Έχω μπερδευτεί, έχω θυμώσει, έχω απορήσει, και φτου κι απ' την αρχή. Πώς μπλέξαμε έτσι; Τα μπούτια μας; Τις γραμμές μας; Τα... χάλια μας; Και κυρίως σκέφτομαι: πώς την πάτησα έτσι ο ίδιος; Πάμε, λοιπόν, φίλτατε αναγνώστη να εξηγηθούμε. Άκου (ή διάβασε) ένα παράξενο.
Νομίζω πως - για μένα - όλα ξεκίνησαν από το τρέξιμο. Ή μήπως από το γράψιμο; Ή μήπως από τις συναυλίες; Ή μήπως και από τα δύο; Ή μήπως από καθαρή και ξάστερη ματαιοδοξία (aka καλάμι); Αν θέλω να είμαι ακριβοδίκαιος, όλα ξεκίνησαν στην πρώτη πρόσκληση που αποδέχτηκα για να παρακολουθήσω δωρεάν μια συναυλία. Και επεκτάθηκαν στο πρώτο ζευγάρι τρεξιματικά παπούτσια που μου πρόσφερε μια εταιρεία, με αντάλλαγμα την ανάρτησή του σε κάποιο από τα κοινωνικά δίκτυα. Αν το καλοσκεφτείς, φίλτατε αναγνώστη, και τα δυο συμβάντα είναι όψεις του ιδίου νομίσματος.
Τι κι αν ουδέποτε πήγα προσκεκλημένος σε συναυλία δίχως να γράψω review για εκείνη; Τι κι αν ποτέ δεν επαίνεσα ένα παπούτσι που μου δώρισαν, όταν αυτό δεν ήταν καλό; Τα είχα αποδεχτεί αμφότερα. Και το χειρότερο; Νόμιζα ότι με έκαναν πιο σημαντικό όλα αυτά. Και βήμα-βήμα έφτασα στο σημείο που φτάσαμε όλοι: να αναρτούμε, δηλαδή, νέα αποκτήματά μας - από κιθάρες, μέχρι μπικουτί - που πληρώσαμε κανονικότατα, διαφημίζοντας δωρεάν - και με καμάρι - τις πολυεθνικές που τα κατασκεύασαν (και μας τα ακριβοπούλησαν). Πώς το λέγανε αυτό οι παληοί; Και κερατάς και δαρμένος;
Κι έπειτα, έρχονταν οι φίλοι μας και μας στέλνανε καρδούλες (στο instagram). Καρδούλες για τις διάφορες Τζάιαντ (αλά Γιάγκος Δράκος) που διαφημίζαμε με περίσσιο καμάρι ωσάν να ήτανε κανένα μεγάλο κατόρθωμα. Γράφω με πόνο ψυχής, γιατί υπήρξα το μεγαλύτερο θύμα (και θύτης) αυτής της φαρσοκωμωδίας. Μεσήλικας να στέλνω καρδούλες στη Nike, τη Yamaha, τη North Face και το Hilton. Ξεφτύλισα το δώρο. Ξεφτυλίστηκα (και ξεφτυλίζομαι ακόμα) και ο ίδιος. Εξέπεσα.
Βαρέθηκα, όμως. Κουράστηκα. Αποξενώθηκα. Έστειλα τόσες πολλές καρδούλες δεξιά κι αριστερά, που μου έμεινε η δική μου στο χέρι. Η καρδιά στο χέρι κι η ψυχή στο στόμα να προλάβει. Να προλάβει άλλη μια ανάρτηση, άλλο ένα like, άλλο ένα comment. Κι η κλεισούρα μεγάλωνε και μεγαλώνει. Η διαδικασία μοιάζει μη αναστρέψιμη. Μην καμώνεσαι πως δεν καταλαβαίνεις για ποιο πράγμα σου μιλάω, φίλτατε αναγνώστη. Κι εσύ το περνάς - κι εσένα πληγώνει όλο αυτό.
Το παλιό άσμα το λέει καθαρά: μια καρδιά τα χέρια μου σου φέρανε, κάν' την ό,τι θες, είναι για σένανε. Πώς να πείσεις σήμερα την/τον οποιονδήποτε ότι έχεις μια καρδιά για εκείνον, όταν καθημερινά σκορπάς κατακόκκινες καρδούλες με αποδέκτες κάτι πολυόροφα headquarters; Το σκέφτηκες ποτέ σου αυτό;
Υ.Γ.1. Εδώ και δύο χρόνια δεν αποδέχομαι προσκλήσεις για συναυλίες. Εδώ και ενάμιση χρόνο, αποφεύγω κάθε είδους χορηγία. Εργάζομαι σκληρά και ασταμάτητα και πληρώνω όσα θέλω να έχω. Έφτιαξα και hashtag, τρομάρα μου. Λέγεται #influenceyourself. Μην περιμένεις από κανέναν να σε εμπνεύσει. Γίνε ο ίδιος το πρότυπό σου.
Υ.Γ.2. Μέχρι σήμερα, στα 43 μου, πρόσφερα τη μπαλωμένη μου καρδιά σε μονοψήφιο (μικρό) αριθμό γυναικών. Όλες τους την κράτησαν, για όσο την κράτησαν, λίγο ή πολύ, με φροντίδα και αγάπη. Στο τέλος, μου την επέστρεψαν σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι την παρέλαβαν. Τέρμα οι ηλεκτρονικές καρδούλες. Από σεβασμό προς τις κυρίες αυτές, αλλά και τους φίλους που κρατούν την ίδια καρδιά στα χέρια τους διαχρονικά και με ευλάβεια.