Τι θα ακούσετε:
Τους Magnum ανανεωμένους, σε κλασικές melodic rock συνθέσεις
Ποια τραγούδια να προσέξετε:
"Madman or Messiah", "The Archway of Tears" ,"Not Forgiven", "The Great Unknown"
Βαθμολογία:
7
Οι Magnum από το Birmingham είναι ένα συγκρότημα-σταθμός για το μελωδικό rock και το art rock. Έχουν στη πλάτη τους ιστορία που μας φτάνει πίσω στο 1972 , αν και την πρώτη μεγάλη τους επιτυχία την έκαναν το 1982 με το "Chase The Dragon". Ο Bob Catley στα φωνητικά και ο Tony Clarkin στη κιθάρα είναι αυτοί που οδηγούν την κούρσα, όσα μέλη και αν παρέλθουν, αντέχοντας ακόμα στο πέρασμα του χρόνου.
Η πρόσφατη αλλαγή στη μπάντα, με τον Dennis Ward να αντικαθιστά τον μπασίστα Al Barrow, φαίνεται ότι αναζωογόνησε τα εναπομείναντα μέλη αντί να ταράξει να νερά και να δημιουργήσει προβλήματα. Ξεκινώντας, η φωνή και το πάθος του Catley είναι παροιμιώδεις. Σίγουρα ακούγεται πολύ νεότερος και σε καλύτερη φόρμα από τη συναυλία τους στην Αθήνα, όπου χρειάστηκε λίγη ώρα για να ζεσταθεί, αν και «όταν η φωνή του ζεστάθηκε, απέδιδε τα κομμάτια με πιο τραχιά φωνή μεν, αλλά με την απαραίτητη δύναμη», όπως είχαμε γράψει τότε. Στις κορόνες του Bob ανιχνεύεται αυτή ακριβώς η βραχνάδα.
Ο βασικός συνθέτης Tony Clarkin αποδεικνύει ότι η μπάντα διανύει τη δεύτερη νιότη της, ξεκινώντας από το 2001 και φτάνοντας στο "The Serpent Rings". Σίγουρα είναι ένας 80s δίσκος, με μοντέρνα γυαλισμένη παραγωγή και βέβαια θα περιμένατε έναν παραγωγό να προσεγγίζει αυτές τις συνθέσεις. Το εναρκτήριο κομμάτι "Where Are You Eden?" είναι μουσικά και στιχουργικά η άμεση συνέχεια του προηγούμενου δίσκου "Lost On The Road To Eternity", με τα πλήκτρα (του Rick Benton που εντάχθηκε στους Magnum το 2016) να παίζουν κεντρικό ρόλο και την ορχήστρα να εντείνει τη δραματουργία της ερμηνείας του Catley. Το "Can't Run Faster Than Bullets" είναι αντιπροσωπευτικό του ήχου των Magnum της τελευταίας δεκαετίας, ενώ στο classic rock του "Madman or Messiah" είναι που η μπάντα αποκαλύπτει το δυνατό της χαρτί. Το ίδιο συμβαίνει και στο "The Archway of Tears", που ο ήχος του πιάνου οδηγεί τη σύνθεση μέχρι τα πολυφωνικά ρεφρέν.
Η κιθάρα του Clarkin στο "Not Forgiven", που ήταν και single, θυμίζει λίγο AC/DC, φτάνοντας στο prog-rock του ομώνυμου κομματιού του δίσκου και ίσως του πιο περιπετειώδους. Στο "House of Kings" είναι που η ερμηνεία του Bob φαίνεται να τον ζόρισε λίγο - χωρίς να το υποβιβάζει - ενώ το κομμάτι διαθέτει horn section στην ενορχήστρωση και jazz γύρισμα στη μέση της σύνθεσης. Στο "The Great Unknown" βρίσκουμε μία επική μπαλάντα με τη δομή που μας έχει συνηθίσει ο Tony Clarkin χρόνια τώρα, ενώ το "Crimson on the White Sand" κλείνει το δίσκο σε παρόμοιο ύφος.
Οι Magnum έβαλαν όλες τις δυνάμεις τους για έναν πολύπλοκο - συνθετικά και εκτελεστικά - δίσκο που πατάει στο απόφθεγμα «όλο και κάτι να θυμίζει αλλά να μη ξέρουμε τι», αφού όλα φαντάζουν οικία. Η μπάντα καταφέρνει να γυρίσει την νοσταλγία υπέρ της και να χρησιμοποιήσει το παρελθόν της για έναν δίσκο που της δίνει αρκετά χρόνια ζωής ακόμα. Φαίνεται πως η γενιά των 70s επιστρέφει για ένα ακόμα χτύπημα. Αν θα είναι το τελειωτικό, μόνο ο χρόνος το ξέρει. Πολλοί καλοί δίσκοι βετεράνων μουσικών δείχνουν το κενό στις κυκλοφορίες της rock μουσικής και την έλλειψη πάθους για αυτή.
