Έφτασε η τέταρτη και τελευταία Κυριακή του Δεκέμβρη, άρα και του χρόνου. Αυτό μας ενδιαφέρει, κυρίως, για δύο λόγους: πρώτον, πλησιάζει η αλλαγή του χρόνου και δεύτερον, έφτασε η ημέρα για τη δημοσίευση του δεύτερου άρθρου της στήλης μου. Εντάξει, μπορεί να υπερβάλλω, αλλά μόλις δείτε την ταινία που θα συζητήσουμε σήμερα θα καταλάβετε γιατί.
Αρχικά ελπίζω να σας άρεσε η προηγούμενη ταινία που πρότεινα, το "Spirited Away". Ήταν η πρώτη και δε θα είναι η τελευταία ταινία του μαέστρο Χαγιάο Μιγιαζάκι. Αυτή τη φορά, σειρά έχει ένας άλλος auter του είδους: ο Σατόσι Κον (Satoshi Kon) (1963-2010). Ο Σατόσι Κον, αν και δυστυχώς μας άφησε νωρίς, πρόλαβε να αφήσει πίσω του μεγάλο και αξιοσημείωτο έργο. Μερικοί εκ των τίτλων είναι: Perfect Blue (1997), Millenium Actress (2000), Paprika (2006), αλλά και η φοβερή σειρά άνιμε Paranoia Agent (2004). Η θεματολογία του είναι αρκετά ευρεία, ενώ αγγίζει αρκετά ευαίσθητα ζητήματα, τα οποία και παρουσιάζει με έναν πολύπλοκο τρόπο. Όσοι έχουν παρακολουθήσει μερικές ταινίες καταλαβαίνουν τι εννοώ και πώς αυτός ο, σχεδόν, εφιαλτικός κόσμος δομείται έτσι ώστε ο ήρωας ή ηρωίδα να μην μπορεί καθόλου εύκολα να απεγκλωβιστεί.
Μένοντας λίγο ακόμα στον Σατόσι Κον, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως ο ίδιος πέραν της ιδιότητάς του ως σκηνοθέτης, ήταν και δημιουργός άνιμε, αλλά και σχεδιαστής. Αυτό συνέβαλε τα μάλα στη δημιουργία του φιλμικού του σύμπαντος όπως ακριβώς το φανταζόταν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δουλειάς του στην λεπτομέρεια και την οπτική αρτιότητα είναι το "Paprika".
Τα περισσότερα φιλμς του έχουν μια κοινή συνισταμένη: ως επί το πλείστον καταπιάνεται με θέματα υπαρξιακά, ταυτότητας, τεχνολογίας (κατακερματισμός του χρόνου και της μνήμης) αλλά και πιο "ταμπού", όπως η σεξουαλικότητα (ταυτότητα-καταπίεση), εθισμοί, εμμονές κ.ά., τα οποία επιλέγει να αποδώσει με έναν σουρεαλιστικό τρόπο.
Μεταξύ άλλων, δημιούργησε και μια ταινία διαφορετική από τις υπόλοιπες: το "Οι νονοί του Τόκιο" (Tokyo Godfathers) του 2003. Διαφορετική, διότι επιλέγει να παρουσιάσει την ιστορία του με μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση από τις υπόλοιπες. Όπλο του σε αυτό το εγχείρημα είναι τρεις ήρωες οι οποίοι περιφέρονται στο Τόκιο, για το οποίο ο Σατόσι Κον ανασύρει στην επιφάνεια όλα τα στοιχεία που επισκιάζονται από τη χλιδή και την άκρατη τεχνολογία. Σίγουρα οι ήρωες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ρεαλιστικοί με τη στενή έννοια του όρου, καθώς παρουσιάζονται αρκετά στυλιζαρισμένοι, ενώ οι εκφράσεις τους είναι υπερβολικές, όμως τα συναισθήματα τους είναι αληθινά. Μάλλον ο καταλληλότερος ορισμός για το σινεμά του Κον είναι ο "μαγικός ρεαλισμός" (το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτής της κατηγορίας προέρχεται απ' τη λογοτεχνία και ακούει στο όνομα Γκαμπρίελ Γκαρσία Μάρκες).
Πιο συγκεκριμένα, η ιστορία της ταινίας αφορά τρεις άστεγους ανθρώπους: έναν αλκοολικό μεσήλικα, μία drag queen και ένα 11 χρόνο κορίτσι. Οι τρεις αυτοί "νονοί" ανακαλύπτουν ένα μωρό εγκαταλελειμμένο στα σκουπίδια την παραμονή των Χριστουγέννων και αποφασίζουν να το διασώσουν. Και κάπου εδώ εξηγείται αυτομάτως η επιλογή της ταινίας: καταρχάς είναι Χριστουγεννιάτική, κατά δεύτερον αναδεικνύει το μεγαλείο των Άνιμε. Δε νομίζω πως θα υπήρχε μια αντίστοιχη Χριστουγεννιάτικη ταινία της Pixar ή της Disney, να καταπιάνεται δηλαδή με τέτοια ζητήματα πλαισιωμένα από τέτοιες κατηγορίες ανθρώπων. Και σίγουρα έχει το ενδιαφέρον του.
