Μπροστά στις πύλες της Κολάσεως, όχι εκείνης του Δάντη ή της ελληνικής μυθολογίας, αλλά αυτής που οι Ιταλοί του Μουσολίνι δημιούργησαν μεταξύ των ποταμών Αώου και Αξιού εν έτει 1941, στήθηκε συναυλία rock και punk rock μουσικής ώστε να υποδεχτούν τους Έλληνες στρατιώτες στην τελική τους κατοικία. Ενορχηστρωτής της υποδοχής ορίστηκε ο Άρης Μπινιάρης και οικοδεσπότης Χάρος, ο Κωνσταντίνος Σεβδαλής με τη βαθιά, μπάσα φωνή του. Βέβαια, η Μοίρα εκείνες τις μέρες του Μάρτη του ’41 επιφύλασσε το δικό της παιχνίδι στην επίθεση των 560.000 πανίσχυρων, οπλικά, Ιταλών εναντίων των 310.000, κατά πολύ υποδεέστερων οπλικά, Ελλήνων. Τα 710 μέτρα χώμα πάνω από τη Γη δεν αποδείχθηκαν αρκετά για να θάψουν τους αμυνόμενους. Σε μία, λοιπόν, στατική, μουσικοθεατρική εικόνα 5 αντρών με γαλότσες εκστρατείας και πουκάμισα με μανίκια σηκωμένα στους αγκώνες, ο Μπινιάρης χώρεσε αριστοτεχνικά τόσο το χρονικό της συγκεκριμένης μάχης όσο και την αιματηρή ατμόσφαιρα του πολέμου και κάθε πολέμου.
Ο σκηνικός χώρος απλός. Ένας κιθαρίστας, ένας μπασίστας, ένας ντράμερ και δύο αφηγητές. Η μουσική τους, είτε απ’ τα όργανα, είτε λεκτική, δημιουργούσε ένα ηχοτοπίο φόβου, φρίκης, ολέθρου και καταστροφής. Το ταξίδι ξεκινούσε απ’ την αρχή της επίθεσης και τη λυσσαλέα μανία των Ιταλών στρατηγών να κατακρεουργήσουν τους ξεροκέφαλους Έλληνες. Όσο κλιμακώνονταν τα γεγονότα, τόσο εντεινόταν η μουσική. Μία τριπλή επανάληψη της ίδιας σύνθεσης επέτρεπε την κατανόηση των γενόμενων πριν την έναρξη του αιματοκυλίσματος. Τότε, τα φώτα έσβησαν και άναψε το blue light. Ξαφνικά, σκελετωμένοι άνδρες εμφανίστηκαν στη σκηνή. Οι μουσικοί και οι αφηγητές, έχοντας φορέσει την κατάλληλη μπογιά, λαμπίριζαν στο σκοτάδι. Συχνά τα φώτα στρέφονταν στο κοινό, κόντρα στους πέντε ανθρώπους της σκηνής. Οι λάμψεις των πυροβόλων ανχοφαίνονταν κάπου μέσα στο εκτυφλωτικό αυτό φως. Και πάντα, πίσω απ’ τη σκηνή, στο σκοτάδι διακρινόταν μια τεράστια πύλη, χωρίς ποτέ να φωτιστεί. Η Πύλη αυτή δεν προοριζόταν, τελικά, για τους Έλληνες στρατιώτες.
Ο Μπινιάρης, για μια ακόμη φορά, αποθεώνει τη συνύπαρξη μίας συναισθηματικά φορτισμένης αφήγησης με την κατάλληλη μουσική υπόκρουση. Αναρωτιόμουν καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης αν αυτή η punk rock μουσική προσομοίαζε, με ποιητικό τρόπο, τους ήχους που τα αυτιά των στρατιωτών αντιλαμβάνονται κάπου ανάμεσα σε εκρήξεις αδρεναλίνης και νεκρούς συντρόφους. Πάντως, και ως πείραμα αν το δει κανείς, το «Ύψωμα 731» αποδεικνύει περίτρανα πως δεν υπάρχουν όρια στο θέατρο, όπως και γενικότερα στην Τέχνη. Σίγουρα, η punk rock μουσική δεν είναι η αναμενόμενη, συμβασιακά, επιλογή για μια παράσταση. Κι όμως, κατάλληλα αξιοποιημένη, δύναται να ξεκλειδώσει κόσμους στο θεατή που δεν είχε φανταστεί πως υπάρχουν.
Εν κατακλείδι, το «Ύψωμα 731» αποτελεί μία καθ’ όλα ολοκληρωμένη παράσταση με ροή, εναλλαγές και ενδιαφέρον μέχρι το τέλος, ακόμη κι αν η αφήγηση εκτυλίσσεται εντός μιας απόλυτα στατικής εικόνας. Η διάρκειά της των 60 λεπτών είναι τόση όση χρειάζεται για να επιτευχθεί ο στόχος. Σίγουρα πάντως στο anchor οι θεατές θα ήθελαν λίγη ακόμη μουσική, αλλά ίσως χωρίς αίμα και σκοτωμούς.
Συγγραφέας: Άρης Μπινιάρης
Σκηνοθεσία: Άρης Μπινιάρης
Σκηνικά - Κοστούμια: Πάρις Μέξης
Φωτισμοί: Πάρις Μέξης, Άρης Μπινιάρης
Πρωταγωνιστούν: Άρης Μπινιάρης, Κωνσταντίνος Σεβδαλής