ΜΕΡΟΣ 5ον
Το λοιπόν. Πού είχαμε μείνει; Α, ναί! Μετά το Χασάν, θα σας μιλήσω για την Dimi.
Η Dimi είναι μια πολύ όμορφη γυναίκα.
Μου θυμίζει τα πρόσωπα απο την εποχή του Βυζαντίου. Θεληματική, ώριμη. Θελκτική.
Η Dimi έχει περάσει πολλά.
Και τώρα, Κυριακή απόγευμα, βρίσκεται για καφέ στη φίλη της την Αντρυ, λίγο πριν την πρόβα με το γκρούπ.
Για να υποκλέψουμε κομματάκι...!
Άλλωστε στην πολιτική ζωή των θνητών, αυτά επιτρέπονται.
Κι εγώ ως φάντασμα, τρυπώνω όπου θέλω, σωστά;...
Dimi: «Εμένα, κολλητή, δε μου τα έδωσαν οι γονείς μου και πολύ καλά έκαναν. Με έμαθαν να πατάω στα δικά μου εδάφη.
Δούλευα το πρωί, και το απόγευμα σχολή, που την πλήρωνα εγώ. Βρήκα χρόνο να παίζω σε γκρουπάκια, για την φάση μου. Είδα οτι άρεσε η φωνή μου, είδα οτι κι εγώ γουστάρω. Ε, και τότε γνώρισα τον Τάκη, απο τους Subliminal Foot.
Ήμουν άμαθη και στηριζόμουν μονάχα στο ένστικτό μου. Αλλά εκείνος δεν έβλεπε την τραγουδίστρια, και σίγουρα δεν την άκουγε, παρ’όλο που τράβηξα τρελό κουπί με τα στραβάδια αυτά.
Όμως έμαθα. Έμαθα πώς να κάνω υπομονή, πώς να ξεπερνώ τα εμπόδια, και πώς να ακούω στα live, χωρίς να υπάρχει καν μονιτορ για τη φωνή.»
Antry: «Ναι αλλά ρε συ, δεν ξέρω... Δεν πολυκαταλαβαίνω τα τεχνικά σας, άσχετο. Όμως σαν φίλη... βλέπω οτι έχεις σκληρύνει πολύ.»
Dimi: «Χα..! Αναγκαίο κακό, φιλενάδα! Αλλά νομίζω οτι προτιμώ έτσι.»
Antry: «Εγώ νομίζω οτι κατα βάθος, τον Τάκη θές να εκδικηθείς...»
Dimi: «Ο Τάκης με εκμεταλλεύτηκε με το χειρότερο τρόπο. Με πήρε στη μπάντα για να έχει ατού, και για να το κατοχυρώσει, με έκανε γκόμενα. Κι εγώ τσίμπησα. Αλλά όταν είδε οτι πάω να πάρω τα πάνω μου, άρχισε ζήλιες και χαζά τύπου ‘Δεν γράφεις καλά’, ‘όλοι κοιτάνε τα βυζιά σου’, και μετά κάτι ηλιθιότητες του στύλ ‘έχεις έρθει να ψωνιστείς’, ‘είσαι ψώνιο’, ‘γλάστρα’ – γλάστρα! Ποιά; Εγώ!... και τέτοια.
Διθυραμβικές κριτικές στα fanzine-άκια για την εμφάνιση του γκρούπ και για την Dimi, αυτός το χαβά του. Ε, κι όταν φτάσαμε κοντά στην υπογραφή του συμβολαίου με εκείνη την ανεξάρτητη του Γαρυφαλλέα, δεν άντεξα: του το κοπάνησα στη μούρη και έφυγα. Κι άσ’τον κι αυτόν και τη μιζέρια του και τη μουσική στενομυαλιά του και το κόμπλεξ του και το άνοστο σεξ που μου έκανε 3 χρόνια, να βουρλίζονται! Τα παιδιά τα άλλα λυπήθηκα, αλλά το ποτήρι έσπασε...»