Τους Magnum ανανεωμένους, σε κλασικές melodic rock συνθέσεις
Ποια τραγούδια να προσέξετε:
"Madman or Messiah", "The Archway of Tears" ,"Not Forgiven", "The Great Unknown"
7
Οι Magnum από το Birmingham είναι ένα συγκρότημα-σταθμός για το μελωδικό rock και το art rock. Έχουν στη πλάτη τους ιστορία που μας φτάνει πίσω στο 1972 , αν και την πρώτη μεγάλη τους επιτυχία την έκαναν το 1982 με το "Chase The Dragon". Ο Bob Catley στα φωνητικά και ο Tony Clarkin στη κιθάρα είναι αυτοί που οδηγούν την κούρσα, όσα μέλη και αν παρέλθουν, αντέχοντας ακόμα στο πέρασμα του χρόνου.
Η πρόσφατη αλλαγή στη μπάντα, με τον Dennis Ward να αντικαθιστά τον μπασίστα Al Barrow, φαίνεται ότι αναζωογόνησε τα εναπομείναντα μέλη αντί να ταράξει να νερά και να δημιουργήσει προβλήματα. Ξεκινώντας, η φωνή και το πάθος του Catley είναι παροιμιώδεις. Σίγουρα ακούγεται πολύ νεότερος και σε καλύτερη φόρμα από τη συναυλία τους στην Αθήνα, όπου χρειάστηκε λίγη ώρα για να ζεσταθεί, αν και «όταν η φωνή του ζεστάθηκε, απέδιδε τα κομμάτια με πιο τραχιά φωνή μεν, αλλά με την απαραίτητη δύναμη», όπως είχαμε γράψει τότε. Στις κορόνες του Bob ανιχνεύεται αυτή ακριβώς η βραχνάδα.
Ο βασικός συνθέτης Tony Clarkin αποδεικνύει ότι η μπάντα διανύει τη δεύτερη νιότη της, ξεκινώντας από το 2001 και φτάνοντας στο "The Serpent Rings". Σίγουρα είναι ένας 80s δίσκος, με μοντέρνα γυαλισμένη παραγωγή και βέβαια θα περιμένατε έναν παραγωγό να προσεγγίζει αυτές τις συνθέσεις. Το εναρκτήριο κομμάτι "Where Are You Eden?" είναι μουσικά και στιχουργικά η άμεση συνέχεια του προηγούμενου δίσκου "Lost On The Road To Eternity", με τα πλήκτρα (του Rick Benton που εντάχθηκε στους Magnum το 2016) να παίζουν κεντρικό ρόλο και την ορχήστρα να εντείνει τη δραματουργία της ερμηνείας του Catley. Το "Can't Run Faster Than Bullets" είναι αντιπροσωπευτικό του ήχου των Magnum της τελευταίας δεκαετίας, ενώ στο classic rock του "Madman or Messiah" είναι που η μπάντα αποκαλύπτει το δυνατό της χαρτί. Το ίδιο συμβαίνει και στο "The Archway of Tears", που ο ήχος του πιάνου οδηγεί τη σύνθεση μέχρι τα πολυφωνικά ρεφρέν.
Η κιθάρα του Clarkin στο "Not Forgiven", που ήταν και single, θυμίζει λίγο AC/DC, φτάνοντας στο prog-rock του ομώνυμου κομματιού του δίσκου και ίσως του πιο περιπετειώδους. Στο "House of Kings" είναι που η ερμηνεία του Bob φαίνεται να τον ζόρισε λίγο - χωρίς να το υποβιβάζει - ενώ το κομμάτι διαθέτει horn section στην ενορχήστρωση και jazz γύρισμα στη μέση της σύνθεσης. Στο "The Great Unknown" βρίσκουμε μία επική μπαλάντα με τη δομή που μας έχει συνηθίσει ο Tony Clarkin χρόνια τώρα, ενώ το "Crimson on the White Sand" κλείνει το δίσκο σε παρόμοιο ύφος.
Οι Magnum έβαλαν όλες τις δυνάμεις τους για έναν πολύπλοκο - συνθετικά και εκτελεστικά - δίσκο που πατάει στο απόφθεγμα «όλο και κάτι να θυμίζει αλλά να μη ξέρουμε τι», αφού όλα φαντάζουν οικία. Η μπάντα καταφέρνει να γυρίσει την νοσταλγία υπέρ της και να χρησιμοποιήσει το παρελθόν της για έναν δίσκο που της δίνει αρκετά χρόνια ζωής ακόμα. Φαίνεται πως η γενιά των 70s επιστρέφει για ένα ακόμα χτύπημα. Αν θα είναι το τελειωτικό, μόνο ο χρόνος το ξέρει. Πολλοί καλοί δίσκοι βετεράνων μουσικών δείχνουν το κενό στις κυκλοφορίες της rock μουσικής και την έλλειψη πάθους για αυτή.
Σχετικό θέμα