There's no such thing as truth. It's bullshit. Everyone has their own truth, and life just does whatever the fuck it wants. ||"I, Tonya", 2017.
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 ένα καινούργιο αστέρι ανατέλλει στους κόλπους του αμερικανικού καλλιτεχνικού πατινάζ: το όνομα αυτού, Tonya Harding. Η Tonya (Margot Robbie) γεννημένη στο Portland του Oregon θα πατήσει στον πάγο από πολύ μικρή υπό την αυστηρή επίβλεψη της μητέρας της, LaVona (Allison Janney). Για την Tonya, το πατινάζ θα μετατραπεί σ' ελπίδα διαφυγής από την καταπίεση και την λεκτική βία που δέχεται από τη μητέρα της. Tα όνειρα, όμως, πολλές φορές τα συντρίβει η πραγματικότητα! Η Tonya, το 1991, θα γίνει η πρώτη Αμερικανίδα που θα πετύχει σε επίσημους αγώνες το Triple Axel, δηλαδή την τριπλή γύρω από τον άξονά της περιστροφή στον αέρα, η προσγείωσή της όμως στην πραγματικότητα δεν θα στεφθεί με επιτυχία. Έπειτα από το Triple Axel θα επιστρέψει στο σπίτι της και στον δυσλειτουργικό γάμο της με τον Jeff Gillooly (Sebastian Stan) δίχως να κλείσει συμβόλαια με μεγάλους χορηγούς. Η Tonya θα δει την καριέρα της, πριν καν απογειωθεί, να παίρνει την κατιούσα. Το 1994, το καλλιτεχνικό πατινάζ θα την αποβάλει δια βίου από τους κόλπους του, όταν εκείνη και ο σύζυγός της θα υποδειχθούν από το FBI ως οι ιθύνοντες δράστες της επίθεσης που δέχθηκε η αθλήτρια και μεγάλος αντίπαλος της Tonya, Nancy Kerrigan, λίγο πριν τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1994.
Μετά την επίθεση, η Tonya θα δει το όνομα της να διασύρεται σε ολόκληρη την Αμερική καθώς θα γίνει συνώνυμο του μεγαλύτερου αθλητικού σκανδάλου της χώρας. Επί είκοσι και πλέον χρόνια η Αμερική θ' αγαπά να την μισεί. Εικοσιτέσσερα χρόνια μετά το σκάνδαλο, η Tonya θα αφηγηθεί την ιστορία της στον σεναριογράφο Steven Rogers, ο οποίος με την βοήθεια του Craig Gillespie θα την μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη με τον τίτλο,"I, Tonya".
Το "I, Tonya" επιχειρεί να προσεγγίσει την επίθεση της Kerrigan μέσα από την ματιά των φερόμενων ως σχεδιαστών της. Για τον σκοπό αυτό, το πρώην ανδρόγυνο (Tonya και Jeff) παραχώρησε στον Rogers μια σειρά συνεντεύξεων, οι οποίες και αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για το σενάριο της ταινίας. Το σενάριο του Rogers είναι ρεαλιστικό, σκληρό μα και κωμικό, συνάμα. Σκιαγραφεί τις προβληματικές σχέσεις της Tonya με την καταπιεστική μητέρα της, τον βίαιο σύζυγό της αλλά και τον κόσμο του καλλιτεχνικού πατινάζ που ουδέποτε μπόρεσε να την αποδεχτεί, μιας και η Τonya δεν διέθετε την εμφάνιση, την κομψότητα και την κόσμια διαγωγή που απαιτεί το άθλημα. Παρ'όλη την προβολή σκηνών με λεκτική και σωματική βία, το σενάριο δεν χάνει το χιουμοριστικό του χαρακτήρα, γεγονός που κατατάσσει το "I, Tonya" στην κατηγορία της μαύρης κωμωδίας με στοιχεία σύγχρονου δράματος, ενώ σε κάποια σημεία θυμίζει γκανγκστερική ταινία τύπου "Goodfellas".
