Ο νέος χώρος του θεάτρου Άττις φιλοξενεί και αυτή τη σεζόν την Ομάδα Σημείο Μηδέν, η οποία παρουσιάζει το έργο του Ιρλανδού βραβευμένου με Νόμπελ Λογοτεχνίας συγγραφέα Σάμουελ Μπέκετ, «Περιμένοντας τον Γκοντό». Η αίσθηση που αφήνει η μικρή αυτή αίθουσα, στην οποία οι θεατές έρχονται κοντά ο ένας με τον άλλο δίνει την εντύπωση μιας κοιτίδας σκέψεων που πρόκειται να παρουσιαστούν με έναν μεστό και ιδιαίτερο τρόπο. Βέβαια, ίσως το μικρό μέγεθος της αίθουσας και οι στενές θέσεις κουράζουν μετά από κάποια ώρα τον θεατή.
Το σκηνικό με πέτρες και σύρματα σε διάφορα σημεία της σκηνής παραπέμπει σε εγκαταλελειμμένο μέρος. Μέσα από τα λόγια των ηθοποιών που εμφανίζονται στη σκηνή με την έναρξη της παράστασης καταλαβαίνουμε ότι είμαστε σε μία περιοχή όπου υπάρχει ένα δέντρο (αναπαρίσταται με τα σύρματα) και που σπάνια κυκλοφορούν άνθρωποι. Οι Βλαντιμίρ (Χρήστος Κοντογεώργης) και Εστραγκόν (Κωνσταντίνος Γώγουλος) είναι δύο γνωστοί που έχουν ως σημείο συνάντησης και στις δύο πράξεις του έργου αυτό το δέντρο, γύρω από το οποίο θα περιμένουν τον Γκοντό. Κατά την αναμονή αυτή ξεδιπλώνονται διάλογοι που στηρίζονται στο θέατρο του παραλόγου, -μεγάλος εκφραστής του οποίου υπήρξε ο Μπέκετ- μέσα όμως από τους οποίους είναι έκδηλη η ανάγκη για επικοινωνία με τον Άλλον. Η εξωτερίκευση συναισθημάτων, σκέψεων και αξιών μπορεί να φαίνεται παράταιρη, όμως εκφράζει τις αγωνίες και τις ανησυχίες των ηρώων.
Παράλληλα, οι Έλλη Ιγγλίζ και Έβελυν Ασουάντ συνδράμουν -στην αρχή- μέσω ενός πιο σωματοποιημένου θεάτρου με τις φωνές τους, τις κινήσεις και τη στάση του σώματος αλλά και με τον ιδιαίτερο τρόπο που χτυπούν τις χορδές στο βιολί. Έπειτα, παίρνουν τους ρόλους του Πότζο και του Λάκι - αφέντη και δούλου αντίστοιχα. Ένα από τα πιο επιδραστικά σημεία του έργου (τόσο του ίδιου του θεατρικού έργου όσο και της παράστασης) αποτελεί και ο μονόλογος του Λάκι, που φέρνει στην επιφάνεια για ακόμα μια φορά την ατέρμονη αγωνία της ανθρωπότητας για τις σχέσεις δύναμης.
Το συναίσθημα της υποταγής όχι μόνο σε έναν άνθρωπο αλλά και στην ιδέα ότι όλα ορίζονται από κάτι ανώτερο (τη μοίρα/ τον Θεό) εκτός του ελέγχου του. Η προσδοκία για αυτό το ανώτερο βρίσκεται στο επίκεντρο του έργου. Παρόλα αυτά, ο Σάββας Στρούμπος επιθυμεί μέσω της σκηνοθεσίας του να πάει τη σκέψη μας ένα βήμα παραπέρα και να εντάξει την θεματική του πολέμου (ίσως και η παράσταση να λαμβάνει χώρα στη βομβαρδισμένη Συρία), ως άλλη μία ανεξέλεγκτη δύναμη που ορίζει την ανθρωπότητα και επηρεάζει την προσδοκία των ανθρώπων. Οι πέτρες, οι αρβύλες στα κεφάλια των ηθοποιών ως «περικεφαλαίες» και τα εργατικά ρούχα (ενδυματολογικές επιλογές πολύ διαφορετικές από τις συνηθισμένες αναπαραστάσεις του έργου στο εγχώριο και διεθνές θέατρο) αποπνέουν την αίσθηση ενός κατεστραμμένου και εγκαταλελειμμένου μέρους. Ωστόσο, και το ίδιο το κείμενο και ο τρόπος που παρουσιάζεται από την ομάδα επιτρέπει συνειρμούς σχετικούς με τον πόλεμο και την ψυχική κατάσταση των ανθρώπων που βιώνουν μία τόσο καταστροφική συγκυρία.
