Στην παρακολούθηση ενός μιούζικαλ έχεις, σαφώς, διαφορετικές προσδοκίες από αυτές της θεατρικής παράστασης. Πρόκειται για ένα είδος θεάματος – ή καλύτερα υπερθεάματος – που συγκεράζει την υποκριτική με τον χορό, τη μουσική, το τραγούδι, αλλά και τα εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια. Μιλάμε, κυρίως, για μεγάλες παραγωγές που απαρτίζονται από πολυπληθές καστ και που πολλές φορές άθελά τους/μας συναγωνίζονται τις ανάλογες και παγκοσμίως περίφημες παραγωγές του Broadway και του West End.
To «Sweet Charity» στο Θέατρο Badminton δικαίωσε, πάντως, όλες μας τις προσδοκίες! Για πολλούς και διάφορους λόγους που θα αναλύσω πιο κάτω, μα κυρίως για την εξαιρετική και απολύτως ταιριαστή στο ρόλο πρωταγωνίστρια.
Καταρχάς, αποτελεί ένα από τα κορυφαία και δημοφιλέστερα μιούζικαλ, ενώ η σφραγίδα του Bob Fosse που δικαιολογημένα φέρει το προσωνύμιο Mr.Musical – όνομα άρρηκτα συνδεδεμένο με τα ιστορικά έργα Chicago και Cabaret – παραπέμπει αμέσως στη σπουδαιότητα του Sweet Charity. Η ιστορία ξετυλίγεται γύρω από την Charity Hope Valentine, μια γλυκιά, αισιόδοξη και πρόσχαρη δεσποινίδα που δουλεύει ως χορεύτρια σε καμπαρέ της Νέας Υόρκης. Η Charity, αν και λαχταρά να αγαπήσει και να αγαπηθεί, είναι πολύ άτυχη στον έρωτα και περνάει μέσα από διάφορες τραγελαφικές περιπέτειες.
Ως χαρακτήρας η Charity είναι μια πολύ συμπαθητική κοπέλα, απλή, με χιούμορ, καλή διάθεση, με μια χαριτωμένη αφέλεια και με πολλά όνειρα. Ακόμη και το όνομά της πείθει για αυτό! Δεν πρόκειται για μια σνομπ ή πονηρή γυναίκα, όπως είναι κάποιες από τις φίλες της στο καμπαρέ που εργάζεται. Θα μπορούσαμε άνετα να τη χαρακτηρίσουμε ως «το κορίτσι της διπλανής πόρτας». Αυτά τα στοιχεία κατάφερε η Σμαράγδα Καρύδη να ενσωματώσει στην ερμηνεία της και να τα παρουσιάσει πάνω στη σκηνή με έναν τρόπο άκρως φυσικό. Αυτή ακριβώς η φυσικότητα, η ζωντάνια στο βλέμμα και σε ολόκληρο το σώμα της, το πλατύ της χαμόγελο, η γοητεία, η παιδικότητα, η αυθεντικότητα στο παίξιμό της και η όλη αύρα που εκπέμπει, συνθέτουν την Sweet Σμαράγδα ή αλλιώς σκιαγραφούν μια κατάλληλη ηθοποιό για το ρόλο της Sweet Charity. Πέρα από τις υποκριτικές της ικανότητες, εξαιρετική ήταν και στο χορό και το τραγούδι. Με τσαχπινιά στα χορογραφικά της κομμάτια και ειλικρινές αίσθημα στα τραγουδιστικά της μέρη, ζωγράφισε με επιτυχία το πορτραίτο της ηρωίδας. Απολαυστική. Απέδειξε μάλιστα πως το μιούζικαλ είναι ένα είδος που της ταιριάζει, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και το ρόλο της ως Roxie Hart πριν από λίγα χρόνια στην παράσταση «Chicago».
Η παράσταση είχε στο δυναμικό της ένα 50μελή θίασο! Ηθοποιούς, χορευτές, τραγουδιστές και ήταν όλοι τους πολύ καλοί σε αυτό που έκαναν. Ο Νίκος Αρβανίτης υποδύθηκε στοχευμένα τον Herman, ιδιοκτήτη του καμπαρέ, ο Σταύρος Ζαλμάς είχε μια πολύ καλή ερμηνεία ως Vittorio Vidal και ομολογώ ότι με εξέπληξε ευχάριστα ως κωμικός ηθοποιός και ο Μέμος Μπεγνής ενσάρκωσε επιτυχώς την περίεργη ψυχοσύνθεση του Oscar, ενός από τους εραστές της Charity. Απολαυστικότατο ήταν το δίδυμο Νάντια Μπουλέ-Ντορέττα Παπαδημητρίου (Helene-Nickie Pignatelli) που με το ύφος και τον σωστό συντονισμό τους -ερμηνευτικά και τραγουδιστικά- προσέφεραν στιγμές γέλιου, αλλά και συγκίνησης, ενώ αρκετά καλός ήταν και ο Ιβάν Σβιτάιλο ως Big Daddy. Την ομάδα συμπλήρωνε μία γκάμα καλλιτεχνών διαφόρων ειδικοτήτων, μεταξύ των οποίων ήταν και η Shaya, η Idra Kayne και ο Δημήτρης Γαλάνης.