Τρία είναι τα στοιχεία, τουλάχιστον κατ' εμέ, που καθιστούν το σενάριο υπέροχο (εαν και δεν βρήκε μια θέση στις οσκαρικές υποψηφιότητες) και κατ' επέκταση και όλη την ταινία. Το πρώτο είναι πως παρέχει το βήμα στους «θύτες» να αφηγηθούν την ιστορία από την δικιά τους οπτική. Δεν επιδιώκει να τους υπερασπιστεί ή να τους αθωώσει στα μάτια του κοινού, αλλά φιλοδοξεί να χτίσει όλο το παζλ της ιστορίας, αφήνοντας την άλλη μεριά να μιλήσει ελεύθερα. Το δεύτερο στοιχείο είναι οτι ο Rogers χρησιμοποιεί τις αντιφατικές σε ορισμένες στιγμές απαντήσεις των πρωταγωνιστών για να αποδείξει οτι δεν υπάρχει μια αντικειμενική αλήθεια μα πολλές υποκειμενικές θεάσεις αυτής. Το γεγονός αυτό διαφοροποιεί την ταινία από άλλες αυτοβιογραφικές, στις οποίες προβάλλεται η μια αλήθεια σαν να είναι η μοναδική. Το τρίτο και τελευταίο στοιχείο είναι η αποδόμηση του αμερικανικού ονείρου. Ο Rogers βλέπει την ιστορία της Tonya, ως μια ιστορία φιλοδοξίας και βίας που εν τέλει οδηγεί στην αποτυχία. Η Tonya ήθελε να ζήσει το αμερικανικό όνειρο. Ήθελε να κατακτήσει την κορυφή, μα η κορυφή δεν είναι για όλους, ειδικά αν δεν έχεις τα υλικά και ψυχολογικά εφόδια για να την κατακτήσεις. Το όνειρο της Tonya θα γεννηθεί μέσα στην οικονομική ανέχεια δύο διαλυμένων οικογενειών, θα ωριμάσει δεχόμενο όλες τις δυνατές μορφές βίας και εν τέλει θα συντριβεί από την βία που η ίδια, η Τonya έφερε ή ανέχθηκε.
Tο μονόπλανο της Margot!
O Craig Gillespie έλαβε στα χέρια του ένα τέλειο σενάριο και το απογείωσε, κυρίως στις βίαιες σκηνές, όπου αποτύπωσε με δεξιοτεχνία την πλήρη συναισθηματική έκρηξη των χαρακτήρων του. Επίσης, η επιλογή του να σπάσει το τέταρτο τοίχος, που σπανίως συμβαίνει στον κινηματογράφο, έδωσε περισσότερη ζωντάνια στο κείμενο τονίζοντας ταυτοχρόνως και τη κωμική του διάσταση.
Μια καλή ταινία δεν βασίζεται μονάχα στους τεχνικούς που τρέχουν πίσω από την κάμερα, αλλά και στην δουλειά εκείνων που βρίσκονται μπροστά απ' αυτή. Στη συγκεκριμένη ταινία ξεχωρίζουν οι δυο γυναίκες της, η Margot Robbie και η Allison Janney. Η πρώτη, πέραν του ότι άλλαξε αρκετά εξωτερικά για να «χωρέσει στα παγοπέδιλα» της Harding και έκανε μαθήματα skate στον πάγο προκειμένου να καταφέρει να εκτελέσει εν μέρει τα προγράμματα της, έδωσε ακόμη στην ηρωίδα της όλο το ψυχικό βάθος για να προσδώσει στον διάβολο με τα παγοπέδιλα, όπως οι Αμερικάνοι θεωρούν την Tonya, μια ανθρώπινη-συναισθηματική υπόσταση που έκανε τον θεατή ουκ ολίγες φορές να την συμπονέσει. Μόνο και μόνο για το μονόπλανο των πενήντα επτά δευτερολέπτων, όπου ο χαρακτήρας της Robbie παλεύει να χαμογελάσει ενώ θέλει να κλάψει γοερά, της αξίζει ένα Όσκαρ. Η Allison Janney, από την άλλη μεριά, όχι μόνο αξίζει το Όσκαρ αλλά θα το κερδίσει κιόλας (Υποψήφια στην Κατηγορία Β' Γυναικείου Ρόλου). Η ερμηνεία της είναι έντονη και πληθωρική, καθώς συνδυάζει υπέροχα το δραματικό με το κωμικό στοιχείο. Ένας συνδυασμός που της έχει αποφέρει μέχρι στιγμής την Χρυσή Σφαίρα και την έχει καταστήσει το ακλόνητο φαβορί για το Όσκαρ.