Antry: «Έφυγες πρίν την υπογραφή;!»
Dimi: «Αμέ! Όχι θα καθόμουν! Τί είμαι, σκλαβάκι;...»
(Η Antry την κοιτάει απορημένη. Σηκώνει τα μαλλιά της.)
Antry: «Μιλάτε καθόλου;»
Dimi: «Δεν είσαι καλά!...»
Antry: «Με τα παιδιά τώρα, βλέπω τα πάτε καλά...»
Dimi: «Ναι, ναι... τζάμι. Ε, εντάξει, όταν πρωτοπήγα, θυμάσαι. Ήταν για τα μπάζα. Αλλά δεν έδινα βάση, σιγά. Το πολύ-πολύ θα την έκανα. Ήθελα να ξεστραβωθώ και να ξεκολλήσω απο τη βλακεία που ζούσα με τους άλλους...»
Antry: «Χα,χα,χα... Καλά... Τι έχεις περάσει κι εσύ... Πώς το βρίσκεις το κουράγιο, απορώ. Κι είναι πόσα, 15 χρόνια;...»
Dimi: «Ναι... 15...» (πίνει καφέ)
«Κοίτα, όλα έχουν το σκοπό τους. Ό,τι περνάς, σε δοκιμάζει. Και τα καλά και τα κακά. Ας πούμε, αν δεν είχα το βλάκα τότε, δε θα μάθαινα ποτέ πώς είναι να σε υποτιμούν. Αλλά αν δεν είχα και τα παιδιά τώρα, δεν θα ήξερα ποτέ πως είναι να περνάς για αυτό που είσαι, κι όχι για το αν έχεις και τί είδος γεννητικά όργανα στα πόδια σου. Αν δεν περνούσα ζόρια με τις μπάντες αυτές, θα καβαλούσα καλάμια αργότερα, που υπογράψαμε. Ρε φιλενάδα, ξέρεις... είναι περίεργο. Περπατάω στο δρόμο και με πλησιάζουν διάφοροι, μικροί, μεγάλοι, αγόρια-κορίτσια και μου ζητούν αυτόγραφο. Δεν είμαι καβαλημένη. Τους υπογράφω. Αλλά να. Λέω, πώς θα αντιδρούσα αν δεν ψηνόμουνα;»
Antry: «Δηλαδή;»
Dimi: «Συναντάς τύπους. Περνάς ό,τι πιο διαφορετικό και αλλοπρόσαλλο μπορείς να φανταστείς. Απο τέλειες φάσεις, μέχρι ξενέρωμα του κερατά. Αγαπάς κάτι, μισείς κάτι. Αυτά σου αποκρυσταλλώνουν την άποψη. Σε προσγειώνουν μαλακά, όσο σκληρά κι αν τα βιώνεις, πίστεψέ με!
Εγώ έχω άποψη για αυτό που είμαι και αυτό που κάνω. Και στη μουσική μας, και στη δουλειά μου. Και βλέπεις, το λέω: στη μουσική ΜΑΣ. Όχι όπως με τον Τάκη... στην μουσική ΤΟΥ, στην κοσμάρα ΤΟΥ. Αλλά μπέσα: αν δεν το έχεις το σαράκι, δεν λέει.
Και ένα πράγμα παράξενο: οι τραγουδίστριες στην Ελλάδα, με εξαίρεση κάποιες πολύ αξιόλογες και πολύ αυθεντικές, ή που θα μιμηθούν την O’Riordan, ή την τύπισσα απο τους Evanessence ή την Bonnie Rait, ή την Αλεξίου π.χ. . Επίσης πολλές απο αυτές κάνουν σα να σκούζουν, και φοβούνται.
Ψυχή, μωρέ! Τραγουδάς! Βγάζεις τα σώψυχά σου. Μετά έχουν άδικο οι λαϊκοί που λένε απο φωνή τάδε, και απο τάδε φωνάρα; Βγάλε το ταλέντο σου, και χτύπα τους στον καβάλο!»