Κάθε ήρωάς μας κουβαλάει μια προσωπική ιστορία που τον έσπρωξε στο δρόμο και το περιθώριο. Καθένας εξ αυτών θα έχει χρόνο να αποκαλύψει την ιστορία της ζωής του στην πορεία της ταινίας, παρά το γεγονός ότι δε θέλουν να θυμούνται. Ο Γκιν (Gin) είναι ο "μπαμπάς" αυτής της μικρής οικογένειας που έχουν σχηματίσει, η Χάνα (Hana) η "μαμά" και η Μιγιούκι (Miyuki) η "κόρη". Ο Γκιν αποκαλύπτει πως ήταν επαγγελματίας ποδηλάτης, όμως η καριέρα του τελείωσε γρήγορα, ενώ τα χρέη τον οδήγησαν στο δρόμο. Η Χάνα ήταν μια φημισμένη και επιτυχημένη drag queen, που μετά από κάποια γεγονότα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το καμπαρέ στο οποίο εμφανιζόταν. Η Μιγιούκι το έχει σκάσει απ' το σπίτι της 6 μήνες και δε θέλει να γυρίσει, παρά το γεγονός ότι, όπως φαίνεται, αυτό είναι δυνατόν. Οι τρεις τους, λοιπόν, έχοντας οικοδομήσει ένα κινητό σπίτι από χαρτόκουτα και μια μικρή, αλλά αγαπημένη, οικογένεια βρίσκουν ένα βρέφος στα σκουπίδια και αποφασίζουν να το πάνε στην οικογένεια του. Αποφασίζουν να μην αφήσουν ένα βρέφος να περάσει μόνο του τα Χριστούγεννα, την πιο γιορτινή μέρα του χρόνου, όπως λέει η Χάνα. Μέσα από μια σειρά απίθανων συμπτώσεων, οι ήρωές μας έρχονται αντιμέτωποι με το παρελθόν και τους προσωπικούς τους δαίμονες.
Η ταινία είναι βαθιά συγκινητική, αγγίζοντας το μελόδραμα, με έναν έντεχνο τρόπο, καθώς ισορροπεί πολύ αριστοτεχνικά το δραματικό και το κωμικό στοιχείο. Περιέχει πολύ καλά gags και ατάκες, χωρίς να λείπουν οι δακρύβρεχτες στιγμές. Μπορεί οι χαρακτήρες και οι διάλογοι τους να είναι στυλιζαρισμένοι, όμως τα σκηνικά στα οποία εκτυλίσσονται όλα αυτά είναι αρκετά ρεαλιστικά, τα οποία μας δείχνουν, όπως είπα, ένα Τόκιο που πιθανώς οι Ιάπωνες να μη θέλουν να βγει προς τα έξω.
Επιπλέον, δε θα μπορούσα να μην επισημάνω το σχόλιο που καταθέτει ο Κον με την ταινία του: μπορεί τελικά μια οικογένεια, η οποία έχει συσταθεί για την επιβίωση, όπου κάθε μέλος της έχει αναλάβει έναν ρόλο και όλοι είναι ίσοι ουσιαστικά, εφόσον πρόκειται στην πραγματικότητα για άστεγους, να λειτουργήσει (καλύτερα; από μια "κανονική" - εξ αίματος - οικογένεια); Οι γονείς που φέρνουν στη ζωή παιδιά συχνά είναι ανέτοιμοι να τα μεγαλώσουν και αυτό δημιουργεί διάφορα τραύματα τα οποία εγγράφονται στο παιδί. Η Χάνα φαίνεται να είναι έτοιμη από καιρό να γίνει μητέρα, όταν αποφασίζει - αυθαίρετα - να κρατήσει το παρατημένο βρέφος. Όμως το ίδιο έτοιμη είναι να το δώσει στη φυσική του μητέρα, όταν συνειδητοποιεί ότι δεν είναι δυνατόν για ένα παιδί να μεγαλώσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Ο Σατόσι Κον, ευτυχώς για μένα, δεν παίρνει κάποια ξεκάθαρη θέση. Μια καλή ταινία οφείλει να γεννά τα ερωτήματα και να αφήνει την απάντηση σε εμάς (αν υπάρχει κάποια).