Η Tonya Harding αντιμετωπίστηκε ως μια διαβολική αθλήτρια από τον αμερικανικο τύπο και λοιδορήθηκε συστηματικά από την κοινή γνώμη, έως ότου οι Craig Gillespie και Steven Rogers παρουσίασαν στη μεγάλη οθόνη τη δική της εκδοχή της ιστορίας, δίνοντας ένα ανθρώπινο προσωπείο σε ενα άτομο που στην αμερικανική πραγματικότητα εχει καταγραφεί ως η επιτομή του αθέμιτου και σκληρού ανταγωνισμού. Θα κλείσω το παρόν άρθρο, όπως ακριβώς το ξεκίνησα, με μια φράση από την ταινία που έχω την αίσθηση πως δίνει το στίγμα της ιστορίας που αφηγείται το "Ι, Tonya". "America. They want someone to love, they want someone to hate". Η Αμερική αγάπησε την Nancy Kerrigan επειδή έβλεπε σ' αυτή το καλό πρόσωπο των ΗΠΑ. Μίσησε θανάσιμα την Tonya γιατί ήταν το ασχημόπαπο, το μαύρο πρόβατο που άθελα της θύμιζε στους Αμερικανούς τον κακό τους εαυτό.
Συντελεστές Ταινίας
Σκηνοθεσία: Craig Gillespie
Σενάριο: Steven Rogers
Πρωταγωνιστούν: Margot Robbie, Sebastian Stan, Allison Janney, Julianne Nicholson, Paul Walter Hauser, Bobby Cannavale.
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 ένα καινούργιο αστέρι ανατέλλει στους κόλπους του αμερικανικού καλλιτεχνικού πατινάζ: το όνομα αυτού, Tonya Harding. Η Tonya (Margot Robbie) γεννημένη στο Portland του Oregon θα πατήσει στον πάγο από πολύ μικρή υπό την αυστηρή επίβλεψη της μητέρας της, LaVona (Allison Janney). Για την Tonya, το πατινάζ θα μετατραπεί σ' ελπίδα διαφυγής από την καταπίεση και την λεκτική βία που δέχεται από τη μητέρα της. Tα όνειρα, όμως, πολλές φορές τα συντρίβει η πραγματικότητα! Η Tonya, το 1991, θα γίνει η πρώτη Αμερικανίδα που θα πετύχει σε επίσημους αγώνες το Triple Axel, δηλαδή την τριπλή γύρω από τον άξονά της περιστροφή στον αέρα, η προσγείωσή της όμως στην πραγματικότητα δεν θα στεφθεί με επιτυχία. Έπειτα από το Triple Axel θα επιστρέψει στο σπίτι της και στον δυσλειτουργικό γάμο της με τον Jeff Gillooly (Sebastian Stan) δίχως να κλείσει συμβόλαια με μεγάλους χορηγούς. Η Tonya θα δει την καριέρα της, πριν καν απογειωθεί, να παίρνει την κατιούσα. Το 1994, το καλλιτεχνικό πατινάζ θα την αποβάλει δια βίου από τους κόλπους του, όταν εκείνη και ο σύζυγός της θα υποδειχθούν από το FBI ως οι ιθύνοντες δράστες της επίθεσης που δέχθηκε η αθλήτρια και μεγάλος αντίπαλος της Tonya, Nancy Kerrigan, λίγο πριν τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1994.
