Rock n Roll Stories: Την ημέρα που έστησα τους Bauhaus

Όταν τον Ιανουάριο του 1983 βρέθηκα πάλι στο Λονδίνο και με κανονισμένη συνέντευξη Bauhaus για το τότε Ποπ & Ροκ, ήμουν κάτι παραπάνω από ενθουσιασμένος. Θα συναντούσα κάποιους από τους ήρωές μου!
Διαβάστηκε φορες
    Στη διάρκεια του σύντομου μουσικού βίου τους, οι τέσσερις Βρετανοί art students από το Νορθάμπντον ήταν ένα από τα λατρεμένα μου γκρουπ. Το In The Flat Field ήταν ένας από τους δίσκους που έφαγε εκατοντάδες ώρες ζωής από τη βελόνα του πικάπ μου. Η πρώτη μου επαφή με τους Bauhaus ήταν ένα John Peel session που είχα ακούσει και είχα γράψει σε κασέτα (κρύβε χρόνια!) τον Ιανουάριο του 1980. Την είχα λιώσει. Mόλις λοιπόν κυκλοφόρησε το Ιn The Flat Field, στρογγυλοκάθισε (κυριολεκτικά) στο πλατό μου και δεν έλεγε να το κουνήσει. Ήταν και στην εταιρεία - φετίχ, την περίφημη 4AD, και το μαύρο, γοτθικό εξώφυλλό του ήταν ένα από τα  αγαπημένα μου. 

    Έτσι λοιπόν, όταν τον Ιανουάριο του 1983 βρέθηκα πάλι στο Λονδίνο και με κανονισμένη συνέντευξη Bauhaus για το τότε Ποπ & Ροκ, ήμουν κάτι παραπάνω από ενθουσιασμένος. Θα συναντούσα κάποιους από τους ήρωές μου! Και μάλιστα στα γραφεία της 4AD. Διπλός οργασμός δηλαδή.

   
Εκείνο το διάστημα, με φιλοξενούσε για λίγες μέρες ένα φιλικό ζευγάρι Άγγλων που είχαν τρείς ψυχώσεις: τους Clash, τη reggae και την γκάντζα. Ο Mark και η Stacey ήταν αληθινοί πανκ. Δε φορούσαν ''στολή'' πανκ, αλλά όλη τους η ζωή ήταν πανκ. Έμεναν σε squat house, εκμεταλλεύονταν στο έπακρο το επίδομα ανεργίας και δούλευαν κρυφά με μαύρο χρήμα. Δεν πλήρωναν ποτέ εισιτήριο στο μετρό (τότε μπορούσαν ακόμα να πηδάνε πάνω από τις μπάρες) και τρέφονταν με ελάχιστα, κυρίως τσάι και μπισκότα. Το ''σπίτι'' τους ήταν ένα τρισάθλιο αχούρι, πανβρώμικο και γεμάτο ποντίκια, αλλά είχαν ένα πικάπ και αρκετούς δίσκους punk και reggae.

   
Την παραμονή της συνέντευξης είχαμε κανονίσει να πάμε να δούμε έναν reggae τραγουδιστή, "straight from Jamaica'' όπως έγραφαν οι αφίσες, τον Michael Prophet στο Dingwall's. Όταν φτάσαμε, το Dingwall's που ήξερα όταν έπαιζαν ''λευκές'' μπάντες δεν ήταν εκεί. Ήταν ένα διαφορετικό πράγμα, γεμάτο Τζαμαϊκανούς που κρατούσαν μεγάλα διάφανα σακούλια με γκάντζα και διαλαλούσαν την πραμάτεια τους. Όλοι με μάτια γλαρωμένα, όλοι rasta. Όλα τα κατακόκκινα μάτια ήταν καρφωμένα στους τρείς λευκούς που είχαν παρεισφρύσει στο άνδρο τους. Βέβαια ο Mark και η Stacey γνώριζαν μερικούς rasta και δε μασούσαν γενικώς. Aντιθέτως, κάπνιζαν το χόρτο του Jah σαν φουγάρα! Γύρω μας γινόταν χαμός. Δεν υπήρχε ούτε ένας rasta χωρίς ένα τρίφυλλο στο χέρι και ένα έτοιμο στο αυτί. Θα μπορούσες κάλλιστα να μαστουρώσεις εισπνέοντας απλώς τον αέρα. Οι δύο φίλοι μου έκαναν το ίδιο: κάπνιζαν το ένα ενώ ταυτόχρονα ετοίμαζαν το επόμενο. Ε, τι να έκανα κι εγώ, παρασύρθηκα. Κάπνισα δώδεκα. Αυτό το θυμάμαι. Θυμάμαι επίσης ότι ο Michael Prophet ήταν καταπληκτικός. Αλλά δε θυμάμαι συγκεκριμένα γιατί.

