Μία από τις πιο σημαντικές γυναικείες φωνές του λαϊκού τραγουδιού, η Πολύ Πάνου, πήρε τη στράτα για την Γειτονιά των Αγγέλων.
Γεννημένη την ημέρα του Όχι (28/10/1940) στην Αθήνα, μεγάλωσε στη Πάτρα, όπου έγινε γνωστή για την εξαιρετική φωνή και τη συμμετοχή της σε ένα διαγωνισμό ταλέντων της Πάτρας, όπου πήρε το πρώτο βραβείο.
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, το 1951. ήταν ο άνθρωπος που την ανακάλυψε και την βοήθησε να μπει στη δισκογραφία. Επίσης ήταν ο καλλιτεχνικός της νονός μια και το πραγματικό της όνομα Πολυτίμη Κολιοπάνου, το μετέτρεψε σε Πόλυ Πάνου.
Κάπως έτσι ξεκίνησε την μουσική της πορεία. Στο πλάι του Γρηγόρη Μπιθικώτση, εμφανίζεται στην Πάτρα, το Αγρίνιο και την Αθήνα κι από εκεί στα studios της Columbia όπου τον Σεπτέμβριο του 1952 ηχογραφεί το πρώτο της τραγούδι με τίτλο "Πήρα τη στράτα τη κακιά" του Γρηγόρη Μπιθικώτση, σε δίσκο 78 στροφών.
"Εγώ, πριν απ’ όλα, για τον εαυτό μου τραγούδησα, τραγουδούσα, τραγουδάω. Σ’ εμένα έδινα και δίνω πάντα λογαριασμό. Χωρίς τρακ, χωρίς τίποτα. Είχα, κι έχω πάντα, μεγάλο, πολύ μεγάλο πάθος. Το αγάπησα πολύ το λαϊκό τραγούδι. Και μπήκα μέσα κι έδωσα όλον μου τον εαυτό. Του Γρηγόρη Μπιθικώτση, το χαρτί που μου ‘δωσε, εγώ δεν το ‘καψα. Δεν υπήρχε περίπτωση να το κάψω!" δήλωνε η ίδια σε παλιότερη συνέντευξή της.
Το 1956 ηχογραφεί το τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα, με τίτλο "Να πας να πεις της μάνας μου". Το τραγούδι γίνεται επιτυχία, αλλά ακολουθούν ακόμα μεγαλύτερες, τραγούδια διαχρονικά που ακούγονται ως σήμερα, όπως τα: “Ένα σφάλμα έκανα”" του Θεόδωρου Δερβενιώτη,"Μες στην πολλή σκοτούρα μου" του Βασίλη Τσιτσάνη, "Φέρτε μια κούπα με κρασί" του Απόστολου Καλδάρα, "Πάρε το δαχτυλίδι μου", "Καυγαδάκι" του Γιώργου Μητσάκη.
Το 1957 συνεργάζεται με τον Βασίλη Τσιτσάνη και λίγο αργότερα το 1961 με τον Γιάννη Παπαιώαννου, ενώ το 1963 στο κέντρο Φαληρικόν με τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα.
Το 1963 συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον Σταύρο Ξαρχάκο και τραγουδάει στη ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη "Τα κόκκινα φανάρια".
Το 1966 ιδρύει την δισκογραφική εταιρεία "Βεντέτα" μαζί με τον Πάνο Γαβαλά. Σε αυτήν ηχογραφούν μεγάλα ονόματα της εποχής, όπως η Τζένη Βάνου, ο Μανώλης Αγγελόπουλος, ο Χρηστάκης, αλλά και ο Πάνος Γαβαλάς και η Πόλυ Πάνου. Με την ετικέτα αυτή κυκλοφορεί και το τραγούδι "Τι σου 'κανα και πίνεις"των Μίμη Πλέσσα και Λευτέρη Παπαδόπουλου, που όμως έγινε μεγάλη επιτυχία, δεκαετίες αργότερα, με τη φωνή της Μελίνας Ασλανίδου.
Το 1970 επιστρέφει στη Columbia όπου κάνει μια σειρά από δίσκους όπως "Τελεία και παύλα", "Παλιό ρεμπέτικο στέκι", "Νεώτερα κι ανώτερα" χωρίς κάποια ιδιαίτερη επιτυχία.
Το 1995 εμφανίζεται στη μουσική παράσταση του Σταύρου Ξαρχάκου Αμάν Αμήν, ενώ το 1997 κυκλοφορεί από τη Lyra ο δίσκος "Ένα τραγούδι για τον Πειραιά" πού ήταν και ο τελευταίος προσωπικός της δίσκος.
Η Πόλυ Πάνου εμφανίζεται στην Ελληνική μουσική σκηνή την εποχή που το λαϊκό τραγούδι παίρνει τη σκυτάλη από το ρεμπέτικο. Σπουδαίοι δημιουργοί εμφανίζονται στο προσκήνιο όπως ο Τσιτσάνης, ο Παπαιωάννου, ο Δερβενιώτης, ο Καλδάρας, ο Ζαμπέτας, ο Μητσάκης και γράφουν τραγούδια για νέα χρυσή γενιά ερμηνευτών της δεκαετίας του 50. Καζαντζίδης, Γαβαλάς, Μπιθικώτσης, Γιώτα Λύδια, Καίτη Γκρέυ και Πόλυ Πάνου. Όλο το πάνθεον της λαϊκής μουσικής, που κυριαρχεί τις επόμενες δεκαετίες.
Αναμφισβήτητα. η βαριά σε μέταλλο και συναίσθημα φωνή της Πόλυς Πάνου κατέχει εξέχουσα θέση στην ιστορία της Ελληνικής μουσικής.
Γεννημένη την ημέρα του Όχι (28/10/1940) στην Αθήνα, μεγάλωσε στη Πάτρα, όπου έγινε γνωστή για την εξαιρετική φωνή και τη συμμετοχή της σε ένα διαγωνισμό ταλέντων της Πάτρας, όπου πήρε το πρώτο βραβείο.
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, το 1951. ήταν ο άνθρωπος που την ανακάλυψε και την βοήθησε να μπει στη δισκογραφία. Επίσης ήταν ο καλλιτεχνικός της νονός μια και το πραγματικό της όνομα Πολυτίμη Κολιοπάνου, το μετέτρεψε σε Πόλυ Πάνου.
Κάπως έτσι ξεκίνησε την μουσική της πορεία. Στο πλάι του Γρηγόρη Μπιθικώτση, εμφανίζεται στην Πάτρα, το Αγρίνιο και την Αθήνα κι από εκεί στα studios της Columbia όπου τον Σεπτέμβριο του 1952 ηχογραφεί το πρώτο της τραγούδι με τίτλο "Πήρα τη στράτα τη κακιά" του Γρηγόρη Μπιθικώτση, σε δίσκο 78 στροφών.
"Εγώ, πριν απ’ όλα, για τον εαυτό μου τραγούδησα, τραγουδούσα, τραγουδάω. Σ’ εμένα έδινα και δίνω πάντα λογαριασμό. Χωρίς τρακ, χωρίς τίποτα. Είχα, κι έχω πάντα, μεγάλο, πολύ μεγάλο πάθος. Το αγάπησα πολύ το λαϊκό τραγούδι. Και μπήκα μέσα κι έδωσα όλον μου τον εαυτό. Του Γρηγόρη Μπιθικώτση, το χαρτί που μου ‘δωσε, εγώ δεν το ‘καψα. Δεν υπήρχε περίπτωση να το κάψω!" δήλωνε η ίδια σε παλιότερη συνέντευξή της.
Το 1956 ηχογραφεί το τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα, με τίτλο "Να πας να πεις της μάνας μου". Το τραγούδι γίνεται επιτυχία, αλλά ακολουθούν ακόμα μεγαλύτερες, τραγούδια διαχρονικά που ακούγονται ως σήμερα, όπως τα: “Ένα σφάλμα έκανα”" του Θεόδωρου Δερβενιώτη,"Μες στην πολλή σκοτούρα μου" του Βασίλη Τσιτσάνη, "Φέρτε μια κούπα με κρασί" του Απόστολου Καλδάρα, "Πάρε το δαχτυλίδι μου", "Καυγαδάκι" του Γιώργου Μητσάκη.
Το 1957 συνεργάζεται με τον Βασίλη Τσιτσάνη και λίγο αργότερα το 1961 με τον Γιάννη Παπαιώαννου, ενώ το 1963 στο κέντρο Φαληρικόν με τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα.
Το 1963 συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον Σταύρο Ξαρχάκο και τραγουδάει στη ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη "Τα κόκκινα φανάρια".
Το 1966 ιδρύει την δισκογραφική εταιρεία "Βεντέτα" μαζί με τον Πάνο Γαβαλά. Σε αυτήν ηχογραφούν μεγάλα ονόματα της εποχής, όπως η Τζένη Βάνου, ο Μανώλης Αγγελόπουλος, ο Χρηστάκης, αλλά και ο Πάνος Γαβαλάς και η Πόλυ Πάνου. Με την ετικέτα αυτή κυκλοφορεί και το τραγούδι "Τι σου 'κανα και πίνεις"των Μίμη Πλέσσα και Λευτέρη Παπαδόπουλου, που όμως έγινε μεγάλη επιτυχία, δεκαετίες αργότερα, με τη φωνή της Μελίνας Ασλανίδου.
Το 1970 επιστρέφει στη Columbia όπου κάνει μια σειρά από δίσκους όπως "Τελεία και παύλα", "Παλιό ρεμπέτικο στέκι", "Νεώτερα κι ανώτερα" χωρίς κάποια ιδιαίτερη επιτυχία.
Το 1995 εμφανίζεται στη μουσική παράσταση του Σταύρου Ξαρχάκου Αμάν Αμήν, ενώ το 1997 κυκλοφορεί από τη Lyra ο δίσκος "Ένα τραγούδι για τον Πειραιά" πού ήταν και ο τελευταίος προσωπικός της δίσκος.
Η Πόλυ Πάνου εμφανίζεται στην Ελληνική μουσική σκηνή την εποχή που το λαϊκό τραγούδι παίρνει τη σκυτάλη από το ρεμπέτικο. Σπουδαίοι δημιουργοί εμφανίζονται στο προσκήνιο όπως ο Τσιτσάνης, ο Παπαιωάννου, ο Δερβενιώτης, ο Καλδάρας, ο Ζαμπέτας, ο Μητσάκης και γράφουν τραγούδια για νέα χρυσή γενιά ερμηνευτών της δεκαετίας του 50. Καζαντζίδης, Γαβαλάς, Μπιθικώτσης, Γιώτα Λύδια, Καίτη Γκρέυ και Πόλυ Πάνου. Όλο το πάνθεον της λαϊκής μουσικής, που κυριαρχεί τις επόμενες δεκαετίες.
Αναμφισβήτητα. η βαριά σε μέταλλο και συναίσθημα φωνή της Πόλυς Πάνου κατέχει εξέχουσα θέση στην ιστορία της Ελληνικής μουσικής.
Σχετικό θέμα