Η ταινία, συν τοις άλλοις, είναι μια καλή ευκαιρία για να έρθετε σε επαφή με το σινεμά του Σατόσι Κον, να μεγαλώσετε την άνιμε γκάμα σας και να απολαύσετε παράλληλα μια διαφορετική Χριστουγεννιάτικη ταινία. Καλά σας Χριστούγεννα και καλή χρονιά. Ραντεβού στις 10 του Γενάρη!
Αρχικά ελπίζω να σας άρεσε η προηγούμενη ταινία που πρότεινα, το "Spirited Away". Ήταν η πρώτη και δε θα είναι η τελευταία ταινία του μαέστρο Χαγιάο Μιγιαζάκι. Αυτή τη φορά, σειρά έχει ένας άλλος auter του είδους: ο Σατόσι Κον (Satoshi Kon) (1963-2010). Ο Σατόσι Κον, αν και δυστυχώς μας άφησε νωρίς, πρόλαβε να αφήσει πίσω του μεγάλο και αξιοσημείωτο έργο. Μερικοί εκ των τίτλων είναι: Perfect Blue (1997), Millenium Actress (2000), Paprika (2006), αλλά και η φοβερή σειρά άνιμε Paranoia Agent (2004). Η θεματολογία του είναι αρκετά ευρεία, ενώ αγγίζει αρκετά ευαίσθητα ζητήματα, τα οποία και παρουσιάζει με έναν πολύπλοκο τρόπο. Όσοι έχουν παρακολουθήσει μερικές ταινίες καταλαβαίνουν τι εννοώ και πώς αυτός ο, σχεδόν, εφιαλτικός κόσμος δομείται έτσι ώστε ο ήρωας ή ηρωίδα να μην μπορεί καθόλου εύκολα να απεγκλωβιστεί.
Μένοντας λίγο ακόμα στον Σατόσι Κον, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως ο ίδιος πέραν της ιδιότητάς του ως σκηνοθέτης, ήταν και δημιουργός άνιμε, αλλά και σχεδιαστής. Αυτό συνέβαλε τα μάλα στη δημιουργία του φιλμικού του σύμπαντος όπως ακριβώς το φανταζόταν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δουλειάς του στην λεπτομέρεια και την οπτική αρτιότητα είναι το "Paprika".
Τα περισσότερα φιλμς του έχουν μια κοινή συνισταμένη: ως επί το πλείστον καταπιάνεται με θέματα υπαρξιακά, ταυτότητας, τεχνολογίας (κατακερματισμός του χρόνου και της μνήμης) αλλά και πιο "ταμπού", όπως η σεξουαλικότητα (ταυτότητα-καταπίεση), εθισμοί, εμμονές κ.ά., τα οποία επιλέγει να αποδώσει με έναν σουρεαλιστικό τρόπο.
Μεταξύ άλλων, δημιούργησε και μια ταινία διαφορετική από τις υπόλοιπες: το "Οι νονοί του Τόκιο" (Tokyo Godfathers) του 2003. Διαφορετική, διότι επιλέγει να παρουσιάσει την ιστορία του με μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση από τις υπόλοιπες. Όπλο του σε αυτό το εγχείρημα είναι τρεις ήρωες οι οποίοι περιφέρονται στο Τόκιο, για το οποίο ο Σατόσι Κον ανασύρει στην επιφάνεια όλα τα στοιχεία που επισκιάζονται από τη χλιδή και την άκρατη τεχνολογία. Σίγουρα οι ήρωες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ρεαλιστικοί με τη στενή έννοια του όρου, καθώς παρουσιάζονται αρκετά στυλιζαρισμένοι, ενώ οι εκφράσεις τους είναι υπερβολικές, όμως τα συναισθήματα τους είναι αληθινά. Μάλλον ο καταλληλότερος ορισμός για το σινεμά του Κον είναι ο "μαγικός ρεαλισμός" (το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτής της κατηγορίας προέρχεται απ' τη λογοτεχνία και ακούει στο όνομα Γκαμπρίελ Γκαρσία Μάρκες).
Πιο συγκεκριμένα, η ιστορία της ταινίας αφορά τρεις άστεγους ανθρώπους: έναν αλκοολικό μεσήλικα, μία drag queen και ένα 11 χρόνο κορίτσι. Οι τρεις αυτοί "νονοί" ανακαλύπτουν ένα μωρό εγκαταλελειμμένο στα σκουπίδια την παραμονή των Χριστουγέννων και αποφασίζουν να το διασώσουν. Και κάπου εδώ εξηγείται αυτομάτως η επιλογή της ταινίας: καταρχάς είναι Χριστουγεννιάτική, κατά δεύτερον αναδεικνύει το μεγαλείο των Άνιμε. Δε νομίζω πως θα υπήρχε μια αντίστοιχη Χριστουγεννιάτικη ταινία της Pixar ή της Disney, να καταπιάνεται δηλαδή με τέτοια ζητήματα πλαισιωμένα από τέτοιες κατηγορίες ανθρώπων. Και σίγουρα έχει το ενδιαφέρον του.
