Οκτώβριος 2015
Στο τέταρτο άλμπουμ των Born Ruffians λογικό θα ήταν να περίμενε κανείς να τους ακούσει πιο ώριμους. Συμβαίνει μάλλον το αντίθετο. Το ‘Ruff’ είναι μια συλλογή από έντεκα τραγουδάκια που κινούνται στο χώρο της indie rock με μερικές λίγο πιο βρώμικες ή πιο ατμοσφαιρικές στιγμές εδώ κι εκεί. Σχεδόν όλα, όμως, ακούγονται ευχάριστα, αλλά έχουν μια διάθεση ανέμελη, οριακά εφηβική, που τους κρατάει λίγο μακριά από την αφρόκρεμα της δραστήριας αυτής σκηνής στη χώρα τους. Για τις γειτονικές Η.Π.Α. και συγκροτήματα όπως οι Strokes, οι οποίοι συχνά αναφέρονται ως επιρροή, ούτε σκέψη.
Το άλμπουμ ξεκινάει με το αρκετά καλό ‘Don’t Live Up’ να δίνει την ελπίδα για κάποια κλιμάκωση, που τελικά δεν έρχεται ποτέ. Από τα τραγούδια που ξεχωρίζουν είναι το ‘Yawn Tears’ με έντονη παρουσία του μπάσου και λίγο πιο αργό από το σύνολο στα κουπλέ του, αλλά με μια ζωηράδα στο ρεφρέν, όπως και το ‘We Made It’ προς το τέλος, με το χαρακτηριστικό indie rock στιλ στην πιο κοινότυπη μορφή του. Στο μεγαλύτερο μέρος από τα περίπου σαράντα λεπτά που διαρκεί η βάση δίνεται, και όχι άδικα, στη φωνή και ερμηνεία Luke Lalonde, με την κιθάρα να κυριαρχεί μουσικά. Το ότι καταφέρνουν να γίνουν πιασάρικοι, με ριφάκια σαν αυτό στο ‘& On & On & On’ ή το ‘Eat Shit (We Did It)’, δεν αποτελεί έκπληξη, αφού έχουν ήδη συμπληρώσει μια δεκαετία ως συγκρότημα. Αλλά, παρά την αξιοπρεπή προσπάθεια, απουσιάζει το κάτι παραπάνω που θα περίμενε κανείς για να ενθουσιαστεί με ένα τέτοιου είδους δίσκο εν έτει 2015.
Στο τέταρτο άλμπουμ των Born Ruffians λογικό θα ήταν να περίμενε κανείς να τους ακούσει πιο ώριμους. Συμβαίνει μάλλον το αντίθετο. Το ‘Ruff’ είναι μια συλλογή από έντεκα τραγουδάκια που κινούνται στο χώρο της indie rock με μερικές λίγο πιο βρώμικες ή πιο ατμοσφαιρικές στιγμές εδώ κι εκεί. Σχεδόν όλα, όμως, ακούγονται ευχάριστα, αλλά έχουν μια διάθεση ανέμελη, οριακά εφηβική, που τους κρατάει λίγο μακριά από την αφρόκρεμα της δραστήριας αυτής σκηνής στη χώρα τους. Για τις γειτονικές Η.Π.Α. και συγκροτήματα όπως οι Strokes, οι οποίοι συχνά αναφέρονται ως επιρροή, ούτε σκέψη.
Το άλμπουμ ξεκινάει με το αρκετά καλό ‘Don’t Live Up’ να δίνει την ελπίδα για κάποια κλιμάκωση, που τελικά δεν έρχεται ποτέ. Από τα τραγούδια που ξεχωρίζουν είναι το ‘Yawn Tears’ με έντονη παρουσία του μπάσου και λίγο πιο αργό από το σύνολο στα κουπλέ του, αλλά με μια ζωηράδα στο ρεφρέν, όπως και το ‘We Made It’ προς το τέλος, με το χαρακτηριστικό indie rock στιλ στην πιο κοινότυπη μορφή του. Στο μεγαλύτερο μέρος από τα περίπου σαράντα λεπτά που διαρκεί η βάση δίνεται, και όχι άδικα, στη φωνή και ερμηνεία Luke Lalonde, με την κιθάρα να κυριαρχεί μουσικά. Το ότι καταφέρνουν να γίνουν πιασάρικοι, με ριφάκια σαν αυτό στο ‘& On & On & On’ ή το ‘Eat Shit (We Did It)’, δεν αποτελεί έκπληξη, αφού έχουν ήδη συμπληρώσει μια δεκαετία ως συγκρότημα. Αλλά, παρά την αξιοπρεπή προσπάθεια, απουσιάζει το κάτι παραπάνω που θα περίμενε κανείς για να ενθουσιαστεί με ένα τέτοιου είδους δίσκο εν έτει 2015.
Σχετικό θέμα