Μετά την επίθεση, η Tonya θα δει το όνομα της να διασύρεται σε ολόκληρη την Αμερική καθώς θα γίνει συνώνυμο του μεγαλύτερου αθλητικού σκανδάλου της χώρας. Επί είκοσι και πλέον χρόνια η Αμερική θ' αγαπά να την μισεί. Εικοσιτέσσερα χρόνια μετά το σκάνδαλο, η Tonya θα αφηγηθεί την ιστορία της στον σεναριογράφο Steven Rogers, ο οποίος με την βοήθεια του Craig Gillespie θα την μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη με τον τίτλο,"I, Tonya".
Το "I, Tonya" επιχειρεί να προσεγγίσει την επίθεση της Kerrigan μέσα από την ματιά των φερόμενων ως σχεδιαστών της. Για τον σκοπό αυτό, το πρώην ανδρόγυνο (Tonya και Jeff) παραχώρησε στον Rogers μια σειρά συνεντεύξεων, οι οποίες και αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για το σενάριο της ταινίας. Το σενάριο του Rogers είναι ρεαλιστικό, σκληρό μα και κωμικό, συνάμα. Σκιαγραφεί τις προβληματικές σχέσεις της Tonya με την καταπιεστική μητέρα της, τον βίαιο σύζυγό της αλλά και τον κόσμο του καλλιτεχνικού πατινάζ που ουδέποτε μπόρεσε να την αποδεχτεί, μιας και η Τonya δεν διέθετε την εμφάνιση, την κομψότητα και την κόσμια διαγωγή που απαιτεί το άθλημα. Παρ'όλη την προβολή σκηνών με λεκτική και σωματική βία, το σενάριο δεν χάνει το χιουμοριστικό του χαρακτήρα, γεγονός που κατατάσσει το "I, Tonya" στην κατηγορία της μαύρης κωμωδίας με στοιχεία σύγχρονου δράματος, ενώ σε κάποια σημεία θυμίζει γκανγκστερική ταινία τύπου "Goodfellas".
Τρία είναι τα στοιχεία, τουλάχιστον κατ' εμέ, που καθιστούν το σενάριο υπέροχο (εαν και δεν βρήκε μια θέση στις οσκαρικές υποψηφιότητες) και κατ' επέκταση και όλη την ταινία. Το πρώτο είναι πως παρέχει το βήμα στους «θύτες» να αφηγηθούν την ιστορία από την δικιά τους οπτική. Δεν επιδιώκει να τους υπερασπιστεί ή να τους αθωώσει στα μάτια του κοινού, αλλά φιλοδοξεί να χτίσει όλο το παζλ της ιστορίας, αφήνοντας την άλλη μεριά να μιλήσει ελεύθερα. Το δεύτερο στοιχείο είναι οτι ο Rogers χρησιμοποιεί τις αντιφατικές σε ορισμένες στιγμές απαντήσεις των πρωταγωνιστών για να αποδείξει οτι δεν υπάρχει μια αντικειμενική αλήθεια μα πολλές υποκειμενικές θεάσεις αυτής. Το γεγονός αυτό διαφοροποιεί την ταινία από άλλες αυτοβιογραφικές, στις οποίες προβάλλεται η μια αλήθεια σαν να είναι η μοναδική. Το τρίτο και τελευταίο στοιχείο είναι η αποδόμηση του αμερικανικού ονείρου. Ο Rogers βλέπει την ιστορία της Tonya, ως μια ιστορία φιλοδοξίας και βίας που εν τέλει οδηγεί στην αποτυχία. Η Tonya ήθελε να ζήσει το αμερικανικό όνειρο. Ήθελε να κατακτήσει την κορυφή, μα η κορυφή δεν είναι για όλους, ειδικά αν δεν έχεις τα υλικά και ψυχολογικά εφόδια για να την κατακτήσεις. Το όνειρο της Tonya θα γεννηθεί μέσα στην οικονομική ανέχεια δύο διαλυμένων οικογενειών, θα ωριμάσει δεχόμενο όλες τις δυνατές μορφές βίας και εν τέλει θα συντριβεί από την βία που η ίδια, η Τonya έφερε ή ανέχθηκε.