Κάθε ήρωάς μας κουβαλάει μια προσωπική ιστορία που τον έσπρωξε στο δρόμο και το περιθώριο. Καθένας εξ αυτών θα έχει χρόνο να αποκαλύψει την ιστορία της ζωής του στην πορεία της ταινίας, παρά το γεγονός ότι δε θέλουν να θυμούνται. Ο Γκιν (Gin) είναι ο "μπαμπάς" αυτής της μικρής οικογένειας που έχουν σχηματίσει, η Χάνα (Hana) η "μαμά" και η Μιγιούκι (Miyuki) η "κόρη". Ο Γκιν αποκαλύπτει πως ήταν επαγγελματίας ποδηλάτης, όμως η καριέρα του τελείωσε γρήγορα, ενώ τα χρέη τον οδήγησαν στο δρόμο. Η Χάνα ήταν μια φημισμένη και επιτυχημένη drag queen, που μετά από κάποια γεγονότα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το καμπαρέ στο οποίο εμφανιζόταν. Η Μιγιούκι το έχει σκάσει απ' το σπίτι της 6 μήνες και δε θέλει να γυρίσει, παρά το γεγονός ότι, όπως φαίνεται, αυτό είναι δυνατόν. Οι τρεις τους, λοιπόν, έχοντας οικοδομήσει ένα κινητό σπίτι από χαρτόκουτα και μια μικρή, αλλά αγαπημένη, οικογένεια βρίσκουν ένα βρέφος στα σκουπίδια και αποφασίζουν να το πάνε στην οικογένεια του. Αποφασίζουν να μην αφήσουν ένα βρέφος να περάσει μόνο του τα Χριστούγεννα, την πιο γιορτινή μέρα του χρόνου, όπως λέει η Χάνα. Μέσα από μια σειρά απίθανων συμπτώσεων, οι ήρωές μας έρχονται αντιμέτωποι με το παρελθόν και τους προσωπικούς τους δαίμονες.
Η ταινία είναι βαθιά συγκινητική, αγγίζοντας το μελόδραμα, με έναν έντεχνο τρόπο, καθώς ισορροπεί πολύ αριστοτεχνικά το δραματικό και το κωμικό στοιχείο. Περιέχει πολύ καλά gags και ατάκες, χωρίς να λείπουν οι δακρύβρεχτες στιγμές. Μπορεί οι χαρακτήρες και οι διάλογοι τους να είναι στυλιζαρισμένοι, όμως τα σκηνικά στα οποία εκτυλίσσονται όλα αυτά είναι αρκετά ρεαλιστικά, τα οποία μας δείχνουν, όπως είπα, ένα Τόκιο που πιθανώς οι Ιάπωνες να μη θέλουν να βγει προς τα έξω.
Επιπλέον, δε θα μπορούσα να μην επισημάνω το σχόλιο που καταθέτει ο Κον με την ταινία του: μπορεί τελικά μια οικογένεια, η οποία έχει συσταθεί για την επιβίωση, όπου κάθε μέλος της έχει αναλάβει έναν ρόλο και όλοι είναι ίσοι ουσιαστικά, εφόσον πρόκειται στην πραγματικότητα για άστεγους, να λειτουργήσει (καλύτερα; από μια "κανονική" - εξ αίματος - οικογένεια); Οι γονείς που φέρνουν στη ζωή παιδιά συχνά είναι ανέτοιμοι να τα μεγαλώσουν και αυτό δημιουργεί διάφορα τραύματα τα οποία εγγράφονται στο παιδί. Η Χάνα φαίνεται να είναι έτοιμη από καιρό να γίνει μητέρα, όταν αποφασίζει - αυθαίρετα - να κρατήσει το παρατημένο βρέφος. Όμως το ίδιο έτοιμη είναι να το δώσει στη φυσική του μητέρα, όταν συνειδητοποιεί ότι δεν είναι δυνατόν για ένα παιδί να μεγαλώσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Ο Σατόσι Κον, ευτυχώς για μένα, δεν παίρνει κάποια ξεκάθαρη θέση. Μια καλή ταινία οφείλει να γεννά τα ερωτήματα και να αφήνει την απάντηση σε εμάς (αν υπάρχει κάποια).
Η ταινία, συν τοις άλλοις, είναι μια καλή ευκαιρία για να έρθετε σε επαφή με το σινεμά του Σατόσι Κον, να μεγαλώσετε την άνιμε γκάμα σας και να απολαύσετε παράλληλα μια διαφορετική Χριστουγεννιάτικη ταινία. Καλά σας Χριστούγεννα και καλή χρονιά. Ραντεβού στις 10 του Γενάρη!