Εάν συλλογιστούμε πόσες παραστάσεις ανεβαίνουν στην Αθήνα την τελευταία πενταετία, μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως θα βρούμε τουλάχιστον μία κοντά στη διάθεση και το γούστο μας. Αυτή τη φορά παρακολουθήσαμε μια παράσταση της οποίας το θέμα δεν είναι ιδιαίτερα σύνηθες, αυτό της τρίτης ηλικίας. Σε έναν πληθυσμό που χαρακτηρίζεται για τα υψηλά ποσοστά ηλικιωμένων, τα έργα που πραγματεύονται τις δυσκολίες και την ψυχοσύνθεση αυτών των ανθρώπων είναι ελάχιστα. Το θεατρικό κείμενο του Furio Bordon μας βγάζει από τη «ζώνη ασφαλείας», φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με καταστάσεις που ίσως ποτέ δε φανταστήκαμε.
Ο κύριος Άγγελος Αντωνόπουλος, ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο του χώρου της υποκριτικής, κατορθώνει να μας πείσει πως μέσα σε αυτούς τους ανθρώπους ζει ακόμα το γέλιο και η σπιρτάδα ενός παιδιού, αλλά και πολλές ανείπωτες σκέψεις και συναισθήματα.
Ένας ογδοντάχρονος καθηγητής, πατέρας και παππούς πια, συνομιλεί με το φάντασμα της γυναίκας του σε έναν διάλογο που τον βοηθά να αναπλαισιώσει τη νέα κατάσταση που επικρατεί στη ζωή του: την μετακόμιση σε έναν οίκο ευγηρίας. Στον «διάλογο» παρεμβαίνει ο γιος του, ο οποίος τον βοηθά να μαζέψει τα αντικείμενα που θα πάρει μαζί του: μια βαλίτσα με τα βασικά και ένα φωτογραφικό άλμπουμ γεμάτο αναμνήσεις. Πατέρας και γιος δημιουργούν νέους ρόλους στη ζωή τους, απόρροια της φυσικής τάξης των πραγμάτων από την οποία κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει.
Στα «Τελευταία Φεγγάρια» γινόμαστε το φανταστικό κοινό ενός ηλικιωμένου, ο οποίος μοιράζεται τις σκέψεις του μαζί μας. Η καθημερινότητα, όσο μουντή και αν είναι, παίρνει χρώμα από τις αναμνήσεις, αλλά και από την καθημερινή προσπάθεια για ένταξη. Ο πρωταγωνιστής μας δεν αφήνεται στην κατάρρευση (σωματική και πνευματική) που τον υποβάλλει ο χρόνος, αντιθέτως αυτοσαρκάζεται με τις αλλαγές και βρίσκει ασχολίες που φτιάχνουν τη διάθεσή του.
Ο Άγγελος Αντωνόπουλος παίζει με αυθεντικότητα σε μια πολύ συγκινητική - για ηθοποιούς και θεατές- ερμηνεία. Φαίνεται πως δίνει και την προσωπική του πινελιά στα λόγια του ήρωα, αφού η ηλικία του τον εφοδιάζει με την απαραίτητη εμπειρία για να προσδώσει τη δέουσα βαρύτητα. Δύο ακόμα ταλαντούχοι ηθοποιοί τον συνοδεύουν σε πιο σύντομους ρόλους. Η Βάνα Πεφάνη εκπέμπει συμπόνοια και γαλήνη, ενώ ο Στέλιος Ψαρουδάκης, στον ρόλο του γιου, ερμηνεύει με ρεαλισμό θυμίζοντάς μας πώς πραγματικά είναι μια σχέση γονιού - παιδιού: γεμάτη εντάσεις αλλά και πολλή αγάπη.
Η ιστορία πλαισιώνεται πολύ όμορφα από ένα λιτό σκηνικό, με έπιπλα παλαιάς κοπής καθώς και πολλά παλιά βιβλία, ενώ βλέπουμε πιο μοντέρνες παρεμβάσεις - αυτές των εγγονιών που κάνουν τη ζωή του πρωταγωνιστή πιο αστεία. Η μουσική της παράστασης, η αγαπημένη μουσική του ήρωά, μας μεταφέρει σε άλλη εποχή μεταδίδοντάς τη νοσταλγία της ηλικίας του.
Μέσα από το γέλιο, το «μοίρασμα» των εμπειριών και την μελαγχολία των χρόνων που βαραίνουν τον ηλικιωμένο ήρωα, νιώθουμε πως μπήκαμε σε έναν κόσμο που μέχρι τώρα ίσως να μην είχαμε ανακαλύψει. Το θέατρο Άλμα, αν και βρίσκεται σε μια «δύσκολη» μα ανερχόμενη περιοχή της Αθήνας, αποτελεί έναν ζεστό καλλιτεχνικό χώρο που αξίζει να επισκεφτείς.
Για την ιστορία:
Τα τελευταία φεγγάρια ανακηρύχθηκαν «θεατρικό κείμενο της χρονιάς» στην Ιταλία το 1993. Την περίοδο 1995-96, με πρωταγωνιστή τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, το έργο σάρωσε τα βραβεία (Βραβείο UBU, Βραβείο IDI, Βραβείο «καλύτερου ηθοποιού της χρονιάς» της Ένωσης Κριτικών Θεάτρου). Το κείμενο έχει μέχρι σήμερα μεταφραστεί και εκδοθεί σε δεκαπέντε γλώσσες και η παράσταση έχει παιχτεί σε περισσότερες από είκοσι χώρες.