Tο μονόπλανο της Margot!
O Craig Gillespie έλαβε στα χέρια του ένα τέλειο σενάριο και το απογείωσε, κυρίως στις βίαιες σκηνές, όπου αποτύπωσε με δεξιοτεχνία την πλήρη συναισθηματική έκρηξη των χαρακτήρων του. Επίσης, η επιλογή του να σπάσει το τέταρτο τοίχος, που σπανίως συμβαίνει στον κινηματογράφο, έδωσε περισσότερη ζωντάνια στο κείμενο τονίζοντας ταυτοχρόνως και τη κωμική του διάσταση.
Μια καλή ταινία δεν βασίζεται μονάχα στους τεχνικούς που τρέχουν πίσω από την κάμερα, αλλά και στην δουλειά εκείνων που βρίσκονται μπροστά απ' αυτή. Στη συγκεκριμένη ταινία ξεχωρίζουν οι δυο γυναίκες της, η Margot Robbie και η Allison Janney. Η πρώτη, πέραν του ότι άλλαξε αρκετά εξωτερικά για να «χωρέσει στα παγοπέδιλα» της Harding και έκανε μαθήματα skate στον πάγο προκειμένου να καταφέρει να εκτελέσει εν μέρει τα προγράμματα της, έδωσε ακόμη στην ηρωίδα της όλο το ψυχικό βάθος για να προσδώσει στον διάβολο με τα παγοπέδιλα, όπως οι Αμερικάνοι θεωρούν την Tonya, μια ανθρώπινη-συναισθηματική υπόσταση που έκανε τον θεατή ουκ ολίγες φορές να την συμπονέσει. Μόνο και μόνο για το μονόπλανο των πενήντα επτά δευτερολέπτων, όπου ο χαρακτήρας της Robbie παλεύει να χαμογελάσει ενώ θέλει να κλάψει γοερά, της αξίζει ένα Όσκαρ. Η Allison Janney, από την άλλη μεριά, όχι μόνο αξίζει το Όσκαρ αλλά θα το κερδίσει κιόλας (Υποψήφια στην Κατηγορία Β' Γυναικείου Ρόλου). Η ερμηνεία της είναι έντονη και πληθωρική, καθώς συνδυάζει υπέροχα το δραματικό με το κωμικό στοιχείο. Ένας συνδυασμός που της έχει αποφέρει μέχρι στιγμής την Χρυσή Σφαίρα και την έχει καταστήσει το ακλόνητο φαβορί για το Όσκαρ.
Η Tonya Harding αντιμετωπίστηκε ως μια διαβολική αθλήτρια από τον αμερικανικο τύπο και λοιδορήθηκε συστηματικά από την κοινή γνώμη, έως ότου οι Craig Gillespie και Steven Rogers παρουσίασαν στη μεγάλη οθόνη τη δική της εκδοχή της ιστορίας, δίνοντας ένα ανθρώπινο προσωπείο σε ενα άτομο που στην αμερικανική πραγματικότητα εχει καταγραφεί ως η επιτομή του αθέμιτου και σκληρού ανταγωνισμού. Θα κλείσω το παρόν άρθρο, όπως ακριβώς το ξεκίνησα, με μια φράση από την ταινία που έχω την αίσθηση πως δίνει το στίγμα της ιστορίας που αφηγείται το "Ι, Tonya". "America. They want someone to love, they want someone to hate". Η Αμερική αγάπησε την Nancy Kerrigan επειδή έβλεπε σ' αυτή το καλό πρόσωπο των ΗΠΑ. Μίσησε θανάσιμα την Tonya γιατί ήταν το ασχημόπαπο, το μαύρο πρόβατο που άθελα της θύμιζε στους Αμερικανούς τον κακό τους εαυτό.
Συντελεστές Ταινίας
Σκηνοθεσία: Craig Gillespie
Σενάριο: Steven Rogers
Πρωταγωνιστούν: Margot Robbie, Sebastian Stan, Allison Janney, Julianne Nicholson, Paul Walter Hauser, Bobby Cannavale.