμοποίησαν παραδοσιακά στοιχεία στα έργα τους, ανοίγοντας το δρόμο και στους μεταγενέστερους.
M.G.: Οι Θραξ Πανκc έχουν φέρει στα live τους την «Πανκοπανηγυροψυχεδέλια». Εσείς έχετε «πανηγυρόκ»; Μήπως ο Έλληνας όπου κι
αν βρίσκεται (επαρχία, άστυ, ξενιτιά)
τελικά επιζητά το πανηγύρι;
Αυτό
είναι αλήθεια! Αν και κάποιοι μπορεί να
το υποτιμούν ή και να το χλευάζουν, το
πανηγύρι αποτελεί χαρακτηριστικό
φαινόμενο δημοκρατικά οργανωμένων
κοινωνιών, στο οποίο συμμετέχει το
σύνολο της κοινότητας. Όλοι μαζί, χωρίς
διακρίσεις ή αποκλεισμούς, σε δημόσιο
χώρο, συναντιούνται, επικοινωνούν,
«τρώνε, πίνουν και γλεντάνε», χορεύοντας
αρχέγονους κυκλωτικούς χορούς, που
προϋποθέτουν εκτός από την ψυχική και
τη σωματική επαφή των χορευτών. Το
ατομικό μπαίνει στην υπηρεσία του
συνόλου και το σύνολο στην υπηρεσία του
προσώπου. Το πανηγύρι έρχεται από τα
αρχαία χρόνια και φτάνει μέχρι τις μέρες
μας, ως αξία καταγεγραμμένη στην συλλογικό
υποσυνείδητο του λαού μας, συνεχίζοντας
να υπενθυμίζει τη χαρά της ζωής μέσα
από τη συνύπαρξη και να ενισχύει την
κοινωνική συνοχή, τη συλλογική συνείδηση
και την κοινή μας δράση. Χαίρομαι
πραγματικά που —ειδικά μετά τη στέρηση
λόγω Covid— τα πανηγύρια… παίρνουν την εκδίκησή τους!
M.G.: Υπάρχουν
όρια στην μουσική; Γιατί εδώ στην Ελλάδα
προσπαθούμε να προσδιορίσουμε κάτι, να
το κατατάξουμε;
Γ.Κ.: Τα
όρια στη μουσική αντανακλούν προφανώς
τα δικά μας όρια. Θέλω να πω ότι καθένας
μας επιλέγει μέχρι πού θα «απλωθεί» και
πού θα σταματήσει. Άρα, μιλάμε μόνο για
αυτοπεριορισμό, αφού ο κάθε μουσικός
έχει αποκλειστικά τη δυνατότητα αλλά
και την ευθύνη για την επιλογή των
«δομικών υλικών» και της αρχιτεκτονικής
που θα χρησιμοποιήσει στις συνθέσεις
ή τις διασκευές του. Ειδικά στην εποχή
μας που, θέλοντας και μη, ακούμε τα πάντα,
από κάθε εποχή και από κάθε σημείο του
πλανήτη, είναι μάλλον αδύνατον να μην
επηρεαστούμε ή έστω να λάβουμε υπόψιν
μας, λίγο ή πολύ, τα άλλα μουσικά ακούσματα,
ύφη, ιδιώματα, τάσεις ή ρεύματα. Στους
manitarock χρησιμοποιούμε
στοιχεία από καθετί που κατά καιρούς
μας συγκίνησε και συνεχίζει να μας
συγκινεί από την παιδική μας ηλικία
μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα το συγκρότημα
να έχει έναν πολυμορφικό μουσικό χαρακτήρα
με συνεχείς εναλλαγές ύφους, ρυθμού,
ταχύτητας και έντασης.
M.G.: Έχετε
παίξει στο εξωτερικό. Δεν θα σε ρωτήσω, λοιπόν, για το ελληνικό κοινό αλλά για το
μη ελληνικό κοινό. Πώς αντιδρά στη μουσική σας;
Γ.Κ.: Οι
ξένοι που είναι έστω και λίγο εξοικειωμένοι
με την ελληνική μουσική ενθουσιάζονται
από την ποικιλία, τον πλούτο και το βάθος
της. Ακούγοντας, ωστόσο, από εμάς να
παίζουμε και κάποια παλιότερα γνωστά
ξένα για μας, γνωστά για αυτούς ροκ
τραγούδια προσαρμοσμένα στο ύφος μας,
αντιδρούν με ένα πλατύ «μακράς διάρκειας» χαμόγελο ευχάριστης έκπληξης. Αυτό, βέβαια, δείχνει ότι οι μίξεις ελληνικών
και ξένων τραγουδιών λειτουργούν ως
διεθνής κώδικας επικοινωνίας, που στη
συγκεκριμένη περίπτωση υπογραμμίζει
και τη συνάφεια ανάμεσα στα δύο τραγούδια
του ζεύγους. Δεν σου κρύβω ότι τις
καλύτερες αναμνήσεις από συναυλίες
εκτός Ελλάδας τις έχουμε από την
Κωνσταντινούπολη, όπου (από κοινού manitarock και Baildsa)
παίξαμε για ένα σχεδόν αμιγώς τουρκικό
κοινό. Η μουσική είναι μια διεθνή γλώσσα
της ανθρωπότητας. Είναι ένα εργαλείο
ενότητας, φιλίας, συνεργασίας όχι μόνο
σε ομάδες, αλλά και σε λαούς!