(γελάει με σιγουριά)
Antry: «Νομίζω οτι είσαι λίγο υπερβολική...»
Dimi: «Μπορεί. Αλλά αν δε το βιώσεις, δεν το πιστεύεις εύκολα. Εγώ θυμάμαι οτι σε ένα live έπαιξα κρυωμένη. Σκατά φωνή κι ήμουν κι αδιάθετη. Αλλά με το που γύρισα και κοίταξα το Χασάν και την ιδρωμένη μουτσούνα του Droid, είπα "Δημούλα, άσε τα παρθενοπιπίστικα, γιατί απόψε αν μή τι άλλο, παίζεις για τα φιλαράκια σου. Για τους ανθρώπους που είδαν την Dimi, κι όχι τη γκόμενα... για αυτούς που περνάς μαζί τους όλα τα καλά και τα κακά... και θα είναι πάντα εκεί να σε στηρίξουν και να τους στηρίξεις." Κι έτσι έβγαλα το live, που ήταν και on air απο το Κανάλι 99.»
Antry: «on air? Έλα ρε!...»
Dimi: (την κοιτάζει σοβαρή) «Δεν έπαιξα μουσική εκείνο το βράδυ, φιλενάδα. Τραγούδισα για ό,τι έχω μέσα μου, και για αυτούς, τα παιδιά δίπλα μου...»
Antry: «Καλή φάση...»
Dimi: «Απο τέτοια... ρε συ, χώριζα με τον Βαλάντη στο τηλέφωνο, την ώρα που πήγαινα για check στο Indie Ave στο Λίβερπουλ. Μιαμιση ώρα, ψήθηκε η κεφάλα μου! Καταλαβαίνεις. Ήμουν χάλια. Αλλά μόλις με πήρε αγκαλιά (και κλαμμένη) ο Vankouver ίσιωσα, ένα πράγμα. Τρείς ώρες μετά πετούσα, και μάλιστα τσίμπησα και ένα λαχταριστό μαγουλάκι...!»
Antry: «Ζηλεύουν οι άντρες;»
Dimi: «Να σου πώ, δε με ενδιαφέρει πιά. Εγώ έχω τη δουλειά μου και τη μουσική μου. Αυτή είμαι. Όποιος θέλει μπαίνει στον κόσμο μου. Οι άλλοι... θεατές.
Αλλά θέλει και υπομονή και κατανόηση, έτσι;
Ταξιδεύουμε αρκετά συχνά. Στην Ελλάδα κυρίως. Ξεκάρφωτες πτήσεις. Χάνουμε βαλίτσες. Το backline πέρα δώθε, τα παιδιά είναι στην τσίτα. Πουλμανάκια σε καρόδρομους. Τρένα. Πλοία, με ή χωρίς μποφόρ. Ο Δημήτρης, ο μάνατζερ, ζητά κάποιες φορές τη βοήθειά μας. Ο Κλέαρχος, ο ηχολήπτης, ξεπατώνεται. Είμαστε όλοι μια ομάδα, το μυαλό είναι εκεί. Άντε να τα πείς αυτά του κυρ-Τάκη, που στράβωνε γιατί το ουίσκι του ήταν με τρία παγάκια αντί για δυο. Γι’αυτό και έφαγε πόρτα. Καλά να πάθει!...»
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
(Σ.Σ.: Στη φωτό της περίληψης απεικονίζεται η Elizabeth Elmore (http://en.wikipedia.org/wiki/Elizabeth_Elmore) & η D. O' riordan http://files.myopera.com/Camus/albums. Επίσης , www.visitliverpool.com)
Χρόνια πολλά σε όλους! Ο Χριστός βέβαια αναστήθηκε,
αλλά αλοίμονο σε εμάς τα φαντάσματα, που δε βρίσκουμε ησυχία και τριγυρνάμε σε πύργους ουρλιάζοντας... Αλλά
τέλος πάντων, ας μη γκρινιάζω. Δε φταίτε εσείς. Άλλος πρέπει να τα
ακούσει, εκεί επάνω στους Ουρανούς...
