Ήμουν υποθέτω ο μεγαλύτερος αδελφός που ποτέ δεν είχε. Φευγάτη από το σπίτι από πολύ μικρή, με τις αδρεναλίνες να τρέχουν, η Georgia είχε σαν έντιμο άλλοθι την μουσική. Ότι μαλακία και να έκανε, θα την δικαιολογούσε γιατί την τραγούδησε πρώτα ο Cave, η ο Johnny Cash, η κάποιος άλλος.
Έφυγε τον περασμένο Μάιο στα 31 και το έμαθα μόλις χθες. Είχε το συνηθειο να εξαφανίζεται μήνες, χωρίς ούτε ένα τηλεφώνημα, κάτι, και ξαφνικά να εμφανίζεται μπροστά μου με μια νέα απίθανη ιστορία στις αποσκευές της, κάπου μπλεγμένη πάλι, ψάχνοντας στην ουσία διέξοδο ξανά από τον ίδιο της τον εαυτό. Ήξερα καλά, πως τα μισά από όσα μου λέει είναι ψέματα, ανάκατα με κάποια αλήθεια, που κι αυτή χανόταν τελικά μέσα στην ίδια την ιστορία.
Μπορούσε να με πάρει τηλέφωνο στις 3 το πρωί, για να μου πει πως μόλις πλάκωσε κάποιον στο ξύλο, μέσα στον δρόμο, γιατί προσπάθησε να της πάρει την τσάντα, και πως όταν έφτασε η αστυνομία την εκλιπαρούσε να σταματήσει να τον δέρνει... τέτοια πράγματα. Στην ουσία, ήταν απλά ένα παιδί που ήθελε απεγνωσμένα την προσοχή σου για λίγο, μέχρι να ισορροπήσει με τις ανασφάλειες της, που και πάλι ξέσπασαν, πάλι βγήκαν, με κάποια απλή αφορμή που στα δικά της μάτια φάνταζε σαν μεγάλο γεγονός.
Ναι, ήταν ευαίσθητη, ναι, σε υπερβολικό βαθμό, και για αυτό ίσως και βουτηγμένη στην μουσική. Garage όσο δεν παίρνει, κάτι Kinks και Yardbirds μαζί, και βέβαια όλα τα νεότερα, κάθε τι νέο που έβγαινε και της αιχμαλώτιζε την προσοχή για λίγο έστω. Ήταν όμορφη με ένα παράξενο τρόπο, μα δεν την είδα ποτέ σαν γκόμενα, και οι γυναίκες έχουν ένστικτα σε αυτά, τα πιάνουν, κι έτσι ένιωθε ασφαλής μαζί μου, ήρεμη. Μου άρεσε να την πειράζω, μα ήξερε βέβαια, πως απλά έπαιζα, πως μου άρεσε πολύ να την κάνω να θυμώνει, και να μου λέει πως οι εκπομπές μου είναι σκέτη μάπα, και τα όσα γράφω δεν έχουν καμία αξία. Μετά δεν άντεχα, έσκαγα απότομα στα γέλια, και το ίδιο έκανε και αυτή βέβαια.
Η Georgia είχε δυο μεγάλες αδυναμίες, τη μουσική και τις μοτοσυκλέτες. Και τα δυο, στο επίκεντρο μιας ζωής αφιερωμένης στους γκόμενους. Σπονδή. Την θυμάμαι μετά από την συναυλία του Steve Wynn, να με ψάχνει μέσα στα μεσάνυχτα για να της πω τι ακριβώς να κάνει με τον νέο τυπά που έμπλεξε, και που τις φέρεται τόσο άσχημα (όπως όλοι) και που πριν από λίγο την χτύπησε και την απείλησε, και που τελικά 'όλοι σκατα είναι'. Την ηρεμούσα, τα λέγαμε, κι υστέρα χανόταν πάλι για μήνες.