Η σκηνοθεσία της παράστασης φέρει την υπογραφή του βραβευμένου και μαθητή του Fosse, Chet Walker. Ο Walker κατάφερε περίτεχνα να αναβιώσει αφενός την κουλτούρα των αμερικάνικων καμπαρέ της δεκαετίας του ‘50 και αφετέρου να την συνδυάσει με τη ρομαντική και νεοϋρκέζικη ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής. Το κλίμα που απέπνεε η παράσταση ήταν συνταυτισμένο με τη φύση τόσο του εν λόγω μιούζικαλ όσο και της όλης ιστορίας που πραγματεύεται. Ήταν μια σκηνοθεσία άρτια, εκρηκτική, εύστοχη, ιδιοφυής και γεμάτη, αφού οι κινήσεις των ηθοποιών κρατούσαν το θεατή σε διαρκή εγρήγορση και δεν άφησαν ούτε για μια στιγμή να υπάρξει «σκηνοθετική κοιλιά». Η σπιρτάδα των σκηνοθετικών οδηγιών ερχόταν σε πλήρη αρμονία με τους ζωντανούς και καυστικούς διαλόγους των Γιώργου Καπουτζίδη και Σταμάτη Πατρώνη, που απέδωσαν στα ελληνικά και έφεραν στα δικά μας μέτρα το κείμενο του Neil Simon.
Ο Walker αναβίωσε, επίσης, τις εντυπωσιακές και ζωηρές χορογραφίες του μέντορά του Fosse και τόσο οι χορευτές όσο και οι ηθοποιοί τον έβγαλαν ασπροπρόσωπο. Με κέφι, όρεξη, αλλά και πειθαρχία και συντονισμό φάνηκε ότι δημιούργησαν μια πολύ καλά δουλεμένη ομάδα. Οι χορογραφίες ήταν άμεσα συνυφασμένες με τη μουσική του Cy Coleman που περιελάμβανε κλασικά τραγούδια όπως τα «Big Spender» (πολύ δυνατή η σκηνή όπου ακούγεται το εν λόγω τραγούδι και εξαιρετικός ο συνδυασμός χορογραφίας και μουσικής), «There’s Gotta Be Something Better Than This», «Rhythm Of Life» , «I’m A Brass Band» και τα οποία απέδωσε σε ελληνικούς στίχους ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος. Οι μουσικές ξεχύθηκαν στον χώρο μέσω της καταπληκτικής ορχήστρας που βρισκόταν στο κάτω μέρος της σκηνής, τη διεύθυνση της οποίας είχε ο Αλέξιος Πρίφτης.
Η επιτυχία του «Sweet Charity» πραγματώθηκε και με τη συμβολή των ευφάνταστων σκηνικών του Γιώργου Πάτσα και των αστραφτερών (κυριολεκτικά!) κοστουμιών της Τότας Πρίτσα. Τα σκηνικά πέρα από θεαματικά (εντυπωσιακές οι σκηνές στο ασανσέρ και το λούνα-παρκ) υπήρξαν και εύχρηστα συνεισφέροντας, παράλληλα, στο κωμικό αποτέλεσμα – όπως είδαμε να συμβαίνει στο σπίτι του Vittorio Vidal. Συν αυτού, υπήρξε ένα ακόμη θετικό: σε αρκετά σημεία πίστευες ότι το σκηνικό είναι σχετικά απλό για ένα μιούζικαλ, αλλά εκείνην ακριβώς τη στιγμή ερχόταν κάτι αξιοθαύμαστο να ταράξει τα νερά. Η εναλλαγή αυτή κράτησε μια εύστοχη ισορροπία στο έργο και συντέλεσε, από τη μία, στο να μην κουραστεί ο θεατής από υπερβολές και από την άλλη, στο να μπορεί να διαχωρίσει χώρους, χρόνους και καταστάσεις. Τα κοστούμια και δη τα φορέματα των γυναικών ήταν σε φανταχτερά χρώματα και έδιναν μια πολύ χαρούμενη νότα – απόλυτα ταιριαστή με το ύφος της παράστασης – ενώ αξιοπρόσεκτα ήταν και τα χτενίσματα. Μου άρεσε ιδιαίτερα η ενδυματολογική αντίθεση ανάμεσα στην Charity και τις συναδέλφους της, καθώς η πρώτη στο μεγαλύτερο μέρος του έργου εμφανίστηκε λιτά ντυμένη – δείγμα, ίσως, της απλότητάς της. Ενδιαφέρουσα εικαστική παρέμβαση το τατουάζ στον ώμο!
Το μιούζικαλ είναι ένα είδος που ακμάζει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και είναι χαρά να βλέπουμε τέτοιες καλοδουλεμένες παραγωγές. Ο θίασος, η πρωταγωνίστρια, ο σκηνοθέτης, τα τεχνικά μέσα και η θετική διάθεση που είχαν συντέλεσαν στην κατάκτηση του στόχου, που ήταν η αξιοπρεπής και άρτια παράσταση ενός ιστορικού έργου όπως είναι το «Sweet Charity». Αν μπορούσα να τη χαρακτηρίσω με μια λέξη θα ήταν λαμπερή και η αίσθηση που σου αφήνει φεύγοντας γλυκιά. Αξίζει να περάσετε μια βόλτα από τα καμπαρέ της Νέας Υόρκης και να γνωρίσετε τη γλυκιά Charity!
Σχετικό θέμα