M.G.: Πώς
είναι να βρίσκεται «όλη μαζί η οικογένεια» στις ροκ επάλξεις;
Γ.Κ.: (Χαμογελάει) Για μας αυτό είναι μια ευτυχής συγκυρία συνύπαρξης, συνεργασίας και συνδημιουργίας. Είμαστε πραγματικά μια οικογένεια, είτε με τη στενή είτε με την ευρύτερη έννοια του όρου. Συμμετέχουμε όλοι σ’ αυτό το σχήμα εξαιτίας της κοινής μας αγάπης για τη μουσική. Καθώς δεν υπάρχουν λόγοι που θα μπορούσαν να περιορίζουν τις επιλογές μας, έχουμε τη δυνατότητα, την άνεση ή και την πολυτέλεια, αν θες, να επιλέγουμε και να παίζουμε αυτά που πραγματικά μας εκφράζουν και εκτιμούμε ότι θα άξιζε να ακουστούν.
M.G.: «Σειρήνες» που να σας καλούν στην Αθήνα δεν υπάρχουν
όλα αυτά τα χρόνια που είστε ενεργοί;
Γ.Κ.: (Γελάει)
Είναι ο γνωστός «κανόνας» που θέλει ό,τι το καλλιτεχνικό να περνάει ή να ξεκινά από την Αθήνα;
Βέβαια, εμείς το έχουμε φτάσει στο άλλο
άκρο και για πολύ καιρό δεν κάνουμε… ούτε τα στοιχειώδη, για να φτάσει και
να ακουστεί η δουλειά μας στο ευρύτερο
μουσικό κοινό. Ωστόσο, πέρα από αυτό, ο
ρυθμός της ζωής στην Αθήνα δεν μας ελκύει.
Μας αρέσει η ζωή που κάνουμε στα Γρεβενά,
με τα δάση, τα ποτάμια μας και τους
ήσυχους, ανθρώπινους ρυθμούς που έχει
η πόλη μας. Εξετάζουμε, βέβαια, πάντα τις
προτάσεις που μας γίνονται από την Αθήνα
και, όποτε μπορούμε, ανταποκρινόμαστε.
Μια από αυτές τις σπάνιες εξαιρέσεις
είναι και εμφάνισή μας στο θρυλικό
Κύτταρο.
M.G.: Δεν
έρχεστε συχνά στην Αθήνα. Κατηφορίζετε, λοιπόν, για συναυλία στα μέρη μας
στις 5 Απριλίου στο Κύτταρο. Πες μου τι να
περιμένουμε. Ρωτάω για να προετοιμαστεί
ο κόσμος!
Γ.Κ.: Καταρχήν, ούτε καν φανταζόμασταν μια εμφάνιση στο Κύτταρο. Αυτός ο χώρος, στη μνήμη όσων ασχολούνται με την μουσική, είναι ένας «πυρήνας» που από την αρχή της ιστορίας του παρουσίαζε πάντα ό,τι πιο καινούργιο, φρέσκο και δυναμικό. Είναι ένας μυθικός, εμβληματικός χώρος της μουσικής σκηνής στην Αθήνα και συνολικά στην Ελλάδα. Για μας αυτό είναι μεγάλη τιμή και μεγάλη χαρά.
Όσο για το μουσικό μέρος, σίγουρα το «πανηγυρόκ» που μας χαρακτηρίζει θα μας ακολουθήσει και εδώ. Και από τη στιγμή που, όπως λέμε στο χωριό, γίναμε full band (γέλια), θα υπάρχει και full πρόγραμμα (γέλια)! Θα παίξουμε τις δικές μας οι συνθέσεις, τις μίξεις που κάνουμε με αγαπημένα μας τραγούδια από το χώρο της ροκ (Led Zeppelin, Rainbow, Bob Dylan, Uriah Heep, Bob Marley, Pink Floyd, Jon Bon Jovi) και από τον χώρο της παράδοσής (από τον Πόντο, τη Σμύρνη, τη Θράκη, το Αιγαίο, τη Μακεδονία και την Grecia Salentina), δύο αγαπημένα ρεμπέτικα του Στέλιου Χρυσίνη και του Γιώργου Μπάτη (και τα δύο από το 1934) και μερικά από τα διαμάντια του «έντεχνου» ρεπερτορίου. Και σίγουρα ένα τραγούδι μας καινούργιο, που μόλις πρόσφατα ανέβηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα social media που έλεγε και η γιαγιά μου. To «Κλαψόδεντρο» σε στίχους Μαρούλας Παπαδοπούλου και μουσική δική μου, που κρύβει μια πολύ συγκινητική ιστορία για την ξενιτιά.
M.G.: Μια
ερώτηση που θα θέλατε πολύ να απαντήσετε
και που ποτέ δεν έγινε;
Γ.Κ.: Δεν μου έρχεται κάτι στο μυαλό αυτήν τη στιγμή… Νομίζω, ωστόσο, για να αναφερθώ σε κάτι που με απασχολεί αυτή την περίοδο, ότι θα είχε πολύ ενδιαφέρον να γίνει μια συζήτηση για το βαθύτερο νόημα που αποκτά η εργασία γενικότερα και η τέχνη ειδικότερα ως δημιουργία, προσδιορίζοντας τη λέξη δημιουργία με την αρχική της έννοια, δηλαδή ως το έργο που παράγεται ανιδιοτελώς για το «δήμο», για το λαό, για την κοινότητα και τελικά για την ανθρωπότητα.
Οι manitarock θα εμφανιστούν την Παρασκευή 5 Απριλίου στο Κύτταρο. Περισσότερες πληροφορίες και εισιτήρια εδώ.