Το λοιπόν. Πού είχαμε μείνει; Α, ναί! Μετά το Χασάν, θα σας μιλήσω για την Dimi.
Η Dimi είναι μια πολύ όμορφη γυναίκα.
Μου θυμίζει τα πρόσωπα απο την εποχή του Βυζαντίου. Θεληματική, ώριμη. Θελκτική.
Η Dimi έχει περάσει πολλά.
Και τώρα, Κυριακή απόγευμα, βρίσκεται για καφέ στη φίλη της την Αντρυ, λίγο πριν την πρόβα με το γκρούπ.
Για να υποκλέψουμε κομματάκι...!
Άλλωστε στην πολιτική ζωή των θνητών, αυτά επιτρέπονται.
Κι εγώ ως φάντασμα, τρυπώνω όπου θέλω, σωστά;...
Dimi: «Εμένα, κολλητή, δε μου τα έδωσαν οι γονείς μου και πολύ καλά έκαναν. Με έμαθαν να πατάω στα δικά μου εδάφη.
Δούλευα το πρωί, και το απόγευμα σχολή, που την πλήρωνα εγώ. Βρήκα χρόνο να παίζω σε γκρουπάκια, για την φάση μου. Είδα οτι άρεσε η φωνή μου, είδα οτι κι εγώ γουστάρω. Ε, και τότε γνώρισα τον Τάκη, απο τους Subliminal Foot.
Ήμουν άμαθη και στηριζόμουν μονάχα στο ένστικτό μου. Αλλά εκείνος δεν έβλεπε την τραγουδίστρια, και σίγουρα δεν την άκουγε, παρ’όλο που τράβηξα τρελό κουπί με τα στραβάδια αυτά.
Όμως έμαθα. Έμαθα πώς να κάνω υπομονή, πώς να ξεπερνώ τα εμπόδια, και πώς να ακούω στα live, χωρίς να υπάρχει καν μονιτορ για τη φωνή.»
Antry: «Ναι αλλά ρε συ, δεν ξέρω... Δεν πολυκαταλαβαίνω τα τεχνικά σας, άσχετο. Όμως σαν φίλη... βλέπω οτι έχεις σκληρύνει πολύ.»
Dimi: «Χα..! Αναγκαίο κακό, φιλενάδα! Αλλά νομίζω οτι προτιμώ έτσι.»
Antry: «Εγώ νομίζω οτι κατα βάθος, τον Τάκη θές να εκδικηθείς...»
Dimi: «Ο Τάκης με εκμεταλλεύτηκε με το χειρότερο τρόπο. Με πήρε στη μπάντα για να έχει ατού, και για να το κατοχυρώσει, με έκανε γκόμενα. Κι εγώ τσίμπησα. Αλλά όταν είδε οτι πάω να πάρω τα πάνω μου, άρχισε ζήλιες και χαζά τύπου ‘Δεν γράφεις καλά’, ‘όλοι κοιτάνε τα βυζιά σου’, και μετά κάτι ηλιθιότητες του στύλ ‘έχεις έρθει να ψωνιστείς’, ‘είσαι ψώνιο’, ‘γλάστρα’ – γλάστρα! Ποιά; Εγώ!... και τέτοια.
Διθυραμβικές κριτικές στα fanzine-άκια για την εμφάνιση του γκρούπ και για την Dimi, αυτός το χαβά του. Ε, κι όταν φτάσαμε κοντά στην υπογραφή του συμβολαίου με εκείνη την ανεξάρτητη του Γαρυφαλλέα, δεν άντεξα: του το κοπάνησα στη μούρη και έφυγα. Κι άσ’τον κι αυτόν και τη μιζέρια του και τη μουσική στενομυαλιά του και το κόμπλεξ του και το άνοστο σεξ που μου έκανε 3 χρόνια, να βουρλίζονται! Τα παιδιά τα άλλα λυπήθηκα, αλλά το ποτήρι έσπασε...»
