Ας μιλήσουμε για τους «αόρατους» καλλιτέχνες της Ελλάδας

Για ποιο λόγο δε γνωρίζουμε τα ονόματα σύγχρονων ζωγράφων, γλυπτών, εικαστικών, animation artist, χορευτών και χορογράφων;
Διαβάστηκε φορες
Πριν μερικές εβδομάδες κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο μία είδηση σχετικά με την κατάργηση του μαθήματος των καλλιτεχνικών από το πρόγραμμα διδασκαλίας των σχολείων. Μετά την εξακρίβωση του αν πρόκειται ή όχι για fake news, έγινε ξεκάθαρο πως η κατάργηση της Μουσικής και των Καλλιτεχνικών αφορά το πρόγραμμα του Λυκείου και αυτό «φούντωσε» τις συζητήσεις σε πολλούς κύκλους - καλλιτεχνικούς, πολιτικούς, κοινωνιολογικούς. Όπως έγραψε και ο δικός μας Δημήτρης Καμπούρης σε σχετικό editorial «Θεωρώ αδιανόητο το γεγονός, ότι τα καλλιτεχνικά και η μουσική θα καταργηθούν από οποιαδήποτε βαθμίδα της δημόσιας παιδείας. Αυτό που χρειάζεται είναι ακριβώς το αντίθετο, και όχι μόνο για αυτά τα «ειδικά» μαθήματα ή πείτε τα και «δευτερεύοντα». Πρέπει να γίνει το σχολείο κοιτίδα πολιτισμού και ανθρωπισμού».

Με αφορμή όλα τα παραπάνω, έκρινα πως υπάρχει μεγάλη ανάγκη να μιλήσω για μία μερίδα καλλιτεχνών οι οποίοι είναι «αόρατοι» στη χώρα μας. Γενικότερα, ο καλλιτεχνικός χώρος αντιμετωπίζει μία υποβάθμιση η οποία εκφράστηκε πρόσφατα μέσω του κινήματος Support Art Workers. Παρόλα αυτά, εάν ασχοληθεί κανείς λίγο παραπάνω με τις επιμέρους κατηγορίες καλλιτεχνών, θα συνειδητοποιήσει ότι κάποιες μορφές τέχνης είναι περισσότερο ευνοημένες από άλλες. Για ποιο λόγο δε γνωρίζουμε τα ονόματα σύγχρονων ζωγράφων, γλυπτών, εικαστικών, animation artist, χορευτών και χορογράφων;


Ως λαός, δεν υπήρξαμε πάντα έτσι. Μέσα στον 20ο αιώνα αξίζει ενδεικτικά να αναφέρουμε ζωγράφους όπως Χατζηκυριάκος Γκίκας, Νίκος Εγγονόπουλος, Γιάννης Τσαρούχης, Αλέκος Φασιανός, Δημήτρης Μυταράς τα ονόματα των οποίων είναι οικεία θα λέγαμε στην πλειοψηφία τους. Ονόματα της τέχνης του χορού όπως η Κούλα Πράτσικα κι ο Γιάννης Φλερύ - μα ακόμα ποιος δεν έχει απολαύσει χορευτικά αποσπάσματα από τις κλασικές παλιές ελληνικές ταινίες με τον Βαγγέλη Σειληνό, την Μαρία Ιωαννίδου και τον Φώτη Μεταξόπουλο; Πιστέψτε με, τα ταλέντα της χώρας μας δε σταμάτησαν να καλλιεργούνται μετά την δεκαετία του '80: η έμπνευση στην Ελλάδα είναι αστείρευτη και η πολυμήχανη προσωπικότητα των Ελλήνων είναι γεγονός. Μόνο που πλέον το έργο των σύγχρονων καλλιτεχνών ιδιαιτέρως αυτών των χώρων παραμένει γνωστό κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς το ευρύ κοινό να έχει ιδέα για το πόσο συνεισφέρουν στην τέχνη τους, όπως έχει πχ. για έναν έντεχνο τραγουδιστή ή έναν ηθοποιό της τηλεόρασης.

Κάτι άλλο «στράβωσε» και δεν ερχόμαστε σε επαφή με τους συγκεκριμένους καλλιτέχνες, όπως για παράδειγμα ότι δεν τους δίνεται βήμα να εξελιχθούν και να αναπτυχθούν. Όπως είναι πολύ σαφές και σε άλλους χώρους της τέχνης, το «εμείς κι εμείς» ευνοεί ένα κλειστό κύκλωμα - οι διασυνδέσεις είναι το παν ακόμα και για να στήσεις μία επιτυχημένη έκθεση. Και μέσα σε αυτό το κλίμα, όταν πασχίζεις να τα βγάλεις πέρα με ένα-δυο πίνακες που πούλησες, το κράτος αποφασίζει ότι δεν έχεις θέση ούτε ως παιδαγωγός σε σχολείο: το μόνο σταθερό στήριγμα που έχεις για τον βιοπορισμό σου, λοιπόν, χάνεται κι αυτό.

