Το περασμένο Σάββατο παρακολουθήσαμε σε μία από τις σκηνές του πολυχώρου Vault το έργο «Πού είναι η μάνα σου μωρή», από το βιβλίο της Δήμητρας Πέτρουλα, σε διασκευή Σοφίας Αδαμίδου και σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι.
Πρόκειται για ένα κείμενο που μιλά για τον αφανισμό μιας ολόκληρης οικογένειας στη Μάνη ιδωμένο μέσα από τα μάτια της μικρής Δήμητρας, της οποίας το βαρύ φορτίο καλείται να σηκώσει για δεύτερη χρονιά η Βέρα Κρούσκα, με μια ανατριχιαστική ερμηνεία. Πλαισιωμένη από τις Αγάπη Παπαθανασίου και Ορνέλλα Λούτη σαν από χορικό, μας διηγείται πώς σταμάτησε βίαια η παιδική της ηλικία,όταν στα τρία της χρόνια είδε τη μαμά και τα αδέλφια της να σκοτώνονται από τους Χίτες. Έπειτα περνά από τη φροντίδα των θειάδων της ώσπου να καταλήξει στην Αθήνα. Σε όλο αυτό το διάστημα μια φορά ανταμώνει με τον πατέρα της και τον αδερφό της. Η διήγηση τελειώνει το 1946 όταν σκοτώνεται ο αδερφός της.
Μια ιστορία συγκλονιστική, που αναστατώνει. Ένας σκληρός τρόπος να αντικρίσει κανείς τα γεγονότα. Ένα δράμα μοναδικά εκφρασμένο. Μια κληρονομιά, που παρέλαβαν οι συντελεστές της παράστασης και απέδωσαν με έναν τρόπο ιδιαίτερο, καθόλα εξαιρετικό.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης ένα πλάκωμα στο στήθος με στιγμές μικρής χαλάρωσης και χιούμορ, καθώς η ιστορία παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια ενός παιδιού.
Η ερμηνεία της Βέρας Κρούσκα ήταν συγκλονιστική. Έδωσε το εκατό τοις εκατό της, όπως, πιθανολογώ, σε κάθε παράσταση. Με μάτια συνεχώς υγρά, παραδομένη, διηγείται ακατάπαυστα με νεύρο κι ένταση την ιστορία «της». Ας μου επιτραπεί να πω «της», καθώς δημιουργείται η εντύπωση πως απέναντί στο θεατή βρίσκεται αυτό το παιδί. Μοναδική η ικανότητά της να υπαινίσσεται κάτι χιουμοριστικό και το επόμενο λεπτό να σπαράζει. Κι όλα αυτά με τέτοια φυσικότητα κι αμεσότητα, που εκπλήσσει.
Οι δύο ηθοποιοί Αγάπη Παπαθανασίου και Ορνέλλα Λούτη ήταν επίσης εξαιρετικές. Η κινησιολογία τους ήταν εντυπωσιακή και η συμβολή τους καταλυτική, για να δημιουργηθεί η κατάλληλη ατμόσφαιρα.
Τα σκηνικά ήταν ταιριαστά . Φωτογραφίες στο υπόβαθρο και μαύρο φόντο. Τρεις βαλίτσες. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν περιττό , αφού η ερμηνεία αρκούσε. Η σκηνοθετική ματιά του Ένκε Φεζολλάρι είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Φαινομενικά δεν πρόκειται για ένα έργο απαιτητικό, απαιτεί όμως μια σύλληψη βαθειά. Κι εκεί φαίνεται ο καλός σκηνοθέτης.
Ήταν τιμή μου που παρακολούθησα αυτήν την παράσταση.
Πρόκειται για ένα κείμενο που μιλά για τον αφανισμό μιας ολόκληρης οικογένειας στη Μάνη ιδωμένο μέσα από τα μάτια της μικρής Δήμητρας, της οποίας το βαρύ φορτίο καλείται να σηκώσει για δεύτερη χρονιά η Βέρα Κρούσκα, με μια ανατριχιαστική ερμηνεία. Πλαισιωμένη από τις Αγάπη Παπαθανασίου και Ορνέλλα Λούτη σαν από χορικό, μας διηγείται πώς σταμάτησε βίαια η παιδική της ηλικία,όταν στα τρία της χρόνια είδε τη μαμά και τα αδέλφια της να σκοτώνονται από τους Χίτες. Έπειτα περνά από τη φροντίδα των θειάδων της ώσπου να καταλήξει στην Αθήνα. Σε όλο αυτό το διάστημα μια φορά ανταμώνει με τον πατέρα της και τον αδερφό της. Η διήγηση τελειώνει το 1946 όταν σκοτώνεται ο αδερφός της.
Μια ιστορία συγκλονιστική, που αναστατώνει. Ένας σκληρός τρόπος να αντικρίσει κανείς τα γεγονότα. Ένα δράμα μοναδικά εκφρασμένο. Μια κληρονομιά, που παρέλαβαν οι συντελεστές της παράστασης και απέδωσαν με έναν τρόπο ιδιαίτερο, καθόλα εξαιρετικό.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης ένα πλάκωμα στο στήθος με στιγμές μικρής χαλάρωσης και χιούμορ, καθώς η ιστορία παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια ενός παιδιού.
Η ερμηνεία της Βέρας Κρούσκα ήταν συγκλονιστική. Έδωσε το εκατό τοις εκατό της, όπως, πιθανολογώ, σε κάθε παράσταση. Με μάτια συνεχώς υγρά, παραδομένη, διηγείται ακατάπαυστα με νεύρο κι ένταση την ιστορία «της». Ας μου επιτραπεί να πω «της», καθώς δημιουργείται η εντύπωση πως απέναντί στο θεατή βρίσκεται αυτό το παιδί. Μοναδική η ικανότητά της να υπαινίσσεται κάτι χιουμοριστικό και το επόμενο λεπτό να σπαράζει. Κι όλα αυτά με τέτοια φυσικότητα κι αμεσότητα, που εκπλήσσει.
Οι δύο ηθοποιοί Αγάπη Παπαθανασίου και Ορνέλλα Λούτη ήταν επίσης εξαιρετικές. Η κινησιολογία τους ήταν εντυπωσιακή και η συμβολή τους καταλυτική, για να δημιουργηθεί η κατάλληλη ατμόσφαιρα.
Τα σκηνικά ήταν ταιριαστά . Φωτογραφίες στο υπόβαθρο και μαύρο φόντο. Τρεις βαλίτσες. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν περιττό , αφού η ερμηνεία αρκούσε. Η σκηνοθετική ματιά του Ένκε Φεζολλάρι είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Φαινομενικά δεν πρόκειται για ένα έργο απαιτητικό, απαιτεί όμως μια σύλληψη βαθειά. Κι εκεί φαίνεται ο καλός σκηνοθέτης.
Ήταν τιμή μου που παρακολούθησα αυτήν την παράσταση.