    Όπως επίσης δε θυμάμαι πότε και πώς γυρίσαμε στο squat house. Στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπήρχε η συνέντευξη με τους Bauhaus, αλλά την είχα βάλει πολύ πίσω επειδή προγραμματισμένη για τις τρείς το μεσημέρι.

   
Όταν το επόμενο πρωί άνοιξα διστακτικά το ένα μάτι, είδα το ρολόι πάνω στο ράφι να δείχνει 9:10. Έξω ήταν μέρα. Ωραία, σκέφτηκα, μπορώ να κοιμηθώ για ώρες ακόμα. Όταν άνοιξα πάλι το μάτι, η ώρα ήταν ακόμα 9:10. Ωραία, σκέφτηκα, μπορώ να κοιμηθώ για ώρες ακόμα. Την τρίτη φορά που άνοιξα το μάτι, το 9:10 άρχισε να μου φαίνεται ύποπτο. Χμμμ. Μάλλον το ρολόι δε δουλεύει, σκέφτηκα. Σηκώθηκα και πήγα στο καθιστικό. Ο Mark και η Stacey έπιναν τσάι. Αααα, πρωινό, σκέφτηκα. Θα είναι ακόμα πρωί. Ρώτησα τι ώρα ήταν. Ήταν τέσερις το μεσημέρι, μία ώρα μετά το ραντεβού με τους Bauhaus. Βγήκα πανικόβλητος στο δρόμο και έτρεξα στον πρώτο τηλεφωνικό θάλαμο. Τηλεφώνησα στη 4AD και άρχισα να λέω ιστορίες περί αρρώστιας και τέτοια. Μου είπαν ότι τα μέλη του γκρουπ είχαν ήδη φύγει, τσατισμένοι. Σκατά. Όχι μόνο είχα στήσει τους Bauhaus, είχα χάσει και την ευκαιρία να επισκεφτώ τα γραφεία της 4AD.

    Ύστερα από πολλά παρακάλια στους ανθρώπους της δισκογραφικής κατάφερα να κανονίσω να συναντήσω την μπάντα στο στούντιο όπου ηχογραφούσαν το ''She's In Parties''. Oi Bauhaus είχαν γίνει πλέον μεγάλοι: η διασκευή του "Ziggy Stardust'' είχε ανέβει ψηλά στα charts, oi συναυλίες τους ήταν sold out σε μεγάλες αίθουσες και η μπάντα είχε εμφανιστεί στην ταινία ''The Hunger'' με τον David Bowie και την Catherine Deneuve. Οπότε το ατόπημά μου δεν ήταν καθόλου αμελητέτο. Και η υποχώρηση εκ μέρους τους πολύ γενναιόδωρη. 

    Πήγα στο στούντιο με την ουρά κάτω από τα σκέλια. Σε ένα διάλειμμα για φαγητό που έκαναν οι τέσσερις μουσικοί (είχαν παραγγείλει ινδικό), κατάφερα να μιλήσω μαζί τους για μισή ώρα και φυσικά να ζητήσω συγγνώμη για το χαμένο ραντεβού μας.

    Αργότερα, το είδα και από άλλη οπτική γωνία. Θα μπορούσαν να υπερηφανεύομια ότι ήμουν ο πρώτος Έλληνας δημοσιογράφος που έστησε μπάντα. Και μάλιστα τους Bauhaus στα ντουζένια τους!


Tags
Διαβάστε ακόμα