Πίνακας του Νίκου Χατζηκυριάκου - Γκίκα «Γλέντι στο Ακρογιάλι» (1931)

Έτσι λοιπόν, στρέφεσαι στην ιδιωτική (παρα)παιδεία η οποία, λόγω της φύσης του επαγγέλματος, σε αφήνει εκτεθειμένο τόσο ενώπιον του κράτους όσο και του εκάστοτε εργοδότη. Ας σημειωθεί πως το Γραμμικό και Ελεύθερο Σχέδιο αποτελούν προαπαιτούμενα μαθήματα που εξετάζονται πανελλαδικώς για την εισαγωγή σε τμήματα Πολυτεχνικών σχολών καθώς και στις σχολές Καλών Τεχνών, ενώ για την εισαγωγή στα τμήματα Μουσικών Σπουδών του ΕΚΠΑ και του ΑΠΘ απαιτούνται οι εξετάσεις στα μαθήματα «Αρμονία» και «Έλεγχος μουσικών ακουστικών ικανοτήτων». Το παράλογο της υπόθεσης είναι πως ο κρατικός μηχανισμός απαιτεί για την εισαγωγή φοιτητών σε δημόσια πανεπιστήμια την επιτυχή εξέταση στα παραπάνω μαθήματα, χωρίς όμως να τα παρέχει στο ωρολόγιο πρόγραμμα των δημόσιων σχολείων, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μαθαίνουν από νωρίς ότι η τέχνη που διάλεξαν είναι για λίγους και θα κινείται πάντα στα πλαίσια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.  

Σκεφτείτε, ένας χορευτής που καταπονεί το σώμα του από πολύ νεαρή ηλικία, που κανένας μισθός δεν μπορεί να αποκαταστήσει την φθορά της ψυχής και του σώματος που βιώνει, βρίσκεται μπροστά σε μία εργασιακή πραγματικότητα που τον ισοπεδώνει. Παραδοσιακά, ο χορός δεν ήταν ποτέ μέσα στα σχολεία, παρά μόνο στα Καλλιτεχνικά Γυμνάσια - Λύκεια, τα οποία δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες που υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα καθώς δέχονται συγκεκριμένο αριθμό μαθητών μέσω εξετάσεων. Πόσες χορευτικές παραστάσεις πραγματοποιούνται ετησίως, έχετε σκεφτεί; Υπάρχει κάποιο ινστιτούτο που να προωθεί σοβαρά τον χορό στην Ελλάδα; Όσοι είναι εξαιρετικά ταλαντούχοι (και ίσως λίγο παραπάνω τυχεροί) καταφέρνουν να συνδυάζουν 1-2 παραστάσεις με την διδασκαλία ενώ οι περισσότεροι συμβιβάζονται μόνο με την δεύτερη ή φεύγουν στο εξωτερικό. Είναι αυτό το όνειρο ενός νέου όταν τελειώνει την επαγγελματική σχολή; Σας διαβεβαιώνω πως όχι...

Το ζήτημα, επομένως, της κατάργησης καλλιτεχνικών μαθημάτων δεν σχετίζεται μόνο με τον αποδέκτη της διδασκαλίας (τον μαθητή) αλλά και με τον επαγγελματία που βρίσκεται μετέωρος σε μία πραγματικότητα όπου διαρκώς υποβαθμίζεται το αντικείμενό του. Παράλληλα, η κατάσταση δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο διαιωνίζοντας στις επόμενες γενιές αυτή τη νοοτροπία.

Σε όλα τα παραπάνω πολύ σημαντικό ρόλο παίζουν οι θεσμοί της παιδείας και εκπαίδευσης καθώς και η περιρρέουσα κουλτούρα που ευνοεί κυρίως το «Μάθε παιδί μου γράμματα, για να έχεις μία δουλίτσα ασφαλή και να βγάλεις λεφτά». Κακά τα ψέματα, η παγκόσμια τάση ευνοεί περισσότερο τις σπουδές που εξειδικεύουν τους νέους στην παροχή υπηρεσιών, λόγω της μίας κάποιας σταθερότητας στην αγορά εργασίας- δεν είναι αποκλειστικότητα δηλαδή της χώρας μας. Εάν θέλουμε, όμως, να είμαστε περήφανοι όχι μόνο για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, αλλά και για έναν πολιτισμό με σύγχρονη υπόσταση, είναι θεμιτό στην Ελλάδα να ανοίξουμε νέες διόδους σκέψης και να «αγκαλιάσουμε» ξανά την ομορφιά της Τέχνης. Να αποδείξουμε ότι κάθε καλλιτέχνης και κάθε επιθυμία ενασχόλησης με την Τέχνη έχει να προσφέρει στην κοινωνία πολλά περισσότερα από την οικονομική ευημερία: καλλιέργεια και σεβασμό προς όλους.

Η φωτογραφία εξωφύλλου ανήκει στον Παύλο Βριονίδη και απεικονίζει απόσπασμα του έργου «Τάματα» της ομάδας του Φώτη Νικολάου, που θα παρουσιαστεί στο 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας (21 - 31 Αυγούστου).

Αξιολόγηση
Βαθμολογήστε το άρθρο
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα