Whatever makes us happy on a Sunday morning: 'Η κυρία του επάνω ορόφου'

"Η κυρία του επάνω ορόφου, κάθε βράδυ στις οκτώ, έπαιζε την «ωδή στη χαρά». Όλες οι νότες μπερδεύονταν, χαρούμενα και μελαγχολικά, με τα δάχτυλα της κυρίας στα πλήκτρα, και «η ωδή στη χαρά» με κατέκλυζε."
Διαβάστηκε φορες
Η κυρία του επάνω ορόφου, κάθε βράδυ στις οκτώ, έπαιζε την «ωδή στη χαρά». Όλες οι νότες μπερδεύονταν, χαρούμενα και μελαγχολικά, με τα δάχτυλα της κυρίας στα πλήκτρα και «η ωδή στη χαρά» με κατέκλυζε. Κάθε βράδυ στις οκτώ, φρόντιζα να είμαι σπίτι για να μη χάσω αυτή τη μοναδική παράσταση.

*

Οι ζωές μας, πολυκατοικίες με κενά και γεμάτα διαμερίσματα, με ανθρώπους να έρχονται και να φεύγουν. Έτσι, ένιωσα όταν αποχαιρέτισα τους παλιούς μου φίλους ερχόμενος στην Αθήνα να βρω δουλειά  και μάλλον κάπως έτσι ένιωσαν και αυτοί.  Άδειασα το διαμέρισμα μου στην καθημερινότητα τους για να ζήσω σε αυτό στα Εξάρχεια.

Πίστευα ότι ένας τόπος είναι οι άνθρωποι του.  Η επιβεβαίωση αυτού ήρθε, όταν καθώς προσπαθούσα με τα χέρια φορτωμένα πράγματα από το σούπερ-μάρκετ, να ανοίξω την πόρτα της πολυκατοικίας, γνώρισα μια καλοστεκούμενη ηλικιωμένη κυρία, η οποία έσπευσε να μου ανοίξει κατανοώντας την αδυναμία μου. Παρατηρώντας την, κάπως περισσότερο από μια κλεφτή ματιά, μου προκλήθηκε ένα οικείο  αίσθημα. Αυτό το αίσθημα χαράς να με κατακλύζει και να αρχίζει να παίζει νότες στην καρδιά μου. Μι ντο ρε μι λα λα. Αφού μου χαμογέλασε και την ευχαρίστησα μπήκε στο ασανσέρ και εγώ στο ισόγειο διαμέρισμα μου. Ήταν, ίσως, η μοναδική που συναντούσα σε αυτήν την ξένη πόλη, που ήθελα να μάθω τα πάντα για αυτήν. Ήθελα να γίνει συγγενής μου, άνθρωπος μου.

*

Ήρθε η άνοιξη και δεν είχα ξαναδεί εκείνη την κυρία με το φθαρμένο σακάκι και το στητό ανάστημα . Δεν την είχα ξεχάσει διόλου, αλλά η Αθήνα το χειμώνα σε ρίχνει πιο βαθιά στις σκέψεις σου, αδρανοποιώντας κάθε άλλη επιθυμία. Αφυπνισμένος πια, αποφάσισα να ψάξω τα ονόματα στα κουδούνια της πολυκατοικίας. Δέκα διαφορετικά κουδούνια, δέκα διαφορετικά ονόματα. Τόσο καιρό στην πολυκατοικία και δεν είχα συναντήσει κανέναν από τους ενοίκους. Τα τρία από αυτά αποκλείστηκαν λόγω αντρικού ονόματος. Χρειαζόμουν ένα χαρτί να τα γράψω. Στα σκαλοπάτια, στην είσοδο, κείτονταν σκόρπια διάφορα διαφημιστικά φυλλάδια. Τότε, ξύπνησε και η ιδέα.

*

Από μικρό παιδί αγαπούσα το Σάββατο, ήταν πάντα η μέρα που μπορούσες να αφιερώσεις στον εαυτό σου και στους άλλους. Εκείνο το Σάββατο, όμως, θα ήταν διαφορετικό από τα προηγούμενα. Έχοντας στα χέρια ένα μάτσο από διαφημιστικά φυλλάδια περιφερόμουν στην πολυκατοικία και χτύπαγα όλες τις πιθανές πόρτες, ξεκινώντας από τα διαμερίσματα των τελευταίων ορόφων.  Στον πρώτο όροφο, άνοιξε εκείνη. Είχα φτάσει στο στόχο μου. Φόραγε μια λεπτή ζακέτα, και από πάνω τη μαγειρική της ποδιά.
«Καλησπέρα, μήπως ενοχλώ;» ρώτησα.
«Όχι παιδί μου, είμαι μεγάλη γυναίκα. Τι έχω να κάνω όλη μέρα;»  μού απάντησε.
«Μοιράζω φυλλάδια για μια ταβέρνα, που άνοιξε, εδώ στη γειτονιά, να σας αφήσω ένα;»
«Βεβαίως παιδί μου, αν και δεν νομίζω ότι θα μου χρειαστούν. Πέρνα μέσα. Μη στέκεσαι στην πόρτα. Να σε κεράσω κάτι;»
Στεκόμουν σαστισμένος στην πόρτα κρατώντας  ό,τι φυλλάδιο είχε απομείνει και κοιτώντας το πιάνο, που απλωνόταν από το σαλόνι μέχρι και την κουζίνα.  Αυτό το πιάνο και αυτή η κυρία ήταν η μοναδική μου παρέα μου για όλο το χειμώνα. Μι ντο ρε μι λα λα.
«Όχι, σας ευχαριστώ. Έχω πολλή δουλειά, ακόμα.» απάντησα, τη χαιρέτησα και κατέβηκα στο διαμέρισμα μου.

*

Όλη την υπόλοιπη μέρα αναρωτιόμουν τι έπαθα αυτά τα είκοσι δευτερόλεπτα και δεν απάντησα αυτό, που πραγματικά ήθελα. Γιατί, τουλάχιστον, δεν έπεσα στην αγκαλιά της να την παρακαλέσω να μου παίξει, για ακόμη μια φορά, την «ωδή στη χαρά»; Αυτή τη φορά θα την είχα μπροστά μου. Θα την κοίταγα στα μάτια, αντανακλώντας της ό,τι μου είχε προσφέρει. Μι ντο ρε μι λα λα.

*

Μετά από λίγες μέρες, μπαίνοντας στην πολυκατοικία είδα κάποιον άγνωστο άντρα να κουβαλάει ένα πιάνο.
«Μετακομίζετε εδώ;» ρώτησα.
«Όχι,  μεταφέρω τα πράγματα μιας κυρίας που πέθανε προχθές.»
«Από ποιόν όροφο;»
«Ευτυχώς για εμάς, από τον πρώτο. Αυτό το πιάνο είναι αρκετά βαρύ.»

Οι νότες ξεπήδησαν από τα πλήκτρα του πιάνου και βρήκαν ξανά τη θέση τους μέσα μου. Αυτή τη φορά η «ωδή της χαράς» μετατράπηκε σε μια σύνθεση από νότες, που έκλαιγαν για τον άνθρωπο, που αγάπησα, αλλά δεν πρόλαβα να γνωρίσω, για την κυρία του επάνω ορόφου.

Και οι νότες έκλαιγαν μέσα μου για πολλές μέρες. 





Τα τραγούδια

01. Beethoven - Ode to Joy
02. Ludovico Einaudi - Walk
03. Μάνος Χατζιδάκις - Μια πόλη μαγική
04. 2Cellos- Where the streets have no name
05. Shantel - Bucovina
06. Goran Bregovic - Gypsy Reggae
07. Parov Stelar - Lost in Amsterdam
08. Amelie - La Valse D'Amelie
09. Astor Piazzolla - Vuelvo al sur (Koop remix)
10. Ελένη Καραΐνδρου - Το βαλς του γάμου
11. Ευανθία Ρεμπούτσικα - Ο μικρός πρίγκηπας
12. Lino Cannavacciuolo - Altalena
13. René Aubry - Salento
14. Astor Piazzolla-Libertango
15. Μάνος Χατζιδάκις - Πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι
16. Ευανθία Ρεμπούτσικα - Στο Πατάρι
17. Μάνος Χατζιδάκις - Η μελαγχολία της ευτυχίας
18. Loreena McKennitt - Tango to Evora
19. Ludovico Einaudi - Experience
20. Eleni Karaindrou-The Weeping Meadow



Διαβάστε ακόμα