Με αφορμή την ανακοίνωση της απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Μπομπ Ντίλαν ο Φοίβος Δεληβοριάς δημοσίευση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης το παρακάτω κείμενο για εκείνον.
"Ο 20ός αιώνας ήταν μεταξύ άλλων κι ο αιώνας κατά τον οποίο η ποίηση ανακοίνωσε τον θάνατό της.
"Ο 20ός αιώνας ήταν μεταξύ άλλων κι ο αιώνας κατά τον οποίο η ποίηση ανακοίνωσε τον θάνατό της.
Από το 1900 κιόλας, δύο ήταν τα είδη φωνής που έβγαιναν από το στόμα των σελίδων των καινούργιων ποιητών. Η μία φώναζε για αναπαρθένευση, για μια νέα αμεσότητα που θα ξανάφερνε την ποίηση ,έστω και με τη βία, αντιμέτωπη με τη ζωή(ντανταϊστές, υπερρεαλιστές, φουτουριστές, μπίτνικς κλπ.). Η άλλη δεν άφηνε κανένα τέτοιο περιθώριο: η ποίηση είχε πεθάνει γιατί ο σύγχρονος άνθρωπος είχε πετάξει απ’ τη ζωή του το πνεύμα που την έκανε να ζει.
Οπότε το μόνο που έμενε ήταν το ξενύχτισμα, η συνομιλία με τον νεκρό, η βουτιά στα υπάρχοντά του μήπως βρεθεί κάτι πολύτιμο, κάποια πνευματική διαθήκη με αιώνιο αντίκρισμα (Έλιοτ, Πάουντ , Σεφέρης κλπ.).
Στη δεκαετία του ’60 ακούστηκε μια τρίτη φωνή. Μια έρρινη φωνή με συνοδεία κακοπαιγμένης κιθάρας και φυσαρμόνικας. Η μουσική που την συνόδευε έμοιαζε να’ ναι μια ανυπόκριτη συνομιλία με τις νεκρές ρίζες της αμερικανικής ή της ελισαβετιανής τραγουδοποιητικής παράδοσης.
Ο στίχος όμως δεν έκρυβε καθόλου την βίαιη, αγχώδη διάθεσή του να μιλήσει για κάτι που υπάρχει, που είναι ζωντανό, που αν πεθάνει, θα πεθάνουμε κι εμείς. Αυτό το μίγμα ,που άκουγε στο όνομα Μπομπ Ντίλαν, υπήρξε το πιο επιτυχημένο όχημα για να γίνει υπόθεση και του πιο απλού ανθρώπου το πρόβλημα που απασχολούσε τους ποιητές από το 1900 και μετά.
Το ότι απλοί άνθρωποι όπως οι Μπιτλς ή ο Σπρίνγκστιν πήγαν το αίτημα αυτό στην κορυφή της αγοράς του λαϊκού τραγουδιού το οφείλουμε στην δύναμη της επιρροής του Ντίλαν. Το ότι προσωπικότητες όπως ο Κοέν, η Τζόνι Μίτσελ, ο Νικ Κέιβ ταξίδεψαν αυτήν την τέχνη ως τα πνευματικά της πέρατα, το οφείλουμε πάλι στο δικό του κάψιμο.
Ένα Νόμπελ λογοτεχνίας δεν βοηθάει φυσικά τον ίδιο, που έτσι κι αλλιώς περιφέρεται τσουρουφλισμένος από πόλη σε πόλη κάνοντας το πιο έντιμο που θα μπορούσε, μην αφήνοντας δηλ. ούτε ίχνος του μύθου του που να μην το καταστρέψει. Βοηθάει όμως την ίδια τη λογοτεχνία.
Γιατί για πρώτη φορά δεν βραβεύεται ένας ποιητής ή ένας συγγραφέας, αλλά ένα ζωντανό σχήμα λόγου, μία ανθρώπινη παρομοίωση ή μεταφορά του θανάτου της ή της μοναδικής ελπίδας της για ζωή- όπως το δει κανείς"