Antry: «Έφυγες πρίν την υπογραφή;!»
Dimi: «Αμέ! Όχι θα καθόμουν! Τί είμαι, σκλαβάκι;...»
(Η Antry την κοιτάει απορημένη. Σηκώνει τα μαλλιά της.)
Antry: «Μιλάτε καθόλου;»
Dimi: «Δεν είσαι καλά!...»
Antry: «Με τα παιδιά τώρα, βλέπω τα πάτε καλά...»
Dimi: «Ναι, ναι... τζάμι. Ε, εντάξει, όταν πρωτοπήγα, θυμάσαι. Ήταν για τα μπάζα. Αλλά δεν έδινα βάση, σιγά. Το πολύ-πολύ θα την έκανα. Ήθελα να ξεστραβωθώ και να ξεκολλήσω απο τη βλακεία που ζούσα με τους άλλους...»
Antry: «Χα,χα,χα... Καλά... Τι έχεις περάσει κι εσύ... Πώς το βρίσκεις το κουράγιο, απορώ. Κι είναι πόσα, 15 χρόνια;...»
Dimi: «Ναι... 15...» (πίνει καφέ)
«Κοίτα, όλα έχουν το σκοπό τους. Ό,τι περνάς, σε δοκιμάζει. Και τα καλά και τα κακά. Ας πούμε, αν δεν είχα το βλάκα τότε, δε θα μάθαινα ποτέ πώς είναι να σε υποτιμούν. Αλλά αν δεν είχα και τα παιδιά τώρα, δεν θα ήξερα ποτέ πως είναι να περνάς για αυτό που είσαι, κι όχι για το αν έχεις και τί είδος γεννητικά όργανα στα πόδια σου. Αν δεν περνούσα ζόρια με τις μπάντες αυτές, θα καβαλούσα καλάμια αργότερα, που υπογράψαμε. Ρε φιλενάδα, ξέρεις... είναι περίεργο. Περπατάω στο δρόμο και με πλησιάζουν διάφοροι, μικροί, μεγάλοι, αγόρια-κορίτσια και μου ζητούν αυτόγραφο. Δεν είμαι καβαλημένη. Τους υπογράφω. Αλλά να. Λέω, πώς θα αντιδρούσα αν δεν ψηνόμουνα;»
Antry: «Δηλαδή;»
Dimi: «Συναντάς τύπους. Περνάς ό,τι πιο διαφορετικό και αλλοπρόσαλλο μπορείς να φανταστείς. Απο τέλειες φάσεις, μέχρι ξενέρωμα του κερατά. Αγαπάς κάτι, μισείς κάτι. Αυτά σου αποκρυσταλλώνουν την άποψη. Σε προσγειώνουν μαλακά, όσο σκληρά κι αν τα βιώνεις, πίστεψέ με!
Εγώ έχω άποψη για αυτό που είμαι και αυτό που κάνω. Και στη μουσική μας, και στη δουλειά μου. Και βλέπεις, το λέω: στη μουσική ΜΑΣ. Όχι όπως με τον Τάκη... στην μουσική ΤΟΥ, στην κοσμάρα ΤΟΥ. Αλλά μπέσα: αν δεν το έχεις το σαράκι, δεν λέει.
Και ένα πράγμα παράξενο: οι τραγουδίστριες στην Ελλάδα, με εξαίρεση κάποιες πολύ αξιόλογες και πολύ αυθεντικές, ή που θα μιμηθούν την O’Riordan, ή την τύπισσα απο τους Evanessence ή την Bonnie Rait, ή την Αλεξίου π.χ. . Επίσης πολλές απο αυτές κάνουν σα να σκούζουν, και φοβούνται.