Το «Περιμένοντας τον Γκοντό», το σημαντικότερο μάλλον δημιούργημα του Μπέκετ, πρόκειται για ένα έργο γραμμένο μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, εμπνευσμένο από την καταστροφή που προκάλεσε, αλλά και με αιχμές για όσους πολέμους βιώνουμε ακόμα και σήμερα στην ανθρωπότητα, είτε είναι κοντά είτε μακριά από εμάς. Είτε αφορά την αναμονή/προσμονή ενός πολιτικού είτε ενός θρησκευτικού ηγέτη, η ίδια η διαδικασία της προσδοκίας και της προσπάθειας δεν θα πρέπει να σταματήσει, όπως οι ίδιοι οι ήρωες συνειδητοποιούν. Θα αντέχαμε έναν κόσμο χωρίς ελπίδα και χωρίς να περιμένουμε κάποιον σαν τον «Γκοντό»;
Εν κατακλείδι, η παράσταση που ανεβαίνει στο θέατρο Άττις είναι μία διαφορετική από τις συνηθισμένες προσεγγίσεις του δημοφιλούς έργου. Και οι τέσσερις ηθοποιοί αποδίδουν τα μέγιστα έχοντας πολύ δύσκολο, εξουθενωτικό θα λέγαμε έργο να εκτελέσουν, βασισμένο στη «μέθοδο του Θεόδωρου Τερζόπουλου». Παίζουν με τη φωνή, το σώμα, την έκφραση, το στόμα, με τα μάτια τους, αδιάκοπα χωρίς διάλειμμα. Όπως πληροφορηθήκαμε, οι ίδιοι ηθοποιοί είναι αυτοί που ορίζουν την παράσταση και εισφέρουν μάλιστα τις ιδέες και τις προσθήκες τους. Σίγουρα, το σωματικό θέατρο και δη του παραλόγου δεν είναι προσιτό και εύληπτο για όλο το θεατρικό κοινό. Χρειάζεται μια περαιτέρω εξοικείωση και προσπάθεια για την αντίληψη των νοημάτων του στο σύνολό τους. Αξίζει να σημειωθεί όμως ότι κάθε Κυριακή μετά το πέρας της παράστασης ακολουθεί μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση του κοινού με τον σκηνοθέτη, κατά την οποία τόσο ο ίδιος δίνει τη δική του οπτική στον τρόπο που παρουσιάστηκε το «Περιμένοντας τον Γκοντό» καθώς και ιστορικές πληροφορίες γύρω από το δύσκολο αυτό έργο, όσο και οι θεατές εκφράζουν τις δικές τους σκέψεις και απορίες. Αν και δεν είναι απαραίτητο μια τέτοια συζήτηση να συνοδεύει μια θεατρική παράσταση, ωστόσο εν προκειμένω μόνο θετικά το είδαμε αφού έδωσε περαιτέρω τροφή για σκέψη φεύγοντας από το θέατρο. Και αυτό, είναι και ένα από τα χαρακτηριστικά και προτερήματα του θεάτρου ως μορφή τέχνης, έκφρασης και ψυχαγωγίας.
H TAYTOTHTA ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μετάφραση: Θωμάς Συμεωνίδης
Σκηνοθεσία: Σάββας Στρούμπος
Σκηνική Εγκατάσταση: Ηλίας Παπανικολάου
Φωτισμοί: Κώστας Μπεθάνης
Κατασκευή σκηνικού χώρου: Χαράλαμπος Τερζόπουλος, Απόστολος Ζερβεδάς
Χειριστής φωτός: Απόστολος Ζερβεδάς
Δραματολόγος: Μαρία Σικιτάνο
Photo credits: Αντωνία Κάντα
Δημιουργία αφίσας: Soul Design
Video & trailer credits: Χρυσάνθη Μπαδέκα
Επικοινωνία: Μαριάννα Παπάκη, Νώντας Δουζίνας
Ηθοποιοί: Έλλη Ιγγλίζ, Έβελυν Ασουάντ, Κωνσταντίνος Γώγουλος, Χρήστος Κοντογεώργης
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, στις 20.30
Κυριακή στις 19.00
Διάρκεια: 90΄
ΝΕΟΣ ΧΩΡΟΣ ΘΕΑΤΡΟΥ ΑΤΤΙΣ
Λεωνίδου 12, Μεταξουργείο, Αθήνα (πλησίον Μετρό Μεταξουργείο)