Είναι μεγάλη ιστορία το πως γνωριστήκαμε, και βέβαια έχει να κάνει με τη μουσική. Την έχω πετυχει με δέκα ευρώ στην τσέπη, και να πηγαίνουν τελικά και τα δέκα σε έναν περαστικό που δεν είχε να φάει, αυτή ήταν. Αντιφατική, αυτοκαταστροφική, και θαυμάσια μαζί. Ή κάτι τέτοιο. Είχε κάβα δε, κάθε μα κάθε mail από κάθε γκόμενο ξεχωριστά, από όλους. Φακελωμένοι οι πάντες, 'για μια ώρα ανάγκης' μου έλεγε, κι εγώ χαμογελούσα.
Αγαπούσε ιδιαίτερα το live των My Morning Jacket η Georgia, το λάτρευε μανιασμένα, και την θυμάμαι να ουρλιάζει σχεδόν πως 'είναι το καλύτερο live album που ηχογραφήθηκε ποτέ'. Νύχτες και νύχτες, το live αυτό ήταν η μοναδική της παρέα, όταν τα φώτα έσβηναν, και οι φίλοι επέστρεφαν στις αληθινές ζωές τους. Όταν ξέμενε, στην ζωή που δεν είχε, όπως την θυμάμαι να μου λέει κάποιο βράδυ.
Η Georgia ζούσε τελικά μάλλον κάπου χαμένη ανάμεσα στην πραγματικότητα και την φαντασία, μα όμως κάπου εκεί ανάμεσα δεν ζούμε και όλοι μας τελικά; Ίσως εκείνη, ξεχάστηκε απλά για αρκετή ώρα στην αντίπερα όχθη. Εκεί που τα πάντα μπορούν να συμβούν μέσα στον κόσμο του ονείρου, και να μοιάζουν, να είναι ίσως, έστω για μια και μόνο ιδανική στιγμή, πραγματικότητα.
Δεν θα μου λείψει στ'αληθεια, γιατί αυτό που μας έδενε ήταν έντιμο και μας ξεπερνούσε, ήταν μια αληθινή φιλία χωρίς εγωισμό, κάτι που δεν γύρευε καμία συνέπεια, καμία αναγνώριση, τίποτα τέτοιο, τίποτα τυπικό δηλαδή. Θα βρίσκεται πάντα κάπου χωμένη στον ήχο των My Morning Jacket, κάποιες νύχτες που δεν θα έχω όρεξη να βγω έξω...
Έφυγε τον περασμένο Μάιο στα 31 και το έμαθα μόλις χθες. Είχε το συνηθειο να εξαφανίζεται μήνες, χωρίς ούτε ένα τηλεφώνημα, κάτι, και ξαφνικά να εμφανίζεται μπροστά μου με μια νέα απίθανη ιστορία στις αποσκευές της, κάπου μπλεγμένη πάλι, ψάχνοντας στην ουσία διέξοδο ξανά από τον ίδιο της τον εαυτό. Ήξερα καλά, πως τα μισά από όσα μου λέει είναι ψέματα, ανάκατα με κάποια αλήθεια, που κι αυτή χανόταν τελικά μέσα στην ίδια την ιστορία.
Μπορούσε να με πάρει τηλέφωνο στις 3 το πρωί, για να μου πει πως μόλις πλάκωσε κάποιον στο ξύλο, μέσα στον δρόμο, γιατί προσπάθησε να της πάρει την τσάντα, και πως όταν έφτασε η αστυνομία την εκλιπαρούσε να σταματήσει να τον δέρνει... τέτοια πράγματα. Στην ουσία, ήταν απλά ένα παιδί που ήθελε απεγνωσμένα την προσοχή σου για λίγο, μέχρι να ισορροπήσει με τις ανασφάλειες της, που και πάλι ξέσπασαν, πάλι βγήκαν, με κάποια απλή αφορμή που στα δικά της μάτια φάνταζε σαν μεγάλο γεγονός.