Ψυχή, μωρέ! Τραγουδάς! Βγάζεις τα σώψυχά σου. Μετά έχουν άδικο οι λαϊκοί που λένε απο φωνή τάδε, και απο τάδε φωνάρα; Βγάλε το ταλέντο σου, και χτύπα τους στον καβάλο!»
(γελάει με σιγουριά)
Antry: «Νομίζω οτι είσαι λίγο υπερβολική...»
Dimi: «Μπορεί. Αλλά αν δε το βιώσεις, δεν το πιστεύεις εύκολα. Εγώ θυμάμαι οτι σε ένα live έπαιξα κρυωμένη. Σκατά φωνή κι ήμουν κι αδιάθετη. Αλλά με το που γύρισα και κοίταξα το Χασάν και την ιδρωμένη μουτσούνα του Droid, είπα "Δημούλα, άσε τα παρθενοπιπίστικα, γιατί απόψε αν μή τι άλλο, παίζεις για τα φιλαράκια σου. Για τους ανθρώπους που είδαν την Dimi, κι όχι τη γκόμενα... για αυτούς που περνάς μαζί τους όλα τα καλά και τα κακά... και θα είναι πάντα εκεί να σε στηρίξουν και να τους στηρίξεις." Κι έτσι έβγαλα το live, που ήταν και on air απο το Κανάλι 99.»
Antry: «on air? Έλα ρε!...»
Dimi: (την κοιτάζει σοβαρή) «Δεν έπαιξα μουσική εκείνο το βράδυ, φιλενάδα. Τραγούδισα για ό,τι έχω μέσα μου, και για αυτούς, τα παιδιά δίπλα μου...»
Antry: «Καλή φάση...»
Dimi: «Απο τέτοια... ρε συ, χώριζα με τον Βαλάντη στο τηλέφωνο, την ώρα που πήγαινα για check στο Indie Ave στο Λίβερπουλ. Μιαμιση ώρα, ψήθηκε η κεφάλα μου! Καταλαβαίνεις. Ήμουν χάλια. Αλλά μόλις με πήρε αγκαλιά (και κλαμμένη) ο Vankouver ίσιωσα, ένα πράγμα. Τρείς ώρες μετά πετούσα, και μάλιστα τσίμπησα και ένα λαχταριστό μαγουλάκι...!»
Antry: «Ζηλεύουν οι άντρες;»
Dimi: «Να σου πώ, δε με ενδιαφέρει πιά. Εγώ έχω τη δουλειά μου και τη μουσική μου. Αυτή είμαι. Όποιος θέλει μπαίνει στον κόσμο μου. Οι άλλοι... θεατές.
Αλλά θέλει και υπομονή και κατανόηση, έτσι;
Ταξιδεύουμε αρκετά συχνά. Στην Ελλάδα κυρίως. Ξεκάρφωτες πτήσεις. Χάνουμε βαλίτσες. Το backline πέρα δώθε, τα παιδιά είναι στην τσίτα. Πουλμανάκια σε καρόδρομους. Τρένα. Πλοία, με ή χωρίς μποφόρ. Ο Δημήτρης, ο μάνατζερ, ζητά κάποιες φορές τη βοήθειά μας. Ο Κλέαρχος, ο ηχολήπτης, ξεπατώνεται. Είμαστε όλοι μια ομάδα, το μυαλό είναι εκεί. Άντε να τα πείς αυτά του κυρ-Τάκη, που στράβωνε γιατί το ουίσκι του ήταν με τρία παγάκια αντί για δυο. Γι’αυτό και έφαγε πόρτα. Καλά να πάθει!...»
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
(Σ.Σ.: Στη φωτό της περίληψης απεικονίζεται η Elizabeth Elmore (http://en.wikipedia.org/wiki/Elizabeth_Elmore) & η D. O' riordan http://files.myopera.com/Camus/albums. Επίσης , www.visitliverpool.com)
Σχετικό θέμα