Ναι, ήταν ευαίσθητη, ναι, σε υπερβολικό βαθμό, και για αυτό ίσως και βουτηγμένη στην μουσική. Garage όσο δεν παίρνει, κάτι Kinks και Yardbirds μαζί, και βέβαια όλα τα νεότερα, κάθε τι νέο που έβγαινε και της αιχμαλώτιζε την προσοχή για λίγο έστω. Ήταν όμορφη με ένα παράξενο τρόπο, μα δεν την είδα ποτέ σαν γκόμενα, και οι γυναίκες έχουν ένστικτα σε αυτά, τα πιάνουν, κι έτσι ένιωθε ασφαλής μαζί μου, ήρεμη. Μου άρεσε να την πειράζω, μα ήξερε βέβαια, πως απλά έπαιζα, πως μου άρεσε πολύ να την κάνω να θυμώνει, και να μου λέει πως οι εκπομπές μου είναι σκέτη μάπα, και τα όσα γράφω δεν έχουν καμία αξία. Μετά δεν άντεχα, έσκαγα απότομα στα γέλια, και το ίδιο έκανε και αυτή βέβαια.
Η Georgia είχε δυο μεγάλες αδυναμίες, τη μουσική και τις μοτοσυκλέτες. Και τα δυο, στο επίκεντρο μιας ζωής αφιερωμένης στους γκόμενους. Σπονδή. Την θυμάμαι μετά από την συναυλία του Steve Wynn, να με ψάχνει μέσα στα μεσάνυχτα για να της πω τι ακριβώς να κάνει με τον νέο τυπά που έμπλεξε, και που τις φέρεται τόσο άσχημα (όπως όλοι) και που πριν από λίγο την χτύπησε και την απείλησε, και που τελικά 'όλοι σκατα είναι'. Την ηρεμούσα, τα λέγαμε, κι υστέρα χανόταν πάλι για μήνες.
Είναι μεγάλη ιστορία το πως γνωριστήκαμε, και βέβαια έχει να κάνει με τη μουσική. Την έχω πετυχει με δέκα ευρώ στην τσέπη, και να πηγαίνουν τελικά και τα δέκα σε έναν περαστικό που δεν είχε να φάει, αυτή ήταν. Αντιφατική, αυτοκαταστροφική, και θαυμάσια μαζί. Ή κάτι τέτοιο. Είχε κάβα δε, κάθε μα κάθε mail από κάθε γκόμενο ξεχωριστά, από όλους. Φακελωμένοι οι πάντες, 'για μια ώρα ανάγκης' μου έλεγε, κι εγώ χαμογελούσα.
Αγαπούσε ιδιαίτερα το live των My Morning Jacket η Georgia, το λάτρευε μανιασμένα, και την θυμάμαι να ουρλιάζει σχεδόν πως 'είναι το καλύτερο live album που ηχογραφήθηκε ποτέ'. Νύχτες και νύχτες, το live αυτό ήταν η μοναδική της παρέα, όταν τα φώτα έσβηναν, και οι φίλοι επέστρεφαν στις αληθινές ζωές τους. Όταν ξέμενε, στην ζωή που δεν είχε, όπως την θυμάμαι να μου λέει κάποιο βράδυ.
Η Georgia ζούσε τελικά μάλλον κάπου χαμένη ανάμεσα στην πραγματικότητα και την φαντασία, μα όμως κάπου εκεί ανάμεσα δεν ζούμε και όλοι μας τελικά; Ίσως εκείνη, ξεχάστηκε απλά για αρκετή ώρα στην αντίπερα όχθη. Εκεί που τα πάντα μπορούν να συμβούν μέσα στον κόσμο του ονείρου, και να μοιάζουν, να είναι ίσως, έστω για μια και μόνο ιδανική στιγμή, πραγματικότητα.
Δεν θα μου λείψει στ'αληθεια, γιατί αυτό που μας έδενε ήταν έντιμο και μας ξεπερνούσε, ήταν μια αληθινή φιλία χωρίς εγωισμό, κάτι που δεν γύρευε καμία συνέπεια, καμία αναγνώριση, τίποτα τέτοιο, τίποτα τυπικό δηλαδή. Θα βρίσκεται πάντα κάπου χωμένη στον ήχο των My Morning Jacket, κάποιες νύχτες που δεν θα έχω όρεξη να βγω έξω...